Η εκδίκηση λύνει τα πάντα…
Θα πρέπει να έχεις πολλά και μεγάλα… κότσια για να κυκλοφορείς single-player only παιχνίδι, χωρίς εκρήξεις και slow motions, λίγες ημέρες πριν την κυκλοφορία του νέου "Call of Battlefield". Κι όμως, υπάρχουν ακόμη μικρά και μη επιφανή studios που μένουν "hardcore", "old-school" ή όπως αλλιώς θέλετε πείτε τα, με μεγάλα κότσια. Το έκανε προσφάτως η Firaxis με το XCOM: Enemy Unknown, μία σκληρή και "άβολη" εμπειρία για λίγους, το κάνει και τώρα η Arkane με το Dishonored, το οποίο είναι και το αντικείμενο του συγκεκριμένου review.
"Για την Emily" – Το σενάριο
Στο Dishonored μπαίνουμε στα παπούτσια του Corvo Attano, του πιστού σωματοφύλακα της αυτοκράτειρας της Dunwall και της μικρής της κόρης, Emily. Το σκηνικό διαδραματίζεται σε μία αδιευκρίνιστη χρονική περίοδο, που μοιάζει με το βικτωριανό Λονδίνο, αλλά με steam-punk επιρροές. Πολύ σύντομα -στα πρώτα cutscenes για την ακρίβεια- ο Corvo πέφτει θύμα μιας απίστευτης συνωμοσίας: η αυτοκράτειρα δολοφονείται μπροστά στα μάτια του πρωταγωνιστή από μισθοφόρους assassins, οι οποίοι απαγάγουν την Emily και εξαφανίζονται. Ωστόσο, οι διεφθαρμένοι φύλακες της πόλης κατηγορούν τον Corvo για τη δολοφονία και αμέσως τον ρίχνουν στη φυλακή. Αφού ο τελευταίος βρει τρόπο να δραπετεύσει, κάποιοι άγνωστοι σύμμαχοι τον βοηθούν, ισχυριζόμενοι πως γνωρίζουν την αθωότητά του.
Στόχος του Corvo είναι να συνεργαστεί με αυτούς τους συμμάχους, να σώσει την Emily από τα χέρια των κακών και, φυσικά, να εκδικηθεί για το θάνατο της αυτοκράτειρας και για τις άδικες κατηγορίες προς το πρόσωπό του. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η Dunwall πλήττεται και από μία θανατηφόρα πανδημία, που προκλήθηκε από αρουραίους και μετατρέπει τον πληθυσμό σε αιμοδιψή ζόμπι, οπότε ακόμη ένα εμπόδιο έρχεται απέναντι στις προσπάθειες του πρωταγωνιστή. Το σενάριο έχει μπόλικες κορυφώσεις και, εννοείται, πολλές ανατροπές ώστε να κρατήσει το ενδιαφέρον του παίκτη σε υψηλά επίπεδα και να μπει στη λίστα με τις πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες που έχουν γραφτεί τα τελευταία χρόνια για βιντεοπαιχνίδι.
Η δράση χωρίζεται σε εννέα αποστολές, οι οποίες ενσωματώνουν και αρκετές δευτερεύουσες αποστολές. Τα main missions συνήθως ζητούν την εξόντωση κάποιου προσώπου κλειδί (βλ. Hitman, Assassin’s Creed), ενώ τα side-missions βρίσκονται εκεί όχι απλά και μόνο για να εμπλουτίσουν το gameplay, αλλά βοηθούν εξαιρετικά στο ομαλό ξεδίπλωμα της ιστορίας και συνδέονται άρρηκτα με την κεντρική υπόθεση. Το lore για τον κόσμο του Dishonored φανερώνεται μέσα από τα εκατοντάδες έντυπα και φωνητικά ντοκουμέντα που βρίσκονται διάσπαρτα μέσα στα επίπεδα.
Η πορεία που δύναται να ακολουθήσουν τα γεγονότα έγκειται στον τρόπο που θα θελήσει ο παίκτης να προσεγγίσει το στόχο του. Μπορεί να "παίξει" το παιχνίδι του στα "μουλωχτά", χρησιμοποιώντας stealth τακτικές ή, πολύ απλά, μπορεί να ακολουθήσει πολύ πιο action μονοπάτια. Το παιχνίδι, ωστόσο, φροντίζει να ανταμείβει την πρώτη εκδοχή και να τιμωρεί τη δεύτερη.
