Προσοχή: Οι κύκνοι τρώνε τα ψάρια
Τα σημάδια ήταν εκεί: μικρό indie studio στο πρώτο του παιχνίδι, χείρα βοηθείας από τη Santa Monica Studios, προοπτική πρώτου προσώπου και χειρισμός μέσω Move. Αναφερόμαστε φυσικά στο…Datura, έναν “ιδιαίτερο” και “υποσχόμενο” τίτλο του PSN, τον οποίο ο υπογράφων παρουσίασε πριν από μερικούς μήνες. Αν κι είμαστε σίγουροι πως οι περισσότεροι δεν θα το θυμάστε καν, εμείς προσπαθήσαμε με νύχια και με δόντια να αγνοήσουμε “τα σημάδια” όσο φόρτωνε το The Unfinished Swan, ώστε να το αντιμετωπίσουμε χωρίς την προκατάληψη ότι πρόκειται για άλλο ένα Datura.
Κι αυτό δεν ήταν τελικά δύσκολο, καθώς η αλήθεια είναι πως από τα πρώτα trailers, το παιχνίδι της Giant Sparrow μάς είχε κερδίσει με τον πανέμορφο εικαστικό τομέα και το πρωτότυπο concept, που βάζει τον παίκτη να “πιτσιλάει” με μαύρο χρώμα τη λευκή οθόνη-καμβά ώστε, να αποκαλύψει τον κόσμο γύρω του. Έτσι μαγευτικά ξεκινάει το The Unfinished Swan, με μία λευκή οθόνη και μία γκρι κουκίδα στο κέντρο, ως το στόχαστρο αυτού του σουρεαλιστικού FPS.
Πατώντας οποιοδήποτε από τα shoulder buttons, εκτοξεύουμε μπάλες από μελάνι, οι οποίες “πιτσιλάνε” αόρατες επιφάνειες, σχηματίζοντας αμυδρά τοίχους και αντικείμενα. Δίνοντας μορφή και εικόνα στον άδειο καμβά, γρήγορα συνειδητοποιούμε πως κινούμαστε μέσα σε ένα διάδρομο. Φτάνοντας στο τέλος του, συναντάμε άλλη μια λευκή οθόνη και σαν δαιμονισμένοι εκτοξεύουμε με μανία “χρωμόμπαλες” προς όλες τις κατευθύνσεις, περιμένοντας να δούμε το τοπίο να παίρνει σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια μας. Είμαστε στο προαύλιο του κτιρίου από το οποίο βγήκαμε κι ο δρόμος κατηφορίζει στην όχθη μιας λίμνης.
Δεν φαίνεται όμως να υπάρχει τρόπος να διασχίσουμε τα λευκά της νερά, ώσπου μια τυχαία βολή αποκαλύπτει ένα μονοπάτι από βραχάκια. Φτάνοντας στην απέναντι όχθη, συναντάμε σκάλες που οδηγούν στα τείχη ενός κάστρου, και κοιτώντας πίσω μας, αντικρίζουμε συνεπαρμένοι το σπίτι στο λόφο που εμείς δημιουργήσαμε, μέσα από μία μαύρη ακαταστασία, που όσο ασυνάρτητη έμοιαζε από κοντά, τόσο όμορφη φαίνεται από μακριά, σαν αφηρημένη τέχνη. Αλλά ας το πάρουμε από την αρχή…
Avant-garde κύκνειο άσμα
Δύο είναι τα μεγάλα θετικά του The Unfinished Swan: ο υπέροχος οπτικοακουστικός τομέας και η αφαιρετική ιστορία. Ο ήρωάς μας είναι ένα παιδάκι ονόματι Monreau, που βρίσκεται ξαπλωμένο στο κρεββάτι του στο ορφανοτροφείο, όταν ο πίνακας ενός ανολοκλήρωτου κύκνου στον τοίχο ζωντανεύει. Ο κύκνος αυτός, μαζί με ένα ασημένιο πινέλο, αποτελούν τα δύο μοναδικά ενθύμια της ζωγράφου μητέρας του, που πρόσφατα έχασε… Έτσι, ο Monreau αρπάζει το πινέλο και κυνηγά τον κύκνο, ακολουθώντας τον σε έναν φανταστικό κόσμο.
