GameOver Classics: Soul Edge

Το ξεκίνημα ενός επιτυχημένου franchise και ενός απο τα καλύτερα weapon based beat em’ ups

Ήταν άνοιξη του 1997. Το PlayStation είχε πρωτομπεί στη ζωή μας αρκετούς μήνες, και μαζί με αυτό μια γενικότερη έκρηξη στο χώρο των βιντεοπαιχνιδιών είχε αρχίσει να γεννιέται. Εκείνη την περίοδο η Namco είχε πολλά κέφια και μας είχε ήδη ξετρελάνει με το πρώτο της Tekken, και ακριβώς τότε επέλεξε να μας φέρει σε επαφή με το νέο της δημιούργημα, το Soul Edge -γνωστό και ως Soul Blade. Το Soul Blade ήταν ένα εγχείρημα της εταιρείας να εισέλθει στο χώρο των beat em’ up, με μάχες που βασίζονταν στις ικανότητες των χαρακτήρων με κάποιο όπλο (Σπαθί, κλοπάκια, κοντάρι κλπ.), δοκιμάζοντας κάτι διαφορετικό από τη μάχη σώμα με σώμα.

Το όλο παιχνίδι βασίζεται στο μύθο του σπαθιού Soul Edge, του οποίου ο κάτοχος θα αποκτούσε απίστευτες δυνάμεις. Σε αυτό το σημείο γινόταν και η γνωριμία μας με το cast των χαρακτήρων, κάποιοι από τους οποίους συνεχίζουν και στις μεταγενέστερες εκδόσεις του παιχνιδιού. Mitsurugi, Taki, Voldo, Siegfried είναι μερικοί απο αυτούς που είχαν μεγάλη απήχηση στους φίλους της σειράς. Ο κάθε χαρακτήρας παρουσίαζε τη δική του ιστορία και φιλοδοξία στην προσπάθεια του να κατακτήσει το πολυπόθητο σπαθί, και όλοι μαζί ξετύλιγαν την ιστορία μέσω των μαχών.

Φυσικά ο καθένας αντιπροσώπευε και ένα συγκεκριμένο πολεμικό στυλ με το όπλο του: Άλλοι γρήγοροί και επιδέξιοι με μικρά και μέτρια όπλα, φέρουν πολλαπλά χτυπήματα, ενώ άλλοι αργοί αλλά με θανατηφόρα και δυνατά χτυπήματα. Δεν θα έπρεπε να παραλείψουμε την απίστευτη για την εποχή, αλλά ακόμη και τώρα, εισαγωγή του παιχνιδιού. Απίστευτα κινηματογραφική και έντονη σε έβαζε για τα καλά στο πνεύμα του τι θα ακολουθούσε. Πρέπει να αναφέρουμε ότι εκείνη την περίοδο, όλα τα παιχνίδια φάνταζαν απίστευτα στα μάτια μας. Όχι γιατί δεν ήταν, αλλά το τεχνολογικό άλμα που δέχθηκαν οι παιχνιδομηχανές ήταν τέτοιο που όντως προσέφεραν πολλές καινούριες εμπειρίες. Ειδικά η τρισδιάστατη απεικόνιση άρχισε να εντυπωσιάζει στον τομέα των γραφικών και το Soul Blade ήταν ένα κόσμημα στο συγκεκριμένο τομέα.

Ακόμη και σε σύγκριση με άλλους τίτλους όπως το Tekken, οι φίλοι μας στη Namco φρόντισαν και πήγαν ένα βήμα παραπέρα. Πολύ όμορφες και λεπτομερείς υφές, φοβερά μοντέλα χαρακτήρων, ακόμη και στα πρόσωπα, αλλά κυρίως με φοβερά εφέ φωτισμού και σπινθηρισμών κατα την κρούση των όπλων. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να κάνουμε και στις αρένες. Οι τοποθεσίες ήταν ευρηματικές και περιείχαν αρκετά καλή λεπτομέρεια. Στην ουσία, είχε δημιουργηθεί και μία πίστα για τον κάθε χαρακτήρα, έτσι ώστε να φαίνονται οι γενικότερες καταβολές του και τι τον αντιπροσώπευε. Η αλήθεια είναι ότι ήταν από τα πρώτα παιχνίδια του χώρου που το περιβάλλον ήταν τόσο θελκτικό και σε προκαλούσε να χαζέψεις το τι γίνεται στο παρασκήνιο.