Shhh… – Το σύστημα stealth
Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Όσοι περιμένετε μέσα από το Dishonored να παίξετε το επόμενο "BioShock" ή "Half-Life", μάλλον θα απογοητευτείτε. Ο τίτλος της Arkane μπορεί να δανείζεται αρκετά στοιχεία από τα προαναφερθέντα παιχνίδια -κυρίως εικαστικά- έχει όμως στη ραχοκοκαλιά του έντονες μυρωδιές από τις σειρές Thief και Deus Ex. Εν ολίγοις, είναι ένα first-person stealth παιχνίδι, που αν και μπορεί, σε σημεία, να φορέσει action χιτώνα, δεν ενθαρρύνει σε καμία περίπτωση αυτή την προσέγγιση. Οι περιοχές που εκτελούνται τα missions βρίθουν επιλογών.
Για να αποφύγει την κατά μέτωπο σύγκρουση με τους φύλακες και τους λοιπούς "κυνηγούς" του, ο παίκτης θα πρέπει να εξερευνήσει τα επίπεδα και να χρησιμοποιήσει κάθε είδους πέρασμα για την όσο το δυνατόν πιο ανώδυνη και γρήγορη επαφή με τον τελικό στόχο. Αεραγωγοί, μυστικά περάσματα, υπόνομοι και διπλανά κτήρια είναι "σύμμαχοι" στην stealth τακτική. Βέβαια, με τη βοήθεια μίας παράξενης οντότητας, ονόματι "the Outsider", ο Corvo έχει αποκτήσει και κάποιες υπερφυσικές δυνατότητες, που και αυτές συνάδουν με τη stealth προοπτική.
Επί παραδείγματι, ο πρωταγωνιστής μπορεί να τηλεμεταφέρεται ή να κάνει possession το σώμα κάποιου αρουραίου ή ακόμη και κάποιου ανθρώπινου αντιπάλου. Τα διάφορα abilities αποκτώνται και αναβαθμίζονται αφού συλλεχθούν Bone Charms και Runes, ο εντοπισμός των οποίων γίνεται από μία ζωντανή καρδιά που έχει ο Corvo στο inventory του.
{PAGE_BREAK}
Το να περάσει ο παίκτης απαρατήρητος είναι μία επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία, που απαιτεί συχνό σώσιμο του παιχνιδιού και αρκετό trial and error. Σε αυτό σημαντικό ρόλο παίζει η τεχνητή νοημοσύνη, που η αλήθεια είναι ότι έχει τις διακυμάνσεις της και κάνει τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα. Υπάρχουν δηλαδή σημεία που ο Corvo γίνεται αντιληπτός εκεί που, υπό φυσιολογικές συνθήκες, δεν έπρεπε να γίνει, αλλά και το αντίστροφο. Επιπροσθέτως, η περίπολος των στρατιωτικών φρουρών είναι προκαθορισμένη και πάνω που ο παίκτης αρχίζει να αισθάνεται οικεία με τον τρόπο που απομνημονεύει τις διαδρομές τους, όλα γκρεμίζονται στους μη στρατιωτικούς αντιπάλους, όπου ο αλγόριθμος των κινήσεών τους έχει μπει στο…random. Αυτό είνα και το μοναδικό "αγκάθι" του παιχνιδιού. Δηλαδή οι αδυναμίες της AI λειτουργούν πότε υπέρ και πότε κατά της εμπειρίας, χωρίς να αφήνει περιθώρια στον παίκτη να οικειοποιηθεί με τις παραμέτρους της.
Arghhh! – Το action μέρος
Αυτά όσον αφορά το stealth κομμάτι. Το Dishonored δίνει πληθώρα επιλογών και στους ανυπόμονους. Εκτός του βασικού ξίφους, που για έναν παράξενο λόγο δε φεύγει ποτέ από τα χέρια του Corvo, ο παίκτης μπορεί να χρησιμοποιήσει πιστόλι, χειροβομβίδες, θανάσιμες παγίδες, ακόμη τόξο. Όλα τα εργαλεία του πρωταγωνιστή μπορούν να αναβαθμιστούν με νομίσματα, τα οποία και αυτά είναι διάσπαρτα στα επίπεδα. Αυτή η εκδοχή του gameplay είναι η πιο αιμοβόρα από τις δύο. Αποκεφαλισμοί και διαμελισμοί, καθώς και πολλές βάρβαρες μονομαχίες σώμα με σώμα είναι "καθημερινότητα" γι’ αυτούς που θέλουν να πάνε φανερά προς το στόχο τους. Η υγεία του Corvo αναπληρώνεται με health elixirs, ενώ υπάρχει και mana bar για την εκτέλεση των υπερφυσικών δυνατοτήτων που είδαμε προηγουμένως, η οποία και αυτή αναπληρώνεται με παρόμοιο τρόπο.
