Μια από τις πιο απλοϊκές αλλά ευχάριστες προσθήκες στο launch line-up του PS3
Μια από τις πιο απλοϊκές αλλά ευχάριστες προσθήκες στο launch line-up του PS3
Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από την κυκλοφορία του Baldur’s Gate: Dark Alliance, ενός τίτλου που έφερε στο προσκήνιο τα action/ RPGs των δυτικών στούντιο και που δημιούργησε μια ολόκληρη σχολή. Έκτοτε, η συνταγή του Dark Alliance αντιγράφθηκε πολλάκις από παιχνίδια όπως τα Champions of Norrath, Dungeons & Dragons Heroes, Bard’s Tale και της συνέχειας του αρχικού τίτλου, του Dark Alliance 2, όμως κανένα από αυτά δεν κατάφερε να πλησιάσει το μεγαλείο του πονήματος της Black Isle. Αν και όλες οι προαναφερθείσες προσπάθειες είχαν εμφανιστεί σε οικιακά συστήματα, υπήρξε και μια αντίστοιχη σειρά αποκλειστική για το PSP. Το όνομα αυτής είναι Untold Legends και είχε δημιουργηθεί από την Sony Online Entertainment για το φορητό της «αδελφής» Sony Computer Entertainment.
Παρόλο που τα δύο επεισόδια της σειράς Untold Legends (Brotherhood of the Blade και The Warrior’s Code) ακολουθούσαν την πεπατημένη και βασιζόντουσαν ολοκληρωτικά επάνω στο οικοδόμημα και στη φιλοσοφία του Dark Alliance, κρίθηκαν ως αξιόλογες και απολαυστικές προσθήκες στο genre, αλλά και ως ιδανικές επιλογές για portable gaming. Πλέον, ο κύκλος έκλεισε και η SOE αποφάσισε να προσφέρει στο κοινό μια έκδοση της σειράς για το PlayStation 3 και ενώ το Untold Legends: Dark Kingdom δεν καινοτομεί σε κανένα επίπεδο, βασίζεται σε ένα gameplay που είναι τόσο παλιό όσο και το Diablo και διαθέτει γραφικά, που μετά βίας μπορούν να χαρακτηριστούν ως «next-gen», δεν παύει να είναι ένα χορταστικό action/RPG, το οποίο και μοναδική πρόταση αποτελεί για τη νέα κονσόλα της Sony, αλλά και ορισμένες ευχάριστες ώρες είναι σε θέση να προσφέρει.
Αν και όλο το είναι της σειράς Untold Legends βασίζεται σε ένα ελκυστικό high fantasy σύμπαν γεμάτο όσα στοιχεία θα περίμενε να βρει κανείς από κάτι σχετικό, το σίγουρο είναι ότι εδώ δεν θα βρείτε σενάριο, ανάπτυξη χαρακτήρων και μορφές εφάμιλλες αυτών που μας προσφέρει εδώ και δεκαετίες η Wizards of the Coast. Το σενάριο του Dark Kingdom δεν ξεφεύγει από αυτήν τη μετριότητα και περιορίζεται σε μια επιδερμική αφήγηση, η οποία δίνει το έναυσμα για ατελείωτο hack ‘n’ slash και μάχες με μυριάδες εχθρούς. Φτωχό και σε ό,τι έχει να κάνει με την ποικιλία των διαθέσιμων χαρακτήρων είναι το παιχνίδι της SOE, καθώς δεν προσφέρει παρά μόνο τρεις κλασικές επιλογές. Βρισκόμαστε λοιπόν στο βασίλειο του Dureth, του οποίου η ειρήνη και η ασφάλεια απειλείται από μια σκοτεινή δύναμη.
