Μια χαμένη ευκαιρία για τον Captain…
Πολλά έχουν ακουστεί και ακόμα περισσότερα έχουν γραφεί σχετικά με τις μεταφορές γνωστών ταινιών στον κόσμο των videogames, όμως στην περίπτωση του Captain America: Super Soldier επιβάλλεται να γίνει μια εξαίρεση. Ο νέος τίτλος της SEGA επιθυμεί να κερδίσει κάτι από την προβολή "The First Avenger", αλλά από τα πρώτα κιόλας λεπτά δεν κρύβει την πρόθεσή του να ακολουθήσει ένα διαφορετικό μονοπάτι. Πέρα από ορισμένες αναγκαίες ομοιότητες, η Next Level Games θέλησε να προσφέρει κάτι που να είναι απελευθερωμένο από το σενάριο της ταινίας, ένα εγχείρημα που αφενός είναι καλοδεχούμενο, αφετέρου όμωςκρύβει και ορισμένα ρίσκα
Η έλευση του Captain America: Super Soldier στα χέρια μας, προφανώς και δεν προκάλεσε κύματα ενθουσιασμού ή ανυπομονησίας, ειδικότερα αν αναλογιστούμε πως πρόκειται για έναν movie tie-in τίτλο. Αυτό που περιμέναμε ήταν μια πρόταση που θα γέμιζε ευχάριστα ένα απόγευμά μας, εμπλουτισμένη με αρκετή δράση και ίσως συμπαθητικά γραφικά.
Η τελική ετυμηγορία είναι πως ο τίτλος αφήνει πολλές υποσχέσεις για το που θα μπορούσε να φτάσει, αν υπήρχε περισσότερος χρόνος ανάπτυξης. Οπότε κάτω από αυτό το πρίσμα, η προσπάθεια της SEGA μπορεί να χαρακτηριστεί και ως μια χαμένη ευκαιρία. Σημαντικό εμπόδιο στη διασκέδαση θα σταθεί η μικρή διάρκεια, η οποία πραγματικά θα απογοητεύσει τους παίκτες και θα τους αναγκάσει –δυστυχώς μάταια- να αναζητούν λόγους ώστε να ασχοληθούν και πάλι με μια από τις χαρακτηριστικές φιγούρες της Marvel.
Μια επιστροφή στο 1944
Το Captain America: Super Soldier καταπιάνεται με τις περιπέτειες του Steve Rogers, από το σημείο που έχει αποκτήσει τις δυνάμεις του γνωστού υπέρ-ήρωα και μετέπειτα. Είναι ίσως από τις ελάχιστες φορές που οι παίκτες θα γκρινιάξουν επειδή ένας developer δεν ακολούθησε τα γεγονότα της ταινίας, γιατί η εξέλιξη ενός καχεκτικού και αδύναμου ανθρώπου, σε μια φιγούρα ορόσημο για την Αμερική και όχι μόνο, αποτελεί ίσως το πιο δυνατό σημείο της κινηματογραφικής απόπειρας της Marvel.
Αντί αυτού, οι χρήστες θα βρεθούν από την πρώτη στιγμή, σχεδόν άγαρμπα, στο πεδίο της μάχης, μη γνωρίζοντας την προέλευση του εχθρού και τελικά να μένουν με την απορία γιατί συμβαίνουν όλα αυτά που περνούν μπροστά από τις οθόνες τους. Στην πορεία ενημερώνονται πως υπάρχει μια εχθρική δύναμη με το όνομα Hydra Army, η οποία επιδιώκει να επεκταθεί σε παγκόσμιο επίπεδο με οποιοδήποτε τρόπο, θεμιτό ή μη. Πίσω από όλα βρίσκεται ο γνωστός Red Skull, ο οποίος με τη σειρά του έχει αναθέσει το δύσκολο έργο της δημιουργίας του απόλυτου στρατιώτη-τιμωρού στον επιστήμονα Armin Zola.
