H πρώτη προσπάθεια της Neversoft στη συνταγή Grand Theft Auto, μας μεταφέρει στη μαγευτική Άγρια Δύση.
It’s the law of the West
Σκεφτείτε για λίγο τις κατηγορίες videogames που έχουμε δοκιμάσει τα τελευταία χρόνια. Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, μάχες στο διάστημα, συμμορίες που κυριολεκτικά εξοντώνονται μεταξύ τους σε πολυσύχναστους δρόμους μεγαλουπόλεων, ιστορίες τρόμου με βιολογικά μεταλλαγμένους ανθρώπους ή δαίμονες και δεκάδες άλλα είναι τα θέματα με τα οποία έχουν καταπιαστεί τα τελευταία χρόνια οι developers. Έχετε προσέξει ποια -κατά τα άλλα- αρκετά διάσημη κατηγορία έχει λάμψει δια της απουσίας της; Σωστά μαντέψατε, αυτή που αντλεί τη θεματολογία της από την Άγρια Δύση. Μπορεί ο κινηματογράφος να έχει ασχοληθεί πολλάκις με τις θρυλικές ιστορίες γενναίων αντρών που τόλμησαν και ταξίδεψαν στη Δύση της Αμερικής, ψάχνοντας για χρήμα και δόξα, όμως τα videogames που ασχολήθηκαν με αυτό το θέμα μετά βίας μετρούνται στο δάχτυλα του ενός χεριού.
Αυτό το κενό έρχεται να καλύψει ένα studio ανάπτυξης που ουδεμία σχέση είχε στο παρελθόν με το αντικείμενο, η γνωστή και αγαπημένη από την εξαιρετική της εργασία στη σειρά Tony Hawk’s, Neversoft. Με το GUN, το αμερικανικό studio ανάπτυξης προσπάθησε να δημιουργήσει ένα παιχνίδι με βαθιές επιρροές από τα «spaghetti westerns» της δεκαετίας του 1960 (The Good, the Bad and the Ugly, For a Fistfull of Dollars), αλλά και από ποιο πρόσφατες προσπάθειες του Hollywood, όπως τα επικά Tombstone, Young Guns και Unforgiven. Ακολουθώντας πιστά τη φιλοσοφία αυτών των κινηματογραφικών παραγωγών, το GUN καταπιάνεται με την ιστορία ενός λιγομίλητου και σκληροτράχηλου άντρα, ο οποίος ξεκινά μια αποστολή μέσα στο αφιλόξενο και άγριο τοπίο της αμερικανικής Δύσης, προσπαθώντας να ανακαλύψει ένα -από αιώνες χαμένο- μυστικό.
Όλα ξεκινούν στο 1400, όταν μια ομάδα άγριων ινδιάνων δολοφονεί στη μέση μιας ερήμου έναν ιερέα και τη φρουρά των ισπανών στρατιωτών που ταξίδευαν μαζί του. Παρά τα 400 και πλέον χρόνια που παρεμβάλλονται από το video της εισαγωγής και την κυρίως ιστορία, τίποτα δεν είναι τυχαίο, καθώς -όπως θα ανακαλύψουμε στη συνέχεια- κάποια από τα αντικείμενα που είχε στην κατοχή του ο ιερέας και τα οποία χάθηκαν στην έρημο είναι άρρητα συνδεδεμένα με τη μοίρα του Colton White, δηλαδή του κεντρικού πρωταγωνιστή της ιστορίας μας. Μετά από ένα σχετικά σύντομο tutorial με τον πατέρα του Colton -το οποίο βοηθά στην εκμάθηση των βασικών χειρισμών- και την επίθεση μιας ομάδας δολοφόνων σε ένα ποταμόπλοιο, μαθαίνουμε πως o Ned δεν είναι στην πραγματικότητα πατέρας του Colton, αλλά απλά ένας άνθρωπος που τον ανέθρεψε. Λίγο πριν πεθάνει, ο Ned δίνει στον Colton ένα μενταγιόν, λέγοντάς του να μεταβεί σε μια πόλη και εκεί να αναζητήσει ένα πρόσωπο που θα τον βοηθήσει στην αναζήτησή του γύρω από το μυστήριο της καταγωγής του. Κάπου εδώ ξεκινά η περιπέτειά μας.
