Επιστροφή στον κόσμο του Toriyama-san με ένα ακόμα beat ‘em up
Επιστροφή στον κόσμο του Toriyama-san με ένα ακόμα beat ‘em up
Το γεγονός πως το όνομα Dragon Ball Z είναι αρκετά δημοφιλές τα τελευταία χρόνια στον Δυτικό κόσμο είναι κάτι το δεδομένο. Οι λόγοι που συντέλεσαν σε αυτό είναι πάρα πολλοί αν και εδώ δεν θα ασχοληθούμε με κάτι τέτοιο αλλά με την πορεία της σειράς στον χώρο των videogames και ειδικά στην κατηγορία των fighting games. Αναμφίβολα στη συγκεκριμένη κατηγορία είναι λίγο δύσκολο κάποιος τίτλος να διακριθεί, μιας και για να το επιτύχει επιβάλλεται να κοιτάξει στα μάτια τις δημιουργίες των Namco – Bandai και SEGA. Φυσικά αυτό δεν είναι και ό,τι το ευκολότερο, αλλά τα Dragon Ball ποτέ δεν θέλησαν ή μπόρεσαν να πράξουν κάτι τέτοιο. Και φυσικά το ίδιο ισχύει και με το καινούργιο Dragon Ball Z: Budokai Tenkaichi 3.
Δυστυχώς, ο όρος καινούργιο δεν θα λέγαμε πως περιγράφει πλήρως το νέο δημιούργημα της Spike, μιας και πολλά στοιχεία έχουν μεταφερθεί ανέπαφα από τους προηγούμενους Budokai τίτλους. Παράλληλα, στην προσπάθεια της να προσφέρει τη μέγιστη συλλογή, η δημιουργός καταφέρνει να κουράσει παρά να ενθουσιάσει, μιας και όπως θα αναλύσουμε παρακάτω τα προβλήματα είναι αρκετά και ορισμένα αρκετά σοβαρά.
Κάνοντας μια γρήγορη αναδρομή στη σειρά και κοιτώντας τις ρίζες της, οι πιο παλιοί θα θυμούνται πως, αρχικά, ο δημοφιλής δημιουργός Akira Toriyama δοκίμασε την τύχη του στα δύο Tobal για το Playstation, τίτλοι που μπορεί να μην ξεχώρισαν τόσο για το gameplay τους, αλλά κυρίως για την αισθητική αλλά και τον σχεδιασμό τους. Η ανταπόκριση του κοινού ώθησε τον Toriyama να κάνει το αυτονόητο και έτσι μετά από λίγο καιρό η σειρά Dragon Ball ξεκίνησε και επίσημα την πορεία της στην κατηγορία των beat ‘em ups. Και ρίχνοντας μια μάτια προς τα πίσω ο καθένας μπορεί να διακρίνει πως εδώ και τόσα χρόνια αυτό που αλλάζει είναι αναμενόμενα ο τεχνικός τομέας που ακολουθεί την φυσική ανάπτυξη του hardware και όχι το gameplay.
Καταρχάς και για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους, είναι αναγκαίο να γίνει μια μικρή διευκρίνιση προκαταβολικά. Για τους οπαδούς της πασίγνωστης σειράς anime, το Tenkaichi 3 είναι ίσως ο καλύτερος τίτλος που μπορούν να βρουν στην αγορά και ειδικά στο Playstation 2 (ή το Wii) και ειδικά σε επίπεδο περιεχομένου. Για τους υπόλοιπους gamers, τα πράγματα δεν είναι και τόσο ξεκάθαρα. Και αυτό γιατί απουσιάζει το βάθος καθώς και τα στοιχεία στρατηγικής. Με το Virtua Fighter 5 να βρίσκεται αυτή την περίοδο στο προσκήνιο, άσχετα αν κυκλοφορεί σε άλλες πλατφόρμες, η ενασχόληση με το Dragon Ball φαίνεται να είναι πολύ βαρετή, αλλά και μπερδεμένη. Και σε αυτό συμβάλει ο γενικότερος σχεδιασμός του τίτλου, καθώς επίσης και οι πολλές λάθος επιλογές.