Οι φίλοι του Captain America θα γνωρίζουν πως κάτω από τον μανδύα της Hydra, ο Joe Simon -πνευματικός πατέρας του Captain America- θέλησε να κρύψει τις ναζιστικές δυνάμεις, θέτοντας απέναντί τους έναν ατρόμητο στρατιώτη που εκπροσωπούσε μια ολόκληρη χώρα. Και όλα αυτά σε μια περίοδο που η ανθρωπότητα είχε μοιραστεί σε δύο στρατόπεδα, με την Αμερική να είναι σχεδόν έτοιμη να λάβει μέρος στον καταστροφικό Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όπως αναφέρθηκε και πιο πριν, το σενάριο αποτυγχάνει να διακριθεί ή να δημιουργήσει κάποιο αίσθημα αγωνίας, αν και τελικά αυτή η παράλειψη γρήγορα περνάει στο περιθώριο. Και όσοι αναρωτιούνται ποιος ο λόγος που ένα τόσο σοβαρό σφάλμα αδυνατεί να δημιουργήσει κακές εντυπώσεις, η απάντηση βρίσκεται στην ίδια τη μορφή του Captain America. Η Next Level Games έχει καταφέρει να μεταφέρει σχεδόν αριστοτεχνικά τα όσα είχαν δημιουργήσει οι μαγικές πένες των Joe Simon και Jack Kirby πίσω στο 1941. Έναν αθλητικό χαρακτήρα με ήθος, ο οποίος δείχνει να έχει διαγράψει την λέξη "φόβο" και ακολουθώντας πάντοτε τον δρόμο της δικαιοσύνης, να επαναφέρει την τάξη με κάθε κόστος.
Όταν η δράση κάνει τη διαφορά…
Το γενικότερο set-up έχει ρυθμιστεί με τέτοιο τρόπο ώστε οι παίκτες να ζήσουν έντονες στιγμές δράσης, εμπλουτισμένες με αρκετές ακροβατικές κινήσεις, που αν μη τι άλλο προσθέτουν μια κινηματογραφική χροιά στο όλο σκηνικό. Σύμμαχος σε όλα τα παραπάνω θα είναι το απλό στην εκμάθηση, αλλά πάντα σαφές, μοντέλο χειρισμού, που δείχνει να συμμερίζεται κάπως τη λογική του Batman, όπως τον γνωρίσαμε στο Arkham Asylum. Ο Captain America στερείται τη δυνατότητα άλματος, αλλά στον αντίποδα διαθέτει ένα πλούσιο ρεπερτόριο κινήσεων για μάχες σώμα με σώμα. Τα επιτυχημένα combos θα φορτίζουν την ανάλογη μπάρα και πιέζοντας τα κατάλληλα πλήκτρα, ο χαρακτήρας θα εξαπολύει μια έκρηξη οργής, που είναι αδύνατο να αποκρουστεί.
{PAGE_BREAK}
Η εικόνα γίνεται ακόμα πιο ελκυστική, αν σκεφτεί κανείς πως αυτές οι επιθέσεις πραγματοποιούνται σε αργή κίνηση, η κάμερα εκτελεί ορισμένα γενναιόδωρα zoom-in και έτσι το προσεγμένο animation αλλά και τα facial expressions, ζωντανεύουν τους χαρακτήρες ακόμα περισσότερο. Φυσικά δε θα πρέπει να ξεχνάει κανείς το σήμα κατατεθέν του Captain America, που δεν είναι άλλο από την ασπίδα του. Πέρα από την αποφυγή των εχθρικών πυρών, έχει επωμιστεί το ρόλο των ranged επιθέσεων, ενώ σταδιακά και με τις ανάλογες αναβαθμίσεις, θα είναι σε θέση να πλήττει ολοένα και περισσότερους αντιπάλους.
Το ευχάριστο είναι πως οι μάχες θα διεξάγονται σε πολύ όμορφα σχεδιασμένα τοπία, που κερδίζουν τις εντυπώσεις εξαιτίας της αισθητικής τους και όχι λόγω της τεχνολογίας τους. Η χρονική περίοδος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έχει αποτυπωθεί αρκετά επιτυχημένα και με έναν εναλλακτικό τρόπο, ενώ οι ανεπτυγμένες εχθρικές δυνάμεις δημιουργούν μια όμορφη αντίθεση. Γενικά τα γραφικά δεν απογοητεύουν, ωστόσο η αλληλεπίδραση με διάφορα αντικείμενα, βρίσκεται σε υπερβολικά χαμηλά επίπεδα.
