Η σειρά Burnout βρίσκεται και πάλι στο προσκήνιο.
Μπορεί πολλές φορές η είδηση της εξαγοράς ενός studio να μην δημιουργεί και τις καλύτερες των εντυπώσεων, αλλά ευτυχώς που πάντοτε υπάρχουν και οι εξαιρέσεις στον κανόνα που μετριάζουν τις όποιες αρνητικές αντιδράσεις. Όταν πριν από τέσσερα χρόνια η ΕΑ είχε ανακοινώσει πως κατάφερε να συμπεριλάβει στο ενεργητικό της την Criterion, την ομάδα που βρίσκεται πίσω από τη σειρά Burnout, είναι αλήθεια πως οι περισσότεροι σχολίασαν αρνητικά τη συγκεκριμένη κίνηση. Αλλά ευτυχώς το μέλλον επιφύλασσε αρκετές εκπλήξεις. Και αυτό γιατί η σειρά Burnout ενηλικιώθηκε και έτσι, μετά από 5 παιχνίδια καταφέρνει να βρίσκεται ακόμα στο προσκήνιο, ενώ με την μετάβασή της στη νέα γενιά, είναι αναμφίβολα ομορφότερη αλλά και πληρέστερη από ποτέ. Και το θετικό είναι πως η εξέλιξη γίνεται με σταθερά βήματα ενώ φαίνεται πως η Criterion ξεπερνά τις φοβίες της και εισέρχεται σε ξένα χωράφια, με μια αφοπλιστική σιγουριά που δεν γίνεται να περάσει απαρατήρητη.
Μπορεί το όνομα του publisher να μην δημιουργεί κα τις καλύτερες προϋποθέσεις, αλλά στην περίπτωση του Burnout λειτούργησε σαν το μέσο όπου η σειρά έλαβε μια σοβαρότατη ώθηση σε όλους τους τομείς. Γιατί εδώ ισχύει ο κανόνας του «όσο μεγαλύτερο τόσο το καλύτερο». Βέβαια, είναι αλήθεια πως φέτος ο αμερικάνικος κολοσσός λειτούργησε κάπως περίεργα, μιας και παρά την συνολικότερη συνοχή του τίτλου, αυτός δεν διαφημίστηκε τόσο όσο θα περίμεναν οι περισσότεροι. Φυσικά ο καθένας μπορεί να καταλάβει τους λόγους που αυτό συνέβη, μιας και ένα άλλο arcade racer της ίδιας εταιρίας δεν μπορεί να σταθεί μπροστά στο δημιούργημα της Criterion.
Βέβαια στο συγκεκριμένο κείμενο δεν επιτρέπεται να υπάρχει ίχνος γκρίνιας, μιας και είναι αλήθεια πως έχουμε να κάνουμε με έναν πληρέστατο τίτλο, που διαπρέπει σε όλους τομείς, ενώ αναμενόμενα σε επίπεδο multiplayer μπορεί και προσφέρει ανελέητες κόντρες όπου, δίχως ίχνος υπερβολής, θα κρατήσει τους παίκτες κολλημένους στις οθόνες τους. Από την αρχή μέχρι το τέλος. Η αλήθεια είναι πως τις τελευταίες ημέρες η αναμονή για την παραλαβή του τελικού κώδικα είχε γίνει πραγματικά ανυπόφορη, μιας και ο γράφων είναι φανατικός της σειράς Burnout αλλά και των arcade racers γενικότερα. Έτσι όταν έφτασε η μεγάλη στιγμή, ο δίσκος τοποθετήθηκε βιαστικά στο tray της κονσόλας, ενώ ακόμα και μέχρι σήμερα η συσκευασία του αγνοείται.
Από εκεί και έπειτα και υπό τους ήχους του ομώνυμου κομματιού των Guns ‘n’ Roses, οι παίκτες μεταφέρονται στον κόσμο της Paradise City όπου η αρχική εικόνα είναι ιδιαίτερα θετική. Και ο λόγος είναι πως πλέον τα πάντα είναι απίστευτα απλουστευμένα μιας και, πρακτικά, μενού με επιλογές δεν υπάρχει ή έστω βρίσκεται καλά κρυμμένο. Η δράση ξεκινά σχεδόν αμέσως, μιας και ο παίκτης θα συνειδητοποιήσει πως σε μηδαμινό χρόνο θα βρεθεί στον δρόμο να μάχεται με τους αντιπάλους του. Και σε γενικές γραμμές αυτή η απλότητα, αλλά και η αμεσότητα, είναι διαρκώς παρούσα και έτσι σπάνια όποιος ασχοληθεί μαζί του θα κουραστεί ή θα βρεθεί στην θέση να ασχολείται με άλλες δραστηριότητες πέρα από την οδήγηση.
