Θυμόμαστε μια από τις πιο αγαπημένες -και ταυτόχρονα παραμελημένες- σειρές της SEGA
Μπορεί οι ιστορίες με τους δράκους να ανήκουν σε μια άλλη εποχή, αλλά στο άκουσμα και μόνο των συγκεκριμένων πλασμάτων, το μυαλό των περισσοτέρων ταξιδεύει σε παραμυθένιους κόσμους με κάστρα και ιππότες, μιας και αυτά τα πλάσματα εκπέμπουν μια μοναδική γοητεία. Αν και μέσα στα χρόνια οι δράκοι συντροφεύουν τους παίκτες σε αρκετές κατηγορίες τίτλων, η αλήθεια είναι πως υπάρχει μια σειρά, που αν και δεν γνώρισε την επιτυχία που της άξιζε, αναμφίβολα βρίσκεται βαθιά ριζωμένη στην καρδιά όσων είχαν πραγματικά την τύχη να ασχοληθούν μαζί της. Και αυτή δεν είναι άλλη από τη σειρά Panzer Dragoon της SEGA που ήρθε πραγματικά από το πουθενά και τελικά χάθηκε με το πέρασμα των χρόνων.
Η αλήθεια είναι πως η σειρά θα μπορούσε ή, πιο σωστά, θα έπρεπε να πρωταγωνιστήσει, αλλά δυστυχώς στα όσα χρόνια βρισκόταν στην αγορά ακολούθησε μια μετριοπαθή πορεία. Οι αιτίες που συνέβη αυτό είναι πολλές αν και τελικά είναι προτιμότερο που έσβησε με αυτόν τον τρόπο, παραμένοντας περισσότερο μια γλυκιά ανάμνηση. Πολλοί προσπάθησαν να τη μιμηθούν ή ακόμα και να την αντιγράψουν, αλλά όλες οι προσπάθειες έπεσαν στο κενό γιατί πολύ απλά έλειπε αυτή η μαγεία, αυτό το ιδιαίτερο που πάντοτε την χαρακτήριζε.
Τα πάντα ξεκίνησαν το 1995 όταν η SEGA, μέσα στο line-up των τίτλων που είχε ανακοινώσει για το Saturn, συμπεριέλαβε και το όνομα "Panzer Dragoon". Ωστόσο, πολλοί το προσπέρασαν αβίαστα και υπεύθυνος δεν είναι άλλος από την ίδια την εταιρία, η οποία προτίμησε να προωθήσει τις δημιουργίες που προέρχονταν από τα arcades, θέλοντας έτσι να διαφημίσει τις δυνατότητες της νέας, για την εποχή, κονσόλας της. Και αυτό είναι ένα σφάλμα που πραγματικά το πλήρωσε στη συνέχεια μιας και μπορεί τα Virtua Fighter, Daytona USA και Virtua Racing -σε θέματα marketing- να πέτυχαν το σκοπό τους, αλλά ποιοτικά δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν τα υψηλά στάνταρ που το Panzer Dragoon έθεσε.
Ο πρώτος τίτλος ήταν μια δημιουργία της Team Andromeda, μιας εσωτερικής ομάδας ανάπτυξης της SEGA, που σχεδόν αθόρυβα κατάφερε να παραδώσει μια μοναδική δημιουργία. Οι λόγοι που κατέστησαν το Panzer Dragoon τόσο διαφορετικό ήταν η γενικότερη ατμόσφαιρα, αλλά και η ποιότητά του. Ένα αξιομνημόνευτο χαρακτηριστικό ήταν η εισαγωγική σκηνή, στην οποία -πέρα από τα, νέα για την εποχή, computer generated γραφικά- ξεχώριζε η μοναδική μουσική υπόκρουση.