Grand Theft Auto: Dodge City
Το GUN περιλαμβάνει οτιδήποτε θα περίμενε κανείς από ένα παιχνίδι που αντλεί τη θεματολογία του από την Άγρια Δύση. Μέσα στις δεκάδες ώρες που μπορεί να διαρκέσει (κάτι που θα εξηγήσουμε σε λίγο), θα βρεθούμε μπροστά σε κλασικές μάχες πιστολάδων, άγριες συρράξεις με ινδιάνους, ταξίδια με τραίνα και άμαξες, ερωτικές περιπτύξεις με «πεταλουδίτσες» των σαλούν και κάθε λογής ενέργεια που θα περίμενε κανείς από ένα western-themed παιχνίδι. Το ευχάριστο όμως δεν είναι η εμφάνιση όλων των παραπάνω, αλλά ο τρόπος που ο παίκτης μπορεί να ασχοληθεί με αυτά. Εξηγούμαστε ευθύς αμέσως.
Ακολουθώντας τη φιλοσοφία και το γενικότερο σχεδιασμό της σειράς Grand Theft Auto, το GUN είναι ένα απολύτως free roaming παιχνίδι, που αποτελείται από μια κεντρική σεναριακή γραμμή και δεκάδες side missions. Πίσω από το παιχνίδι κρύβεται μια συγκεκριμένη γραμμική ιστορία που πρέπει να αναπτυχθεί, όμως ο τρόπος και το πότε θα γίνει αυτό, εναπόκειται αποκλειστικά και μόνο στη διάθεση και στις επιλογές του παίκτη. Η πρώτη ώρα της περιπέτειας είναι μεν αυστηρά γραμμική, αλλά αυτό ισχύει μόνο μέχρι την άφιξη του Colton στη Dodge City και την εκπλήρωση τεσσάρων συγκεκριμένων αποστολών. Άπαξ και ολοκληρωθούν αυτές οι αποστολές, βρισκόμαστε πλέον μπροστά σε ένα 100% Western GTA.
Ο Colton μπορεί να εισχωρήσει σε ένα σαλούν και να παίξει χαρτιά, να μιλήσει με τον μπάρμαν, να τσακωθεί με τους θαμώνες του μαγαζιού και να ξεκινήσει μονομαχίες, να αναλάβει τη σύλληψη ή τη θανάτωση ενός καταζητούμενου, να εκτελέσει εργασίες για ορισμένους πολίτες της πόλης ή ακόμη και να εργαστεί για το περιβόητο Pony Express. Το free-roaming gameplay δεν περιορίζεται στα παραπάνω, μιας και αφού ολοκληρωθεί η τελευταία από τις τέσσερις πρώτες αποστολές, ανοίγει πλέον ένας τεράστιος χάρτης του κόσμου, ο οποίος περιλαμβάνει τις δύο μεγάλες πόλεις της περιοχής, αλλά και όλα τα γεωγραφικά σημεία που παρεμβάλλονται μεταξύ τους.
Για παράδειγμα, αν ο παίκτης θέλει, μπορεί να αγνοήσει -για όσες ώρες επιθυμεί- τη βασική εξέλιξη της ιστορίας και να αρχίσει μια περιπλάνηση στο χάρτη. Αυτή η περιπλάνηση μπορεί να τον φέρει σε επιπρόσθετες side-missions, όπως την εργασία σε φάρμες, το κυνήγι άγριων ζώων, την εξόρυξη χρυσού, τις μάχες με ληστές και την απρόσμενη συνάντησή με ειρηνικούς ινδιάνους, οι οποίοι θα του αναθέσουν νέες αποστολές. Το πλέον ευχάριστο αυτού του free roaming gameplay είναι πως λειτουργεί εξαιρετικά. Το παιχνίδι χρησιμοποιεί τεχνολογία streaming των δεδομένων, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα την απόλυτη συρραφή των περιοχών σε πραγματικό χρόνο, χωρίς ίχνος χρόνου φόρτωσης και διακοπής της δράσης. Επίσης, η γενικότερη αίσθηση που αποκομίζει ο παίκτης είναι πως πραγματικά βιώνει την περιπέτεια ενός μοναχικού άντρα που ταξιδεύει στο αφιλόξενο τοπίο της Άγριας Δύσης, προσπαθώντας να βρει απαντήσεις στα ερωτήματα που τον ταλανίζουν. Αναμφισβήτητα, η Neversoft σε αυτό το επίπεδο του gameplay τα καταφέρνει εξαιρετικά. Ας δούμε που αλλού τα καταφέρνει εξίσου, αλλά και που αποτυγχάνει.
