Είναι άραγε ο μεσσίας των JRPGs;
Το γεγονός ότι η τωρινή γενιά επιτραπέζιων κονσολών πάσχει από έλλειψη σοβαρών JRPGs είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός, που έχει πληγώσει πάρα πολύ τους οπαδούς του είδους. Τα ελάχιστα διαμάντια του είδους μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού και αν έχετε μόνο μία από τις τρεις κονσόλες, τότε τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Όταν λοιπόν η Level-5 ανακοίνωσε το 2009 πως εργαζόταν επάνω σε έναν “high budget” τίτλο για το PS3, τα μάτια των gamers ανά τον κόσμο έλαμψαν από προσμονή. Σίγουρα, το μέτριο αποτέλεσμα των White Knight Chronicles είχε προβληματίσει τους οπαδούς της εταιρίας, αλλά με διαμάντια όπως τα Dark Cloud, Dragon Quest VIII, Professor Layton, Rogue Galaxy και Jeanne d’Arc στο ενεργητικό της, είναι εύκολο να προσπεράσουμε ένα μικρό σκαμπανέβασμα της Level-5.
Το Ni No Kuni κυκλοφόρησε εν μέσω θριαμβευτικών reviews στην Ιαπωνία το 2011 και οι εικόνες του έκαναν αμέσως το γύρο του κόσμου, προκαλώντας εντυπωσιακά γουργουρίσματα λιγούρας στα στομάχια των gamers. Δυστυχώς, η κυκλοφορία της DS έκδοσης δεν ήταν γραφτό να έρθει ποτέ στη Δύση, ενώ ακόμα και η PS3 έκδοση ακροβατούσε ανάμεσα στην ακύρωση ή την επιβεβαίωση για πολύ καιρό. Ευτυχώς για όλους, η Namco Bandai αποφάσισε να προχωρήσει στην επένδυση, και το πολυπόθητο Ni No Kuni: Wrath of the White Witch είναι επιτέλους στα χέρια μας. Είναι όμως ο ερχομός του “μεσσία” όπως πολλοί περίμεναν ή η Level-5 σκοντάφτει για δεύτερη συνεχόμενη φορά;
Ένα γλυκό, παραδοσιακό παραμύθι – Ιστορία & κόσμος
Κεντρικός πρωταγωνιστής του παιχνιδιού είναι ο Oliver, ένα δεκατριάχρονο αγόρι το οποίο ζει με τη μητέρα του σε μια μικρή πόλη στα μέσα του 20ου αιώνα. Δυστυχώς για αυτόν, η ανέμελη ζωή του θα διαταραχθεί ανεπανόρθωτα από ένα δραματικό γεγονός στα πρώτα λεπτά του παιχνιδιού. Από τα δάκρυά του, όμως, θα έρθει και η σωτηρία, καθώς το αγαπημένο του πάνινο κουκλάκι έρχεται στη ζωή και αναλαμβάνει να τον βοηθήσει να διορθώσει το κακό που του συνέβη. Το κουκλάκι αυτό είναι ο Drippy, ένας high lord των ξωτικών από έναν άλλο κόσμο και τον καλεί να έρθει μαζί του σε ένα συναρπαστικό ταξίδι στον κόσμο του Ni No Kuni.
Το ταξίδι του αυτό σύντομα μετατρέπεται σε μια μεγάλη περιπέτεια, καθώς ανακαλύπτουμε πως ο Oliver είναι ο “Pure Hearthed One”, ένας μάγος που έχει προφητευθεί πως θα σώσει τον κόσμο από τη σκοτεινή μαγεία του διαβολικού Shadar. Πρόκειται, λοιπόν, για μια απλή κλασσική ιστορία, του μικρού ήρωα ο οποίος καλείται να σώσει τον κόσμο εν μέσω αντίξοων συνθηκών. Παρόλη την απλότητά της όμως, καταφέρνει αργά αργά να κερδίσει τον παίκτη και να του προσφέρει μια εμπειρία εφάμιλλη ενός καλού παιδικού παραμυθιού.
