Μια διαφορετκή έκδοση του COD 2, για τις κονσόλες. Καταφέρνει το Big Red One να δικαιώσει το θρυλικό όνομα της σειράς;
Αγώνας για την ελευθερία
Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση του Call of Duty 2 για τις κονσόλες πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι: Δεν έχουμε να κάνουμε με μια μεταφορά του Call of Duty 2 των υπολογιστών, που σας παρουσιάσαμε πριν από δύο ημέρες, αλλά με ένα εντελώς διαφορετικό παιχνίδι. Όπως είχε συμβεί και με τον πρώτο τίτλο της σειράς (Finest Hour), έτσι και με το Big Red One, το σενάριο είναι εντελώς διαφορετικό και καταπιάνεται με την ιστορία της μεραρχίας Big Red One, την παλαιότερη και πιο ιστορική των Η.Π.Α. Μέσα από τα μάτια ορισμένων στρατιωτών αυτής της μεραρχίας, οι παίκτες θα ζήσουν αρκετές συναρπαστικές στιγμές, οι οποίες είναι βασισμένες σε πραγματικά γεγονότα και αποστολές του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Προκειμένου να αυξήσει ακόμη περισσότερο τη γνησιότητα του παιχνιδιού της, η Activision φρόντισε ώστε να χρησιμοποιήσει όλους τους ηθοποιούς που πρωταγωνίστησαν στη -θρυλική πλέον τηλεοπτική σειρά- Band of Brothers, καθώς επίσης βετεράνους του πολέμου και στρατιωτικούς συμβούλους, οι οποίοι πιστοποίησαν το σχεδιασμό των αποστολών και τις διάφορες εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια των μαχών.
Στο Call of Duty 2 Big Red One, οι αποστολές θα φέρουν τους παίκτες σε γνωστά θέατρα πολέμου, όπως η Βόρειος Αφρική, η Ιταλία και η κεντρική Ευρώπη, ενώ τα γεγονότα εξελίσσονται σε μια χρονική διάρκεια περίπου τεσσάρων χρόνων. Έχουμε λοιπόν το σίγουρο (εμπορικά) υπόβαθρο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, υψηλά production values, ένα νέο στούντιο στο τιμόνι της ανάπτυξης και το μεγάλο όνομα «Call of Duty». Τι θα μπορούσε να πάει στραβά; Αυτό θα το δούμε παρακάτω.
Ως είθισται με τα παιχνίδια που αντλούν τη θεματολογία τους από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έτσι και το Big Red One ανοίγει την αυλαία του με μια άκρως εντυπωσιακή σκηνή. Βρισκόμαστε στο 1944 και η μεραρχία Big Red One εισβάλει στο Βέλγιο για να το ελευθερώσει από το ζυγό των Ναζί. Αυτή η πρώτη αποστολή και τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκειά της, είναι ικανή να σε κάνει να μείνεις άναυδος και να αγαπήσεις με την πρώτη ματιά αυτό το παιχνίδι. Ενώ ο παίκτης ελέγχει τον στρατιώτη του, την ίδια στιγμή στο χάρτη επικρατεί ένα πανδαιμόνιο. Τα πυροβόλα που βομβαρδίζουν τις θέσεις των συμμάχων, τα αεροπλάνα που εφορμούν σπέρνοντας τον θάνατο, τα κτίρια που φλέγονται, οι σφαίρες που σχίζουν τον αέρα και οι φωνές των τραυματιών που εκλιπαρούν για βοήθεια δημιουργούν ένα σύνολο απίστευτου ρεαλισμού, σε τέτοιο βαθμό που είναι ικανό να προκαλέσει πανικό στον παίκτη.
Αναμφισβήτητα, η σκηνοθεσία του Big Red One είναι από τις κορυφαίες που έχουμε συναντήσει σε videogame τα τελευταία χρόνια. Παρά λοιπόν το τόσο εντυπωσιακό σκηνικό που έχει στηθεί, τα πρώτα προβλήματα κάνουν γρήγορα αισθητή την παρουσία τους. Σε αντίθεση με την Infinity Ward (δημιουργό του Call of Duty 2), η Treyarch σχεδίασε το Big Red One (άγνωστο γιατί), ως ένα απολύτως γραμμικό παιχνίδι.