Η action προσέγγιση, όπως προαναφέραμε, τιμωρεί τον παίκτη. Οι NPCs είναι πολύ πιο καχύποπτοι, ενώ τα κουφάρια των πτωμάτων προσελκύουν περισσότερους αρουραίους -και οι αρουραίοι στο Dishonored δεν αστειεύονται! Εννοείται πως ο συνδυασμός και των δύο προσεγγίσεων (stealth και action) είναι πιθανότατα η μοναδική βιώσιμη λύση, τουλάχιστον για το πρώτο playthrough. Τέλος, κάποιοι απλοί γρίφοι θα απαιτήσουν συγκεκριμένες κινήσεις από τον παίκτη, χωρίς όμως να τον θορυβήσουν ιδιαίτερα.
Steam-punk City 17 – Ο σχεδιασμός
Σχεδιαστικά το Dishonored "σοκάρει" με την ομορφιά του. Η Dunwall παντρεύει με μοναδικό τρόπο τη steam-punk αισθητική με το σάπιο και γκρίζο βικτωριανό τοπίο. Η ατμόσφαιρα που δημιουργείται από το εν λόγω συνονθύλευμα, σε συνδυασμό με τον, ας μας επιτραπεί η έκφραση, "καρτουνοειδή" σχεδιασμό των χαρακτήρων, είναι σπάνια. Το Οργουελικό στοιχείο, της απαγορευμένης και στρατιωτικοποιημένης κοινωνίας, είναι έντονο και δίνει μία καταθλιπτική υπόσταση στο σύνολο. Θα λέγαμε ότι η Dunwall είναι μία steam-punk City 17. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο που ο σχεδιασμός του Dishonored έγινε από το Βούλγαρο δημιουργό, Viktor Antonov, ο οποίος πριν λίγα χρόνια, ως art director στη Valve, σχεδίασε τη City 17 του Half-Life 2.
Η Unreal Engine 3 φροντίζει να απεικονίσει με λεπτομέρεια τόσο τα μοντέλα των χαρακτήρων, όσο και τα τριγύρω περιβάλλοντα. Μοναδικό μας παράπονο εδώ είναι η χαμηλή ανάλυση των textures στα δάπεδα και στους τοίχους, μία αδυναμία που ευτυχώς καμουφλάρεται από το hand-drawn ψήγμα στο σχεδιασμό. Ίσως να γκρινιάζαμε λιγάκι και για τα animations των αντιπάλων, ωστόσο, αυτός ο "καρτουνοειδής" σχεδιασμός τους δε μας αφήνει και πολλά περιθώρια. Κατά τ’ άλλα, ο τίτλος -τουλάχιστον στο Xbox 360, όπου και ασχοληθήκαμε- "τρέχει" ομαλότατα και με σταθερό frame rate. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι, σε περίπτωση που προηγηθεί εγκατάσταση στο σκληρό δίσκο της κονσόλας, οι χρόνοι φόρτωσης είναι αισθητά μικροί.
Η μουσική στο Dishonored είναι επίσης "επώνυμη", καθώς γι’ αυτήν εργάστηκε ο Daniel Licht, γνωστός για τη δουλειά του στην τηλεοπτική σειρά Dexter, ενώ προσφάτως τον "ακούσαμε" και στο Silent Hill: Downpour. Το πεντάγραμμο του Licht είναι γεμάτο ατμοσφαιρικά θέματα, εκτελεσμένα κυρίως στο πιάνο. Η μουσική παίζει σημαντικό ρόλο και στο gameplay, μιας και αυτή είναι που ειδοποιεί τον παίκτη αν κάτι τείνει να πάει στραβά. Δημοφιλείς και καταξιωμένοι ηθοποιοί από τη Μεγάλη Βρετανία έχουν δανείσει τις φωνές τους στους χαρακτήρες, οπότε η ποιότητα του εν λόγω τομέα δύσκολα αμφισβητείται.
Σίγουρα όχι "dishonored"
Συνοψίζοντας, αυτό που πρέπει να μείνει από την παρουσίαση είναι ότι η Arkane, στις "παράξενες" εποχές που βιώνει η βιομηχανία, παίρνει το ρίσκο και κυκλοφορεί μία μοναχική και σκληροπυρηνική δημιουργία, που ενώ έχει περίσσια φρεσκάδα και μοντέρνο σχεδιασμό, θυμίζει κάτι από τα παλιά. Για να ολοκληρώσει κάποιος το Dishonored θα χρειαστεί από 12 μέχρι και 25 ώρες, αναλόγως του τρόπου προσέγγισης στο gameplay. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και για τους παίκτες που αναζητούν multiplayer, από το οποίο θα αποσπάσουν αρκετές ώρες ενασχόλησης, το Dishonored είναι μία τίμια και πλούσια εμπειρία. Η ομορφιά του σπάνια, η ατμόσφαιρα εξαιρετική, το σενάριο λειτουργεί ολόσωστα και το gameplay βαθύ και απολαυστικό. Τι άλλο μπορεί να θέλει κανείς από ένα βιντεοπαιχνίδι;
Σάκης Καρπάς