Είναι γεγονός πως η εξέλιξή της είναι αρκετά αργή, ιδιαίτερα στην αρχή του παιχνιδιού, αλλά σιγά σιγά θα αποκαλύπτονται νέες λεπτομέρειες και νέα μυστήρια, ενώ οι ανατροπές, αν και δεν θα σας σοκάρουν, είναι αρκετές και δένουν απόλυτα με το κλασσικό ύφος της ιστορίας. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει στις τελευταίες ώρες του παιχνιδιού, όπου έρχονται τα πάνω κάτω και πολλά στοιχεία που ήταν απλά ενημερωτικό lore έρχονται ξαφνικά στην πρώτη γραμμή, δίνοντας ένα “σπρώξιμο” προς την τελική μάχη. Σίγουρα το Ni No Kuni δεν θα μείνει στο μυαλό σας για την κλασσική ιστορία του, αλλά το απλό αυτό παραμύθι δένει πολύ σωστά με τον κόσμο και τους χαρακτήρες αυτού του νέου κόσμου και προσφέρει στον παίκτη μια επιστροφή στην πιο αγνή παιδική ηλικία.
Το Ni No Kuni δείχνει πραγματικά να σέβεται τον τρόπο που πρέπει να είναι σχεδιασμένος ένας ολόκληρος κόσμος και έτσι θα συναντήσετε κάθε λογής περιοχών. Τροπικά νησιά, σκοτεινά δάση, φλεγόμενα ηφαίστεια, καυτές ερήμους, παγωμένα βουνά, ανθισμένες κοιλάδες και γενικότερα όλα τα καλούδια που μπορείτε να σκεφτείτε, με το ίδιο σκηνικό να κρατάει και για τις διάφορες πόλεις που θα συναντήσετε. Όσον αφορά τους χαρακτήρες, με εξαίρεση 1-2 βασικούς που θα λέγαμε ότι έμειναν αρκετά ανεκμετάλλευτοι, το υπόλοιπο cast του παιχνιδιού είναι πραγματικά ονειρικό.
Δεν θέλουμε να μιλήσουμε ενδελεχώς για αυτούς, καθώς είναι πολύ πιο ωραίο να τους γνωρίσετε από μόνοι σας, αλλά το σίγουρο είναι πως δεν θα σας απογοητεύσουν. Ακόμα και χαρακτήρες 3ης γραμμής, για απλά side quests, έχουν συχνά πολύ ενδιαφέρον και θα θέλετε πραγματικά να μάθετε και άλλα για αυτούς.
Σύγκρουση Old-school με New – Gameplay
Γλυκιά η ιστορία και ο κόσμος του Ni No Kuni, λοιπόν, αλλά ένα παιχνίδι των 50 ωρών (70 αν προσπαθήσετε να ολοκληρώσετε και όλα τα side missions και items) δεν θα μπορούσε να σταθεί δίχως ένα δυνατό σύστημα gameplay. Η Level-5 προσπάθησε να αναμείξει λίγο τα πράγματα σε αυτό της το παιχνίδι και έτσι το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα κράμα παλιού και νέου, το οποίο έχει πολλά θετικά αλλά και κάποια ενοχλητικά αρνητικά. Η βασική του λογική στις μάχες είναι η εξής: Επειδή ο Oliver είναι μάγος αλλά και μικρό παιδί, δεν είναι δυνατόν να τα βγάλει πέρα μόνος του απέναντι στις ορδές εχθρών που θα συναντήσει. Έτσι, για σύμμαχό σας στην κάθε μάχη, ο κάθε χαρακτήρας θα μπορεί να έχει μέχρι τρία τερατάκια (familiars) το καθένα με τις ιδιαιτερότητες και τις δυνάμεις του.
