Ένα FPS από την CDV που μας μεταφέρει… αρκετά χρόνια πίσω
Ένα FPS από την CDV που μας μεταφέρει… αρκετά χρόνια πίσω
Το –περίεργα ονομασμένο- παιχνίδι που θα παρουσιάσουμε στο παρόν άρθρο αποτελεί ουσιαστικά το sequel του προπέρσινου και –τουλάχιστον- μετριότατου FPS Ubersoldier. Οι διάφορες σημαντικές ελλείψεις του νέου τίτλου και οι λανθασμένοι μηχανισμοί που έχουν εισαχθεί καταφέρνουν να μας δώσουν την εντύπωση ότι προέρχεται από μία πολύ παλιότερη εποχή, ενώ σίγουρα δεν αποτελεί εξέλιξη του πρώτου. Αποτελεί ένα ακόμα παιχνίδι τοποθετημένο στον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο οποίο καλούμαστε να εξοντώσουμε ορδές Ναζί στρατιωτών. Όπως και στο πρώτο μέρος έτσι κι εδώ γίνεται μία προσπάθεια να ξεχωρίσει από το σωρό προσφέροντας μία φανταστική πλοκή, σύμφωνα με την οποία επιστήμονες του γερμανικού στρατού θέλουν να δημιουργήσουν βιολογικά τροποποιημένους υπερ-στρατιώτες. Ωστόσο, εκτός από μερικά διάσπαρτα σημεία του παιχνιδιού, δεν αντιμετωπίζουμε διαφορετικούς εχθρούς ούτε πολεμάμε σε τοποθεσίες ξεχωριστές από αυτές από αυτές που μας έχουν συνηθίσει δεκάδες παρόμοιοι τίτλοι.
Στο παιχνίδι χειριζόμαστε τον πρώην Ναζί Karl Stolz, ο οποίος ήδη από το πρώτο μέρος πολεμάει με το μέρος των Συμμάχων, έχοντας ως αποστολή να εξοντώσει για μία ακόμα φορά τον αναγεννημένο κύριο εχθρό του πρώτου μέρους έτσι ώστε να εμποδίσει τα σχέδιά του για παγκόσμια κυριαρχία. Η υπόθεση είναι τόσο κοινότυπη όσο ακούγεται ενώ οι ζωγραφιστές εικόνες μέσω των οποίων εκτυλίσσεται, ως ένα άλλο κόμικ, δεν βοηθάνε στη δημιουργία κάποιου ενδιαφέροντος. Τουλάχιστον οι ηθοποιοί που δανείζουν τις φωνές τους σε αυτές τις σκηνές κάνουν αξιοπρεπή προσπάθεια αν και σίγουρα δεν καταφέρνουν κάτι ιδιαίτερο. Αξίζει να αναφέρουμε ότι προς το τέλος της περιπέτειας η μεγάλη ανατροπή της ιστορίας είναι απροκάλυπτα όμοια με αυτήν που λαμβάνει χώρα σε μία πασίγνωστη ταινία επιστημονικής φαντασίας. Μάλιστα, ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται μας προκάλεσε αυθόρμητα το γέλιο, συναίσθημα το οποίο είναι μάλλον αντίθετο από αυτό που υπολόγιζαν να μεταφέρουν οι δημιουργοί μέσω αυτής της σκηνής.
Το σημαντικότερο στοιχείο στο οποίο στηρίζεται το παιχνίδι είναι η δυνατότητα του χαρακτήρα μας να ενεργοποιεί μία σφαιρική ασπίδα μερικών μέτρων γύρω του, η οποία μπορεί και σταματάει τις σφαίρες τόσο των εχθρών όσο και τις δικές μας στο περίβλημά της, αδυνατώντας ωστόσο να μας προστατέψει και από εκρήξεις. Επιπλέον, όταν την απενεργοποιούμε οι σφαίρες που έχουν προσκολλήσει πάνω της εκτοξεύονται προς την αντίθετη πλευρά. Η ενέργεια που απαιτείται για την ενεργοποίησή της γεμίζει αυτόματα ενώ ήδη από την αρχή του παιχνιδιού είναι αρκετή ώστε να διαρκέσει για αρκετά δευτερόλεπτα. Η ιδέα αυτής της δύναμης είναι καλή -αν και σίγουρα όχι σε τέτοιο βαθμό ώστε να στηριχτεί ένας τίτλος πάνω της- εντούτοις το γεγονός ότι ουσιαστικά μπορούμε να την ενεργοποιήσουμε οποιαδήποτε στιγμή καθιστά την εύρεση κάλυψης πραγματικά ανούσια. Σαν φυσικό αποτέλεσμα οδηγούμαστε σε ιδιαίτερα μονότονες μάχες, όπου το μόνο που χρειάζεται να σκεφτούμε είναι καλύτερη στιγμή για να την απενεργοποιήσουμε ώστε να πυροβολήσουμε με ασφάλεια τους εχθρούς.
