Μια απρόσμενη και ευχάριστη έκπληξη από την Terminal Reality
Ο άγραφος νόμος λέει ότι τα παιχνίδια που βασίζονται σε ταινίες αποτυγχάνουν πλήρως. Αυτό συμβαίνει συνήθως γιατί οι ομάδες ανάπτυξης βιάζονται να προλάβουν την κυκλοφορία της ταινίας, με ολέθρια αποτελέσματα για το αντίστοιχο videogame. Το Ghostbusters δεν συνοδεύει κάποια νέα ταινία, αλλά κυκλοφορεί μαζί με την επανέκδοση των δύο πρώτων κινηματογραφικών παραγωγών σε Blu-ray. Ένας ακόμα κανόνας στο κόσμο των videogames είναι ότι οι ταλαιπωρημένες παραγωγές δεν έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Το Ghostbusters άλλαξε αρκετούς εκδότες και κάποια στιγμή είχε ακουστεί ότι το παιχνίδι είχε ακυρωθεί εντελώς.
Οι οιωνοί για το παιχνίδι της Terminal Reality δεν ήταν αισιόδοξοι και λίγοι πίστευαν ότι θα βγει πραγματικά καλό. Όμως, τελικά, το Ghostbusters: The Videogame -όπως είναι ο πλήρης τίτλος του- αν και δεν αποφεύγει κάποια σφάλματα, θα ξαφνιάσει ευχάριστα ακόμα και τους πιο απαισιόδοξους. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
"Ο κάθε εχθρός παρουσιάζει μια αδυναμία σε συγκεκριμένο όπλο, αλλά συνήθως τα πλεονεκτήματα δεν είναι τόσο μεγάλα και έτσι μπορούμε να παίξουμε με όποιο τρόπο προτιμούμε"
Το σενάριο του παιχνιδιού -μεταξύ άλλων- υπογράφουν οι σεναριογράφοι και πρωταγωνιστές των δύο πρώτων ταινιών, Dan Aykroyd και Harold Ramis. Στο παιχνίδι θα πάρουμε το ρόλο ενός νέου, ανώνυμου, εκπαιδευόμενου χαρακτήρα και ο ρόλος μας είναι να δοκιμάζουμε "νέες τεχνολογίες που ίσως μας ανατινάξουν", όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και το σενάριο που παιχνιδιού, βοηθώντας φυσικά και του τέσσερις "κλασικούς" κυνηγούς φαντασμάτων στις περιπέτειές τους. Η υπόθεση εκτυλίσσεται δύο χρόνια μετά το τέλος της δεύτερης ταινίας και αποτελεί κανονική συνέχεια της ιστορίας, η οποία κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχιστεί με την τρίτη κινηματογραφική παραγωγή -που όπως έχει ήδη ανακοινωθεί θα κυκλοφορήσει το 2012.
Από την εισαγωγή μέχρι και το τέλος του παιχνιδιού έχει επιτευχθεί μία εντυπωσιακή κινηματογραφική αίσθηση. Ο χαρακτήρας μας παραμένει σιωπηλός και παρακολουθεί τους βετεράνους κυνηγούς φαντασμάτων να κάνουν αστειάκια και να εξιχνιάζουν τις υποθέσεις. Πολλές φορές θα περιμένουμε τους συνεργάτες μας να ολοκληρώσουν τις φράσεις τους -για να ανοίξουν για παράδειγμα μία πόρτα- προκειμένου να συνεχίσουμε, ενώ άλλες φορές θα ζητήσουν από τον παίκτη να λύσει μερικούς απλούς γρίφους.
Σε αλλά παιχνίδια οι συνεχείς συζητήσεις ίσως καταλογίζονταν ως αρνητικό στοιχείο, αφού επηρεάζουν το ρυθμό του παιχνιδιού. ‘Ομως, σε αυτήν την περίπτωση το χιούμορ και το ανάλαφρο κλίμα που δημιουργείται είναι αναπόσπαστο κομμάτι της εμπειρίας, κάτι που θα ευχαριστήσει τους οπαδούς των ταινιών. Επίσης, οι χρόνοι φόρτωσης μεταξύ των επιπέδων κρύβονται έξυπνα από τις σκηνές που διηγούνται την ιστορία, βοηθώντας ακόμα περισσότερο στην κινηματογραφική αίσθηση του τίτλου. Αν και στο Ghostbusters αισθανόμαστε ότι συμμετέχουμε σε μία ταινία, σε καμία περίπτωση δεν παίζουμε κάποιο δευτερεύοντα ρόλο παρά το γεγονός ότι ο χαρακτήρας μας είναι σιωπηλός.
