Το σημαντικότερο JRPG της 16 bit εποχής επιστρέφει και παραμένει, όπως πάντα, αριστουργηματικό
Το σημαντικότερο JRPG της 16 bit εποχής επιστρέφει και παραμένει, όπως πάντα, αριστουργηματικό
Είναι γνωστό στους περισσότερους που ασχολούνται με τα videogames την τελευταία δεκαετία, ότι η μορφή του μέσου άλλαξε άρδην από την άφιξη του Final Fantasy VII και έπειτα. Το μεγαλειώδες εκείνο παιχνίδι έφερε στο προσκήνιο τα παιχνίδια/ υπερπαραγωγές και έφερε στον κόσμο των οικιακών συστημάτων πολλά εκατομμύρια νέων παικτών. Ωστόσο, ο λατινικός αριθμός «VII» δίπλα στο όνομα εκείνου του επικού τίτλου δεν ήταν τυχαίος. Η Square δεν ήταν μια εταιρεία που ξεκίνησε τη σταδιοδρομία της στην αγορά το 1996 παράλληλα με το πρώτο PlayStation της Sony. Αντιθέτως, η σημαντικότερη παραγωγός ιαπωνικών παιχνιδιών ρόλων είχε ήδη μια εξαιρετική πορεία στο χώρο μέσα από τα έξι Final Fantasy που είχαν προηγηθεί του VII, τα οποία είχαν κυκλοφορήσει στις κονσόλες NES και SNES της Nintendo. Συνεπώς, το μεγαλείο του Final Fantasy VII δεν ήταν τυχαίο. Και, όπως πολλοί υποστηρίζουν, το συγκεκριμένο μεγαλείο ήταν απόρροια μιας κληρονομιάς που ερχόταν από το αμέσως προηγούμενο επεισόδιο, το Final Fantasy VI του 1994.
Για πολλούς, το εν λόγω παιχνίδι, του οποίου μια ελαφρώς βελτιωμένη έκδοση εξετάζουμε εδώ, αποτελεί την κορωνίδα της Square και το σημαντικότερο παιχνίδι της σειράς Final Fantasy. Βέβαια, μετά τα VII, VIII, X και XII, αυτή η αξίωση δύσκολα μπορεί να υποστηριχθεί. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση το Final Fantasy VI είναι ένα σημείο αναφοράς για την κατηγορία, ένα παιχνίδι επικών διαστάσεων, τεράστιας διάρκειας, πανέμορφων 2D γραφικών (για τα δεδομένα της εποχής) και μηχανισμών που έχουν αντιγραφεί κατά κόρον τα τελευταία 15 χρόνια από άλλα παιχνίδια της σειράς και μη.
Το Final Fantasy VI είναι ένα από τα σημαντικότερα παιχνίδια της σειράς για πολλούς λόγους. Εκτός από την κορυφαία του ποιότητα, το απολύτως ισορροπημένο gameplay και το εξαιρετικό σύστημα μάχης -ακόμα και για τα σημερινά δεδομένα- αποτελεί σταυροδρόμι για την καριέρα πολλών σημαντικών δημιουργών του σήμερα. Ο συνθέτης Nobuo Uematsu έδωσε στo Final Fantasy VI ορισμένες από τις καλύτερες συνθέσεις του, ο Tetsua Nomura (δημιουργός της σειράς Kingdom Hearts και το νέο «μεγάλο» όνομα εντός της Square-Enix) έκανε τα πρώτα του βήματα ως Graphics Director και πολλά από τα στελέχη που εργάστηκαν επάνω στην ανάπτυξη του έκτου επεισοδίου δημιούργησαν μικρές ομάδες, οι οποίες εργάζονταν εναλλάξ στα επόμενα επεισόδια της σειράς.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που αποτελεί αναμφισβήτητο γεγονός είναι ότι, το Final Fantasy VI δεν είναι τίποτα λιγότερο από ένα εκ των σημαντικότερων κεφαλαίων και στη σειρά FF αλλά και στην ιστορία των ιαπωνικών RPGs εν γένει. Το γεγονός πως το έκτο επεισόδιο διαθέτει μια συνταρακτική ιστορία πολέμου, μίσους, απόγνωσης και φιλίας, δεν κάνει τίποτα λιγότερο από το να αυξάνει ακόμα περισσότερο την ποιότητά του. Η ιστορία του παιχνιδιού –ως είθισται στη σειρά- ξεκινά κάπως θολά, χωρίς να δίνει στον παίκτη πολλές πληροφορίες για το τι έχει συμβεί. Ωστόσο, σταδιακά αρχίζει να ξεδιπλώνεται το επικό σενάριο που καταπιάνεται με την ιστορία της νεαρής μάγισσας Terra και της ομάδας της και της μάχης που δίνουν κατά της διαβολικής αυτοκρατορίας Gestahl.
