Όχι και τόσο “πολύτιμο”
Τo Lord of the Rings: War in the North είναι το πιο πρόσφατο παιχνίδι που βασίζεται στα πασίγνωστα βιβλία του J.R.R. Tolkien και, κυρίως, στις υπερ-επιτυχημένες ταινίες του Peter Jackson. Ο τίτλος των Slowblind Studios είναι ένα dungeon crawler, που προσανατολίζεται περισσότερο προς το co-op multiplayer. Λιγότερο "Lord of the Rings" από όσο περιμέναμε και ακόμα λιγότερο σύγχρονο, το War in the North είναι μία πρόταση σχεδόν αποκλειστικά για τους φίλους του co-op, οι οποίοι θα κληθούν να προσπεράσουν πολλά, διόλου αμελητέα ελαττώματα.
Lord of the Rings: The Sidequest – Η ιστορία
Το Lord of the Rings: War in the North μας δίνει τον έλεγχο τριών νέων ηρώων, οι οποίοι καλούνται να αντιμετωπίσουν την απειλή του διοικητή των δυνάμεων του Sauron στο Bορρά. Το War in the North θεωρητικά έπρεπε να διηγηθεί μία ιστορία της Μέσης Γης που δεν έχει ξανακουστεί, αλλά καταλήγει να πει μία υποτυπώδη, χιλιοειπωμένη ιστορία.
Συνήθως, στα videogames και ειδικότερα σε αυτά που δεν είναι RPG, έχει μεγαλύτερη σημασία η αφήγηση των γεγονότων από το ίδιο το περιεχόμενο της ιστορίας και εδώ ο νέος τίτλος Lord of the Rings αποτυγχάνει. Οι νέοι χαρακτήρες είναι εντελώς άχρωμοι και αδιάφοροι και η ιστορία δίνει την αίσθηση ενός "sidequest", που εξελίσσεται πολύ μακριά από τα σημαντικά γεγονότα της κεντρικής ιστορίας. Στη περιπέτειά μας συναντάμε ορισμένα πρόσωπα γνωστά από τα βιβλία και τις ταινίες του Peter Jackson, αλλά δεν καταφέρνουν να δημιουργήσουν το κλίμα που θα θέλαμε από ένα παιχνίδι Lord of the Rings.
Παλιά μηχανή γραφικών, μέτρια αποτελέσματα
Ο τεχνικός τομέας του παιχνιδιού είναι αδιάφορος. Τα textures είναι αρκετά καλά στην έκδοση για PC έκδοση που δοκιμάσαμε, όμως συνολικά τα γραφικά δεν καταφέρνουν να κερδίσουν τις εντυπώσεις. Η Snowblind για το νέο LotR βασίστηκε σε μία εξελιγμένη έκδοση της μηχανής γραφικών που χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά πριν 10 χρόνια στο πρώτο Baldur’s Gate: Dark Alliance. Οι τεχνικοί περιορισμοί της μηχανής γραφικών είναι σημαντικοί και έχουν άμεσο αντίκτυπο σε πολλούς τομείς του παιχνιδιού, όπως το level design, για το οποίο θα μιλήσουμε στη συνέχεια.
Η παλαιότητα της μηχανής γραφικών προδίδεται σε μεγάλο βαθμό από το animation, που είναι κάτω του μετρίου και παραπέμπει στην προηγούμενη γενιά συστημάτων. Το art direction δεν έχει αρκετή ποικιλία και με εξαίρεση μία περιοχή δεν παρουσιάζει κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί σε ένα σωρό high fantasy τίτλους. Ομοίως, στη μουσική υπόκρουση του παιχνιδιού δεν χρησιμοποιούνται τα γνωστότερα και καλύτερα κομμάτια του franchise Lord of the Rings. Η μουσική του War in the North δεν μπορεί να ξεχωρίσει, ενώ το voice over είναι καλό, παρά τις διακυμάνσεις που παρουσιάζει.