Τρεις πολεμιστές, μέλη της φατρίας Dragon Shade, καλούνται από τον βασιλιά να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο που ελλοχεύει, ωστόσο, στην πορεία μάς αποκαλύπτεται ότι ο ίδιος ο ηγέτης της χώρας είναι η σκοτεινή απειλή και πρέπει αυτόν να εξολοθρεύσουμε προκειμένου να επαναφέρουμε την τάξη. Οι τρεις διαθέσιμοι χαρακτήρες του Dark Kingdom αποτελούν την πεμπτουσία των κλισέ στο genre και περιγράφουν έναν θηριώδη και εξαιρετικά δυνατό πολεμιστή (Warrior), μια λυγερή και ταχύτατη κλέφτρα (Scout) και έναν ηλικιωμένο, αλλά εξαίρετο χρήστη ξορκιών μάγο (Mage). Ως είθισται, κάθε ένας από αυτούς τους χαρακτήρες είναι εξοπλισμένος με δύο διαφορετικές επιθέσεις –μια απλή και γρήγορη και μια ισχυρή, αλλά πιο αργή στην εκτέλεση- οι οποίες, όταν εκτελεστούν ανάλογα, οδηγούν στην εξαπόλυση ορισμένων εντυπωσιακών και άκρως αποτελεσματικών combos.
To θετικό στο σύστημα μάχης του Dark Kingdom εντοπίζεται στην πληρότητα, αλλά και στα δύο πρόσωπα που διαθέτει. Οι παίκτες που θα επιθυμήσουν να ψάξουν βαθιά για το κάτι παραπάνω και να μάθουν όλα τα μυστικά που έχει να προσφέρει ο χαρακτήρας τους, θα διαπιστώσουν ότι το σύστημα μάχης έχει πολλά να προσφέρει και πως οι διαθέσιμες κινήσεις είναι δεκάδες. Από την άλλη, αν κάποιος δεν έχει τη διάθεση να αποκτήσει «master» στο Dark Kingdom, θα διαπιστώσει ότι και πάλι μπορεί να προχωρήσει με άνεση στην περιπέτεια κάνοντας χρήση απλά και μόνο των βασικών κινήσεων και, ενίοτε, των ειδικών δυνάμεων του εκάστοτε χαρακτήρα. Αυτό είναι ένα στοιχείο που έκανε το Baldur’s Gate: Dark Alliance να διαπρέψει και είναι ευχάριστο να βλέπεις ότι πέρασε και στο Dark Kingdom.
Το παιχνίδι της SOE βαδίζει σε ασφαλή μονοπάτια και σε ό,τι έχει να κάνει με τις γενικότερες κλασικές λειτουργίες που χαρακτηρίζουν ένα action/ RPG. Καθώς οι ήρωες εξολοθρεύουν τους εχθρούς τους κερδίζουν ανάλογα ποσά βαθμών εμπειρίας και, όταν αυτοί οι βαθμοί φτάσουν στο απαιτούμενο επίπεδο, τότε μπορούμε να προχωρήσουμε σε level-up και να αυξήσουμε τις ικανότητές τους. Από εκεί και έπειτα, το Dark Kingdom θυμίζει σε έντονο βαθμό τα παιχνίδια που προηγήθηκαν στο PSP, μιας και το μεγαλύτερο μέρος του gameplay παραμένει ίδιο και απαράλλαχτο, με τον παίκτη να ελέγχει το χαρακτήρα σε τρισδιάστατους χάρτες, αντιμετωπίζοντας συνεχή κύματα εχθρών και, κατά περιπτώσεις, ορισμένα bosses.
Ωστόσο, ενώ στο μεγαλύτερο μέρος του το Dark Kingdom ακολουθεί τη γραμμή που έχουν χαράξει τα περισσότερα action/ RPGs του παρελθόντος, σε έναν τομέα διαφέρει αισθητά. Αυτός ο τομέας σχετίζεται με τον οπλισμό των ηρώων, ο οποίος παραμένει ίδιος καθ’ όλη τη διάρκεια της περιπέτειας. Σε αντίθεση λοιπόν με τη συντριπτική πλειοψηφία του genre, ο παίκτης δεν θα βρίσκει όπλα από νεκρούς εχθρούς ή από ανάλογα καταστήματα, αλλά θα εξελίσσει τα ήδη υπάρχοντα προσθέτοντας σε αυτά αναβαθμίσεις. Αυτές οι αναβαθμίσεις έχουν να κάνουν με αντικείμενα που προσαρμόζονται επάνω στα όπλα και που στη συνέχεια τους χαρίζουν ειδικές elemental ικανότητες ή αυξάνουν την ισχύ τους. Ατυχώς, ενώ αυτά τα επιπρόσθετα αντικείμενα αλλάζουν σταδιακά την εμφάνιση (και, φυσικά, την αποτελεσματικότητα) των όπλων, όταν έρχεται η στιγμή να εφοδιάσουμε τους ήρωές μας με νέες πανοπλίες και όλα τα σχετικά αξεσουάρ που αποτελούν δεδομένα στο είδος, διαπιστώνουμε ότι η ισχύς του PlayStation 3 απουσιάζει.