…και το platforming "τσακίζει" τα νεύρα
Όταν ο Captain America δεν είναι απασχολημένος με τους εχθρούς του, θα επιδίδεται σε platform περιηγήσεις και εδώ το μοντέλο χειρισμού δείχνει έναν εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα. Οι μετακινήσεις μέσα σε διαδρόμους ή στενά σοκάκια είναι ένας πραγματικός πονοκέφαλος, ενώ για κάποιον μυστήριο λόγο, η κάμερα θα δείχνει μια άρνηση να υπακούσει στις εντολές του παίκτη. Μπορεί το πλήκτρο του άλματος να απουσιάζει, αλλά η υπερπήδηση ορισμένων κενών γίνεται κατόπιν υπόδειξης, μέσω ενός φωτεινού στοιχείου και μόνο τότε ο Captain America θα μπορέσει να εκτελέσει την απαιτούμενη κίνηση.
Και δυστυχώς τα αρνητικά δε σταματούν εδώ. Η χαμηλή νοημοσύνη των αντιπάλων είναι φορές που "τσακίζει κοκάλα" και παρά το γεγονός πως υπάρχουν διαθέσιμα τρία επίπεδα δυσκολίας, ακόμα και στο υψηλότερο η πρόκληση είναι απούσα. Γενικότερα, παρουσιάζεται μια ανισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στον κεντρικό χαρακτήρα και στους υποτακτικούς της Hydra Army, μια κατάσταση που δε δείχνει να αλλάζει ακόμα και στα boss fights.
Τελικά, το Captain America: Super Soldier καταντάει να γίνει μια υπερβολικά προβλέψιμη, όσο και απρόσωπη, πρόταση, με τους εχθρούς να ανακυκλώνονται συνεχώς και με την τελική αναμέτρηση να είναι πραγματικά εκτός τόπου και χρόνου. Μπορεί ο Red Skull να απειλεί πως μελλοντικά θα επιστρέψει, αλλά προβλέπουμε πως ελάχιστοι παίκτες θα ήθελαν να τον αντιμετωπίσουν ξανά. Αν αναλογιστεί κανείς πως έχουμε να κάνουμε αποκλειστικά και μόνο με μια single player εμπειρία, όπου οι τίτλοι τέλους θα πέσουν σε περίπου 8 ώρες, υπό αμφισβήτηση τίθεται και replayability της όλης περιπέτειας. Ίσως κάποιοι να θελήσουν να συλλέξουν όλα τα documentaries του Armin Zola -αποκτώντας το ανάλογο trophie/achievement- ή επιθυμούν να έχουν πρόσβαση στην πρωτότυπη στολή του Captain America, αλλά μέχρι εκεί. Η ενότητα των challenges δε θα απασχολήσει τους παίκτες για περισσότερο από μία ώρα, οπότε με συνοπτικές διαδικασίες ο τίτλος θα πάρει τη θέση του στο ράφι με τα αζήτητα.
Διασκεδαστικό αλλά φτωχό: Συμπεράσματα
Συνοψίζοντας τις σκέψεις μας γύρω από το Captain America: Super Soldier, το συμπέρασμα που προκύπτεί είναι πως δεν έχουμε να κάνουμε με μια αποτυχημένη μεταφορά, αλλά απεναντίας με μια μέτρια πρόταση. Οι πρώτες ώρες θα περάσουν ευχάριστα, με τη φιγούρα του Captain America να κλέβει την παράσταση. Eίναι σαφές πως "χαραμίζεται" σε μια τόσο απλή δημιουργία. Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, η Next Level Games φάνηκε να κινείται στο σωστό δρόμο, απελευθερωμένη από τους περιορισμούς που θέτει μια κινηματογραφική μεταφορά. Στην πορεία όμως κάπου το’ χασε, οπότε η πρότασή της είναι αμφίβολο αν θα καταφέρει να τραβήξει την προσοχή του κοινού, πλην των οπαδών του Captain America, οι οποίοι επιβάλλεται να προσθέσουν τον τίτλο στη συλλογή τους.
Γιώργος Τσακίρογλου