Ένα τυπικό dungeon crawler
Το War in the North είναι στην ουσία ένα dungeon crawler, που μας επιτρέπει να επιλέξουμε ανάμεσα σε ένα μαχητή, έναν ranger και μία μάγισσα. Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού κερδίζουμε εμπειρία και αποκτάμε συνεχώς νέα, δυνατότερα όπλα, με την ανάπτυξη του χαρακτήρα μας και το looting να είναι τα βασικότερα στοιχεία του παιχνιδιού. Κάθε ήρωας έχει το δικό του Skill tree που μας επιτρέπει να διαμορφώσουμε τις ικανότητες του χαρακτήρα μας όπως επιθυμούμε. Οι ικανότητες είναι σχετικά λίγες, αλλά ουσιαστικές και διαφοροποιούν τους χαρακτήρες, ειδικά μετά τη μέση του παιχνιδιού.
Κατά τη διάρκεια της περιπέτειας ελέγχουμε ένα χαρακτήρα και τους άλλους δύο τους ελέγχει είτε η ΑΙ είτε κάποιος παίκτης στο multiplayer. Όταν παίζουμε μόνοι μας, μας δίνεται η ευκαιρία να αλλάξουμε το χαρακτήρα μας σε συγκεκριμένα σημεία κατά την πορεία της ιστορίας. Αν χάσουμε -και γενικότερα όποτε θέλουμε- μπορούμε να βγούμε στο κεντρικό menu, να αλλάξουμε χαρακτήρα και να συνεχίσουμε από το τελευταίο checkpoint.
Όλοι οι χαρακτήρες ανεβαίνουν level ταυτόχρονα, γεγονός πολύ θετικό αφού πρακτικά τίποτα δεν μας περιορίζει να επιλέξουμε όποιον χαρακτήρα επιθυμούμε ανά πάσα στιγμή. Δεν είναι ξεκάθαρο αν οι χαρακτήρες που ελέγχει η ΑΙ διατηρούν τις δυνατότητες που επιλέξαμε εμείς, αλλά έχουμε την εντύπωση πως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Μπορεί να έχουμε party, αλλά η διαχείριση των χαρακτήρων μας ως ομάδα δεν είναι από τα βασικά χαρακτηριστικά του παιχνιδιού. Η ΑΙ δεν δημιουργεί προβλήματα και μπορούμε να πούμε ότι μας ικανοποίησε -εν μέρει διότι δεν είχαμε ιδιαίτερες απαιτήσεις. Το War in the North είναι κυρίως ένα co-op dungeon crawler και τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει επαρκώς έναν πραγματικό παίκτη.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο τίτλος της Snowblind χρησιμοποιεί αποκλειστικά checkpoints για το σώσιμο της προόδου μας. Όταν παίζουμε μόνοι μας, τα checkpoints αυτά αποδεικνύονται πολύ μακρινά και κουράζουν. Επίσης, το respawn των εχθρών είναι υπερβολικά έντονο και ενοχλητικό. Τα μειονεκτήματα αυτά περιορίζονται σημαντικά στο multiplayer, αλλά πιθανότατα θα αποτρέψουν όσους θέλουν να παίξουν μόνοι τους από το να ολοκληρώσουν το παιχνίδι.
Τυπικό και παλιομοδίτικο αλλά δουλεύει: Το gameplay
Το σύστημα μάχης είναι απλό και λειτουργεί ικανοποιητικά. Έχουμε στη διάθεση μας μία γρήγορη, μία δυνατή και μία ranged επίθεση. Η δράση περιλαμβάνει γρήγορα χτυπήματα και critical hits με τη χρήση της δυνατής επίθεσης όταν εμφανιστεί ένα κίτρινο βελάκι πάνω από τους εχθρούς. Όπως προαναφέραμε, τα Skills είναι σχετικά λίγα αλλά χρήσιμα και όσο προχωράμε στο παιχνίδι, αποκτάμε καλύτερο εξοπλισμό, που αυξάνει σημαντικά την αποτελεσματικότητα μας. Όμως, όσοι περιμένουν στιβαρή αίσθηση από τα όπλα, θα απογοητευτούν. Η αίσθηση και η ταχύτητα των κινήσεων δεν αλλάζει ό,τι και αν χρησιμοποιούμε και, τελικά, το μόνο που έχει σημασία είναι το damage που προξενούν.