Και πως θα γινόταν να μην ξεχωρίσει, όταν προέρχεται από τον καταξιωμένο Yoshitaka Azuma, ο οποίος συνεργάστηκε με τη φιλαρμονική ορχήστρα της Τσεχίας για να παραδώσει ένα μοναδικό αποτέλεσμα. Ευτυχώς, η συνέχεια ήταν ανάλογης ποιότητας μιας και από τη στιγμή που θα ξεκινούσε η δράση μέχρι τους τίτλους τέλους, ήταν τέτοια η ένταση των μαχών αλλά και τόσο υψηλό το επίπεδο δυσκολίας, που πραγματικά απαιτούσε ευλαβική προσήλωση από την πλευρά του παίκτη. Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από τον νεαρό Keil Fluge, ο οποίος ζει σε έναν άγνωστο πλανήτη και ανήκει σε μια ομάδα που έχει αναλάβει την φύλαξή του. Μια απρόσμενη επίθεση από ζωύφια θα τον απομακρύνει από τους συντρόφους του, όταν τελικά άθελά του θα γίνει μάρτυρας μιας μάχης ανάμεσα σε δύο δράκους και τους αναβάτες τους.
Η πτώση του ενός θα αποτελέσει το έναυσμα ώστε ο Fluge να γίνει ο νέος αναβάτης, ο οποίος πλέον θα ξεκινήσει ένα ταξίδι δίχως επιστροφή, με απώτερο σκοπό να εξοντώσει όλες τις ξένες δυνάμεις. Το ευχάριστο είναι πως από το πρώτο κιόλας δευτερόλεπτο το Panzer Dragoon αρχίζει να δείχνει τα "δόντια" του σε επίπεδο πρωτοτυπίας μιας και τόσο τα περιβάλλοντα, όσο και οι ίδιοι οι χαρακτήρες, είναι αναμφίβολα μοναδικοί – για να μην πούμε αλλόκοτοι.
Σε γενικές γραμμές, ο τίτλος είναι ένα on-rail shooter, όπου ο παίκτης κινεί το σταυρόνημα του όπλου του και μπορεί, εν μέρει, να ελέγχει και το δράκο. H διαδρομή είναι πάντοτε προκαθορισμένη, αν και τελικά μέσα στις τόσες έντονες μάχες αυτό κρίνεται σαν το πλέον ιδανικό. Ιδιαίτερα βολική αποδείχθηκε η δυνατότητα lock και έτσι ο Fluge μπορούσε να κλειδώσει ταυτόχρονα μέχρι και 8 στόχους, εξαπολύοντας ένα καταστρεπτικό μπαράζ επιθέσεων. Αλλά τα ευχάριστα δεν σταματούν εδώ. Πέρα από τα παραπάνω και πατώντας κάποιο από τα shoulder buttons, παρέχεται η δυνατότητα περιστροφής της κάμερας κατά 360 μοίρες, κίνηση ιδιαιτέρως βολική μιας και τα πυρά στο παιχνίδι της SEGA έρχονται από κάθε κατεύθυνση.
Έίναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως το Panzer Dragoon διατηρεί ανέπαφη την αρχική του γοητεία και ο λόγος είναι πως ήταν σχεδόν άψογο σε όλους τους τομείς. Από τα γραφικά και τον ήχο, μέχρι την ποικιλία των επιπέδων –8 συνολικά στον αριθμό– τα πάντα έμοιαζαν και ήταν καλοδουλεμένα σε ένα σύνολο που απευθύνονταν μόνο σε ικανούς και υπομονετικούς παίκτες. Όπως αναφέρθηκε και πιο πριν, το Panzer Dragoon κυκλοφόρησε αποκλειστικά για το Saturn το 1995 και παρόλο που από όλη τη σειρά έχει επιτύχει τις υψηλότερες πωλήσεις, αυτές γενικά είναι χαμηλές.
Ορισμένα χρόνια αργότερα ο τίτλος μεταφέρθηκε και στο PC, σε μια εποχή που η εταιρία προσπαθούσε να συμμαζέψει τα οικονομικά της, αλλά η λογική του βιαστικού port αναμφίβολα έκοψε απότομα τα φτερά του δράκου. Αλλά ακόμα και για αυτούς που δεν έτυχε να ασχοληθούν με το πρωτότυπο -το οποίο πλέον είναι δυσεύρετο- μπορούν να το αναζητήσουν στα extras του Panzer Dragoon Orta, μια δημιουργία που θα μας απασχολήσει στη συνέχεια.
