Το Prizefighter κατεβαίνει με φόρα στο ρινγκ, αλλά τίθεται Knock Out από τον πρώτο γύρο
Είναι αναμφισβήτητο γεγονός πως μέσα στο πλήθος τίτλων που ασχολούνται με τον αθλητισμό, υπάρχουν και ορισμένες κατηγορίες που απευθύνονται αποκλειστικά σε ένα συγκεκριμένο και σαφώς περιορισμένο κοινό. Μία από αυτές είναι φυσικά και τα boxing games, όπου τα τελευταία χρόνια φαίνεται πως μάλλον έχουν αποτραβηχτεί από το προσκήνιο μιας και έχει απομείνει ουσιαστικά μόνο η προσπάθεια της ΕΑ για να ικανοποιήσει τα γούστα των επίδοξων πυγμάχων. Aνάλογες δημιουργίες από άλλους developers δεν υπάρχουν -ή, έστω, είναι ελάχιστες- με τη σειρά όπου πρωταγωνιστούσε ο Rocky να είναι ίσως η μόνη αξιόλογη των τελευταίων ετών. Πλέον, στο ρινγκ μπαίνει και η 2K Games με το Don King Presents: Prizefighter, το οποίο, όμως, γρήγορα εξελίσσεται σε έναν ιδιαίτερο τίτλο που δεν καταφέρνει να διακριθεί.
Εδώ η εταιρία, ακολουθώντας τη γενικότερη φιλοσοφία της, προσπαθεί να προσφέρει ένα simulation, όμως, αυτή η επιλογή -από ένα σημείο και έπειτα- λειτουργεί αρνητικά. Το Prizefighter είναι μια δημιουργία της Venom Games, η οποία -μάλλον λόγω απειρίας- επικέντρωσε την προσοχή της σε συγκεκριμένους τομείς, αγνοώντας χαρακτηριστικά τους υπόλοιπους. Το άσχημο είναι πως στην πορεία εμφανίζονται ορισμένα άκρως ενδιαφέροντα στοιχεία, που θα μπορούσαν πραγματικά να απογειώσουν τον τίτλο αν είχαν αξιοποιηθεί καλύτερα. Και έτσι, ενώ το τελικό προϊόν θα μπορούσε να είναι σαφώς καλύτερο και αναμφίβολα πιο πολύ ενδιαφέρον, τελικά μετά βίας καταφέρνει να ξεπεράσει τη μετριότητα.
Πριν ασχοληθούμε με το τι έχει να προσφέρει ο τίτλος, είναι απαραίτητο να γίνει μια διευκρίνιση σχετικά με το Prizefighter γενικότερα και για τον Don King ειδικότερα. Ο εν λόγω πρώην manager -που υπερηφανεύεται πως εξέτισε 4 χρόνια φυλάκισης επειδή έδειρε κάποιον μέχρι θανάτου- φαίνεται πως είναι μια άκρως σημαντική προσωπικότητα στον -underground κυρίως- χώρο του boxing, ενώ πλέον διοργανώνει αγώνες. Αν και στον τίτλο δεν αναφέρεται άμεσα, τα στοιχήματα παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο και έτσι το άθλημα από ένα σημείο και έπειτα γίνεται αρκετά βρώμικο, εξυπηρετώντας διάφορα συμφέροντα. Επιστρέφοντας στο Prizefighter -και από το κεντρικό μενού- γίνεται εμφανές πως όλη η προσοχή της εταιρίας έχει πέσει αποκλειστικά στο career mode, το οποίο φαντάζει υπερπλήρες.
Πραγματικά, είναι από εκείνες τις φορές όπου ο παίκτης δεν θα μπορεί να ζητήσει κάτι παραπάνω, μιας και εδώ οι επιλογές είναι πάρα πολλές και σταδιακά γίνονται ολοένα και πιο ενδιαφέρουσες -χωρίς φυσικά να λείπουν και οι ευχάριστες εκπλήξεις. Ο παίκτης θα πρέπει να δημιουργήσει το χαρακτήρα της αρεσκείας του, με τη διαφορά πως εδώ δεν υπάρχουν προεπιλεγμένες επιλογές αλλά τα πάντα είναι στο χέρι του. Έτσι, εμφανίζεται μια βασική μορφή, στην οποία ο χρήστης μπορεί να επέμβει στα επιμέρους τμήματά της -στο πρόσωπο για παράδειγμα- και να μορφοποιήσει τα μάτια, τη μύτη, το πηγούνι, τόσο ως προς τη θέση τους όσο και ως προς το σχήμα τους. Τέλος, αφού επιλέξουμε εξοπλισμό αλλά και τα χρώματα που θα απαρτίζουν τόσο τα γάντια όσο και την ενδυμασία του, ο πυγμάχος μας, που ονομάζεται The Kid, είναι έτοιμος για να ξεκινήσει την καριέρα του.