Το inventory είναι ενοχλητικά μικρό σε ορισμένους τομείς και μας ωθεί σε περιττό micromanagement. Η άμυνα είναι σχεδόν άχρηστη και η τούμπα είναι αυτή που μας επιτρέπει να αποφύγουμε τις εχθρικές επιθέσεις και να βρεθούμε πίσω από τους αντιπάλους μας. Είτε πολεμάμε απλούς εχθρούς είτε bosses, οι επιθέσεις από πίσω και από το πλάι είναι η πιο ενδεδειγμένη τακτική επιβίωσης.
Σε γενικές γραμμές, το gameplay δεν εξελίσσεται αρκετά κατά τη διάρκεια του campaign, αλλά η ενδυνάμωση του χαρακτήρα μας είναι σημαντική και μειώνει την αίσθηση της επανάληψης του gameplay. Όταν τελειώσει η ενέργεια μας οι άλλοι δύο χαρακτήρες μπορούν να μας αναστήσουν αν είναι αρκετά κοντά. Η ΑΙ τρέχει κατευθείαν να μας σώσει, αλλά αγνοεί εντελώς τη θέση των εχθρών, γεγονός που θακιστά τη σωτηρία μας θέμα τύχης.
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι το hit detection δεν είναι ξεκάθαρο και δεν είναι δύσκολο να χάσουμε χωρίς να το καταλάβουμε αν δεν κοιτάμε τη μπάρα ενέργειάς μας. Όταν δεχόμαστε χτύπημα, κοκκινίζουν τα άκρα της οθόνης, αλλά πολλές φορές δεν επηρεάζεται στο ελάχιστο το animation του χαρακτήρα μας, κάτι που σημαίνει ότι στην πράξη είναι δύσκολο να καταλάβουμε πόσα χτυπήματα έχουμε δεχθεί.
{PAGE_BREAK}
Level design
Το War in the North δεν διαθέτει πολύπλοκα dungeon αλλά μόνο ευθείες με πολλούς εχθρούς. Όταν εξοντώσουμε ό,τι βρούμε μπροστά μας, φεύγουν με μαγικό τρόπο οι αόρατοι τοίχοι και μας επιτρέπεται να συνεχίσουμε. Αν και υπάρχουν κρυμμένα μυστικά, αυτά σε καμία περίπτωση δεν καταφέρνουν να ικανοποιήσουν τους παίκτες που αρέσκονται στο να εξερευνούν το περιβάλλον. Τα dungeons είναι κατά κανόνα πολύ γραμμικά, με αόρατους τοίχους να κόβουν την πορεία μας. Και εδώ γίνεται σαφές ότι ο τίτλος της Snowblind είναι εντελώς αναχρονιστικός σε ορισμένα θέματα. Δεν περιμέναμε από ένα παιχνίδι που κυκλοφορεί το 2011, να εμφανίζει ένα φως από το πουθενά που έχει το ρόλο μαγαζιού. Όμως, το χειρότερο όλων είναι οι τοξότες που βρίσκονται λίγο έξω από την κεντρική πορεία.Αν και μπορούμε να πάμε ακριβώς δίπλα τους, ένας αόρατος τοίχος μας εμποδίζει να τους χτυπήσουμε με melee επίθεση. Επίσης, οι περισσότερες περιοχές είναι υπερβολικά ομοιόμορφες, με αποτέλεσμα η χρήση του mini-map -που δείχνει το στόχο μας- να είναι αναγκαία. Το level design είναι πολύ κακό και η αλήθεια είναι ότι μας πήγε πολλά χρόνια πίσω.
Ο σωστός τρόπος: multiplayer
Το multiplayer τμήμα είναι με διαφορά το δυνατότερο σημείο του War in the North. Έχουμε τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε ένα lobby και να αφήσουμε όποιον θέλει να μπει στο παιχνίδι μας ή να συμμετέχουμε στα παιχνίδια των άλλων παικτών με το χαρακτήρα μας, ενώ τα drop-ins/ drop-outs είναι άμεσα και δεν επηρεάζουν τον host. Δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ single player και multiplayer τμημάτων και αυτός είναι ο λόγος που όποιος θέλει να παίξει μόνος του, θα βρει το παιχνίδι σχετικά unbalanced όπως προαναφέραμε. Στο multiplayer οι guests διατηρούν τα αντικείμενα που κερδίζουν και μάλιστα καρπώνονται την πρόοδο που σημειώνεται στο campaign του host.