Το ταξίδι του αυτό εξελίσσεται σε μία -ανάλαφρη- αλληγορία για τη μεγαλομανία του καλλιτέχνη και το αυτοκαταστροφικό πάθος της δημιουργίας, που αποδίδεται μέσα από μικρά cutscenes και σκίτσα στους τοίχους. Βέβαια, για ένα παιχνίδι που απευθύνεται και σε μικρά παιδιά, η ιστορία μάλλον είναι δυσπρόσιτη, ενώ για έναν ενήλικα θα είναι πολύ ευχάριστη -αλλά τίποτα συγκλονιστικό.Το αλλόκοτο αλλά ιδιαίτερο λοιπόν σενάριο, δένει άψογα με τη μινιμαλιστική αισθητική, που πατάει γερά στις μεταμοντέρνες τάσεις της ζωγραφικής και μαζί με τα ορχηστρικά μουσικά θέματα συνθέτει ένα αρκετά όμορφο αποτέλεσμα. Μέχρι εδώ όλα καλά…
Gameplay: Μινιμαλισμός με την κακή έννοια
Το The Unfinished Swan χωρίζεται σε 5 chapters και νοητά σε τρία διαφορετικά τμήματα gameplay, ανάλογα με το “όπλο” που χρησιμοποιούμε για να προχωρήσουμε στον κόσμο του: στο πρώτο μέρος αυτό γίνεται πιτσιλώντας τα πάντα με μαύρο χρώμα όπως περιγράψαμε παραπάνω. Έπειτα φτάνουμε σε μία πόλη, όπου χρησιμοποιούμε νερόβομβες κι όχι μπογιά, καθώς εκεί τα τρισδιάστατα μοντέλα κτιρίων ξεχωρίζουν, διότι αν και κατάλευκα διαθέτουν σκιές και γαλάζιες στέγες. Mε τις νερόβομβες χτυπάμε μοχλούς για να ανοίξουμε πόρτες ή να μετακινήσουμε πλατφόρμες, σκαρφαλώνοντας σκάλες, μπαλκόνια και ταράτσες όπως προχωράμε.
Στο τρίτο μέρος διασχίζουμε ένα σκοτεινό δάσος, όπου ξανά με τη μαύρη μπογιά, χτυπάμε φυτά-λάμπες για να φωτίσουν το δρόμο μας και να μας προστατεύσουν από τις κακές αράχνες. Προοδευτικά ο κόσμος αποκτά περισσότερο χρώμα και ξεκάθαρη γεωμετρία κι έτσι gameplay απομακρύνεται από τη μαγευτική ζωγραφική του πρώτου μέρους, που είναι και το πιο ιδιαίτερο και πρωτότυπο στοιχείο. Κι αυτό εν συντομία είναι το Unfinished Swan, του οποίου η διάρκεια μετά βίας φτάνει τη μιάμιση ώρα (ναι, σωστά διαβάσατε)…
{PAGE_BREAK}
Σ’ όλη τη “διάρκεια” του παιχνιδιού σκοπός μας είναι να χτίσουμε το μονοπάτι μας και να προχωράμε μπροστά με απλοϊκό platforming κι εξίσου παιδαριώδεις “γρίφους”, που αφορούν την εκμετάλλευση του περιβάλλοντος -ενίοτε σε συνδυασμό με την αποκάλυψή του. Το παιχνίδι δεν προσφέρει κάποια καθοδήγηση για το τί πρέπει να κάνουμε ή πού πρέπει να πάμε, αφού προχωράμε ενστικτωδώς χωρίς να “κολλήσουμε” ούτε στιγμή. Το gameplay περιέχει πολλές έξυπνες ιδέες με άριστη μεν υλοποίηση, η δε πορεία μας, όμως, είναι πάντα τόσο γραμμική και προβλέψιμη, που όποια περιέργεια/ όρεξη για εξερεύνηση και έκπληξη νιώθουμε αρχικά σύντομα εξανεμίζεται.
Για παράδειγμα, σε ένα σημείο όσο ποτίζουμε με τις νερόβομβες μία κληματαριά, τη βλέπουμε να επεκτείνεται, αγκαλιάζοντας τοίχους και σκαλωσιές ώστε να μπορέσουμε να σκαρφαλώσουμε πάνω της και να φτάσουμε σε μέρη που πριν ήταν αδύνατο. Όσο όμορφα κι αν απεικονίζεται η σταδιακή εξάπλωση του αναρριχητικού φυτού που καταβροχθίζει τα πάντα στο πέρασμα του, μετά από δέκα συνεχόμενα λεπτά γραμμικού ποτίσματος (TM) και ψευδο-platforming, ο εντυπωσιασμός ξεφτίζει, αφού το gameplay δεν έχει το βάθος να κρατήσει τον παίκτη ή να τον κάνει να ακονίσει το μυαλό του.
Το να πετάμε νερόβομβες αντί για μπογιά μετά το πρώτο μέρος είναι μεγάλη απογοήτευση, αλλά σίγουρα και η γοητεία του να ζωγραφίζουμε τον κόσμο θα περνούσε κι αυτή γρήγορα με τόσο απλοϊκό gameplay. Βέβαια, το νερό συμπεριφέρεται διαφορετικά από τη μπογιά κι εξατμίζεται γρήγορα αντί να κολλάει στις επιφάνειες. Έτσι, στα μισά του παιχνιδιού, για να διασχίσουμε έναν λαβυρινθώδη διάδρομο έπρεπε να εκτοξεύουμε ασταμάτητα νερόμπομπες ώστε οι γαλάζιες πιτσιλιές να μας υποδεικνύουν τις στροφές για να μη χαθούμε μέσα στο λευκό της οθόνης.