Στο FFVI η ιστορία δεν εξελίσσεται σε κάποιον cyber-punk κόσμο, όπως ήταν αυτοί των VII και X, αλλά σε μια μεσαιωνική περίοδο όπου, ωστόσο, οι μηχανές έχουν αρχίσει να αναπτύσσονται. Η ιστορία εστιάζει ιδιαίτερα στη βιομηχανοποίηση της ανθρώπινης ζωής και στον τρόπο που οι μηχανές ήρθαν για να διώξουν τη μαγεία από τη ζωή των ανθρώπων (όπου «μαγεία» βλέπε φύση, γαλήνη, αρμονία) και μέσα από τους διάλογους και τη γενικότερη ανάπτυξή του δημιουργεί έντονα συναισθήματα και προβληματισμούς, οι οποίοι σήμερα μοιάζουν περισσότεροι επίκαιροι από ποτέ. Όπως συμβαίνει σε κάθε Final Fantasy, έτσι και εδώ τις πρώτες ώρες της περιπέτειας ο παίκτης πρέπει να κάνει υπομονή και να δώσει στο παιχνίδι το χρόνο που ζητά για να «βάλει μπροστά» τους χαρακτήρες και την ιστορία. Εδώ ίσως να συναντήσετε κάποιες δυσκολίες, μιας και αυτή η ανάπτυξη αργεί σημαντικά και οι πρώτες ώρες κυλούν με πολλές και συνεχόμενες random battles και «cinematics» (αποδεχτείτε τον όρο πολύ χαλαρά), που αποκαλύπτουν μόνο ψήγματα από αυτά που θα ακολουθήσουν.
Παρόλα αυτά, το FFVI διαπρέπει σε έναν τομέα, όπου ακόμα και πολλά σύγχρονα παιχνίδια αποτυγχάνουν. Λόγω της απολύτως γραμμικής του φύσης και του εξαιρετικά ενδιαφέροντος σεναρίου του, καταφέρνει να κρατά το ενδιαφέρον του παίκτη ψηλά χωρίς ποτέ να τον κουράζει. Σε αντίθεση με άλλα, επικών προδιαγραφών, RPGs εδώ ποτέ δεν μένεις άπραγος μη ξέροντας τι πρέπει να πράξεις στη συνέχεια. Μπορεί η έντονη γραμμικότητα του τίτλου να ενοχλήσει εκείνους που θέλουν να ταξιδεύουν στον World Map όποτε και όπως επιθυμούν, όμως, το σίγουρο είναι ότι, με αυτές τις επιλογές της η Square προσφέρει ένα «δεμένο» και φιλικό προς τον παίκτη παιχνίδι, του οποίου τη ροή πολλά free roaming RPGs θα ζήλευαν.
Σε ότι αφορά στο σύστημα μάχης του Final Fantasy VI, δεν υπάρχουν καθόλου εκπλήξεις. Όντας ένα παραδοσιακό και δη παλιό JRPG, το έκτο επεισόδιο της σειράς δεν είχε την πολυτέλεια των πειραματισμών. Έτσι λοιπόν, έχουμε να κάνουμε ένα κλασικό turn based σύστημα μάχης, στο οποίο ο κάθε χαρακτήρας που απαρτίζει την ομάδα του παίκτη περιμένει τη σειρά του για να εκτελέσει μια κίνηση (μετά την πλήρωση της Active Time Bar), έχοντας να διαλέξει μέσα από τις γνωστές επιλογές «Attack», «Magic», «Item», «Summon» κ.ο.κ. που εμφανίζονται μέσα από τα ανάλογα παράθυρα. Τα μέλη της ομάδας χωρίζονται σε κλάσεις, ενώ το σύστημα Job προσφέρει τη δυνατότητα για αποδώσεις sub-classes σε όλους τους πολεμιστές. Εδώ αξίζει να αναφερθεί, ότι για την έκδοση Advance του FFVI, η Square έχει προσθέσει ορισμένες νέες Jobs, οι οποίες δεν έχουν εμφανιστεί σε καμία παλιότερη έκδοση του παιχνιδιού (ούτε καν σε αυτή του PlayStation που κυκλοφόρησε το 2002).