Αυτά τα familiars θυμίζουν πολύ σε λογική το μηχανισμό των Pokemon, καθώς οι περισσότεροι αντίπαλοι που θα συναντήσετε μπορούν να αποκτηθούν και να χρησιμοποιηθούν από εσάς στο μέλλον. Χρησιμοποιώντας ένα familiar, το ανεβάζετε level, του δίνετε αντικείμενα, το ταΐζετε buffs για να ανεβάσετε την αξιοπιστία του και, εν τέλει, μπορείτε να το εξελίξετε σε άλλες δυνατότερες μορφές με ακόμα περισσότερες δυνάμεις. Όλο το σύστημα των familiars είναι πάρα πολύ εθιστικό και θα μπορέσετε να χαθείτε για ώρες μέσα του, δοκιμάζοντας διαφορετικές ομάδες, εξελίσσοντάς τα ή απλά να βυθιστείτε στο “Gotta catch ’em all!” αίσθημα που είναι διάχυτο στο παιχνίδι.
Αν υπάρχει ένα θέμα με τα familiars, είναι πως σε αντίθεση με τα Pokemon που έπρεπε να τα νικήσετε και να χρησιμοποιήσετε το κατάλληλο αντικείμενο, εδώ η επιλογή να το κερδίσετε είναι εντελώς τυχαία, και μάλιστα με πολύ χαμηλά ποσοστά επιτυχίας. Έτσι, μπορεί να νικήσετε έναν αντίπαλο 50 φορές και πάλι να μην σας έχει δοθεί η επιλογή να τον πάρετε με το μέρος σας. Το αρνητικό αυτό δεν θα το προσέξει ένας που παίζει το παιχνίδι πιο χαλαρά -ακόμα και έτσι θα κερδίσετε τουλάχιστον 40-50 διαφορετικά familiars. Αλλά για κάποιον που είναι τελειομανής ή κάποιον που θέλει να τελειώσει τα side quests, το θέμα αυτό μπορεί να γίνει κουραστικό.
Πώς, όμως, δουλεύει ακριβώς το σύστημα μάχης; Σε κάθε encounter, ξεκινάτε σταματημένοι για να επιλέξετε με ποιον χαρακτήρα/ familiar θα ξεκινήσετε. Μόλις επιλέξετε, ο χρόνος κυλάει κανονικά και σταματάει μόνο αν κάνετε browsing για να αλλάξετε χαρακτήρα ή για να επιλέξετε κάποιο από τα abilities ενός ήρωα, ένα item ή τα tactics. Οι υπόλοιπες επιλογές γίνονται σε κανονικό χρόνο και έτσι το παιχνίδι κυλάει με πολύ γρήγορους ρυθμούς, επιτρέποντας ορισμένες καίριες παύσεις για να βρείτε με καλύτερη άνεση αυτό που αναζητάτε.
Προφανώς τα κλασσικά status alignments έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα, οπότε πρέπει να έχετε πάντα μαζί σας τα κατάλληλα familiars στους κατάλληλους χαρακτήρες. Γενικά, το σύστημα μάχης είναι ένα υπέροχο μείγμα παραδοσιακών μηχανισμών με φρέσκιες ιδέες και το μεγάλο του βάθος το καθιστά και αυτό πολύ εθιστικό. Όμως, δεν είναι όλα τα πράγματα ρόδινα εδώ, και θα πρέπει να περάσουμε στα πιο μεγάλα προβλήματα του τίτλου. Το πρώτο έχει να κάνει με το γεγονός ότι η φιλική A.I. είναι απλά και ξάστερα κακή. Θα είναι πολλές οι φορές που θα δείτε ένα familiar να πηγαίνει προς επίθεση και να κολλάει ανάμεσα σε άλλα, χάνοντας πολύτιμο χρόνο και να δέχεται damage.
Επίσης, οι τακτικές για το πώς συμπεριφέρεται η ομάδα σας είναι εξωφρενικά περιορισμένες (και για περίεργο λόγο, προσβάσιμες μόνο εν μέσω μάχης) για το περίπλοκο gameplay του, αλλά και δεν δουλεύουν και πολύ καλά. Έτσι, μπορεί να δώσετε εντολή “Give it your all” για να κάνουν φουλ επίθεση οι συμπαίκτες σας αλλά αυτοί να κάνουν μικρό damage και να χρησιμοποιούν ελάχιστα από τα abilities τους, με αποτέλεσμα να ξεχνάτε τα tactics και να αναγκάζεστε να αλλάζετε εσείς συνεχώς τον ποιον ελέγχετε.
