Μια φορά κι έναν καιρό, σε έναν γαλαξία πολύ πολύ μακριά…
Περίεργα παιχνίδια που μας παίζει ο Χρόνος. Δε μπορείς να του βάλεις ένα πρόσημο. Δε μπορείς να αξιολογήσεις θετικά ή αρνητικά την πάροδό του. Όλα είναι σχετικά. Το κρασί, όσο περνάει ο καιρός γίνεται καλύτερο, αρκεί να έχει διατηρηθεί σωστά. Αν πάλι όχι, γίνεται ξύδι. Υπάρχουν μνημεία που συντηρήθηκαν σωστά και αποτελούν ακόμα και σήμερα, χιλιάδες χρόνια μετά την κατασκευή τους, πόλους έλξης του παγκόσμιου ενδιαφερόντος. Και άλλα, ίσης αξίας, που τα έφαγε το χορτάρι και η ασπάλαθοι (που έλεγε και ο Σεφέρης), και ξεχάστηκαν από τον κόσμο και έγιναν ένα με τη φύση. Υπάρχουν τραγούδια που χρόνια μετά, τα ακούμε και μας διαπερνούν ρίγη, και άλλα που μας προκαλούν το γέλιο και αναρωτιόμαστε, «μα εγώ τα άκουγα αυτά τα πράγματα;».
Στη gaming βιομηχανία ο χρόνος κυλάει λίγο πιο γρήγορα, αλλά είναι το ίδιο ή και περισσότερο αδυσώπητος και αλύπητος. Η Λήθη δεν αργεί να έρθει, και ένα αριστούργημα μπορεί μέσα σε μήνες μόλις από την κυκλοφορία του, να γίνει μία «κλασική δημιουργία» από αυτές που, ως συνήθως, κανείς δεν έχει παίξει.
Το να διαφωνήσουμε ή να συμφωνήσουμε για το αν το Beyond Good and Evil του Γάλλου Michel Ancel (δημιουργού του Rayman) ανήκει σε αυτή την κατηγορία των παιχνιδιών, είναι άσκοπο, διότι, με το σπαθί του, έχει κατακτήσει σχεδόν το θρόνο μαζί με άλλα αριστουργήματα -όπως φερειπείν το εκπληκτικό ICO. Σκοπός μας δεν είναι η μεμψιμοιρία για το πώς ήρθαν έτσι τα πράγματα για το παιχνίδι αυτό και τον προικισμένο δημιουργό του που αναλώνεται τα τελευταία χρόνια βγάζοντας συλλογές mini games με τα τρελολαγουδάκια, αλλά να ζητωκραυγάσουμε, που μέσα σε όλα τα αρνητικά, η εποχή των δικτυωμένων κονσολών και της online διανομής, μας ξαναδίνει την ευκαιρία να απολαύσουμε αυτό το διαμάντι, γυαλισμένο και απαστράπτον.
Loyal Hillyans… Viva La Resistance!
Για τους πολλούς, που δεν έχουν κάποια επαφή με το σύμπαν του Beyond Good and Evil, θα ξεκινήσουμε λέγοντας ότι πρόκειται σχεδόν για κάτι μοναδικό -παρά τις κραυγαλέες σε σημεία αναφορές στη λογική και το σχεδιασμό των παιχνιδιών της σειράς Zelda. Ο κόσμος του BG&E είναι αυτοφυής και αυτόφωτος, και μας παρέχει ακριβώς όσα χρειάζονται για να μπορέσουμε να χαθούμε στη μαγεία του, χωρίς πολλές ερωτήσεις – απαντήσεις και λεπτομέρειες.
Ο πλανήτης Hillys, είναι ένας μικρός πλανήτης του συστήματος Sector 4, στοn οποίο έχουν καταφύγει πολλοί κάτοικοι του συστήματος προκειμένου να αποφύγουν τις συνέπειες από τις επαναλαμβανόμενες επιθέσεις των, άγνωστης προέλευσης εξωγήινων, DomZ. Παρόλα αυτά, γίνεται και αυτός στόχος των επιθέσεων, με αποτέλεσμα να αναλάβει επισήμως την υπεράσπισή του η ομάδα των A Sections, μίας μιλιταριστικής και ολοκληρωτικής οργάνωσης με μυστηριώδεις σκοπούς και ομιχλώδεις προθέσεις.
Η ηρωίδα του παιχνιδιού, Jade, ασκεί το επάγγελμα του φωτορεπόρτερ και ζει σε ένα νησάκι με ένα φάρο λίγο έξω από την πόλη του Hillys, μαζί με το θείο της Pey’j (ένα συμπαθέστατο γουρουνάκι) και πολλά παιδιά που έχουν μείνει ορφανά, καθώς οι γονείς τους ή έχουν χαθεί κατά τις επιθέσεις των DomZ ή έχουν απαχθεί υπό άγνωστες συνθήκες.