Στις νέες προσθήκες της εν λόγω έκδοσης περιλαμβάνονται τέσσερα νέα Espers (τα summons του παιχνιδιού), τρία νέα ξόρκια για κάθε ένα από αυτά τα νέα Espers και ένα επιπρόσθετο dungeon για εξερεύνηση. Το δυσάρεστο είναι ότι, όλα αυτά τα νέα χαρακτηριστικά δεν δίνονται από την αρχή και στην κυρίως ιστορία του παιχνιδιού, αλλά μόνο αφού καταφέρουμε να το ολοκληρώσουμε μια φορά. Αυτή είναι μια τακτική που ακολούθησε η Square σε όλες τις εκδόσεις Advance των παλιών Final Fantasy, μια τακτική που εμάς μας βρίσκει αντίθετους. Μπορεί το Final Fantasy VI να είναι έτσι και αλλιώς αριστουργηματικό, όμως, από τη στιγμή που έχουν προστεθεί νέα στοιχεία –και κυρίως για αυτούς που έχουν δοκιμάσει το παιχνίδι σε κάποια από τις παλιότερες εκδόσεις του- θα ήταν καλύτερο να διατίθενται από την αρχή.
Το ευχάριστο είναι ότι, με την προσθήκη των νέων Espers, το παιχνίδι αποκτά αυτό που αποκαλείται ως «replay value». Εν ολίγοις, τα τέσσερα νέα Espers έχουν τις δικές τους ιστορίες και μιλώντας με διάφόρους NPCs αποκαλύπτονται μυστικά για τις θέσεις όπου είναι κρυμμένα, αλλά και σημαντικές πληροφορίες για το παρελθόν τους, γεγονός που λειτουργεί ως δέλεαρ για να ξεκινήσουμε ξανά την περιπέτεια. Όταν έρχεται η στιγμή να μιλήσουμε για τα γραφικά ενός «ρετρό» παιχνιδιού η κατάσταση δυσκολεύει ιδιαίτερα. Για τις νέες γενιές παικτών, οι οποίες μεγάλωσαν με τα φανταχτερά τρισδιάστατα μοντέλα χαρακτήρων, τα εντυπωσιακά particle εφέ και όλες τις λοιπές σύγχρονες τεχνικές απεικόνισης, το Final Fantasy VI θα φαντάζει ως «ένα ακόμα παλιό παιχνίδι». Και ενώ η αλήθεια δεν απέχει πολύ από αυτόν τον ισχυρισμό, το σίγουρο είναι ότι το παιχνίδι της Square δεν κάνει τίποτα λιγότερο από το να αναδεικνύει τη γοητεία και τη μαγεία που είναι σε θέση να προσφέρουν τα 2D γραφικά και τα sprites.
Για την εποχή του αυτό το παιχνίδι ήταν ένα επίτευγμα και για το 2007 αποτελεί ένα σαφές δείγμα 2D εικαστικής αρτιότητας. Μπορεί η μεταφορά στο GBA να υποφέρει από καθυστερήσεις και πτώσεις στο frame rate -ειδικότερα στις επικλήσεις- όμως, σε γενικές γραμμές η έκδοση Advance είναι όσο μεγαλειώδης ήταν και η πρωτότυπη. Τέλος, ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στις συνθέσεις του Uematsu, οι οποίες χάνουν μεν το μεγαλείο τους εξ αιτίας των αδύναμων ηχείων του GBA, παραμένουν δε μνημειώδεις. Αρκεί να αναφέρουμε ότι αξίζει να ολοκληρώσετε το παιχνίδι για να ξεκλειδώσετε την επιλογή Music Player, η οποία δίνει τη δυνατότητα ακρόασης όλων των μουσικών θεμάτων του.
Όπως προείπαμε, οι νέοι παίκτες, των οποίων οι αισθήσεις έχουν «καλομάθει» από την τεχνολογία των σύγχρονων συστημάτων, δύσκολα θα γοητευθούν από ένα τόσο παλιό παιχνίδι. Όμως, εδώ υπάρχει μια σταθερά. Το Final Fantasy VI, παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα δείγματα της κατηγορίας και ένα από τα αρτιότερα επεισόδια της θρυλικής RPG σειράς. Αν αναζητούσατε καλή -και με μεγάλη διάρκεια- παρέα για τις φετινές διακοπές σας, μπορείτε να σταματήσετε την αναζήτηση…
Γιώργος Καλλίφας
PEGI 7+