Η πρώτη κακή εντύπωση δημιουργείται από την εισαγωγή του, όπου πέρα από ανούσια και προχειροφτιαγμένη, συνοδεύεται ως συνήθως από ένα μετριότατο ιαπωνικό hard rock άκουσμα. Από εκεί και πέρα, από το κεντρικό μενού ξεκινάνε τα πρώτα σοβαρά προβλήματα. Για πρώτη φορά σε έναν fighting τίτλο συναντάμε τόσες πολλές επιλογές, ενώ παράλληλα είναι και η πρώτη φορά όπου μας πήρε ώρα να ανακαλύψουμε που βρίσκεται κρυμμένη η απλή επιλογή single player ή arcade. Το παρών δίνουν πάρα πολλά ανούσια modes που σίγουρα θα ικανοποιήσουν τους συμπαθείς Ιάπωνες, αλλά πέρα από αυτούς, σε όλους τους υπόλοιπους θα προκαλέσουν πονοκέφαλο, μιας και δεν έχουν χώρο σε τίτλο της κατηγορίας.
Επιλέγοντας αμέσως τα options και αλλάζοντας τα voice overs στα ιαπωνικά (κάτι που επιβάλλεται να κάνει κάθε παίκτης που σέβεται τον εαυτό του), βρεθήκαμε για κάμποσα λεπτά να τριγυρνάμε στα μενού, όπου τα ακατάπαυστα σχόλια των χαρακτήρων μας προκάλεσαν πονοκέφαλο. Και για να μην ακουγόμαστε υπερβολικοί δίχως επιχειρήματα, κρίνεται αναγκαίο πριν ασχοληθούμε με το κυρίως fighting μέρος, να αναφέρουμε ορισμένα από αυτά τα, για να αποφύγουμε παράλληλα και διάφορες κατηγορίες περί προκαταλήψεων.
Για παράδειγμα στο Ultimate Battle και συγκεκριμένα στο Sim Dragon, ο παίκτης επιλέγει έναν χαρακτήρα, όπου πριν τον ρίξει στην μάχη, είναι αναγκαίο να ασχοληθεί με την διατροφή του, την εκγύμνασή του, καθώς και για την ξεκούρασή του. Μπορεί όλα αυτά να ακούγονται ενδιαφέροντα, αλλά στην πράξη δεν γίνονται ‘’ζωντανά’’, αλλά με πίνακες φορτωμένους με στατιστικά. Ναι μεν το interface είναι όμορφο μιας και κυριαρχεί η έντονη πολυχρωμία, αλλά είναι παράλληλα και υπερφορτωμένο. Αλλά οι λάθος επιλογές συνεχίζονται. Στο Mission 100 και έπειτα από την επιλογή μιας ομάδας χαρακτήρων (από 2 μέχρι 4) ο παίκτης καλείται να αντιμετωπίσει 100 αντιπάλους συνεχόμενα, για να διαπιστώσει αργότερα πως σε ένα άλλο mode, στο Duel, υπάρχει η επιλογή Team Battle.
Τα παραπάνω ακούγονται μπερδεμένα και πιστέψτε μας είναι και στην πράξη. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο ο developer θεώρησε σωστό να φορτώσει τον τίτλο με τόσα άχρηστα στοιχεία (τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω δεν είναι ούτε τα μισά από τα διαθέσιμα) και έτσι τα λιγοστά θετικά του δυστυχώς χάνονται μέσα στη γενικότερη σύγχυση. Αν θέλαμε πάντως να ξεχωρίσουμε κάποιο, αυτό θα ήταν το Dragon History, όπου οι προκαθορισμένες μάχες έχουν βασιστεί σε αντίστοιχες από την σειρά, δίνοντας έτσι και τον απαιτούμενο αέρα γνησιότητας που πραγματικά μπορεί και επιδεικνύει κάθε τίτλος Dragon Ball.
Αφήνοντας στην άκρη όλα τα προαναφερθέντα και κοιτάζοντας το Dragon Ball Z: Budokai Tenkaichi 3 στη βάση του, δηλαδή στις μάχες, τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα. Φυσικά η πρώτη καλή εντύπωση έρχεται από τα τεράστια, φαινομενικά, επίπεδα εντύπωση που όμως γρήγορα καταρρέει μιας και αυτά οριοθετούνται από αόρατους τοίχους. Το στοιχείο που κάνει την διαφορά είναι πως οι χαρακτήρες έχουν τη δυνατότητα να κινούνται με άνεση και ταχύτητα στο χώρο, τόσο στο έδαφος όσο και στον αέρα. Δεν είναι τυχαίο πως η κίνηση dash εδώ είναι το παν. Γενικότερα, οι αναμετρήσεις έχουν ρυθμό και κρατάνε πολύ ώρα, αλλά το στοιχείο που απουσιάζει είναι η απουσία πολλαπλών combos καθώς και η έλλειψη βάθους. Εδώ είναι αρκετό ο παίκτης να μείνει μακριά από τον αντίπαλό του και να του επιτίθεται με ranged επιθέσεις. Γιατί στις μάχες σώμα με σώμα δεν είναι εμφανές ποιος χτυπάει ποιον, ενώ δεν είναι λίγες και οι φορές όπου η CPU φαίνεται να χρησιμοποιεί ορισμένες όχι και τόσο δίκαιες τακτικές.