Παρόλο που ο παίκτης έχει μπροστά του έναν τεράστιο χάρτη που -φαινομενικά- μπορεί να εξερευνήσει, αν δοκιμάσει να μεταβεί στο επόμενο objective -που ορίζεται από ένα αστέρι στην πυξίδα του- από πολλαπλά μονοπάτια, θα διαπιστώσει πως αυτό είναι αδύνατο. Αόρατοι τοίχοι εμποδίζουν το πέρασμα σε σημεία που θα έπρεπε να είναι προσβάσιμα, ενώ είναι αδύνατο να προσπεραστούν κατεστραμμένοι τοίχοι ύψους μόλις ενός μέτρου. Βέβαια, θα σκεφτείτε πως οι αόρατοι τοίχοι είναι ένα φαινόμενο που λίγο-πολύ συναντάμε σε όλα τα παιχνίδια, όμως το να έχεις σχεδιάσει έναν τεράστιο χάρτη και να μην επιτρέπεις στον πολυγωνικό σου χαρακτήρα να προχωρήσει πουθενά αλλού, εκτός του προσχεδιασμένου μονοπατιού που έχεις καθορίσει, είναι μια απαρχαιωμένη μηχανική που πρέπει πλέον να απορριφθεί από τους developers. Το δεύτερο μεγάλο μειονέκτημα του Big Red One εντοπίζεται στις scripted sequences. Τα πάντα σε αυτό το παιχνίδι εξελίσσονται βάσει προκαθορισμένων γεγονότων που αποτρέπουν τον παίκτη από το να προσπαθήσει να σκεφτεί το δικό του τρόπο για να φέρει εις πέρας μια αποστολή και συνεπώς κλέβουν σημαντικά ποσοστά από την απόλαυση που θα προσέφερε η εξερεύνηση του χώρου.
Για παράδειγμα, στις αποστολές στη Βόρειο Αφρική και όταν οι Αμερικανοί επιτίθενται σε μια αεροπορική βάση των Ναζί, ο παίκτης είναι αναγκασμένος να περιμένει τη στιγμή που η AI θα πλησιάσει σε μια πόρτα για να την ανοίξει, ούτως ώστε να μπορέσει να προχωρήσει στο επόμενο δωμάτιο. Η δυνατότητα ανοίγματος της πόρτας από τον παίκτη δεν υπάρχει, έτσι λοιπόν, αν για κάποιο λόγο η ΑΙ καθυστερήσει, τότε φτάνουμε στο σημείο να παραμένουμε άπραγοι περιμένοντας να ξεκινήσει η ρουτίνα. Το ευχάριστο είναι πως τα μειονεκτήματα του Big Red One κάπου εδώ τελειώνουν. Αν και τα προαναφερθέντα προβλήματα σαφώς και δεν είναι αμελητέα, το παιχνίδι της Activision διαπρέπει σε όλους τους υπόλοιπους τομείς, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός πολύ καλού συνόλου.
Οι μάχες ζωντανεύουν
To Call of Duty 2: Big Red One, στον τομέα των γραφικών, κάνει ένα βήμα μπροστά συγκρινόμενο με τον προκάτοχό του. Η βασική μας δοκιμή έγινε με την έκδοση Xbox, αλλά είχαμε τη δυνατότητα να δούμε το παιχνίδι και στο PlayStation 2. Τα αποτελέσματα ήταν -φυσικά- τα αναμενόμενα. Μπορεί το Big Red One να έχει προγραμματιστεί με γνώμονα τον χαμηλότερο παρανομαστή (βλέπε PlayStation 2), όμως οι μεγάλες δυνατότητες του Xbox επιτρέπουν στο παιχνίδι να τρέχει με πολύ καλύτερο frame rate και με πιο «καλογυαλισμένα» γραφικά. Το σίγουρο είναι πως και στις δύο εκδόσεις και παρά το μεγάλο βάρος των γραφικών, το παιχνίδι τρέχει εξαιρετικά. Η ταχύτητα της 3D μηχανής κυμαίνεται σε ικανοποιητικά επίπεδα, ενώ στην έκδοση Xbox, μικρές λεπτομέρειες όπως οι υφές στις στολές των στρατιωτών και των βράχων, οι καπνοί, οι φλόγες και το νερό είναι σαφώς ρεαλιστικότερες.