Αυτό γίνεται εμφανές και από τη λίστα με τα οχήματα όπου μπορεί και πάλι να έχουν τις ιδιαιτερότητες τους, αλλά πλέον ο παίκτης έχει την δυνατότητα να επιλέξει όποιο θέλει μέσα από την αντίστοιχη μάντρα. Και εδώ η Criterion επέλεξε έναν αρκετά πρωτότυπο τρόπο όπου αυτά γίνονται διαθέσιμα. Πέρα από τα αντίστοιχα που κερδίζονται έπειτα από κάθε event, σταδιακά την εμφάνισή τους θα κάνουν καινούρια, τα οποία για να αποκτηθούν επιβάλλεται να τα βρούμε μέσα στην Paradise City και να τα καταστρέψουμε. Κατά τη διάρκεια των αγώνων την εμφάνισή τους κάνουν αυτοκίνητα από διάφορες κατηγορίες, το καθένα με τα προτερήματα και τα μειονεκτήματα του. Ένας από τους τομείς όπου ο τίτλος διαπρέπει είναι αναμφίβολα αυτός των συγκρούσεων. Αυτές έχουν ανέβει πολλά επίπεδα -πάντα σε σχέση με τις παλαιότερες δημιουργίες- ενώ η Criterion, θέλοντας να δώσει ακόμα περισσότερη έμφαση σε αυτές, λίγο πριν συμβούν απεικονίζει τη δράση σε αργή κίνηση.
Ο τρόπος με τον οποίο οι λαμαρίνες παραμορφώνονται και κομμάτια πετάγονται προς όλες τις κατευθύνσεις είναι μοναδικός, εκθέτοντας έτσι σε μεγάλο βαθμό άλλες σοβαροφανείς δημιουργίες όπου μπροστά στο Paradise δείχνουν πραγματικά προχειροφτιαγμένες. Πάντως, το εντελώς νέο στοιχείο του τίτλου είναι πως για πρώτη φορά έχουμε στη διάθεσή μας μια ολόκληρη πόλη και έτσι ο παίκτης μπορεί να κινηθεί ελεύθερα μέσα σε αυτή. Μετά από αρκετές ώρες ενασχόλησης, γίνεται εμφανές πως το στοιχείο του free roaming πραγματικά έλειπε και τώρα δίνει άλλη διάσταση στους αγώνες. Πλέον τα events δεν γίνονται με κάποια σειρά, αλλά αυτά βρίσκονται διάσπαρτα και συγκεκριμένα στις διασταυρώσεις της πόλης.
Εδώ για άλλη μια φορά η ποικιλία έχει τον πρώτο λόγο και έτσι αυτά τα events ξεκινούν από απλούς αγώνες με αντίπαλο τον χρόνο, μέχρι και το πλέον δημοφιλές Road Rage. Παράλληλα η open-ended φύση του Paradise εισάγει νέα δεδομένα και έτσι, πριν προλάβει κάποιος να το προδικάσει για έλλειψη νέων στοιχείων σε επίπεδο αγώνων, η κατάσταση δεν είναι και τόσο εύκολη όσο θα περίμεναν ορισμένοι. Κατά συνέπεια, μπορεί πρακτικά να απαιτείται η μετάβαση από το ένα σημείο στο άλλο, αλλά η διαδρομή που θα ακολουθήσει ο παίκτης είναι καθαρά δική του επιλογή. Μπορεί ο τίτλος με έξυπνα τρικ να παρουσιάζει μια ασφαλή πορεία -που δεν είναι πάντοτε η συντομότερη- αλλά φέτος, όσο ποτέ άλλοτε, είναι διάχυτη η αίσθηση της ελευθερίας.
Η Paradise City είναι πραγματικά τεράστια και έτσι οι δρόμοι που την απαρτίζουν είναι πάρα πολλοί ενώ μια λάθος στροφή είναι ικανή να στερήσει την νίκη. Η πρόκληση είναι αισθητά ανεβασμένη ενώ σε αυτό συμβάλει και η πάντοτε επιθετική ΑΙ και ακόμα περισσότερο στις μετέπειτα δοκιμασίες. Το αυτοκίνητο του παίκτη σταδιακά καταστρέφεται, αλλά τη λύση έρχονται να δώσουν οι σταθμοί επισκευής, οι οποίοι επαναφέρουν το όχημα στην αρχική του κατάσταση απλά περνώντας από μέσα τους. Αλλά και πέρα από αυτούς, διάσπαρτοι υπάρχουν σταθμοί που αναπληρώνουν το Boost meter, ενώ άλλοι απλά προσφέρουν περισσότερες χρωματικές επιλογές για το αμάξωμα.