Το δεύτερο project της Capcom για το Xbox 360 ανεβάζει στα ύψη τις, υπό το μηδέν, θερμοκρασίες
Το δεύτερο project της Capcom για το Xbox 360 ανεβάζει στα ύψη τις, υπό το μηδέν, θερμοκρασίες
Λατρεύουμε τα παιχνίδια της παλιάς σχολής. Ξέρετε, εκείνα τα παιχνίδια που δεν απαιτούν από τον παίκτη να κατέχει τη δυνατότητα ανάλυσης υπαρξιακών και φιλοσοφικών ανησυχιών και που, απλά, προσφέρουν «ανεγκέφαλη» και χωρίς περιορισμούς δράση. Άλλωστε, η Ιστορία των videogames έχει αποδείξει περίτρανα ότι για κάθε Final Fantasy VII, Vagrant Story και Fahrenheit, υπάρχει ένα Metal Slug ή ένα Contra για να εξισορροπήσει την κατάσταση. Ναι, το Lost Planet: Extreme Condition είναι ένας φόρος τιμής στα παιχνίδια εκείνης της εποχής, ένα «next-gen Contra», ένα παιχνίδι που ποτέ δεν υποκρίνεται ότι είναι κάτι περισσότερο από αυτό που δείχνει: Ένα απλοϊκό, γραμμικό, χωρίς ίχνος εξέλιξης μεν, πανέμορφο και άκρως απολαυστικό παιχνίδι δράσης δε.
Σε αντίθεση με το έτερο αποκλειστικό πόνημα της Capcom για το Xbox 360, το Dead Rising, με τη δημιουργία του Lost Planet η ιαπωνική εταιρεία αποφάσισε να ακολουθήσει έναν διαφορετικό δρόμο, ένα δρόμο που έχει τις καταβολές του στην ίδια τη γέννηση των videogames, όταν τα arcades φτιάχνονταν με τέτοιο τρόπο ώστε να «κλέβουν» όσο τα δυνατόν περισσότερα χρήματα από τους παίκτες. Εδώ δεν υπάρχουν πολλαπλά μονοπάτια (εκτός από κάποιες υποτυπώδεις επιλογές που θα δούμε σε λίγο) στην εξέλιξη των αποστολών, ανάπτυξη χαρακτήρων επιπέδου RPG ή μηχανικές, που μόνο κάποιος με “Master” στα videogames θα μπορούσε να κατανοήσει. Εδώ τα όπλα έχουν τον πρώτο λόγο και αυτό είναι που μας αρέσει…
Παρόλα αυτά, ως παιχνίδι της Capcom το Lost Planet δεν θα μπορούσε να μην είχε μια, το λιγότερο, ενδιαφέρουσα ιστορία και ένα παρασκήνιο γεμάτο μυστήρια, προδοσίες και συνωμοσίες. Η αυλαία λοιπόν ανοίγει με μια μικρή αναδρομή στην Ιστορία της ανθρωπότητας και στο πως αυτή αποφάσισε να αφήσει πίσω της τον γερασμένο πλανήτη Γη προς αναζήτηση μιας νέας πατρίδας. Το όνειρο αυτής της νέας πατρίδας βρήκε υπόσταση σε έναν απομακρυσμένο, παγωμένο πλανήτη, ωστόσο, όταν οι άνθρωποι αποφάσισαν να εγκατασταθούν σε αυτόν, οι προηγούμενοι «ένοικοί» του, δεν τους υποδέχθηκαν με ανοιχτές αγκάλες. Για την ακρίβεια, τα Akrids, κάποια πλάσματα που αποτελούν γιγάντιες εκδόσεις των εντόμων της Γης (και θυμίζουν υπερβολικά τα τέρατα της κινηματογραφικής παραγωγής Starship Troopers), ήταν ιδιαίτερα εχθρικά προς τους ανθρώπους, αναγκάζοντάς τους έτσι να φύγουν από τον πλανήτη.
Βέβαια, το γεγονός πως οι άνθρωποι ανακάλυψαν ότι τα Akrids, αντί για αίμα, είχαν στις φλέβες τους μια σπάνια και πολύτιμη θερμική μορφή ενέργειας, τους έκανε να αναθεωρήσουν τη στάση τους και να επιστρέψουν στον παγωμένο πλανήτη, αυτή τη φορά καλύτερα εξοπλισμένοι, έχοντας πλέον στην κατοχή τους τις Vital Suits. Πρακτικά, οι VS δεν είναι τίποτα περισσότερο από Mechs διαφόρων τύπων και μεγεθών, τα οποία έχουν εξαιρετική δύναμη πυρός, μια δύναμη πυρός που αποδεικνύεται εξαιρετικά χρήσιμη στις φρενήρεις και δύσκολες μάχες κατά των Akrids.