Απορία μας προκάλεσε η περίεργη απόφαση των δημιουργών να μειώνεται η ενέργεια της ασπίδας σε περίπτωση που τρέχουμε. Πιθανόν να είχαν την εντύπωση ότι θα δημιουργούσε μία μορφή τακτικής στο gameplay όπου θα έπρεπε να αποφασίζουμε συνεχώς αν συμφέρει να τρέξουμε προς κάποια κάλυψη ή απλά να προστατευόμαστε από την ασπίδα. Στην πραγματικότητα, το μόνο που καταφέρνει είναι να αποτρέπει το τρέξιμο καθώς είναι σαφώς προτιμότερο να πηγαίνουμε σε οποιαδήποτε μάχη με την ενέργεια γεμάτη, οδηγώντας τελικά στην περισσότερο βαρετή -από ότι ήδη είναι- περιήγησή μας στα επίπεδα.
Οι δημιουργοί επιχείρησαν να προσθέσουν ένα υποτυπώδες RPG στοιχείο ώστε να δώσουν ένα μεγαλύτερο βάθος στο παιχνίδι. Έπειτα από το τέλος κάθε επιπέδου μπορούμε να βελτιώσουμε τα έξι στατιστικά του χαρακτήρα μας, τα οποία αφορούν, μεταξύ άλλων, την ενέργεια της ζωής του, της ασπίδας του και την ευστοχία του. Το πιθανότερο είναι να αυξάνετε αποκλειστικά την ενέργεια της ασπίδας και τη δυνατότητά της να εκτοξεύει τις σφαίρες δεδομένου ότι αυτά τα χαρακτηριστικά είναι μακράν τα πιο χρήσιμα για την ολοκλήρωση του παιχνιδιού. Τους πόντους για την αναβάθμιση των δυνατοτήτων τους κερδίζουμε κάθε φορά που καταφέρνουμε να εξοντώσουμε τρεις εχθρούς πετυχαίνοντάς τους στο κεφάλι, ή με το μαχαίρι, σε μικρό χρονικό διάστημα. Σε περίπτωση που εξοντώσουμε και τέταρτο εχθρό με τον πρώτο τρόπο τότε, για μικρό χρονικό διάστημα, αποκτάμε μεγαλύτερη ευστοχία ενώ παράλληλα ενεργοποιείται το εφέ της επιβράδυνσής του χρόνου.
Από την άλλη, εάν εξοντώσουμε έναν τέταρτο εχθρό με τη melee επίθεση τότε ενεργοποιείται το berserker mode όπου, άτρωτοι πλέον για μερικά δευτερόλεπτα, μπορούμε να τρέχουμε πιο γρήγορα με το μαχαίρι να είναι θανατηφόρο με ένα μόνο χτύπημα -έναντι των 2-3 που απαιτούνται υπό κανονικές συνθήκες. Τη χρονική διάρκεια των δύο δυνάμεων μπορούμε να την αυξήσουμε εναποθέτοντας πόντους στην ανάλογη ικανότητα. Εντούτοις, ήδη η αρχική τους διάρκεια κρίνεται αρκετή για την “εκκαθάριση” οποιουδήποτε χώρου από εχθρούς.
Η ενέργεια του χαρακτήρα μας αναπληρώνεται αποκλειστικά με τα συνήθη “γιατρικά” που συναντούσαμε σε FPS παλιότερων χρόνων. Το στοιχείο αυτό μας επιτρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η μέθοδος της αυτόματης αναζωογόνησης, η οποία είναι ενσωματωμένη πλέον στην πλειονότητα των παιχνιδιών του είδους, αποτελεί ουσιαστικά μία εξέλιξη των FPS και όχι απλά ένα μηχανισμό που σε μερικούς τίτλους λειτουργεί και σε άλλους όχι. Το σίγουρο είναι ότι μας θύμισε πως τελικά το ψάξιμο αυτών των “γιατρικών” το μόνο που καταφέρνει είναι να μας αποσπάσει την προσοχή από τη δράση και να ρίξει το ρυθμό του παιχνιδιού. Ωστόσο, δεν είναι μόνο αυτό το στοιχείο που δίνει την εντύπωση ότι το Cracking The Nazi Relocation Conspiracy προέρχεται από μία παλιότερη εποχή. Ο σχεδιασμός των επιπέδων είναι ιδιαίτερα άχρωμος, με πολλά από αυτά να μην έχουν αρχιτεκτονική συνοχή.
Πολλές φορές θα μπούμε σε άδεια δωμάτια, θα βρεθούμε σε διαδρόμους που καταλήγουν σε κενούς χώρους και διάφορα άλλα. Η ανικανότητα του χαρακτήρα μας να πηδήξει πάνω από εμπόδια, που φτάνουν έστω στο μισό του ύψος, είναι πραγματικά γελοία. Το θέμα είναι ότι τις περισσότερες φορές αυτά δεν βρίσκονται εκεί για να θέσουν τα φυσικά όρια του επιπέδου καθώς σε τέτοια περίπτωση θα μπορούσαμε απλώς να το ανεχτούμε. Αντιθέτως, πολλές φορές θα δούμε τους συμμάχους μας να πηδάνε πάνω από αυτά ενώ εμείς, όπως μας επιβάλλει το παιχνίδι, θα πρέπει να κάνουμε ολόκληρο τον κύκλο, μέσα από σπίτια, ταράτσες κ.ο.κ. προκειμένου να βρεθούμε στην ακριβώς απέναντι πλευρά. Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι ο ήρωάς μας υποτίθεται ότι αποτελεί έναν γενετικά τροποποιημένο υπερ-στρατιώτη και ως εκ τούτου η ανικανότητά του να προσπεράσει τέτοιου είδους εμπόδια μάλλον δεν αποτελεί και πολύ καλή επίδειξη της ανωτερότητάς του σε σχέση με τους κανονικούς στρατιώτες.