Μετά από μια ακόμη επίθεση των Domz, η Jade αναλαμβάνει μία μυστηριώδη αποστολή από έναν άγνωστο κύριο, και καταλήγει να εμφιλοχωρήσει στην επαναστατική οργάνωση του IRIS Network, που ερευνά τις εξαφανίσεις των πολιτών του Hillys και αγωνίζεται να αναδείξει τον καταχθόνιο ρόλο των Alpha Sections. Η περιπέτεια της Jade μόλις ξεκινά, με πολλές αποκαλύψεις και ανατροπές που αν μη τι άλλο, κρατούν τον παίκτη σε εγρήγορση και προσάπτουν στην ιστορία εξαιρετικό ενδιαφέρον. Το σενάριο του παιχνιδιού υποστηρίζεται παράλληλα από την καταπληκτική δουλειά σε voice overs και ερμηνείες ηθοποιών, οι οποίες ακούγονται φρέσκες και σπιρτόζικες ακόμα και επτά χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του τίτλου.
Ακούστε μόνο τον τσαχπίνη Pey’j, το ανδρείκελο – ρεπόρτερ των Alpha Sectors και τον ξεκαρδιστικό Segundo, τον… ψηφιακό βοηθό της Jade, και θα αντιληφθείτε πόσο σπουδαία δουλειά είχε γίνει σε αυτόν τον τομέα και πόση προσοχή είχε δοθεί στα επιμέρους συστατικά στοιχεία του τίτλου.
Εκείνον τον καιρό στο Montreal, βγάζαν το Splinter Cell… Πέφτει κοντά το Montpellier;
Το gameplay του BG&E έχει λίγο απ’ όλα, και αυτό είναι ακόμα ένα στοιχείο που συνδράμει στη μοναδικότητά του. Ο τίτλος περιέχει εξερεύνηση (στις περιορισμένες περιοχές που μας παρέχει ο πλανήτης είναι η αλήθεια), μάχη σώμα με σώμα, επίλυση γρίφων οι οποίοι αν και απλοί είναι ευχάριστοι και έξυπνα τοποθετημένοι, αγώνες με hovercraft, αερομαχίες, mini games και, βέβαια, πολλές stealth αποστολές και λίγο platforming. To αποτέλεσμα είναι ο παίκτης σχεδόν ποτέ να μην αισθάνεται ότι κάνει κάτι επαναλαμβανόμενα. Ακόμα και αν κάτι το έχουμε ξαναδεί, δίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να έχει τον αέρα του φρέσκου και του μοναδικού. Για κάθε μαργαριτάρι που ανακαλύπτουμε, για κάθε φωτογραφία της πανίδας του Hillys που συλλέγουμε, η ικανοποίηση είναι σχεδόν πρωτόλεια.
Το παιχνίδι δεν ρίχνει στο τραπέζι μεγάλες ποσότητες και τεράστιο όγκο από gameplay. Ποντάρει περισσότερο σε μία ομαλή και αλυσιδωτή εμπειρία, όπου το ένα φέρνει το άλλο, η ολοκλήρωση μίας περιοχής μας δίνει το κλειδί για μία άλλη που είχαμε προηγουμένως προσπεράσει χωρίς να μπορούμε να την ανοίξουμε, η κάθε αναβάθμιση στο hovercraft ανοίγει και νέες δυνατότητες για πρόσβαση σε άλλα τμήματα του πλανήτη κ.ο.κ. Και παρότι ο τίτλος είναι γενικά μικρός, καταφέρνει να προσφέρει ένα αίσθημα πληρότητας που άλλα παιχνίδια πετυχαίνουν με τις διπλάσιες και τριπλάσιες ώρες ή και δεν πετυχαίνουν ποτέ.
{PAGE_BREAK}
Ροκάδες Ταύροι και Rastaman Ρινόκεροι
Το gameplay του τίτλου είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τις καλλιτεχνικές επιλογές του, γνωστού για το ιδιόμορφο ταλέντο του, Ancel . Εν ολίγοις, το Beyond Good and Evil καταφέρνει ακόμα και σε διαδικαστικά τμήματα του, όπως η αναβάθμιση του Hovercraft στη μαύρη αγορά των Mammago, ή την περιήγηση στο Inventory και κατά την απόκτηση νέων αντικειμένων, να χαράσσει ένα χαμόγελο στο πρόσωπό μας. Και πώς να μη χαμογελάσει κανείς με τους Rasta Man Ρινόκερους, που πουλάν στη μαύρη αγορά εξαρτήματα υπό τους ήχους της Reggae, ή με τις περιγραφές του Segundo σε άπταιστα χάλια Ισπανο-αγγλικά; Ή με τον αμίλητο ταύρο-barman και τον εκρηκτικό μυστικό πράκτορα Double-H που είναι ελαφρώς… διαταραγμένος από τα πειράματα των DomΖ και μπερδεύει τις ατάκες του; Ο κόσμος του παιχνιδιού είναι επίσης μοναδικός (αν και σχετικά μικρός) με περιοχές που ποικίλουν μεταξύ υγρών σπηλαίων με πλούσια και μυστήρια χλωρίδα και πανίδα, μέχρι άγριες βιομηχανικές εγκαταστάσεις και υπόγειες κατασκευές γεμάτες γρίφους και μυστικά περάσματα.
