Βαδίζοντας στα σίγουρα…
Η περίπτωση του God Eater 2: Rage Burst είναι παρόμοια με την αντίστοιχη κυκλοφορία του πρώτου τίτλου, δηλαδή αρχικά είχε κυκλοφορήσει αποκλειστικά για την αγορά της Ιαπωνίας στις φορητές κονσόλες της Sony -PSP και PS Vita. Όμως, με τη βοήθεια της Bandai Namco η Shift έφερε και αυτόν τον τίτλο της στη αγορά της Δύσης. Για εκείνους που ήταν κάτοχοι PSP και είχαν ασχοληθεί με τον πρώτο τίτλο, η διάθεση του Rage Burst από μόνη της είναι ευχάριστο γεγονός, ωστόσο η ίδια η ιστορία αποδεικνύει πως κάθε sequel τίτλου δεν ταυτίζεται πάντα με την επιτυχία του πρώτου ή, ακόμα περισσότερο, δεν είναι εγγυημένο ότι θα ανταπεξέλθει στις προσδοκίες του κοινού. Αξίζει να σημειωθεί πως αυτοί που ασχολήθηκαν με τον πρώτο God Eater τίτλο ή τουλάχιστον διάβασαν το review μας για το God Eater Resurrection, θα κατανοήσουν καλύτερα το δεύτερο παιχνίδι καθώς και το ακόλουθο κείμενο για το sequel.
Η ιστορία του God Eater 2 εξελίσσεται με τρόπο παρόμοιο με του πρώτου παιχνιδιού, με το να δημιουργούμε το avatar μας και να είμαστε μέλος μιας νέας ομάδας των God Eater ονόματι, Blood Faction, που και πάλι χειριζόμαστε τα γνωστά όπλα που προέρχονται από τη δομή κυττάρων των Aragami. Όπως είναι γνωστό, σε αυτού του είδους τους τίτλους μικρό ρόλο έχει το σενάριο, λόγω του ότι ο πυρήνας τους είναι το gameplay, το σύστημα τροποποίησης και αναβάθμισης του εξοπλισμού και, φυσικά, το online κομμάτι τους. Ωστόσο, για όσους ενδιαφέρονται, οι χαρακτήρες -αν και πάλι είναι καλοσχεδιασμένοι- είναι λιγότερο αρεστοί από εκείνους που γνωρίσαμε στον πρώτο τίτλο. Αξίζει, όμως, να σημειωθεί ότι στην πορεία της ιστορίας οι παίκτες θα συναντήσουν κάποιους από τους χαρακτήρες του Resurrection.
Η ροη του gameplay στο Rage Burst παραμένει ευχάριστη -όπως ήταν και στο prequel- με το να επιλέγουμε τις αποστολές εξολόθρευσης τεράτων και να συμμετέχουμε στη μάχη ως μέλος μιας τετραμελούς ομάδας, με την παρουσία της A.I. να κυμαίνεται και πάλι σε αξιοπρεπή επίπεδα και να μην πέφτει σε λάθη. Παρόμοιο παραμένει και το σύστημα μάχης, αφού τα όπλα που χειριζόμαστε στη μάχη είναι ξανά δύο: τα κοντινής μάχης σπαθί, δόρυ, δρεπάνι κ.ο.κ., ενώ από τα όπλα απόστασης την εμφάνισή της κάνουν πάλι οι καραμπίνες, τα πολυβόλα, τα sniper rifles και άλλα. Όμως, η ροή της μάχης στο Rage Burst άλλαξε προς το καλύτερο, εφόσον έγινε αρκετά πιο γρήγορη και πιο ρευστή, αν και ταυτόχρονα είναι αρκετά πιο εύκολη. Αυτό οφείλεται στο ότι, εκτός από τις γνωστές τροποποιήσεις predator και αναβαθμίσεων που μπορούμε να κάνουμε στο χαρακτήρα μας, προστέθηκε και η επιλογή των Blood Arts, ικανότητες οι οποίες είναι μοναδικές για την εκάστοτε μονάδα μας, προφανώς, αλλά παρέχουν ενδιαφέρουσες ιδιότητες, όπως αύξηση της επιθετικής μας δύναμης, δυνατότητα ίασης όταν χτυπάμε τον εχθρό και αλλά.
