Σε ό,τι αφορά το χειρισμό, όλα βρίσκονται εκεί που τα θυμόμαστε από τα προηγούμενα παιχνίδια, με το νέο επεισόδιο να προσφέρει δύο είδη ελέγχου των αεροπλάνων (ένα απολύτως arcade για αρχάριους και ένα πιο «simulation»), ενώ το γενικότερο control scheme είναι διαμορφωμένο σε απόλυτη αρμονία με εκείνο του Dual Shock 2. Όμως, οι ομοιότητες του Fires of Liberation με τα παρελθόντα παιχνίδια κάπου εδώ λήγουν. Και λήγουν διότι φτάνουμε στον τομέα των γραφικών και του online mode. Κάνοντας μια γρήγορη αναφορά στα γραφικά, αξίζει να αναφερθεί η σημαντική βελτίωση στην απεικόνιση των αεροπλάνων, τα οποία αποτελούνται πλέον από περισσότερα πολύγωνα, ενώ σημαντική αρωγή στο φωτορεαλισμό τους έρχεται από την υψηλή ανάλυση που προσφέρει η κονσόλα.
Ωστόσο, ο σχεδιασμός του εδάφους συνεχίζει να βασίζεται σε bitmaps αεροφωτογραφιών, οι οποίες έχουν ένα σημαντικό μειονέκτημα. Θυμίζοντας λίγο από Google maps, τα εδάφη στο Fires of Liberation δείχνουν κορυφαία όταν βρισκόμαστε κάποια χιλιόμετρα από επάνω τους. Όμως, όσο η απόσταση από την επιφάνεια του εδάφους μειώνεται διαπιστώνουμε ότι τα πολύγωνα είναι ελάχιστα και ότι η μείωση της απόστασης οδηγεί σε θολά textures. Αναβάθμιση της μηχανής από τα παιχνίδια του PlayStation 2; Πολύ πιθανό. Άλλωστε τα προαναφερθέντα θολά textures δεν είναι ένα φαινόμενο που συναντάμε συχνά σε παιχνίδια του Xbox 360. Ωστόσο, πέρα από ορισμένες οπτικές ατέλειες, το Fires of Liberation «τρέχει» άψογα, χωρίς προβλήματα στο frame rate, φαινόμενα tearing ή aliasing και είναι σε θέση να προκαλέσει εντυπωσιασμό -ακόμα και σε βαθμό δέους- σε κάποιον αμύητο στα videogames.
Αλλά εκεί που όλα αλλάζουν άρδην για το franchise, έρχεται τη στιγμή που επιλέγουμε το online mode, εισερχόμαστε στο μενού επιλογής μάχης, αναμένουμε στο lobby και ξεκινούν οι αερομαχίες. Πλέον, τα όποια -λίγα- προβλήματα υπήρχαν στο Α.Ι. του wingman μας χάνονται, η σχετική ευκολία στην κατάρριψη των αντιπάλων αποτελεί παρελθόν και οι αντίπαλοί μας, όντας άλλοι παίκτες, ανεβάζουν την πρόκληση κατακόρυφα. Χωρίς να αντιμετωπίσαμε φαινόμενα lag και πτώσης frame rate, απολαύσαμε πολλές μάχες χιλιόμετρα πάνω από το έδαφος με την αδρεναλίνη να χτυπάει κόκκινο. Σε αντίθεση με την τεχνητή νοημοσύνη, όταν έχεις να κάνεις με άλλους παίκτες το απλό κυνήγι του στόχου στο HUD, το κλείδωμα σε αυτόν και η εξαπόλυση δύο ρουκετών δεν αρκεί. Εδώ η κατάσταση ξεπερνά κάθε άλλη μάχη, ακόμα και την πιο δύσκολη και εντονότερη που μπορεί να προσφέρει το A.I. του παιχνιδιού δεδομένου ότι οι αντίπαλοι δρουν και σκέφτονται ακριβώς όπως εμείς.
Σε ό,τι έχει να κάνει με την ποικιλία αυτού του τμήματος του τίτλου βρήκαμε τέσσερις βασικές επιλογές, τις Team Battle, Battle Royale, Siege Battle και Co-op Battle. Με την εξαίρεση της τελευταίας, της οποίας η φύση προδίδεται από το όνομά της και μας επιτρέπει να παίξουμε δύο από τις αποστολές του παιχνιδιού παρέα με τέσσερις ακόμα συμπολεμιστές, τα υπόλοιπα modes είναι πιο… παραδοσιακά online και επιτρέπουν μέχρι και 16 παίκτες σε κάθε χάρτη (κάποια από αυτά μέχρι 14). Σε κάθε περίπτωση, το online mode του πρώτου «next-gen» Ace Combat αποτελεί, δίχως αμφιβολία, το πιο λαμπρό σημείο του. Αν προτιμήσετε το παιχνίδι, μην παραβλέψετε να το δοκιμάσετε….αφού πρώτα έχετε προπονηθεί αρκετά.
Είναι προφανές ότι το Ace Combat 6: Fires of Liberation δημιουργήθηκε με γνώμονα όλους εκείνους τους χιλιάδες (ίσως και εκατομμύρια) παίκτες που αγαπούν και ακολουθούν πιστά τη σειρά εδώ και δέκα συναπτά έτη. Η Namco δεν προσπάθησε ούτε στο ελάχιστο να αλλάξει τη «συνταγή» και να προσφέρει κάτι νέο, γεγονός το οποίο μπορεί να χαρακτηριστεί ποικιλοτρόπως. Από τη μια, το κορυφαίο gameplay και η απλή και καταιγιστική δράση προσφέρει εγγυημένη διασκέδαση, από την άλλη η συνεχής ανακύκλωση όλων των στοιχείων ίσως ενοχλήσει εκείνον που θα αναζητήσει κάτι νέο και διαφορετικό. Σε κάθε περίπτωση -και λαμβάνοντας υπόψη το κορυφαίο online mode- το νέο παιχνίδι της Project Aces κρατάει ψηλά τη σημαία της ποιότητας που χαρακτηρίζει τη σειρά. Αν είχατε απολαύσει κάποια από τα προηγούμενα παιχνίδια, ξέρετε τι θα πρέπει να περιμένετε.