Το δεύτερο έχει να κάνει με την υψηλότατη δυσκολία του τίτλου και το εξαναγκαστικό grinding που τη συνοδεύει. Καταρχάς, να πούμε πως το παιχνίδι έχει δύο επίπεδα δυσκολίας, το Easy, που πρακτικά είναι σαν Hard για τα περισσότερα παιχνίδια, και το Normal, που αγγίζει επίπεδα σαδισμού από ένα σημείο και μετά. Και για τις δύο επιλογές το grinding είναι μονόδρομος αν θέλετε να επιζήσετε στο επόμενο boss battle και αν νομίζετε πως επειδή το νικήσατε με άνεση, θα είστε εντάξει για την επόμενη περιοχή, είστε γελασμένοι. Τα mobs που θα βρείτε στην επόμενη περιοχή είναι συχνά πολύ δυνατά και θα πρέπει να ξοδέψετε αρκετό χρόνο πολεμώντας δεξιά αριστερά για να μπορέσετε να προχωρήσετε. Ναι, το grinding είναι στοιχείο που συνοδεύει πολλά από τα JRPGs, αλλά αν το 1/3 του χρόνου σας στο παιχνίδι αναλωθεί μόνο σε αυτό, η κούραση και ο εκνευρισμός καιροφυλακτούν.
Τέλος, εντοπίσαμε ένα εκνευριστικό θέμα όσον αφορά την οικονομία του παιχνιδιού. Αν πραγματοποιείτε side quests, θα έχετε χρήματα για να αγοράσετε αρκετό εξοπλισμό. Με μία όμως παρασπονδία, πως τα items που σας γεμίζουν Mana points είναι πάρα πολύ ακριβά με πάρα πολύ μικρό όφελος. Βλέπετε, στο παιχνίδι μπορείτε να σώσετε μόνο στον εξωτερικό χάρτη ή σε ειδικά save points στην αρχή και τέλος του κάθε dungeon. Μόνο σε αυτά τα points γεμίζουν τα hit και mana points. Με τα spells και abilities να απαιτούν αρκετά points, το χαρακτήρα να μη γεμίζει αυτόματα μετά από κάθε μάχη και τα support να είναι πανάκριβα και αδύναμα, αναγκάζεστε να χρησιμοποιείτε τη μαγεία με τρομερή φειδώ!
Όταν μέσα σε λίγα encounters μπορείτε να μηδενίσετε εντελώς το mana σας, αλλά το να το γεμίσετε είναι τόσο δύσκολο, το παιχνίδι βάζει τρικλοποδιά στον ίδιο του το βασικό μηχανισμό και διώχνει τον παίκτη μακριά από τα πιο ωραία στοιχεία γιατί κάνει οικονομία. Μόνο στο late game, που πλέον έχετε αποκτήσει αρκετά χρήματα και mana points, μπορείτε επιτέλους να χαρείτε το μηχανισμό με μεγαλύτερη άνεση αλλά και πάλι, θέλει προσοχή γιατί δίχως spells οι πιθανότητές σας να πεθάνετε είναι τεράστιες. Ευτυχώς, μια μικρή βοήθεια υπάρχει από την αρχή, υπό τη μορφή σφαιρών που “πέφτουν” από τους εχθρούς κατά τη διάρκεια της μάχης (πράσινες για HP, γαλαζίες για MP), που βελτιώνουν την κατάσταση.
Ας αφήσουμε όμως τους κεντρικούς μηχανισμούς της μάχης και ας περάσουμε στα παράπλευρα gameplay στοιχεία, ξεκινώντας με την εξερεύνηση. Ο κόσμος του παιχνιδιού είναι ακριβώς το κατάλληλο μέγεθος για ένα JRPG και όσο προχωράτε θα ξεκλειδώνετε δυνατότητες που θα σας επιτρέπουν να επισκεφτείτε νέες περιοχές ή να προχωρήσετε παραπέρα σε παλαιότερες. Αρχικά, θα βασιστείτε στα ποδαράκια σας για τη μετακίνηση, ενώ αργότερα θα αποκτήσετε ένα πλοίο και, εν τέλει ένα ιπτάμενο μέσο, με το καθένα να προσφέρει πρόσβαση σε άλλες περιοχές.