Για να ενεργοποιηθεί η κάθε μια από τις Blood Arts χρειάζεται να έχουμε ιδιαίτερη προσέγγιση ώστε να αποκτήσουμε το πλεονέκτημα απέναντι στους εχθρούς. Αυτό καθιστά τη μάχη πιο ενδιαφέρουσα, ενώ η επιλογή να εξοπλιζόμαστε με μόνο μια από αυτές σε κάθε μάχη, παρέχει μια σημαντική, στρατηγική προσέγγιση. Τα πεδία της μάχης στο παιχνίδι της Shift αποτελούνται από τα γνωστά, γραμμικά μικρά τοπία, που συναντήσαμε και μάθαμε στο πρώτο παιχνίδι -με κάποιες νέες προσθήκες επίπεδων, όμως- ενώ και τα bosses είναι γνώριμα από το πρώτο παιχνίδι. Εξάλλου, έτσι ακριβώς συμβαίνει και στην περίπτωση των Toukiden και Monster Hunter, τίτλων ίδιας φύσεως με τη σειρά God Eater. Η στρατηγική να νικήσετε ή να αποκτήσετε το αντικείμενο που χρειάζεστε δεν αλλάζει, εφόσον καταστρέφετε μελή του αντίπαλου και μετά το περάς της μάχης το όπλο σας καταβροχθίζει τον εχθρό για να αποκτήσει διάφορα υλικά. Τέλος, αξίζει να ανεφέρθει πως δεν παρουσιάστηκε πρόβλημα με την κάμερα στο συγκεκριμένο τίτλο, αφενός γιατί δεν υπάρχει το συσσωρευμένο πλήθος των bosses και αφετέρου δεν παρουσιάζεται το γνωστό πρόβλημα με το lock on που έφερνε τα κτήρια επάνω μας.
Παρομοίο με του πρώτου τίτλου είναι και το online κομμάτι του sequel. Τα lobbies τις περισσότερες φόρες είναι άδεια και υπάρχει χρόνος αρκετής αναμονής ώστε να συνδεθεί κάποιος. Tο άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει το Rage Burst είναι πως αντί να απεικονίζει σε ποια δυσκολία βρίσκεται ο κάθε παίκτης, προβάλει το πλήθος των αποστολών ιστορίας που έχει πραγματοποιήσει ο καθένας. Αυτό δημιουργεί διαφόρων ειδών προβλήματα, μιας και για να ολοκληρωθεί η ιστορία πρέπει να ολοκληρωθούν αρκετές αποστολές. Αυτό σημαίνει πως οι παίκτες χαμηλότερων επιπέδων δεν μπορούν να μπουν σε δυσκολότερες αποστολές, ενώ αν τελικά μπουν κάπου όπου οι διαφορές είναι μικρές, κρατούν πίσω τους παίκτες μεγαλύτερων επιπέδων και τους καθυστερούν από το να να προχωρήσουν παρακάτω στην πρόοδό τους. Αν και υπάρχει παράθυρο επιλογής περιγραφής δωματίου, ώστε να γράψουμε σε ποιο βαθμό δυσκολίας βρισκόμαστε, ελάχιστος κόσμος δυστυχώς τα χρησιμοποιεί.
Εφόσον καταφέρετε και συνδεθείτε, θα βρεθείτε στη γνωστή βάση σας, περιμένοντας τον leader να επιλέξει την αποστολή που του αντιστοιχεί. Και αφού ετοιμαστείτε θα πέσετε πάνω σε Cutscenes της ιστορίας, τα οποία αυτή τη φορά μπορείτε να προσπεράσετε και να παρακολουθήσετε αργότερα. Όμως, τα προβλήματα με το online τμήμα του Rage Burst είναι αρκετά, αφού εκτός των παραπάνω, σε αρκετές περιπτώσεις βρεθήκαμε αποσυνδεδεμένοι από το παιχνίδι για αδιευκρίνιστους λόγους. Στα θετικά του online mode, όπως και στο αρχικό God Eater, είναι η αξιοπρεπής συννενόηση των παικτών -με τη χρήση είτε του chat είτε του party chat από τις ρυθμίσεις του PS4 για κανονική ομιλία- καθώς και η φύση της ίδιας της κοινότητας, που αποτελείται από ευγενικό και πρόθυμο κοινό, έτοιμο να βοηθήσει τους νέους παίκτες να προσαρμοστούν.