Επιλέγοντας επίπεδο δυσκολίας ανάμεσα από τα τρία διαθέσιμα, αλλά και κατηγορία ανάλογα με τον σωματότυπο, η δράση μεταφέρεται σε ένα γυμναστήριο όπου και εδώ -με ένα είδος προπόνησης- ο τίτλος θα προσπαθήσει να διδάξει τις τεχνικές του αθλήματος αλλά και ορισμένες πιο δύσκολες κινήσεις. Και κάπου εδώ αρχίζουν τα παρατράγουδα. Θέλοντας να προσδώσει μια εικόνα simulation στο Prizefighter, η Venom Games έχει εισάγει ένα υπερβολικά πολύπλοκο μοντέλο χειρισμού, το οποίο είναι αλήθεια πως θα αποτελέσει σημαντικότατο εμπόδιο κατά τη διάρκεια των αγώνων. Πέρα από το γεγονός πως χρησιμοποιούνται όλα τα κουμπιά του χειριστηρίου, για ορισμένα κινήσεις απαιτείται το ταυτόχρονο πάτημα δύο ή ακόμα και τριών κουμπιών με την αντίστοιχη κίνηση του αναλογικού μοχλού.
Για παράδειγμα, πιέζοντας το Α ο πυγμάχος εκτελεί μια απλή γροθιά. Αν αυτό συνδυαστεί με το Χ το επακόλουθο θα είναι ένα uppercut ενώ, αν πατήσει και το LB, θα εκτελέσει ένα direct. Βέβαια υπάρχει και το Adrenaline Shot όπου πατώντας τα LB και RB ο χρόνος κυλάει πιο αργά, αν και στην συγκεκριμένη περίπτωση ο αντίπαλος θα επιλέγει πάντοτε μια αμυντική στάση, οπότε η συγκεκριμένη κίνηση μοιάζει να είναι περιττή.
{PAGE_BREAK}
Το Prizefighter είναι μια αρκετά πολύπλοκη δημιουργία που πραγματικά ελάχιστοι θα καταφέρουν να απολαύσουν. Και το άσχημο είναι πως πέρα από αυτό το υποτιθέμενο βάθος που προσφέρει το μοντέλο χειρισμού, με την έναρξη ενός αγώνα αρχίζουν κα τα σοβαρά προβλήματα. Καταρχάς, η πρώτη αναμέτρηση δεν θα είναι και τίποτα το ιδιαίτερο μιας και αποσκοπεί στο να βάλει τον παίκτη στο γενικότερο κλίμα. Έτσι, θέτοντας αρκετά εύκολα τον αντίπαλο πυγμάχο Knock Out από τον τρίτο κιόλας γύρω, ο The Kid μεταφέρεται στο γραφείο του στο γυμναστήριο. Από εκει μπορεί να διαλέξει αν θα γυμναστεί τονώνοντας την φυσική του κατάσταση ή αν θα προκαλέσει κάποιον αντίπαλο για τον επόμενο αγώνα. Εδώ αξίζει να αναφερθεί πως η διαδικασία της γυμναστικής είναι αρκετά ενδιαφέρουσα, μιας και ο σάκος του μποξ ή το σκοινάκι έχουν αποκτήσει την μορφή ενός mini-game που είναι ιδιαίτερα διασκεδαστικό.
Επιλέγοντας να ξεκινήσουμε κάποια αναμέτρηση, βλέπουμε ότι τη διάφορά την κάνει η γενικότερη παρουσίαση μιας και αρκετές γνωστές μορφές του παρελθόντος –και αρκετές….αιθέριες υπάρξεις- μιλούν για τον εκάστοτε αντίπαλο μέσω ορισμένων καλοφτιαγμένων videos, που πραγματικά προσδίδουν μια ευχάριστη νότα. Η είσοδος των πυγμάχων στις αρένες είναι αρκετά προσεγμένη, αν και με το που θα χτυπήσει το καμπανάκι ο τίτλος αρχίζει να παραπατάει και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό. Η πρώτη εντύπωση είναι πως οι χαρακτήρες είναι υπερβολικά βραδυκίνητοι και σταδιακά ο μπερδεμένος χειρισμός αρχίζει να δημιουργεί τα πρώτα παράπονα.