Εξαιρετικού σχεδιασμού είναι και τα μοντέλα των χαρακτήρων, τα οποία ξεπερνούν κατά πολύ τα αντίστοιχα του Finest Hour και αγγίζουν τα επίπεδα του πρώτου Call of Duty για τους υπολογιστές. Ορισμένα φαινόμενα flickering, κυρίως στην απεικόνιση των δέντρων, μειώνουν το επίπεδο του ρεαλισμού των γραφικών, όμως σε ένα φρενήρες παιχνίδι σαν το Big Red One, όπου η κόλαση του πολέμου ζωντανεύει μπροστά στα μάτια του παίκτη, τέτοια μειονεκτήματα έχουν πολύ μικρή σημασία.
Επίσης, οι συχνές εναλλαγές στα τοπία όπου διεξάγονται οι μάχες και η εμφάνιση ορισμένων αποστολών, όπου πρέπει να πάρουμε τη θέση ενός πολυβολητή (σε αντιαεροπορικό πυροβόλο ή στο πολυβολείο ενός βομβαρδιστικού αεροπλάνου), αυξάνουν σημαντικά την ποικιλία των γραφικών, αλλά και του gameplay. Σε αυτήν την ποικιλία, σημαντική συμβολή έχουν και τα on-rails επίπεδα όπου χρησιμοποιούνται άρματα μάχης. Η ιδιομορφία αυτών των επιπέδων έχει να κάνει με την κάμερα της απεικόνισης. Αυτές οι αποστολές μπορούν να ολοκληρωθούν είτε από κάμερα πρώτου (όπως στις απλές αποστολές πεζικού) ή από άποψη τρίτου. Ο χειρισμός αυτών των αρμάτων είναι εξαιρετικός, και παρόλο που η πορεία είναι και εδώ απολύτως γραμμική, η δυνατότητα μάχης με άρμα δίνει μια νέα διάσταση στη σειρά Call of Duty για τις κονσόλες.
Για τους έχοντες σύνδεση DSL, που είναι ταυτόχρονα και συνδρομητές της υπηρεσίας Xbox Live, το Call of Duty 2: Big Red One προσφέρει δυνατότητα multiplayer χαρτών μέσα από τα κλασικά Deathmatch, Team Deathmatch, Capture the Flag και Domination modes, τα οποία διατίθενται και στην έκδοση PlayStation 2. Οι κάτοχοι GameCube θα πρέπει να αρκεστούν σε απλό single player.
Σε ό,τι έχει να κάνει με τον ήχο υπάρχουν δύο σημεία αναφοράς. Στο πρώτο αναφερθήκαμε στην αρχή του κειμένου, δηλαδή στη χρήση των ηθοποιών που πρωταγωνίστησαν στην πολεμική τηλεοπτική σειρά Band of Brothers. Αν σε αυτό προσθέσετε τον απίστευτα ρεαλιστικό πολυκάναλο ήχο της έκδοσης Xbox (οι εκδόσεις PS2 και GC, τα καταφέρνουν εξίσου καλά με το αναλογικό Pro Logic II), τότε μπορείτε να φανταστείτε την εκπληκτική ατμόσφαιρα που δημιουργείται. Αν και δεν καταφέρνει να αγγίξει το μεγαλείο του Call of Duty 2 των υπολογιστών, το Big Red One είναι αναμφισβήτητα ένα από τα καλύτερα FPS της χρονιάς. Η αίσθηση της μάχης περνά αυτούσια στον παίκτη, ενώ ορισμένες από τις εντυπωσιακότερες πολεμικές εικόνες που σχεδιάστηκαν για videogame θα σας αφήσουν κυριολεκτικά άναυδους. Σίγουρα μιλάμε για έναν εξαιρετικό τίτλο, όμως εκτιμούμε πως, παρόλη την κορυφαία ατμόσφαιρα που χαρακτηρίζει αυτό το παιχνίδι, λίγο μεγαλύτερο βάρος στην ελευθερία κινήσεων και στο σχεδιασμό των επιπέδων σίγουρα θα βοηθούσε το πόνημα της Treyarch να αναρριχηθεί σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα.
Widescreen Ναι
Progressive Scan 480p (μόνο στην έκδοση Xbox)
PAL 60 Hz Ναι (μόνο στις εκδόσεις Xbox, GC)
Ήχος Stereo, Dolby Surround Pro Logic II, DD 5.1 (μόνο στην έκδοση Xbox)