Παρά το γεγονός ότι οι δημιουργοί υπόσχονται σωρεία νέων εχθρών δεν μπορούμε να πούμε ότι τελικά ισχύει κάτι τέτοιο. Εκτός βέβαια από τους γνωστούς στρατιώτες των Ναζί, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με στρατιώτες που φοράνε μάσκες και μεταλλική πανοπλία, οι οποίοι όμως δεν αποτελούν τελικά τίποτε περισσότερο από τους ίδιους εχθρούς με διαφορετική στολή. Σε τρία σημεία του παιχνιδιού, βέβαια, θα χρειαστεί να πολεμήσουμε χαρακτήρες με τηλεκινητικές δυνατότητες, αλλά αυτές οι στιγμές είναι πολύ λίγες ώστε να θεωρηθεί πως συμβάλλουν στην ποικιλομορφία των εχθρών. Άλλη μία υπόσχεση αποτελεί η ενσωμάτωση “ύπουλου” και “ευφυούς” A.I. το οποίο μάλλον μεταφράζεται στο συχνό τρέξιμο των εχθρών κατά πάνω μας ή στην ικανότητά τους να μας πυροβολούν ακάλυπτοι.
Η αλήθεια είναι ότι μερικές φορές θα τους δούμε να κρύβονται πίσω από επιφάνειες ή να παίρνουν πεσμένα όπλα για να τα χρησιμοποιήσουν μαζί με τα δικά τους όμως οι στιγμές αυτές δεν αποτελούν τίποτε άλλο από εξαιρέσεις στη γενικότερη συμπεριφορά τους. Τέλος, όσον αφορά τις υποσχέσεις των δημιουργών, γίνεται λόγος για καινούριο οπλισμό, ο οποίος υποτίθεται ότι αποτελείται από πρωτότυπα όπλα των γερμανών που δεν πρόλαβαν ποτέ να υλοποιηθούν. Ανάμεσα από τα περίπου 10 όπλα που βρήκαμε το μόνο που θα μπορούσε να φέρει αυτόν το χαρακτηρισμό είναι το φλογοβόλο, καθώς όλα τα υπόλοιπα είναι τα συνήθη που συναντάμε σε κάθε τίτλο που λαμβάνει χώρα σε αυτήν την ιστορική περίοδο.
Σε ό,τι αφορά την τεχνολογία των γραφικών του το Cracking φαίνεται ιδιαίτερα “γερασμένο” σε σχέση με τα FPS που κυκλοφορούν τον τελευταίο καιρό, με τον σχεδιασμό των περιβαλλόντων να είναι φτωχός όσον αφορά την λεπτομέρεια τους αλλά και την έλλειψη φαντασίας που υπάρχει στη δομή των επιπέδων. Επιπλέον, παρά την απλότητα των γραφικών όποτε συναντούσαμε παραπάνω από 5 εχθρούς το frame rate έπεφτε αισθητά. Ο τομέας του ήχου είναι με τη σειρά, στην καλύτερη περίπτωση, μετριότατος, έχοντας αδιάφορα μουσικά θέματα και ηχητικά εφέ ενώ οι φωνές που ακούγονται από συμμάχους και εχθρούς στις μάχες είναι απλά κακές. Ολοκληρώνοντας το single player έπειτα από περίπου 7 ώρες υπάρχει η δυνατότητα για multiplayer, κάτι που ωστόσο δεν καταφέραμε να δοκιμάσουμε καθώς δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε δεύτερο άτομο online.
Εν κατακλείδι το Cracking The Nazi Relocation Conspiracy αποτελεί ένα FPS, του οποίου τα στοιχεία που το απαρτίζουν φαίνεται να έχουν προέλθει από μία παλιότερη εποχή. Εάν δε σας έχει κουράσει ακόμα η θεματολογία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου τότε το GameΟver προτείνει να (ξανά) ασχοληθείτε με το, παρόμοιου ύφους και σαφώς ανώτερο, Return To Castle Wolfenstein ή διαφορετικά με οποιοδήποτε τίτλο των σειρών Medal Of Honor και Call Of Duty.
Νικόλας Μαρκόγλου
Ελάχιστες Απαιτήσεις Συστήματος
Επεξεργαστής 2,8 GHz
Μνήμη RAM 1 GB
Κάρτα γραφικών 64 MB
Σκληρός Δίσκος 6 GB
PEGI 18+