Μείζονος σημασίας είναι η άμυνα που εκτελείται από τον δεξιό αναλογικό μοχλό, αλλά θα πρέπει ο παίκτης να τον μετακινεί πάνω-κάτω για να προστατεύει αντίστοιχα το πρόσωπο ή το σώμα του και έτσι, μέχρι να το συνηθίσει, θα έχει δεχθεί πολλά χτυπήματα. Επιπροσθέτως, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου -μη μπορώντας να καταφέρει τίποτα- θα ακολουθήσει την λογική του button mashing, το οποίο όμως θα οδηγήσει γρήγορα στη μείωση της αντοχής του αθλητή και έτσι, με ένα χτύπημα, θα βρεθεί εκτός μάχης. Το περίεργο είναι πως ακόμα και τα δυνατά χτυπήματα δεν δείχνουν να έχουν κάποια διαφορετική επίπτωση στο σώμα του αντιπάλου σε σχέση με τα απλά, ενώ το προβληματικό collision detection κάνει την κατάσταση ακόμα χειρότερη. Ειδικά όταν οι δύο μονομάχοι βρίσκονται υπερβολικά κοντά, η εικόνα δεν είναι καθόλου ρεαλιστική, ενώ και το animation παρουσιάζει πολλές ασυνέχειες.
Το Prizefighter δείχνει να παρουσιάζει και μια ανομοιομορφία σε ό,τι έχει να κάνει με το επίπεδο δυσκολίας. Πιο συγκεκριμένα, ορισμένοι αντίπαλοι στα αρχικά στάδια δείχνουν να είναι ανίκητοι, ενώ κάποια «bosses» δεν προσφέρουν καμία πρόκληση. Αυτή η ανισορροπία μεταφέρεται και σε άλλο σημείο των αγώνων, μιας και είναι πολύ πιθανό σε μια αναμέτρηση των 15 γύρων ο παίκτης να επιτύχει διψήφιο αριθμό από Knock Downs και όμως η μάχη να συνεχίζεται.
Παράλληλα, ορισμένες αναμετρήσεις ξεφεύγουν κάπως από τα νόμιμα πλαίσια, μιας και γίνεται εμφανές πως ο αντίπαλος πυγμάχος θα κρύβει κάτι μέσα στο γάντι του -που φυσικά θα επιβάλλεται ο παίκτης να το αποφύγει- ενώ άλλες φορές η διαιτησία θα μοιάζει να μην είναι και τόσο δίκαιη. Περνώντας στον τεχνικό τομέα και αφήνοντας στην άκρη τον μάλλον αδιάφορο ήχο -και ειδικά τα επαναλαμβανόμενα σχόλια των προπονητών- η εικόνα των γραφικών δεν είναι και τόσο εντυπωσιακή. Οι πυγμάχοι δειχνουν μεν σωστά σχεδιασμένοι, αλλά η κίνησή τους δεν είναι και τόσο ρεαλιστική ενώ περιορισμένες σε αριθμό είναι οι εκφράσεις των προσώπων τους.
Η συνολική εικόνα είναι μάλλον «ψεύτικη», ενώ εμπόδιο θα σταθεί και η κάμερα που καταγράφει τους αγώνες. Αυτή συνήθως βρίσκεται τοποθετημένη μακριά, ενώ όταν επιχειρεί να πλησιάσει στο ρινγκ επιλέγει άβολες γωνίες λήψης, οι οποίες δεν επιτρέπουν στον παίκτη να αντιληφθεί εγκαίρως την πρόθεση του αντιπάλου για χτύπημα. Η κατάσταση για το Prizefighter θα ήταν σαφώς καλύτερη αν δεν υπήρχε στην αγορά το Fight Night: Round 3, μιας και ο τίτλος της ΕΑ -παρά το γεγονός πως κυκλοφόρησε πριν σχεδόν δύο χρόνια- δείχνει πολύ καλύτερος από τον αντίστοιχο της Venom Games.
Κοιτάζοντας συνολικά το Don King presents: Prizefighter είναι αλήθεια πως ο νέος αυτός τίτλος της 2K Games παρουσιάζει δύο διαφορετικά πρόσωπα. Όσο η δράση βρίσκεται εκτός ρινγκ τα όσα διαδραματίζονται είναι άκρως ενδιαφέροντα, αλλά όταν χτυπήσει το καμπανάκι και ξεκινήσει μια αναμέτρηση τα σοβαρά του προβλήματα βάζουν φρένο στις όποιες προσδοκίες. Το παιχνίδι της 2Κ, αντί να διασκεδάζει, περισσότερο κουράζει με τους πολύπλοκους μηχανισμούς του και από την ώρα που υπάρχουν σαφώς καλύτερες προτάσεις στην αγορά, η παρουσία του εκκεντρικού Don King θα περάσει μάλλον απαρατήρητη.
Γιώργος Τσακίρογλου