{PAGE_BREAK}
H SEGA γνώριζε πως είχε στα χέρια της κάτι ξεχωριστό και έτσι η ανάθεση ενός sequel στην Team Andromeda δεν προκάλεσε καμία απολύτως έκπληξη. Το δεύτερο μέρος έφερε το όνομα Zweii και προσέφερε ό,τι θα περίμενε ο καθένας από ένα sequel. Η νέα αυτή περιπέτεια ήταν σαφώς ομορφότερη, μεγαλύτερη αλλά -για έναν ανεξήγητο λόγο- υπερβολικά εύκολη. Ίσως το υψηλό επίπεδο δυσκολίας του πρώτου μέρους να απώθησε το κοινό, αλλά για κάποιον που κατάφερε να φέρει την αρχική αποστολή εις πέρας, σίγουρα τον δυσαρέστησε η όλη εικόνα του Zweii. Η νέα πρόταση της SEGA επικέντρωσε την προσοχή της γύρω από τον μικρό Jean-Luc Lundi, ο οποίος ήταν μέλος μιας ιδιαίτερης φυλής ανθρώπων.
Ο Lundi είχε για κατοικίδιο ένα μικρό δράκο και, για καλή του τύχη, μια απογευματινή βόλτα του έσωσε τη ζωή, μιας και την ώρα που απουσίαζε όλοι οι υπόλοιποι κάτοικοι του χωριού του εξολοθρεύτηκαν από μια μυστήρια ξένη δύναμη. Όπως ο προκάτοχός του, έτσι και το Zweii, δεν προσέφερε την ελευθερία κινήσεων που ίσως επιθυμούσαν μερικοί, αλλά για άλλη μια φορά η δράση ήταν ακατάπαυστη. Χαρακτηριστικό σημείο είναι η πρώτη αποστολή, όπου ο μικρός δράκος δεν έχει ακόμα τη δύναμη να πετάξει και έτσι είναι αναγκασμένος να τρέχει πάνω στη γη.
Το γενικότερο στήσιμο δεν άλλαξε, αν και πλέον ορισμένα νέα χαρακτηριστικά που έκαναν την εμφάνισή τους, παρέπεμπαν κυρίως σε τίτλους ρόλων. Πιο συγκεκριμένα, ο δράκος γινόταν ολοένα και πιο δυνατός ενώ σταδιακά άλλαζε και η μορφή του, αποκτώντας περισσότερη δύναμη αλλά και αντοχή στα εχθρικά χτυπήματα. Παράλληλα, το δεύτερο μέρος ήταν, αν μη τι άλλο, και μια πρώτης τάξεως διαφήμιση των δυνατοτήτων του Saturn, μιας και για άλλη μια φορά η καλλιτεχνική προσέγγιση συνοδευόταν από έναν κορυφαίο οπτικό τομέα, που για την εποχή του ήταν απλά μοναδικός. Ωστόσο, τα λάθη της εταιρίας είχαν ξανά άμεσο αντίκτυπο στις πωλήσεις, κάτι που πραγματικά ήταν ασυγχώρητο για μια δημιουργία αυτού του βεληνεκούς. Το Panzer Dragoon Zweii κυκλοφόρησε στα μέσα του 1996 αποκλειστικά για το Saturn, ενώ όπως και το πρώτο μέρος είναι υπερβολικά δύσκολο να το αποκτήσει κάποιος.
Μετά από περίπου δύο χρόνια σιγής και ενώ κανένας δεν το περίμενε, η SEGA ανακοινώνει πως το τρίτο μέρος της σειράς βρίσκεται στο στάδιο της ανάπτυξης ενώ, παράλληλα, η εταιρία υπόσχεται πλήθος αλλαγών και βελτιώσεων. Και ευτυχώς κράτησε το λόγο της και με το παραπάνω. Το Panzer Dragoon Saga κυκλοφόρησε τελικά στις αρχές του 1999, σαν ένα αποχαιρετιστήριο δώρο της εταιρίας προς το κοινό της, την ώρα που το Saturn πλέον είχε δεχθεί την ήττα του και αποσυρόταν από τη μάχη. Η μεγαλύτερη έκπληξη ήρθε από το γεγονός πως το νέο αυτό μέλος δεν ήταν ένα ακόμα shooter, αλλά ένα παιχνίδι ρόλων και μάλιστα ένα από τα καλύτερα της εποχής.