Western bullet-time;
Όσο και αν -αρχικά- αντιμετωπίσαμε με σκεπτικισμό το GTA free roaming ύφος του GUN, η Neversoft απέδειξε περίτρανα πως μπορεί να το υλοποιήσει με επιτυχία. Σε ένα ακόμη στοιχείο του gameplay που το studio της Activision χτύπησε διάνα ήταν σε αυτό των μαχών. Οι μάχες στο GUN αποτελούνται από δύο μέρη: Αυτά του πρώτου και αυτά του τρίτου προσώπου. Ο Colton μπορεί να χρησιμοποιεί τα όπλα του και να βάλλει κατά των αντιπάλων του με δύο τρόπους. Σε άποψη τρίτου προσώπου, η δράση εξελίσσεται σε πραγματικό χρόνο και η εξαιρετική κίνηση της κάμερας βοηθά σημαντικά στη σωστή σκόπευση και εξολόθρευση των αντιπάλων.
Η κατάσταση γίνεται ακόμη καλύτερη όταν περνάμε σε πρώτο πρόσωπο και ειδικότερα στη λειτουργία Quickdraw. Με αυτή τη λειτουργία ενεργοποιημένη, ξεκινά ένα εφέ καθυστέρησης του χρόνου, το οποίο βοηθά σημαντικά σε μάχες κλειστών χώρων και όταν οι αντίπαλοι του Colton είναι πολλοί. Το Quickdraw mode λειτουργεί μόνο με τη χρήση των εξάσφαιρων και όχι με την καραμπίνα, η οποία διαθέτει επίσης κάμερα πρώτου προσώπου και χρησιμοποιείται, κυρίως, όταν πρέπει να εξοντώσουμε αντιπάλους που βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση. Τώρα, σε όλα τα παραπάνω προσθέσετε τις melee κινήσεις με τα μαχαίρια ή τα τσεκούρια, τη χρήση τόξων και τις μάχες που διεξάγονται καθώς ο Colton είναι έφιππος και έχετε ένα από τα πιο πλήρη και συγχρόνως καλοστημένα και ορθώς σχεδιασμένα παιχνίδια των τελευταίων χρόνων.
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να περιγραφεί, όμως ο συνδυασμός όλων των παραπάνω λειτουργεί με απίστευτη ευκολία και λειτουργικότητα ακόμη και όταν δεκάδες ινδιάνοι ή ληστές επιτίθενται και ο παίκτης πρέπει να κάνει χρήση κάμερας τρίτου ή πρώτου προσώπου, να χρησιμοποιεί το Quickdraw mode, να ελέγχει τον χάρτη για τυχόν εμφάνιση νέων εχθρών και συγχρόνως να ιππεύει και να καθοδηγεί το άλογό του. Το GameOver αποδίδει τα εύσημα και στο σύστημα μάχης που υλοποίησε η Neversoft.
Κάπου εδώ τα θετικά τελειώνουν και αρχίζουν τα πρώτα προβλήματα. Ενώ λοιπόν η μηχανή γραφικών του GUN είναι από τις πλέον καλοσχεδιασμένες και λειτουργικές των τελευταίων χρόνων, η εμφάνιση αρκετών bugs καταδεικνύει πως το παιχνίδι θα ήταν σαφώς καλύτερο και πιο ολοκληρωμένο, αν οι δημιουργοί του είχαν στη διάθεσή τους μερικούς ακόμη μήνες ανάπτυξης. Τα γραφικά και τα μοντέλα των χαρακτήρων είναι λεπτομερή, το frame rate (στις εκδόσεις Xbox, PC και GC) άψογο, το animation ανθρώπων και ζώων ικανοποιητικό και το draw distance σχεδόν άριστο. Επίσης, ορισμένα εφέ, όπως οι θάμνοι που παρασύρονται από τον άνεμο και η σκόνη που σηκώνεται μέσα στις πόλεις, σε συνδυασμό με τον (πιστό στο ύφος της εποχής) σχεδιασμό των κτιρίων, δημιουργούν μια αξιόλογη και πρωτότυπη Western ατμόσφαιρα.