Η γενικότερη αίσθηση που ήθελαν να αποδώσουν οι δημιουργοί ήταν επική, με τις έντονες μάχες και τα χαρακτηριστικά τοπία, αλλά αυτό που όντως «έδεσε το γλυκό» ήταν η μουσική επένδυση. Ορχηστρική μουσική, γεμάτη ένταση να περιγράφει το πάθος των μαχών. Όσο για τα εφέ, ζωντανά και περιγραφικά έδιναν τις λεπτομέρειες σε ό,τι είχε να κάνει με τις μάχες. Και ερχόμαστε στο πλέον κρίσιμο ζήτημα: πως ήταν το gameplay του; Πραγματικά, το θέμα του gameplay στα beat em’ ups, ο γράφων πιστεύει, ότι είναι πολύ προσωπικό θέμα και έχει να κάνει με τα γούστα του καθενός. Το Soul Blade δεν είναι ότι βρήκε κάποια χρυσή τομή, απλά εφάρμοσε μία τακτική μέσης κατάστασης. Το παιχνίδι ήταν προσβάσιμο και ευχάριστο και για κάποιον αδαή.

Όχι πως με το συνεχόμενο πάτημα κουμπιών παίρναμε νίκες, αλλά γενικότερα το σύστημα ξεκινούσε με απλές κινήσεις και απλά combos που έδειχναν εντυπωσιακά. Από εκεί και ύστερα, όμως, οποιοσδήποτε ήθελε να ασχοληθεί περαιτέρω, σίγουρα ανταμειβόταν καθώς το παιχνίδι προσέφερε ένα αρκετά μεγάλο εύρος κινήσεων και τακτικών προς εκμάθηση.

Ένα ακόμη στοιχείο που θεωρούμε ότι ήταν πρωτοποριακό και δούλευε σωστά ήταν η χρήση μιας πρόσθετης μπάρας κάτω από τη μπάρα ενέργειας του παίκτη, η οποία ήταν ενδεικτική της αντοχής του όπλου μας. Έτσι σε κάθε χτύπημα που δεχόμασταν κατά τη χρήση της αμυντικής στάσης, η αντοχή του εκάστοτε όπλου μειωνόταν, ωσότου το όπλο αχρηστευόταν και αναγκαστικά θα έπρεπε να συνεχίσουμε τη μάχη με τα χέρια. Η εφαρμογή του συστήματος αυτού έδινε ακόμη μία παράμετρο, την οποία έπρεπε να έχουμε στο μυαλό μας κατά την μάχη, και απαιτούσε ανάλογη προσαρμογή. Σε καμία περίπτωση όμως δεν επιβάρυνε και επισκίαζε την σκέψη μας στην πραγματική μάχη που εξελισσόταν.

Οι ματιές μας αυτές σε παλιότερους τίτλους, όπως και το Soul Edge, είναι παραπάνω από νοσταλγικές. Σε κάνουν να νιώσεις ότι πηρες μέρος στη στιγμή της γέννησης και της εξέλιξης ενός χώρου και ενός είδους. Το Soul Edge είναι πλέον υπεράνω κριτικής: Ο κόσμος το έχει δείξει με την αγάπη του και την στήριξη του τίτλου και της σειράς, εώς ακόμη και σήμερα, στις μεταγενέστερες εκδόσεις του. Όσο για μας; Είναι σίγουρα μέσα στην καρδιά μας…

Που μπορείτε να το βρείτε Μια βόλτα στο ebay θα ήταν η καλύτερη επιλογή για εκείνους που αναζητούν το παρελθόν της σειράς. Ευελπιστούμε ότι κάποια στιγμή θα το δούμε και στο PlayStation Store.

Αξιοσημείωτο στοιχείο Είναι το μοναδικό επεισόδιο της σειράς που κυκλοφόρησε με διαφορετικό τίτλο στην αγορά της Ιαπωνίας από ό,τι στις αντίστοιχες της Αμερικής και της Ευρώπης.

Soul Edge (Soul Blade)
Ανάπτυξη Namco
Έκδοση Namco
Κυκλοφορία 1997
Είδος Weapοn based beat em’ up
Πλατφόρμες PlayStation


Μιχάλης Κρεμμύδας



 

{nomultithumb}

Exit mobile version