Ορισμένα ακόμη θετικά χαρακτηριστικά του Rage Burst είναι η δυνατότητα cross play και cross save μεταξύ PS4 και Vita, για να συνεχιστεί η πρόοδός μας όποτε το επιθυμούμε ή για να παίξουμε με φίλους που δεν έχουν την ίδια συσκευή, ενώ ο οπτικός τομέας είναι αξιοπρεπής όπως επίσης και το αγγλικό voice-over. Σε αντίθεση με το καλό voice over, ο γενικότερος ήχος του τίτλου δεν άφησε καλές εντυπώσεις. Το βασικό του πρόβλημα εμφανίζεται στα cut scenes του παιχνιδιού και μοιάζει να παραμορφωμένος και σαν να μιλάνε οι χαρακτήρες μεταξύ τους μέσω walkie-talkie, στοιχείο που, παραδόξως στην ίδια την μάχη και στους διάλογους που περιέχουν το text box δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Τέλος ένα από τα σημαντικά αρνητικά στοιχεία του τίτλου είναι το Crafting System. Αν και στο Ressurection ήταν εύχρηστο και ευχάριστο, εδώ, δυστυχώς, δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Αυτό συμβαίνει διότι κατά τις πρώτες 10 ώρες παιχνιδιού δεν θα μπορείτε να αναβαθμίσετε κανένα όπλο.
Αν και έχει ενδιαφέρον το ότι τα όπλα μπορούν να δεχθούν διαφορετικές αναβαθμίσεις, το γεγονός πως τα υλικά που χρειαζόμαστε για τις αναβαθμίσεις αυτές εμφανίζονται με ερωτηματικό είναι θλιβερό, μιας και έτσι ο τίτλος έρχεται σε αντίφαση με την ίδια τη φύση του. Αυτό το γεγονός είναι τόσο αντιφατικό όσο το να παίζεις MMO και να μη μπορείς να μιλήσεις με κανέναν και να μη μπορείς να συμμετέχεις σε dungeons και raids. Εκτός αυτού, τα άγνωστα αυτά υλικά που χρειαζόμαστε μπορεί να οδηγήσουν σε χρήση διαδικτυακών οδηγών ώστε να μην βρεθούμε με εξοπλισμό που, τελικά, θα είναι κατώτερος των περιστάσεων. Δυστυχώς τα υλικά γίνονται διαθέσιμα με την πρόοδο της ιστορίας και με την αντιμετώπιση νέων εχθρών, όμως και πάλι δεν θα γνωρίζετε αν το τυχαίο υλικό που αναζητάτε το αποκτήσατε ή το προσπεράσατε άθελα σας σε κάποια αποστολή.
Ωστόσο, οι εμπνευστές αυτής της ιδέας σκέφτηκαν πως αν προχωρήσετε αρκετά, θα είναι σωστό τα ερωτηματικά να εξαφανιστούν και να εμφανιστεί ως διά μαγείας η ποσότητα και το είδος των υλικών που χρειάζεστε. Είναι πραγματικά δυσνόητο γιατί έγινε αυτή η επιλογή. Όπως προαναφέραμε, το Rage Burst είναι πιο εύκολο από τον πρώτο τίτλο, αλλά αυτό το σύστημα οδηγεί αναπόφευκτα στο να ακολουθήσει κάποιος την ιστορία εν τάχει -με τη βοήθεια παικτών υψηλότερων επίπεδων στο online κομμάτι του τίτλου, που θα έχουν εξοπλιστεί- με αποτέλεσμα να χάσει την ευχαρίστηση του gameplay.
Εν κατακλείδι, όσοι έχουν δαπανήσει εκατοντάδες ώρες στα Monster Hunter, Toukiden και άλλα, παρόμοιας φύσης, παιχνίδια κυνηγιού, δύσκολα θα βρουν κάτι που να τους ικανοποιήσει στη συγκεκριμένη σειρά. Ωστόσο, το God Eater 2: Rage Burst έρχεται στην ευρωπαϊκή αγορά μαζί με το αξιοπρεπές prequel του, γεγονός που σημαίνει εκατοντάδες ώρες ευχάριστου gameplay για αυτούς που θέλουν να κάνουν την εισαγωγή τους στο είδος.
Το review βασίστηκε στην PS4 έκδοση του παιχνιδιού.