Πέρα από τα μέρη που θα πάτε για τα κεντρικά quests αλλά και τα side quests, υπάρχουν πολλά κρυφά χωριά, σπηλιές, αντικείμενα και θησαυροί να ανακαλυφθούν από τους τελειομανείς παίκτες και έτσι το post-game μπορεί άνετα να σας προσφέρει δεκάδες επιπλέον ώρες. Όταν από την άλλη μπείτε σε κάποιο dungeon, τα πράγματα είναι αρκετά πιο γραμμικά, αλλά και πάλι υπάρχουν διάφορα μυστικά και παράπλευρα μονοπάτια στο καθένα από αυτά και έτσι προσφέρεται και πάλι λίγη εξερεύνηση.
Αρκετά από αυτά δεν μπορείτε να τα πλησιάσετε την πρώτη φορά, οπότε, όταν δυναμώσει ο χαρακτήρας σας, μπορεί να θελήσετε να επιστρέψετε για να πάρετε κάποιο σπάνιο αντικείμενο. Όσον αφορά το questing τώρα, η πλειοψηφία του παιχνιδιού βασίζεται σε απλούς μηχανισμούς του τύπου “μίλα με κάποιον, σκότωσε κάτι, βρες κάτι, δώσε κάτι”. Υπάρχουν ορισμένα σημεία στο παιχνίδι όπου διακρίνεις πραγματική ευφυΐα ή χρειάζεται υψηλό skill για να πετύχεις το στόχο σου, αλλά είναι κρίμα που τα περισσότερα μένουν σε πιο παιδικό επίπεδο.
Τα errands (side quests) είναι και αυτά έρμαια της ίδιας λογικής, με λίγα να ξεχωρίζουν αλλά πολλά να είναι επαναλαμβανόμενα. Το πιο σύνηθες είναι αυτό που αφορά τα spirit hearts, ένα βασικό μηχανισμό του παιχνιδιού. O Oliver μπορεί να ανιχνεύσει αν κάποιος έχει χάσει ένα τμήμα της καρδιάς του (π.χ. Εμπιστοσύνη), να ψάξει να βρει κάποιον με πολύ δυνατό αυτό το αίσθημα, να δανειστεί λίγο από αυτόν και να το δώσει στον άλλο για να τον σώσει. Ενώ ως ιδέα είναι πολύ ωραία και αποτελεί και κεντρικό κομμάτι της ιστορίας για αρκετό τμήμα του παιχνιδιού, η εκτέλεσή της είναι κάπως υπεραπλουστευμένη.
Παραπάνω ενδιαφέρον έχουν τα bounties, όπου μπορείτε να κυνηγήσετε διάφορα πολύ δυνατά τέρατα σπαρμένα σε όλο τον χάρτη του παιχνιδιού. Παρόλα αυτά, θα θελήσετε να ασχοληθείτε με όσο το δυνατόν περισσότερα errands και bounties για τρεις σημαντικούς λόγους. Καταρχάς, είναι ένας καλός τρόπος να περνάτε τον χρόνο σας καθώς κάνετε leveling. Δεύτερον, γιατί σας δίνουν πάρα πολλά χρήματα αλλά και πολύ ωραία αντικείμενα. Τρίτο και κυριότερο, γιατί κερδίζετε διάφορα stamps, τα οποία κολλάτε σε merit cards.
Αν γεμίσετε αρκετές merit cards, τότε μπορείτε να ξεκλειδώσετε διάφορα questing abilities, όπως ταχύτερο περπάτημα στο χάρτη, περισσότερα drops/ experience κ.λπ., στοιχεία που θα σας φανούν από λίγο έως πάρα πολύ χρήσιμα για την εξέλιξη του παιχνιδιού. Ειδικά το τελευταίο unlock είναι πραγματικά απαραίτητο. Ένα ακόμα «πλαϊνό» στοιχείο του gameplay είναι το alchemy crafting, το οποίο θα αποκτήσετε κάπου στις 15 ώρες παιχνιδιού.