Από έναν RPG τίτλο σε κονσόλα νέα γενιάς θα περιμέναμε ένα, έστω υποτυπώδες, επίπεδο customization των χαρακτήρων, το οποίο, ωστόσο, δεν υπάρχει. Στον τίτλο της SOE δεν δίνεται απολύτως καμία δυνατότητα επέμβασης επάνω στην εμφάνιση των διαθεσίμων πολεμιστών, ενώ ακόμα χειρότερο είναι το γεγονός πως ούτε και μετά τη χρήση νέων πανοπλιών και ρουχισμού επέρχεται σημαντική ανανέωση. Αυτές οι επιλογές της SOE καταδεικνύουν πέραν του δέοντος τις PSP καταβολές του τίτλου και συνάμα το γεγονός πως οι developers δεν εκμεταλλεύθηκαν όσο θα έπρεπε τις τεχνολογικές καινοτομίες του PlayStation 3. Και μιλώντας για τις ικανότητες του νέου συστήματος φτάνουμε στο σημείο όπου πρέπει να μιλήσουμε για την ποιότητα των γραφικών.
Και εδώ λοιπόν βρισκόμαστε σε μια μέση κατάσταση που τοποθετείται μεταξύ της προηγούμενης και της νέας γενιάς PlayStation. Παιχνίδι «PlayStation 2.5» θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κάποιος το Untold Legends δεδομένου ότι η ποιότητα των γραφικών του είναι σαφώς ανώτερη από αυτήν που θα περιμέναμε από τίτλο του PlayStation 2, αλλά που σε καμία περίπτωση δεν δείχνουν να ξυπνούν τον Cell. Το περιβάλλον προσφέρει μικρό έως ανύπαρκτο επίπεδο αλληλεπίδρασης, ο σχεδιασμός του ορίζοντα δεν είναι ικανοποιητικός (ειδικά μετά από αυτά που είδαμε στο Resistance), ενώ σε κάποιες στιγμές διαπιστώσαμε και σημεία όπου η ταχύτητα της 3D μηχανής μειωνόταν. Στον αντίποδα βρίσκεται το animation των χαρακτήρων, το οποίο είναι φυσικό και με συνέχεια, τα όμορφα οπτικά εφέ των ξορκιών, η λεπτομέρεια στο σχεδιασμό του περιβάλλοντος και το, σε γενικές γραμμές, εντυπωσιακό και όμορφο ύφος που χαρακτηρίζει το σύνολο των χαρτών.
Είναι σαφές ότι με το Dark Kingdom βρεθήκαμε μπροστά σε μια προσπάθεια που «φωνάζει» ότι δεν ανήκει στη νέα γενιά του gaming, αλλά που αποτελεί ένα μεταβατικό στάδιο προς αυτήν. Δυστυχώς, με το τρίτο επεισόδιο της σειράς η SOE δεν τόλμησε να κάνει την υπέρβαση, αλλά ούτε να εξερευνήσει αχαρτογράφητα εδάφη του gaming. Αποτέλεσμα αυτής της στάσης είναι ένας τίτλος, ο οποίος θα γίνει αρεστός μόνο σε όσους παθιάζονται με το high fantasy ύφος και επιθυμούν να περάσουν ορισμένες ώρες παρέα με ένα απλοϊκό, αλλά αξιοπρεπές και ευχάριστο παιχνίδι, είτε μόνοι τους, είτε κάνοντας χρήση του co-op και του online τμήματός του. Ιδανική επιλογή για συμπλήρωμα στο «κυρίως πιάτο» που αποτελούν οι πιο σημαντικοί launch τίτλοι για το νέο σύστημα της Sony.
Γιώργος Καλλίφας
Ανάλυση οθόνης 480i/ 480p/ 720p
Widescreen Ναι
PAL 60 Hz Ναι
Ήχος Stereo/ Surround/ Dolby Digital 5.1
PEGI 16+