Το Lost Planet ξεκινά δείχνοντάς μας μια διμοιρία στρατιωτών να αντιμετωπίζει ένα τεράστιο Akrid, το οποίο οι άνθρωποι έχουν βαφτίσει «Green Eye». Μέλη αυτής της ομάδας στρατιωτών είναι ο Wayne (ο πρωταγωνιστής του παιχνιδιού, του οποίου η μορφή είναι δανεισμένη από τον Kορεάτη ηθοποιό Lee Byung Hun) και ο πατέρας του. Μετά από ορισμένες κινηματογραφικές σκηνές που θα αφήσουν εποχή στα videogames για την ποιότητά τους και ένα σύντομο tutorial επίπεδο, βλέπουμε ότι ο πατέρας του Wayne πεθαίνει, ο ήρωάς μας τραυματίζεται –παθαίνοντας συγχρόνως αμνησία- και η περιπέτεια ξεκινά. Όπως προαναφέραμε, παρόλο που το παιχνίδι διαθέτει ένα σενάριο με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αυτό αναπτύσσεται μόνο κατά τη διάρκεια των διαφόρων κινηματογραφικών σκηνών που παρεμβάλλονται μεταξύ των αποστολών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το κυρίως gameplay του Lost Planet δεν καταπιάνεται σχεδόν καθόλου με τα τεκταινόμενα της ιστορίας που εξελίσσεται στον παγωμένο πλανήτη, αλλά εστιάζει αποκλειστικά και μόνο στις απολαυστικές μάχες, κάτι που- ειδικότερα μετά την εμφάνιση του Gears of War- θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μειονέκτημα. Αλλά το τονίσαμε στην αρχή και το επαναλαμβάνουμε για μια ακόμη φορά: το Lost Planet είναι «next-gen retro» και αποδεχόμενοι αυτή τη διαπίστωση από την αρχή, είναι σίγουρο πως το «χάπι» του γραμμικού, επαναλαμβανόμενου gameplay που διέπει το παιχνίδι της Capcom θα μπορεί να καταποθεί με μεγαλύτερη ευκολία. Τι εννοούμε λέγοντας «γραμμικό» και «επαναλαμβανόμενο» gameplay;
Η εξήγηση έρχεται από την ίδια τη δομή του παιχνιδιού και τον τρόπο που το ένα επίπεδο/ αποστολή διαδέχεται το άλλο. Σκοπός του παίκτη είναι να αναλάβει τον έλεγχο του Wayne και χρησιμοποιώντας τον, είτε πεζό, είτε αυτός βρίσκεται μέσα σε κάποιο VS, να ξεκινήσει έναν αγώνα εξολόθρευσης των Akrids, καθώς επίσης και ορισμένων φατριών από Snοw Pirates, δηλαδή από ανθρώπους που, όταν οι υπόλοιποι αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τον αφιλόξενο παγωμένο πλανήτη, εκείνοι αποφάσισαν να εγκαταστήσουν τα άντρα τους σε πολλά σημεία αυτού. Τα επίπεδα ακολουθούν μια συγκεκριμένη πορεία, δεν χρειάζεται καθόλου backtracking ή ενδελεχής εξερεύνηση κτιρίων και το μόνο που απαιτείται είναι η πορεία από το σημείο Α στο σημείο Β, εξολοθρεύοντας οτιδήποτε βρίσκεται ενδιάμεσα και κινείται. Αφού γίνει αυτό, ακολουθεί μια κινηματογραφική σκηνή, που από τη μια ολοκληρώνει τα μέχρι εκείνη τη στιγμής πεπραγμένα και, από την άλλη, λειτουργεί ως πρελούδιο για την επόμενη αποστολή του Wayne.
{PAGE_BREAK}
Όσον αφορά στις μάχες του Lost Planet (άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα αμιγές action/ shooter) αυτές χωρίζονται σε δύο σημεία. Το πρώτο και πιο ενδιαφέρον έχει να κάνει με τον αγώνα του Wayne κατά των Akrids. Αυτά τα πλάσματα είναι και πολυπληθή, αλλά και τεράστια σε μέγεθος, με τα μικρότερα να είναι «ακρίδες» μεγέθους όσο ένα άλογο και τα μεγαλύτερα –τα οποία είναι και τα «αφεντικά» του παιχνιδιού- να φτάνουν σε μέγεθος τους κολοσσούς που είχαμε αντιμετωπίσει στο Shadow of the Colossus της Sony. Η αλήθεια είναι ότι οι μάχες με αυτά τα αφεντικά είναι πραγματικά αξιομνημόνευτες και από τις πλέον συναρπαστικές που έχουμε βιώσει μέχρι σήμερα.
