Split/Second: Velocity

Και δε μου λες, κέρμα που βάζω;

Θα ξεκινήσουμε λίγο παράδοξα την παρουσίαση του νέου τίτλου της Black Rock Studio, κι όχι όπως θα ανέμενε κανείς τo review ενός arcade racer, για δύο λόγους. Πρώτον, το Split/Second δεν είναι ακόμα ένα arcade racer, και δεύτερον, τα γεγονότα που θα περιγράψουμε έλαβαν όντως μέρος, και είναι αξιοσημείωτα. Όταν λοιπόν παίζεις ένα παιχνίδι, και η αγαπημένη μήτηρ σου κατευθύνεται προς -την πάντα έτοιμη για το καθήκον- HDTV σου, κάθεται με τα μάτια προσηλωμένα στην οθόνη, και στιγμές αργότερα σε ρωτά “γιατί κρατάς χειριστήριο αφού παρακολουθείς τηλεόραση;”, δεν αργείς να συνειδητοποιήσεις πως τα παιδιά από το Brighton μας παρέδωσαν κάτι ξεχωριστό κι όχι ένα ακόμα videogame. Πόσες φορές είδαμε παιχνίδια που προσπαθούσαν να αιχμαλωτίσουν την αίσθηση που είναι σε θέση να προσφέρει μία γεμάτη δράση κι αδρεναλίνη action ταινία του Hollywood;

Στην πραγματικότητα, λίγες, κι αυτό επειδή το συγκεκριμένο εγχείρημα κρύβει τρανούς κινδύνους. Μία λάθος προσέγγιση από πλευράς developers, και το παιχνίδι τους μπορεί να μετατραπεί σε μία ανούσια πανδαισία εφέ καταστροφών. Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο ριψοκίνδυνα στο racing είδος. Παρόλα αυτά, υπάρχουν ομάδες ανάπτυξης που όχι μόνο κατάφεραν να συνδυάσουν την ανεξέλεγκτη δράση, το κινηματογραφικό στοιχείο και την ένταση ενός arcade racer βουτηγμένου σε ένα καζάνι καταστροφής, αλλά τη τελειοποίησαν κιόλας.

Ο λόγος για τη Criterion Games, που επί εποχές PlayStation 2, και μετά την ένταξή της στην οικογένεια της Electronic Arts, μας παρέδωσε ορισμένες από τις πιο ολοκληρωμένες και διασκεδαστικές προσθήκες στην ατέλειωτη κατηγορία των racers. Τέτοιες ιδιαίτερες προσπάθειες, λοιπόν, χρίζουν και ιδιαίτερης αντιμετώπισης, εξ ου και ο ασυνήθιστος αυτός πρόλογος. Μα αρκετές σειρές μετά, το ερώτημα παραμένει. Τι ακριβώς είναι το Split/Second; Με μία πρόταση "πιθανότατα το πιο διασκεδαστικό racer μετά τα διαμάντια της Criterion, Burnout Takedown και Revenge, που όλοι μας αγαπήσαμε πίσω στον ‘Χρυσό Αιώνα’ της PlayStation 2 εποχής".

Όλως παραδόξως, όμως, το Split/Second έρχεται δια χειρός Disney, με τη Black Rock να το υπογράφει. Για όσους δεν έχει τύχει να συστηθούν με την ομάδα από το Brighton του Ηνωμένου Βασιλείου, η Black Rock αποτελεί "guru" του είδους, αφού πέρα από το σχετικά πρόσφατο Pure, που ήρθε από το πουθενά και κέρδισε τις καρδιές παικτών και κριτικών, είναι υπεύθυνη και για αρκετούς άλλους racing τίτλους, όπως τα MotoGP του 2006 και 2007, ως Climax Brighton, τότε.