Δηλαδή, πρακτικά, αν θέλουμε μπορούμε να μπούμε στο παιχνίδι ενός παίκτη που βρίσκεται σε ένα σημείο όπου αντιμετωπίζουμε δυσκολίες και στη συνέχεια να βγούμε και να συνεχίσουμε το campaign μόνοι μας. Αν θέλουμε, μπορούμε να συμμετέχουμε σαν guest σε campaigns που βρίσκονται σε πιο προχωρημένο σημείο από το δικό μας, αλλά σε αυτή τη περίπτωση δεν μπορούμε να αποθηκεύσουμε την πρόοδό μας. Disconnects και μερικά bugs υπάρχουν, αλλά γενικά το online τμήμα του τίτλου λειτουργεί καλά.
Στους κανόνες του gameplay όλοι οι παίκτες παίρνουν το loot, κάτι που ευνοεί το συνεργατικό πνεύμα. Εδώ το σχετικά μικρό μέγεθος του inventory μπορεί να κάνει όλους τους παίκτες να σταματούν συνεχώς για micromanagement, αλλά το πρόβλημα δεν είναι τόσο μεγάλο. Στο multiplayer όλα γίνονται ευκολότερα και πολύ καλύτερα. Η ροή του παιχνιδιού βελτιώνεται αισθητά, τα checkpoints -που στο single player είναι μακρινά- γίνονται φυσιολογικά και το respawn ενοχλεί πολύ λιγότερο. Οι βασικοί μηχανισμοί του παιχνιδιού προφανώς δεν αλλάζουν, αλλά η δράση ικανοποιεί. Ουσιαστικά, εκτιμούμε ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να παίξει κάποιος το War in the North και να διασκεδάσει. Και φυσικά, όταν οι συμπαίκτες είναι γνωστοί/ φίλοι μας τα πάντα γίνονται πολύ καλύτερα.
Συμπεράσματα
Το Lord of the Rings: War in the North είναι κατά βάθος ένα παιχνίδι περασμένης γενιάς με χρήση βελτιωμένων γραφικών και εφαρμογή multiplayer. Το level design είναι πραγματικά κακό και αδικεί τη γενικότερη ιδέα, ενώ καθ΄όλη τη διάρκεια της περιπέτειας δεν υπάρχει κάτι που να μην έχουμε ξαναδεί. Ωστόσο, αυτό δεν αναιρεί ότι το multiplayer τμήμα δουλεύει καλά, τη στιγμή που δεν υπάρχουν αρκετά παιχνίδια στο είδος που να προφέρουν κάτι ανάλογο. Στα θετικά καταγράφεται και το μέγεθος του τίτλου, που (ειδικά με αυτά που βλέπουμε τελευταία…) είναι ικανοποιητικό. Χρειαστήκαμε περίπου 13 ώρες στο normal -σύμφωνα με το Steam- για να ολοκληρώσουμε το campaign, παίζοντας το πρώτο μισό του παιχνιδιού μόνοι μας και το υπόλοιπο online σε co-op. Και εκτός αυτού, όταν τελειώσουμε το παιχνίδι, ξεκλειδώνεται το New Game Plus, που μας επιτρέπει να ξεκινήσουμε από την αρχή, διατηρώντας όμως τους χαρακτήρες μας.
Δε βρίσκουμε κανένα λόγο να προτείνουμε το War in the North σε αυτούς που θέλουν να παίξουν μόνοι τους (εκτός βέβαια και αν είναι φανατικοί του σύμπαντος που δημιούργησε ο καθηγητής Tolkien). Αλλά όσοι θέλουν οπωσδήποτε ένα co-op dungeon crawler για να παίξουν με τους φίλους τους, αξίζει να ρίξουν μία ματιά στην πρόταση της Snowblind.
Νίκος Καβακλής