Αν και οι μηχανικές που χαρακτηρίζουν αυτές τις μάχες υπόκεινται στον παραδοσιακό trial and error σχεδιασμό του παρελθόντος (όλα τα αφεντικά έχουν μια συγκεκριμένη συμπεριφορά και πορεία μέσα στον χάρτη, ή αλλιώς «pattern» και ο παίκτης, απλά, πρέπει να βρει το αδύναμο σημείο τους για να τα εξολοθρεύσει), το μέγεθος και μόνο αυτών των πλασμάτων προκαλεί δέος και δίνει το έναυσμα για ορισμένες από τις πιο συναρπαστικές gaming στιγμές των τελευταίων χρόνων. Εντούτοις, σε άμεση αντίθεση με τις απολαυστικές αυτές αναμετρήσεις με τα κολοσσιαία αφεντικά του Lost Planet, βρίσκονται οι αντίστοιχες με τους Snow Pirates. Είτε μιλάμε για τις εντός των επιπέδων μάχες με τους απλούς στρατιώτες, είτε για κάποιο αφεντικό που χρησιμοποιεί ένα VS, η χαμηλή τεχνητή νοημοσύνη των ανθρωπίνων χαρακτήρων μειώνει δραματικά και τον βαθμό πρόκλησης, αλλά και την ποιότητα του γενικότερου αποτελέσματος που προσφέρει το Lost Planet στον παίκτη.
Αυτό το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο έντονο στις αποστολές όπου μοναδικοί αντίπαλοι του Wayne είναι οι Snow Pirates ή, αργότερα, οι στρατιώτες ενός οργανισμού. Παίζοντας σε αυτά τα επίπεδα προδίδεται η αδυναμία στο level design του παιχνιδιού, η γραμμική φύση που το χαρακτηρίζει και, όπως προείπαμε, η πολύ χαμηλή τεχνητή νοημοσύνη των αντιπάλων. Κατά συνέπεια, πολλά από τα 12 επίπεδα του Lost Planet μοιάζουν ως «αναγκαίο κακό» και ως (αδύναμοι) συνδετικοί κρίκοι προς τη στιγμή που θα φτάσεις στο επόμενο εντυπωσιακό και κολοσσιαίο αφεντικό. Βέβαια, φαίνεται ότι η Capcom αντιλήφθηκε εγκαίρως αυτήν την αναιμική εξέλιξη και φρόντισε να προσθέσει εντός των επιπέδων ορισμένες πινελιές, οι οποίες, εν τέλει, μόνο καλό κατάφεραν να κάνουν στο παιχνίδι της. Ένα κλασικό παράδειγμα τέτοιας προσθήκης είναι αυτή της Thermal Energy.
Ουσιαστικά, έχουμε να κάνουμε με την υγεία του παίκτη, η οποία μειώνεται συνεχώς λόγω του δριμύτατου ψύχους που επικρατεί στον πλανήτη. Λύση σε αυτό το πρόβλημα έρχεται σκοτώνοντας τα Akrids και τους Snow Pirates και συλλέγοντας την δική τους Thermal Energy. Αυτή η προσθήκη στο gameplay του τίτλου το καθιστά αυτομάτως ως ταχύτατο, ωθώντας τον παίκτη να μην μένει σχεδόν ποτέ άπραγος και να κυνηγά συνεχώς τους αντιπάλους του, τα datapost που την αναπληρώνουν ή το τέλος του επιπέδου που οδηγεί προς την επιβίωση. Αν και ο Wayne σπάνια μένει χωρίς Thermal Energy από το ψύχος και μόνο, τα διάφορα χτυπήματα που δέχεται από τους εχθρούς του την μειώνουν αισθητά. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο λειτουργούν και τα VS, η δεύτερη επιτυχής προσθήκη στο γενικότερο gameplay του Lost Planet.
Ενώ θα περίμενε κανείς ότι τα VS θα τα έβρισκε μόνο σε ελάχιστες και συγκεκριμένες περιπτώσεις, η Capcom τα προσφέρει απλόχερα και σε μεγάλη ποικιλία. Πολλά από αυτά τα VS είναι βαριά και δυσκίνητα θυμίζοντας τα Mechs από ένα άλλο κλασικό και αποκλειστικό παιχνίδι της Capcom για κονσόλα της Microsoft με τον τίτλο Steel Battalion, ενώ κάποια άλλα είναι μικρά, μπορούν και ανυψώνονται στον αέρα για λίγα δευτερόλεπτα και έχουν τη δυνατότητα μετατροπής τους σε snowmobiles με το πάτημα ενός κουμπιού. Το εντυπωσιακό είναι ότι, σε ορισμένα από τα επίπεδα, ο παίκτης μπορεί να επιλέξει με ποιο τρόπο θα τα ολοκληρώσει, αφού δίνονται κάποιες υποτυπώδεις μεν, χρήσιμες δε, επιλογές πορείας. Για παράδειγμα, ένα επίπεδο περίπου στο μέσο του παιχνιδιού ζητά από τον Wayne να ανέβει στην κορυφή ενός βουνού μέσα από τις εγκαταστάσεις ενός εργοστασίου.