Μέσω μίας μαγικής χύτρας θα μπορείτε πλέον να αναμιγνύετε αντικείμενα και να φτιάχνετε διάφορα καλούδια, από potions και support items μέχρι παντοδύναμα όπλα και πανοπλίες. Η λίστα των αντικειμένων είναι εκτενέστατη και το βιβλίο συνταγών θα κερδίζει στοιχεία σιγά σιγά μέσα από main και side quests. Παρόλα αυτά, υπάρχει και η επιλογή mix & match, όπου αν γνωρίζετε κάποια συνταγή (επειδή τη διαβάσατε στο magic companion) μπορείτε να τη δοκιμάσετε από μόνοι σας εκεί.
Και μιας και το αναφέραμε, ας πούμε και για το βιβλίο του Oliver, το magic companion, το οποίο είναι ένα από τα πιο ωραία στοιχεία του παιχνιδιού. Το βιβλίο αυτό περιέχει πληροφορίες για τις περιοχές, πιο αναλυτικούς χάρτες, στοιχεία για τα familiars, alchemy recipies, ιστορικά στοιχεία και θρύλους και δεκάδες άλλα καλούδια.
Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα καλογραμμένο και ενδιαφέρον στοιχείο του παιχνιδιού, το οποίο θα χρειαστεί υποχρεωτικά να το δείτε για κάποια main & side quests, αλλά δίνει μεγάλη πνοή προς όσους αναζητούν το κάτι παραπάνω. Το μοναδικό μας πρόβλημα με το βιβλίο είναι πως στην ουσία πρόκειται για pdf σκαναρίσματα μέσα στο παιχνίδι, γεγονός που το κάνει ιδιαίτερα δύσχρηστο στην ανάγνωση και μελέτη του. Αν είστε ένας από τους τυχερούς που επένδυσαν στη Wizard’s Edition του παιχνιδιού, τότε δεν θα μετανιώσετε καθόλου για την επένδυσή σας, καθώς και είναι πολύ πιο εύκολη η ανάγνωση αλλά και γιατί έχει γραμμένο εξ αρχής όλο το υλικό ενώ η έκδοση του παιχνιδιού ξεκλειδώνει σιγά σιγά.
Πρωταγωνιστήστε στην ταινία της Ghibli – Τεχνικός τομέας
Όποιο παράπονο και αν έχει κάποιος από το Ni No Kuni, κοιτώντας τον οπτικό τομέα δεν μπορεί παρά να πέσει ευλαβικά στο έδαφος και να υποκλιθεί στην εκπληκτική δουλειά της Level-5. Γλυκά, πεντακάθαρα γραφικά, εξαιρετικός cel shaded σχεδιασμός, πανέμορφοι και φωτεινοί χρωματισμοί συνθέτουν μια οπτική πανδαισία που εφάμιλλη της δεν έχετε ξαναδεί σε αντίστοιχο παιχνίδι. Η ποιότητα των γραφικών είναι τόσο υψηλή, που θα υπάρξουν πάρα πολλές στιγμές που θα ξεχάσετε ότι παίζετε ένα παιχνίδι και θα νομίζετε πως παρακολουθείτε κάποιο anime!
Το δε animation είναι και αυτό σε υψηλότατα επίπεδα, με τις πόλεις να δείχνουν ολοζώντανες, τους χαρακτήρες να συμπεριφέρονται ανάλογα με την περιοχή που βρίσκονται και τα familiars να έχει το καθένα τη δική του ξεχωριστή συμπεριφορά. Η ποιότητά τους, όμως, δεν θα ήταν αρκετή για να εξηγήσει το σοκ που δέχεται ο παίχτης αν το Studio Ghibli δεν ήταν υπεύθυνο για το art direction του τίτλου.