Μέσα σε αυτόν τον μοναδικό σχεδιαστικά κόσμο, πέραν όλων των άλλων, καλούμαστε να ανακαλύψουμε και την πανίδα του, στοιχείο που προσφέρει στον τίτλο και αισθητικά και από άποψη περιεχομένου, αφού προκειμένου να ανακαλύψουμε πολλά από τα πλάσματα του Hillys θα πρέπει να λύσουμε συγκεκριμένους γρίφους.
Το BG&E δεν αποτέλεσε τεχνολογικό επίτευγμα το 2003, και βέβαια δεν αποτελεί ούτε και σήμερα κάτι τέτοιο. Άλλωστε, η καρτουνίστικη και εξεζητημένη σχεδιαστική του προσέγγιση, δεν ήταν και ιδιαίτερα απαιτητική στον τομέα αυτό. Παρόλα αυτά, ήταν και τότε, είναι και σήμερα ένας πολύ όμορφος τίτλος που μετά και το ρετουσάρισμα που δέχθηκε για την κυκλοφορία του στο Xbox 360, έγινε ακόμα πιο ευχάριστος στο μάτι. Η μετάβαση στην εποχή των υψηλών αναλύσεων στις κονσόλες έγινε με υπέροχο τρόπο, αφού τα πάντα ξεχωρίζουν πεντακάθαρα, τα χρώματα είναι ολοζώντανα, το παιχνίδι τρέχει με υψηλό και σταθερότατο frame rate, και τα διάφορα εφέ που έχουν προστεθεί (λάμψεις, εκρήξεις, εφέ νερού) κάνουν ακόμα πιο όμορφο το αποτέλεσμα.
Επισημαίνουμε ότι η τελική εικόνα του τίτλου είναι κατά πολύ ανώτερη και από την PC έκδοσή του εκείνο τον καιρό, που ναι μέν έτρεχε σε υψηλότερες αναλύσεις, αλλά μοιραζόταν τα ίδια textures και εφέ τουλάχιστον με την έκδοση του Xbox.
To κεφάλι μου…
Βέβαια, το βασικό πρόβλημα του παιχνιδιού παραμένει ακόμα και σήμερα, αν και υπήρχε μια αμυδρή ελπίδα ότι θα αντιμετωπιστεί. Αυτό όμως δεν έγινε και η ανεπίδεκτη μαθήσεως και απαράδεκτη σε σημεία κάμερα του παιχνιδιού είναι κι εδώ παρούσα. Ο μεγάλος πονοκέφαλος αφορά τις στενότερες περιοχές και τα τμήματα του παιχνιδιού που αποφασίζει από μόνη της ότι θα γίνει fixed. Απώλεια οπτικού πεδίου, απότομες αλλαγές γωνίας, χασίματα του στόχου, αδυναμία προεπισκόπησης εδάφους και άλλα παρόμοια συμπτώματα καθορίζουν το σύνδρομο «Τρελοκάμερα του BG&E». Αλλά ακόμα και κατά την ελεύθερη περιήγηση, είναι πολύ κοντά στη Jade και απαιτεί κάποιου είδους εξοικείωση. Θα ήταν καλό να αντιμετωπιστεί τροποντινά το πρόβλημα, αλλά κάτι τέτοιο δεν έγινε. Κρίμα.
Πάρτε το… Τώρα!
Ο Thomas Mann έλεγε ότι “κλασικό, είναι αυτό που όλοι θαυμάζουν και κανείς δεν έχει διαβάσει – ακούσει και (στην περίπτωσή μας και μετά από αυθαίρετη προσθήκη του γράφοντος) παίξει”. Στην τιμή στην οποία προσφέρεται το BG&E (800 MS points -περίπου 8 ευρώ) πρέπει να συνεχίσει να είναι κλασικό, αλλά να απολέσει το δεύτερο χαρακτηριστικό του παραπάνω ορισμού. Όλοι θα πρέπει να το παίξουν.
Σάββας Καζαντζίδης