Αυτό μπορούμε να το πράξουμε είτε χρησιμοποιώντας ένα VS με δυνατότητα άλματος που υπάρχει στο χώρο, είτε χρησιμοποιώντας το grappling hook που έχει στην κατοχή του ο πρωταγωνιστής, ένα αξεσουάρ όχι και τόσο επιτυχές στην εφαρμογή του, αλλά χρήσιμο πάραυτα. Σε κάθε περίπτωση, τα VS είναι μια από τις καλύτερες προσθήκες μηχανοκίνητου οχήματος που έχουμε δει σε παιχνίδια τα τελευταία χρόνια και, εκτός του ότι προσφέρει σημαντική ποικιλία στο παιχνίδι, δίνει τη δυνατότητα επιλογής στον τρόπο που θα προσεγγίσει τις μάχες και, τελικά, θα ολοκληρώσει τις αποστολές ο παίκτης.
Αν και μέχρι στιγμής τα καινούργια στοιχεία που φέρνει στο προσκήνιο το Lost Planet είναι ελάχιστα, στον τομέα της τεχνολογίας γραφικών πραγματικά διαπρέπει. Εκτός του ότι ο Wayne διαθέτει ένα από τα ρεαλιστικότερα animations των τελευταίων χρόνων, το οποίο γίνεται ακόμα πιο εντυπωσιακό όταν δέχεται ένα χτύπημα ή όταν προσπαθεί να χρησιμοποιήσει το όπλο ενός VS που αποσπά από το κυρίως σώμα του Mech, το σύνολο των γραφικών σε αυτό το παιχνίδι είναι χάρμα οφθαλμών. Η Capcom χρησιμοποίησε στην απεικόνιση ένα υπέροχο γαλαζωπό φίλτρο, το οποίο εντείνει την αίσθηση του ψύχους, ενώ ορισμένα particle εφέ, όπως αυτά του χιονιού, των εκρήξεων και του καπνού, κυριολεκτικά, θέτουν νέα δεδομένα στην τεχνολογία των γραφικών. Για το τελικό αποτέλεσμα στην απεικόνιση των κολοσσιαίων αφεντικών που προαναφέραμε δεν έχουμε να πούμε πολλά. Εξαιρουμένου του Shadow of the Colossus, τα τέρατα που αντιμετωπίζει ο Wayne στο Lost Planet είναι ό,τι πιο εντυπωσιακό έχουμε δει μέχρι σήμερα σε παιχνίδι.
Αν και το Lost Planet δεν μπορεί να πλησιάσει την ποιότητα και την απόλαυση που χάρισαν τίτλοι-σημεία αναφοράς των προηγούμενων μηνών όπως οι Gears of War και Rainbow Six: Vegas, είναι σαφές ότι έχουμε να κάνουμε με ένα καλοφτιαγμένο παιχνίδι, με εξαιρετικά γραφικά, απολαυστικό gameplay και ικανοποιητική διάρκεια (πάντα σύμφωνα με τα δεδομένα της κατηγορίας), η οποία αγγίζει τις 10 με 12 ώρες. Η γραμμικότητα των αποστολών του είναι έντονη και ορισμένες εξ αυτών είναι, το λιγότερο, μέτριες λόγω της πολύ κακής AI των ανθρωπίνων χαρακτήρων. Ωστόσο, αυτά τα μειονεκτήματα δεν είναι ικανά να μειώσουν σημαντικά τη γενικότερη, υψηλή, ποιότητα του τίτλου της Capcom. Και δεδομένου ότι η εποχή που διανύουμε δεν χαρακτηρίζεται και ως η καλύτερη του έτους σε ό,τι αφορά τις κυκλοφορίες νέων παιχνιδιών, το Lost Planet: Extreme Condition μπορεί με ευκολία να χαρακτηριστεί ως μια από τις καλύτερες αγορές που θα μπορούσαν να κάνουν οι κάτοχοι Xbox 360.
Γιώργος Καλλίφας
Ανάλυση οθόνης 480i/ 480p/ 720p/ 1080i
Widescreen Ναι
PAL 60Hz Ναι
Ήχος Stereo/ Surround/ DD 5.1
PEGI 16+