Έχοντας υφάνει ορισμένες εκπληκτικά όμορφες περιοχές, δεν σταμάτησε εκεί, αλλά δημιούργησε εκατοντάδες χαρακτήρες και familiars, οι οποίοι δείχνουν να έχουν ξεπηδήσει από ταινία της εταιρίας, τόσο σχεδιαστικά όσο και ευρηματικά. Και με την Ghibli αναμειγμένη, ήταν επόμενο πως θα βλέπαμε και animated movie sequences από την εταιρία, sequences που αν και περιορίζονται στο πρώτο μισό του παιχνιδιού, μεταφέρουν απόλυτα τη μαγεία και το ταλέντο της εταιρίας. Περνώντας στον ηχητικό τομέα, το επίπεδο και εδώ παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Καταρχάς, η ονειρική μουσική του παιχνιδιού έχει συνθεθεί από τον τρανό Joe Hisaishi, βασικό στέλεχος της Ghibli και μουσικοσυνθέτη της στις περισσότερες από τις ταινίες της, ενώ η συμφωνική ορχήστρα του Τόκυο είναι υπεύθυνη για την αριστουργηματική εκτέλεσή της. Οι διάφοροι περιβαλλοντικοί ήχοι από την άλλη, αν και πολύ καθαροί και αληθινοί, είναι κάπως πιο περιορισμένοι σε ποσότητα και έτσι θα υπάρξουν στιγμές που θα στεκόσαστε δίπλα σε ένα ποτάμι και δεν θα το ακούτε.
Το voice acting από την άλλη, είναι μια ακουστική πανδαισία, στοιχείο για την οποίο ευθύνεται και πάλι η Ghibli, μιας και χρησιμοποίησε δικούς της ανθρώπους και studio με τα οποία συνεργάζεται για τις ιαπωνικές αλλά και αγγλικές εκδόσεις των ταινιών της. Έτσι, το τελικό αποτέλεσμα είναι πάρα πολύ καλό και με το δισκάκι να περιέχει το αγγλικό αλλά και το ιαπωνικό voice acting, αναμένεται να να ικανοποιήσει όλα τα γούστα.
Είναι πολύ όμορφο δε, πως ακούγοντας την ιαπωνική εκδοχή θα μπείτε πλήρως μέσα στην ιαπωνική κουλτούρα των anime, ενώ αν ακούσετε την αγγλική, το παιχνίδι έχει προσαρμοστεί υπέροχα για να ταιριάζει στα πρότυπα ενός πιο δυτικού παραμυθιού. Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε να προσπεράσουμε το γεγονός το voice acting είναι λίγο για ένα τόσο μεγάλο παιχνίδι του σήμερα, μιας και το 80% του παιχνιδιού κυλάει διαβάζοντας αυτά που λένε οι χαρακτήρες δίχως να τους ακούτε.
Πότε πετάμε για το Ni No Kuni; – Επίλογος
Το Ni No Kuni μάλλον δεν είναι η νέα αποκάλυψη για το είδος των JRPGs, μιας και ορισμένα ατοπήματα στο gameplay θα σας κουράσουν αρκετά και εξ αιτίας τους το παιχνίδι κυλάει πιο αργά απ’ όσο θα έπρεπε. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως δεν αξίζει την προσοχή όλων σας, καθώς αν και δεν αγγίζει την τελειότητα, βάζει τα δυνατά του και προσφέρει μια πραγματικά υπέροχη εμπειρία. Πρόκειται για μια παραγωγή υψηλότατων προδιαγραφών, με μεγάλο βάθος στους περισσότερους μηχανισμούς του, τεχνικό τομέα βγαλμένο από αγγελικά όνειρα, υπέροχο voice acting, γλυκιά ιστορία και ατμόσφαιρα, ενώ σέβεται και τους hardcore οπαδούς, κρύβοντας δεκάδες ώρες extra υλικό για να τους κρατήσει εθισμένους για πάρα πολύ καιρό.
Μαζί με το Valkyria Chronicles και το Eternal Sonata, αποτελούν την “Αγία Τριάδα” των JRPGs για την κονσόλα της Sony, και αν είστε οπαδός του είδους ή θέλετε να δείτε ένα πραγματικά μαγικό παιχνίδι, η επένδυσή σας μπορεί να γίνει άφοβα.
Αλέξανδρος Μιχαλιτσιάνος