Οι παίκτες αναλάμβαναν τον ρόλο του Edge, ενός κυνηγού που προσπαθεί να καταπολεμήσει μια αρχαία δύναμη που έχει ξυπνήσει με άγριες διαθέσεις. Ειδοποιός διαφορά ήταν πως, πλέον, ο τίτλος παρείχε πλήρη ελευθερία κινήσεων, ενώ για πρώτη φορά εμφανίστηκαν και οι αποστολές όπου ο κεντρικός χαρακτήρας ήταν πεζός. Γενικότερα, το Saga ήταν μια αρκετά πληθωρική πρόταση που εκτεινόταν σε τέσσερα ολόκληρα CD και για την ολοκλήρωσή του απαιτούνταν περισσότερες από 50 ώρες εξερεύνησης. Κυκλοφορώντας σε μια εποχή που η Square είχε παραδώσει το Final Fantasy VII, η Team Andromeda δανείστηκε σχεδόν εξολοκλήρου το σύστημα μάχης, το οποίο ήταν τόσο δυναμικό και κινηματογραφικό, όσο το επέτρεπε η τεχνολογία της εποχής. Παράλληλα, για πρώτη φορά ο δράκος ή, πιο σωστά, οι διαθέσιμοι δράκοι, μπορούσαν να αλλάζουν μορφή κατά βούληση με τα χαρακτηριστικά τους να είναι κατανεμημένα είτε υπέρ της δύναμής είτε υπέρ της ταχύτητας.
Η ιστορία εκτυλίσσεται αμέσως μετά τα γεγονότα του πρώτου μέρους και λίγο πριν τα αντίστοιχα του Orta, μιας και πρακτικά το Zweii ήταν ένα prequel. Ακολουθώντας τη γενικότερη πορεία της σειράς, το Saga δεν κατάφερε να σημειώσει υψηλές πωλήσεις αν και κάτι τέτοιο ήταν και ως ένα βαθμό αναμενόμενο μιας και απευθυνόταν σε ένα συγκεκριμένο κοινό, που εκείνη την εποχή δεν ήταν ιδιαίτερα πολυπληθές.
{PAGE_BREAK}
Aπό την κυκλοφορία του τρίτου μέρους και έπειτα οι περισσότεροι υπέθεσαν πως η σειρά είχε κάνει τον κύκλο της και δεν επρόκειτο να υπάρξει κάποια νέα πρόταση. Χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν τέσσερα χρόνια για να έρθει και πάλι το όνομα Panzer Dragoon στο προσκήνιο, αν και πλέον οι αλλαγές ήταν σημαντικές. Με τη SEGA να έχει αποχωρήσει από την κατασκευή hardware, η νέα δημιουργία προοριζόταν για το Xbox, ενώ παράλληλα το όλο project δεν ήρθε από την Team Andromeda. Απεναντίας, το δύσκολο εγχείρημα της αναγέννησης της σειράς ανέλαβε η Smilebit και το γεγονός πως πολλά μέλη της προέρχονταν από την προηγούμενη ομάδα φαίνεται πως έδρασε καταλυτικά.
Τελικά το Panzer Dragoon Orta κυκλοφόρησε το 2003 και είναι ίσως από τις ελάχιστες φορές όπου η ιστορία επαναλαμβάνεται με τον πλέον επώδυνο τρόπο. Αφενός ο τίτλος αγγίζει υψηλά επίπεδα ποιότητας σε όλους τους τομείς και αφετέρου δεν κατάφερε να κεντρίσει το ενδιαφέρον του κοινού και να σημειώσει υψηλές πωλήσεις.