Η απουσία πολλών κινήσεων αντισταθμίζεται από τις εκρηκτικές super moves, όπου όταν αργότερα ο χαρακτήρας θα έχει ανέβει επίπεδα, θα είναι και ιδιαίτερα καταστροφικές. Και εδώ είναι και το σημείο που κάποιος θα αγαπήσει ή θα μισήσει τον συγκεκριμένο τίτλο. Γίνεται σαφές πως στοχεύει στην διασκέδαση μέσω του εντυπωσιασμού, απαλλαγμένο από δύσκολες τεχνικές, παρά μέσω ενός προσεγμένου battle system. Δυστυχώς το button smashing έχει θέση εδώ και έτσι μην νιώσετε απορημένοι αν ο μικρός σας αδερφός σάς κατατροπώσει με σχετική άνεση.
Παράλληλα, ο εύκολος χειρισμός και η μικρή καμπύλη εκμάθησης μαρτυρούν πως ο τίτλος απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό, ενώ και η βία που προσφέρει και με τον τρόπο που παρουσιάζεται, δεν ενοχλεί (ένα θέμα που τελευταία βρίσκεται και πάλι στην επικαιρότητα). Αυτό που κουράζει είναι η κάμερα, μιας και δεν επιλέγει πάντοτε την ιδανικότερη γωνία λήψης. Σε περιπτώσεις όπου οι αντίπαλοι είναι μακριά ο ένας από τον άλλο και κάποια στιγμή ο ένας εκτελέσει ένα dash, είναι πολύ πιθανό να χαθεί και από την οθόνη και έτσι η κατάσταση να αρχίσει να ξεφεύγει. Οι αντιφάσεις συνεχίζονται και στον τεχνικό τομέα. Έτσι, σε ό,τι έχει να κάνει με τα γραφικά, ενώ οι μάχες είναι αδιάκοπες και δεν διακόπτονται από προβλήματα στο frame rate, οι cel shaded χαρακτήρες δείχνουν υπερβολικά χοντροκομμένοι στα κοντινά πλάνα, ενώ φυσικά, λόγω του translation, το lip-sync είναι τραγικό. Παράλληλα και το φαινόμενο του clipping είναι εντονότατο, αφού πολλές φορές τα άκρα των μονομάχων θα μπερδεύονται. Για τον ήχο δεν χρειάζεται να αναφερθούμε και πάλι μιας και ασχοληθήκαμε και παραπάνω.
Φυσικά δυνατότητα για on line αναμετρήσεις δεν υπάρχει και έτσι μέχρι και 2 παίκτες μπορούν να αναμετρηθούν διαλέγοντας ένα χαρακτήρα από μια λίστα που αγγίζει τους 120 (με αρκετούς να μην είναι από την αρχή διαθέσιμοι). Ο καθένας μπορεί να ανέβει επίπεδα και να αναβαθμίσει τις ικανότητές του, αποκτώντας τα Z items έπειτα από αρκετές νίκες σε διάφορα τουρνουά, διαδικασία που ευτυχώς είναι αρκετά απλή και λειτουργική.
Πολλές φορές γκρινιάζουμε για την έλλειψη επιλογών σε έναν τίτλο, αλλά στο Dragon Ball Z: Budokai Tenkaichi 3 συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Εδώ τα τόσα πολλά και ανούσια χαρακτηριστικά σαφώς και λειτουργούν αρνητικά. Οι οπαδοί της σειράς θα νομίζουν αρχικά πως έχουν βρεθεί στον παράδεισο, αλλά έπειτα από λίγο θα συνειδητοποιήσουν αυτό που θα έχουν δει οι υπόλοιποι προ πολλού. Πως στον τομέα των beat ‘em ups, η σειρά Dragon Ball χρειάζεται πολύ δουλειά για να αγγίξει τον ανταγωνισμό.
Γιώργος Τσακίρογλου
Ανάλυση 480i
Widescreen Όχι
PAL 60Hz Όχι
Ήχος Stereo
PEGI 12+