Παρόλα αυτά, βρεθήκαμε μπροστά σε ορισμένα παιδαριώδη λάθη που σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να βρουν το δρόμο τους προς την τελική έκδοση του παιχνιδιού. Για παράδειγμα, το collision detection (ανίχνευση επαφής) των πολυγώνων πολλές φορές είναι απαράδεκτο, καθώς ο ήρωας κυριολεκτικά χάνεται μέσα σε στοιχεία του περιβάλλοντος ή στα άλογα. Επίσης, σε πολλές μάχες οι ινδιάνοι επιτίθενται στον Colton χρησιμοποιώντας φλεγόμενα βέλη. Αν λοιπόν αυτά τα βέλη βρουν το στόχο τους (πέρα του ότι, λόγω του καπνού, χάνεται η επαφή με το περιβάλλον), ο ήρωας συνεχίζει να πολεμά και να χάνει μικρά ποσοστά υγείας, παρόλο που εκείνη τη στιγμή μοιάζει με αυτοπυρπολημένο ακτιβιστή.
Ένα τελευταίο ελάττωμα του παιχνιδιού έχει να κάνει περισσότερο με τους περιορισμούς της τεχνολογίας παρά με κακό σχεδιασμό. Αυτό το πρόβλημα εντοπίζεται στον περιορισμό στην εξερεύνηση του περιβάλλοντος. Ενώ λοιπόν (εικονικά) μπορούμε να μεταβούμε σχεδόν οπουδήποτε επιθυμούμε, διαπιστώσαμε πως σε πολλά σημεία του χάρτη υπάρχουν αόρατοι τοίχοι που υποδηλώνουν το «τέλος» του παιχνιδιού. Η αλήθεια είναι πως για να φτάσουμε από τον ένα τοίχο στον άλλο (ειδικά στον οριζόντιο άξονα) χρειάζονται περίπου 15 λεπτά πραγματικού χρόνου και ιππεύοντας, όμως εκτιμούμε πως η Neversoft θα μπορούσε να είχε βρει μια καλύτερη λύση της ψευδαίσθησης ενός απέραντου και χωρίς όρια κόσμου.
Σε κάθε περίπτωση, το GUN μας άφησε με τις καλύτερες των εντυπώσεων. Είναι η πρώτη φορά που συναντήσαμε σωστά υλοποιημένο gameplay ύφους Grand Theft Auto από studio πλην της Rockstar, ενώ το Western σκηνικό είναι –προσωπικά- ένα από τα αγαπημένα μας θέματα. Τα production values του τίτλου είναι υψηλά, τις φωνές των χαρακτήρων δανείζουν ηθοποιοί όπως οι Kris Kristofferson (Blade), Lance Henriksen (Aliens), Ron Perlman (Hellboy), Tom Skerritt (Contact) και Brad Dourif (The Lord of the Rings), ενώ η μουσική μοιάζει να βγήκε μέσα από κινηματογραφική παραγωγή. Παρόλα αυτά, τα διάφορα bugs της μηχανής γραφικών μάς άφησαν μια πικρή γεύση στο στόμα. Τώρα που μπήκαν τα σωστά θεμέλια, περιμένουμε με αδημονία το δεύτερο και σαφώς βελτιωμένο μέρος αυτού του νέου και πολλά υποσχόμενου franchise. Μας συγχωρείτε, αλλά πρέπει να φύγουμε για να γυαλίσουμε τα εξάσφαιρά μας….
Widescreen Ναι
Progressive Scan 480p (μόνο στην έκδοση Xbox)
PAL 60 Hz Ναι (μόνο στις εκδόσεις Xbox, GC)
Ήχος Stereo/ Dolby Surround Pro Logic II/ DD 5.1 (μόνο στην έκδοση Xbox)