Όπως όλοι γνωρίζουμε, οι Ghostbusters κυνηγούν φαντάσματα. Βασικό μας όπλο σε αυτό το κυνήγι είναι ο εκτοξευτής πρωτονίων, ο οποίος μπορεί να κουράσει τα φαντάσματα και στη συνέχεια να τα αιχμαλωτίσει και να τα…κοπανήσει στον περιβάλλοντα χώρο. Στη συνέχεια, πρέπει να τα παγιδεύσουμε οδηγώντας τα στη γνωστή παγίδα, κίνηση που προσφέρει άφθονη διασκέδαση, ενω υπάρχουν και πιο αδύναμοι εχθροί τους οποίους μπορούμε να εξοντώσουμε χωρίς να χρειαστεί να τους αιχμαλωτίσουμε.
"Το σενάριο του παιχνιδιού -μεταξύ άλλων- υπογράφουν οι σεναριογράφοι και πρωταγωνιστές των δύο πρώτων ταινιών, Dan Aykroyd και Harold Ramis"
Η αλήθεια είναι αρχικά ότι οι μάχες με τους πιο απλούς εχθρούς φαίνονται λίγο αδέξιες, όπως και η κίνηση αποφυγής με γρήγορα βήματα που μπορούμε να κάνουμε με το κουμπί του Κύκλου (το παιχνίδι δοκιμάστηκε σε PS3) και την ανάλογη κατεύθυνση. Μετά από λίγη ώρα, όμως, θα δούμε ότι η αποφυγή των χτυπημάτων δουλεύει αρκετά καλά αν εξοικειωθούμε με τις κατά μέτωπο επιθέσεις, ενώ με τις ανάλογες αναβαθμίσεις -αλλά και την εξοικείωση- τα όπλα γίνονται λειτουργικά και αποτελεσματικά. Κατά τη διάρκεια της περιπέτειάς μας θα χρησιμοποιήσουμε τέσσερα όπλα με δύο είδη πυρός το καθένα που προσφέρουν αρκετή ποικιλία.
Πρακτικά, μπορούμε να τελειώσουμε το παιχνίδι μόνο με το αρχικό όπλο αλλά και με ένα πρωτοποριακό εργαλείο, του οποίου η λειτουργία θυμίζει την αντλία νερού στο Mario Sunshine. Αυτή η παραξενη συσκευή, εκτός από την καταπολέμηση των εχθρών, χρησιμεύει και στον εξορκισμό πολιτών που έχουν καταληφθεί από ανίερα πνεύματα. Επίπροσθέτως, μπορούμε να παγώσουμε τους εχθρούς μας, να χρησιμοποιήσουμε μία ριπή καταλληλότερη για κοντινές αποστάσεις, αλλά και μια κολλώδη ουσία που επιφέρει διασκεδαστικά αποτελέσματα.
Τέλος, υπάρχει ένα όπλο με γρήγορες ριπές -που αποτελεί την εκδοχή του "αυτόματου όπλου" για το Ghostbusters- το οποίο δε νομίζουμε ότι ταιριάζει στο στυλ του παιχνιδιού, αλλά ευτυχώς δε χρειάζεται να το χρησιμοποιούμε συχνά. Ο κάθε εχθρός παρουσιάζει μια αδυναμία σε συγκεκριμένο όπλο, αλλά συνήθως τα πλεονεκτήματα δεν είναι τόσο μεγάλα και έτσι μπορούμε να παίξουμε με όποιο τρόπο προτιμούμε. Τις αδυναμίες κάθε φαντάσματος μπορούμε να τις ανακαλύψουμε χρησιμοποιώντας το κλασσικό εργαλείο ανίχνευσης των Ghostbusters, με το οποίο μπορούμε επίσης να εντοπίσουμε τα ίχνη των φαντασμάτων που δε φαίνονται με γυμνό μάτι, αλλά και σωρεία από αντικείμενα με αναφορές στις ταινίες τα οποία μπορούμε να συλλέξουμε.
{PAGE_BREAK}
Το κομμάτι του shooting στην προσπάθεια της Terminal Reality είναι αρκετά διασκεδαστικό, αλλά σε αυτό το σημείο παρουσιάζονται και τα σημαντικότερα μειονεκτήματα του παιχνιδιού. Τα φαντάσματα μπορούν να μας χτυπήσουν από οποιαδήποτε πλευρά χωρίς καμία οπτική ένδειξη που να μας προειδοποιεί έτσι ώστε να μπορέσουμε να τα αποφύγουμε. Στις μάχες θα είμαστε βέβαια μαζί με κάποιους ή όλους τους υπόλοιπους "κυνηγούς φαντασμάτων". Αυτοί προσφέρουν σημαντική βοήθεια, χωρίς όμως να αισθανθούμε ποτέ ότι τα κάνουν όλα μόνοι τους. Επίσης όταν βρεθούμε σε δύσκολη θέση θα τρέξουν να μας βοηθήσουν.