Το Unfinished Swan περιέχει πολλές ωραίες στιγμές, και παρά τη γραμμικότητα κυλάει ευχάριστα (ειδικά αφού δεν προλαβαίνεις να βαρεθείς). Μία ακόμα έξυπνη ιδέα εντοπίσαμε στο τρίτο μέρος, όπου συναντάμε ένα μισοτελειωμένο σπίτι και “βουτάμε” στα αρχιτεκτονικά σχέδιά του για να συμπληρώσουμε την κατασκευή χτίζοντας ό,τι λείπει. Τα σχέδια έχουν τη μορφή των “blueprints” κι έτσι το ίδιο σπίτι απεικονίζεται τρισδιάστατα με λευκές γραμμές σε μπλε φόντο.
Ό,τι σχεδιάσουμε μέσα στο blueprint, εμφανίζεται στο αληθινό σπίτι, επιτρέποντάς μας να φτάσουμε σε νέα σημεία. Πολλές φορές το παιχνίδι θυμίζει Portal -η επιρροή του οποίου είναι αισθητή στα highlights του gameplay- αλλά το The Unfinished Swan δεν φτάνει ούτε κατά διάνοια τον τίτλο της Valve σε βάθος και σπιρτάδα. Στην αρχή του παιχνιδιού, παραδείγματος χάριν, καλούμαστε να διασχίσουμε έναν λαβύρινθο από λευκούς τοίχους.
Αμέσως ενθουσιαστήκαμε, γιατί σκεφτήκαμε πως για να το πετύχουμε θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τη μπογιά για να μαρκάρουμε τα σημεία απ’όπου έχουμε περάσει. Όμως, προς μεγάλη μας απογοήτευση, διαπιστώσαμε πως και χωρίς το στρατηγικό μαρκάρισμα της περιοχής με τη μπογιά, δεν υπήρχε περίπτωση να μην καταφέρουμε να βρούμε την έξοδο…
Ζωγραφίζοντας…με φτυάρι!
Ανακεφαλαιώνοντας, λοιπόν, έχουμε και λέμε: καλές ιδέες με προοπτικές, ταλέντο και μεράκι από την ομάδα ανάπτυξης, πανέμορφη παρουσίαση και ωραία ιστορία. Τα υλικά αυτά θα ήταν αρκετά για να φτιαχτεί ένα εξαιρετικό παιχνίδι διάρκειας 5-6 ωρών, πάντα υπό την προϋπόθεση ότι το gameplay θα ήταν πιο απαιτητικό και οι ιδεές του θα αναδεικνύονταν μέσα από ένα πιο ελεύθερο level design, που θα επέτρεπε στον παίκτη να εξερευνήσει, να πειραματιστεί και να σκεφτεί για να βρεί λύσεις.
Άλλη μια φορά, όμως, αυτό που έχουμε στα χέρια μας είναι ένα υπερβολικά σύντομο και απλοϊκό παιχνίδι, που μόνο υποσχέσεις αφήνει και δεν ικανοποιεί. Ειδικά στην περίπτωση του Unfinished Swan -που μοιάζει ιδανικό για μικρές ηλικίες- δεν μπορούμε παρά να φανταστούμε την απογοήτευση του γονιού που θα το κατεβάσει για το παιδάκι του, όταν διαπιστώσει πόσο γρήγορα το παιχνίδι εγκαταλείπει το concept “δημιουργώ τον κόσμο γύρω μου ζωγραφίζοντας”, για να φτάσει στα credits μισή ώρα αργότερα.
Η Sony πρέπει επιτέλους να επενδύσει σοβαρά στη δημιουργία ενός indie διαμαντιού κι όχι να προσπαθεί να “ψαρώσει” τους gamers με καλλιτεχνικές ευαισθησίες, για να αγοράσουν ένα ελλιπές σε διάρκεια και αξία προϊόν και μάλιστα προς εξωφρενικά δυσανάλογο αντίτιμο. Και για να προλάβουμε μερικούς -και μιλώντας εντελώς ψυχρά- ακόμα κι αν βγάλει κανείς τον παράγοντα “χρήμα” από την εξίσωση, πάλι δεν χάνει κάτι αν δεν παίξει το The Unfinished Swan. Ειλικρινά ευχόμαστε να μην ξαναβρεθούμε στη δύσκολη και θλιβερή θέση να “θάψουμε” κάτι τόσο ομόρφο, αλλά δυστυχώς στις μέρες μας όπως φαίνεται, οι “όμορφοι κύκνοι” τρώνε τα αθώα ψαράκια…
Νίκος Αδάμης