Όπως μαρτυρά και η ονομασία του τίτλου, η ιστορία του τέταρτου μέρους περιστρέφεται γύρω από τη μικρή Orta, η οποία και γλιτώνει πραγματικά την τελευταία στιγμή από το θάνατο. Η διάσωση ήρθε υπό τη μορφή του δράκου, ο οποίος θα τη βοηθήσει να δώσει απαντήσεις σε ορισμένα σημαντικά ερωτηματικά που την απασχολούν και έχουν να κάνουν με την καταγωγή της. Σε ό,τι αφορά την κύρια δομή του, ο τίτλος δανείζεται στοιχεία από όλους τους προκατόχους του, αν και επιστρέφει στα περιοριστικά μονοπάτια ενός on-rail shooter. Πλέον, ο δράκος μπορεί ανά πάσα στιγμή να αλλάζει ανάμεσα σε τρεις μορφές, οι οποίες σταδιακά γίνονται ολοένα και πιο ισχυρές, σε μια δημιουργία που μπορεί και προσφέρει κάτι από την πρόκληση του παρελθόντος.
Ο τομέας για τον οποίο ξεχώρισε το Orta ήταν αυτός των γραφικών του. Ευνόητο είναι ότι σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε το Xbox, που παραχώρησε τα κατάλληλα μέσα στη Smilebit ώστε να κάνει το όραμά της πραγματικότητα. Δίχως ίχνος υπερβολής, το PD Orta είναι ένας πίνακας ζωγραφικής σε διαρκή κίνηση, ενώ είναι φανερό πως το ρεύμα του σουρεαλισμού έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό την όλη σχεδίαση του τίτλου.
Τα χρώματα αναμιγνύονται μεταξύ τους σχηματίζοντας σχήματα ακαθόριστα και απερίγραπτα. Το ίδιο ισχύει και στο σχεδιασμό των αντιπάλων μιας και επικρατεί διαρκώς κάτι το αφηρημένο, το ανεξήγητο, το ακαθόριστο, αφήνοντας τον παίκτη να κρίνει τι είναι αυτό που βλέπει και να μην του παρουσιάζει τίποτα ως δεδομένο. Πολλές φορές τα χρώματα σβήνουν απαλά και εμφανίζονται πάλι απότομα, ξυπνώντας τον παίκτη από το όνειρο που τον έχει συνεπάρει, επαναφέροντάς τον στον εφιάλτη. Συνεχίζοντας το παιχνίδι με τις αισθήσεις και με τη βοήθεια της μουσικής, που άλλοτε απουσιάζει εντελώς και άλλοτε είναι έντονα παρούσα, η μαγεία συνεχίζεται όσο προχωρά ο τίτλος και κορυφώνεται με ιδιαίτερη άνεση και χωρίς καθόλου διακοπές.
Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει για άλλη μια φορά στον τομέα του ήχου, μιας και για το Orta ένωσαν τις δυνάμεις τους οι Saori Kobayashi και Yutaka Minobe. Το τελικό αποτέλεσμα κρίνεται τελικά ως απλά μαγευτικό, ενώ δεν είναι τυχαίο που οι δυο τους είχαν συνεργαστεί για πρώτη φορά κατά την ανάπτυξη του Panzer Dragoon Saga. Το Orta σε επίπεδο περιεχομένου κρίνεται ως το πληρέστερο ολόκληρης της σειράς, μιας και τα επιπλέον χαρακτηριστικά αλλά και modes, που σταδιακά ξεκλειδώνονται, παρατείνουν σημαντικά τη διασκέδαση. Και με την ολοκλήρωσή του, διαθέσιμος γίνεται ο αρχικός τίτλος με όλη την "πολυγωνική" ομορφιά του.
Κάπου εδώ ολοκληρώνεται αυτό το μικρό ταξίδι στη σειρά Panzer Dragoon. Μια σειρά που είχε όλα τα φόντα να διακριθεί αλλά τελικά δεν τα κατάφερε. Το ευχάριστο είναι πως, ακόμα και σήμερα, η αρχική μαγεία της ξεχωριστής αυτής "τετραλογίας" παραμένει αναλλοίωτη, αν και ο εντοπισμός κάποιου τίτλου είναι ένα πραγματικά δύσκολο εγχείρημα. Οι παλιότεροι θα θυμούνται με νοσταλγία την πρώτη φορά που ασχολήθηκαν με το Panzer Dragoon, το οποίο κατάφερε να ανατείλει και να λάμψει πριν τελικά αποσυρθεί το ίδιο αθόρυβα όπως ήρθε.
Γιώργος Τσακίρογλου
{nomultithumb}