Όμως φαίνεται ότι δεν…συμπαθούν το ίδιο και τους υπόλοιπα μέλη της ομάδας, αφού αργούν χαρακτηριστικά να τα βοηθήσουν. Ίσως βέβαια με τον τρόπο τους να υποδεικνύουν ότι τις "αγγαρείες" πρέπει να τις κάνει το… παιδί για όλες τις δουλείες, δηλαδή εμείς. Η κλίμακα αυτού του φαινομένου είναι αρκετά μεγάλη και αρκετές φορές αισθανθήκαμε περισσότερο "νοσοκόμοι" παρά κυνηγοί φαντασμάτων αφού τρέχαμε από τη μία πλευρά της πίστας στην άλλη για να αναστήσουμε τους συνεργάτες μας.
Φυσικά όταν χάσουν όλοι οι κυνηγοί φαντασμάτων ταυτόχρονα, θα πρέπει να ξαναπροσπαθήσουμε από την αρχή, φαινόμενο αρκετά συχνό μιας και μερικές φορές αυξάνεται απότομα η δυσκολία του παιχνιδιού. Αυτό το μειονέκτημα μπορεί να καταπολεμηθεί ελαφρώς αν είμαστε κοντά στα υπόλοιπα μέρη τις ομάδας μας και αγνοούμε οτιδήποτε άλλο τη στιγμή που κάποιος συμπαίκτης μας "πέφτει". Βέβαια, αυτή τη αύξηση της δυσκολίας κάνει πιο ικανοποιητικό το αίσθημα της νίκης και της ολοκλήρωσης του παιχνιδιού, η οποία έρχεται μετά από 9 με 11 ώρες στο κανονικό επίπεδο δυσκολίας -χωρίς να καθυστερήσει κάποιος για να βρει τα αντικείμενα με το πλήθος από τα easter eggs.
Κατά την εξέλιξη του παιχνιδιού η υπόθεση είναι αρκετά ενδιαφέρουσα, αν και προς το τέλος του γίνεται φανερή η επιτηδευμένη χαλάρωση έτσι ώστε να μεγαλώσει η διάρκειά του. Ωστόσο, τελικά αυτό δεν ενοχλεί αφού το gameplay δεν κουράζει και το χιούμορ παραμένει ακέραιο.
{VIDEO_1}
Ένας τομέας από τον οποίο έχουμε παράπονα είναι ο οπτικός. Αν και σε γενικές γραμμές τα γραφικά του Ghostbusters είναι ικανοποιητικά, σε χώρους όπως οι τραπεζαρίες και οι ανάλογοι εσωτερικοί χώροι, θα βρούμε παρά πολλά σημεία με αντικείμενα που μπορούν να καταστραφούν επιλεκτικά. Σε αυτές τις περιοχές γίνονται ακόμα πιο προφανείς (σε σχέση με τους γεμάτους χώρους) οι χαμηλής ανάλυσης υφές που έχουν χρησιμοποιηθεί για να "ντύσουν" τα αντικείμενα. Επίσης, αν και τα GCI που βλέπουμε είναι εντυπωσιακά, όταν βλέπουμε cut-scenes με τη μηχανή γραφικών, τα πράγματα δεν είσαι εξίσου ικανοποιητικά και γίνεται έντονα αντιληπτό το κακό lip-sync.
"Όταν χάσουν όλοι οι κυνηγοί φαντασμάτων ταυτόχρονα, θα πρέπει να ξαναπροσπαθήσουμε από την αρχή, φαινόμενο αρκετά συχνό μιας και μερικές φορές αυξάνεται απότομα η δυσκολία του παιχνιδιού"
Το Ghostbusters: The Videogame, έκτος από το campaign, περιλαμβάνει και multiplayer mode (μόνο για τις εκδόσεις Χbox 360 και PS3, αν και μόνο τη δεύτερη είχαμε στα χέρια μας), το οποίο έχει μια σειρά από modes με κοινό παρανομαστή: πρέπει να συλλέξουμε όσα περισσότερα φαντάσματα μπορούμε. Στο multiplayer χρησιμοποιούμε κυρίως τον εκτοξευτή πρωτονίων και από τα υπόλοιπα όπλα έχουμε τόσες ριπές, όσες συλλέγουμε εντός του εκάστοτε επιπέδου. Αν και παίξαμε απροβλημάτιστα -βέβαια βρήκαμε ελάχιστους παίκτες εντός των servers, καθώς το παιχνίδι δεν έχει κυκλοφορήσει επίσημα- δε θεωρούμε ότι το multiplayer τμήμα του τίτλου είναι ικανό να τραβήξει κοντά του τις κοινότητες άλλων shooting παιχνιδιών.
Συνολικά έχουμε να κάνουμε με μία πολύ καλή προσπάθεια της Terminal Reality, η οποία -αν και δεν αποφεύγει κάποια λάθη- δίνει μαθήματα για τη χρήση της άδειας που κατέχει. Το Ghostbusters: The Videogame καταφέρνει να διατηρήσει το κλίμα των ταινιών και να δώσει στον παίκτη την ικανοποίηση ότι βοηθάει -έστω και εικονικά- τους αγαπημένους του ήρωες, παίρνοντας μέρος σε μία γραμμική μεν, ανάλαφρη δε και διασκεδαστική περιπέτεια.
Νίκος Καβακλής