Lights, camera, explosion! H ιδέα

Τώρα, στα του Split/Second: Velocity, το οποίο να σημειώσουμε πως αρχικά δεν είχε υπότιτλο. Το γιατί προστέθηκε, θα το ανακαλύψετε στην πορεία. Η ομάδα ανάπτυξης πήρε την τάση που ξεκίνησε το Siren: Blood Curse, και σε αντίθεση με τη Remedy που την ακολούθησε πιστά στο Alan Wake, την εξέλιξε δραματικά, σε σημείο που απόκτησε μία ολότελα νέα δομή. Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με ένα τηλεοπτικό show που μετράει δισεκατομμύρια θεατές ανά επεισόδιο, το οποίο θέλει οδηγούς να μάχονται για την πρώτη θέση, σε πίστες φορτωμένες με περισσότερα εκρηκτικά και από το Βροντάδο της Χίου την ημέρα της Ανάστασης. Κάθε οδηγός είναι σε θέση να πυροδοτήσει τα εκρηκτικά αυτά, εκμεταλλευόμενος το επικείμενο χάος, με απώτερο σκοπό πάντα την πρώτη θέση.

Ακούγεται απλό, και στη θεωρία είναι. Οδήγησε, γέμισε τις απαιτούμενες μπάρες, πυροδότησε τα στρατηγικά τοποθετημένα εκρηκτικά, μετέτρεψε τη διαδρομή σε φλεγόμενα μπάζα, τερμάτισε πρώτος. Στην πράξη, όμως, τα πράγματα αποκτούν περισσότερο βάθος. Και πόσο μα πόσο ευγνώμονες είμαστε γι’ αυτό.

Now that’s entertainment! Gameplay και δομή

Όπως κάθε μηχανοκίνητο “άθλημα”, έτσι και αυτό του Split/Second -ο Θεός να το κάνει, αλλά τέλος πάντων- παρουσιάζει δομή πρωταθλήματος, με βαθμολογικό πίνακα και ομάδες να διεκδικούν μία θέση στο podium. Η πρώτη Season λοιπόν του τηλεοπτικού φαινόμενου της BRTV μετρά 12 επεισόδια, με κάθε ένα από αυτά να αποτελείται από έξι events -τέσσερα διαθέσιμα εξ αρχής, ένα Bonus που ξεκλειδώνεται μετά την απόκτηση των απαιτούμενων πόντων- και, φυσικά, την κύρια attraction του κάθε επεισοδίου, το Elite Race. Σε αυτό, κάθε ομάδα συμμετέχει με ένα όχημα και βαθμολογείται με πόντους, ανάλογα με τη σειρά που περνά τη γραμμή τερματισμού. Με άλλα λόγια, κάθε ένα από τα 12 επεισόδια είναι και μία αγωνιστική, ένα Grand Prix, αν θέλετε.

Κάθε επεισόδιο λαμβάνει μέρος και σε διαφορετική περιοχή, με τη λίστα να περιέχει αστικά περιβάλλοντα -όπως αυτοκινητόδρομους, ασφυκτικά στενούς δρόμους στο κέντρο της πόλης, αεροδρόμια- αλλά και βιομηχανικές περιοχές, όπως λιμάνια, εργοστάσια, εργοτάξια και τις χαρακτηριστικές τσιμεντένιες υδρορροές, στα πρότυπα αυτών του Los Angeles. Ακόμα κι ένα φαράγγι περιέχεται στις διαθέσιμες περιοχές, συνοδευόμενο από το δικό του καταρράκτη, φράγμα και υδροηλεκτρικό εργοστάσιο. Κύριο κοινό χαρακτηριστικό όλων; Η δίχως όρια καταστροφή, στροφές που απαιτούν το μέγιστο των οδηγικών μας ικανοτήτων και -τι άλλο;- εξωφρενικές ταχύτητες.

{PAGE_BREAK}

Το Split/Second δεν ντρέπεται στο ελάχιστο για την καθαρά arcade ταυτότητα του. Ίσα ίσα, που θα λέγαμε πως είναι περήφανο για αυτή, προβάλλοντάς τη σε κάθε δυνατή ευκαιρία. Στην οθόνη δεν θα δείτε χάρτη, δείκτες και ταχύμετρα, επιλογή για manual κιβώτιο ταχυτήτων δεν υπάρχει, αλλά ούτε και χειρόφρενο. Αυτό αφήνει το γκάζι και το φρένο να κάνουν όλη τη σκληρή δουλειά, ενώ η έλλειψη χάρτη της διαδρομής, αφήνει το μάτι του παίκτη να υπολογίζει το απόλυτο σημείο εισόδου σε μία στροφή, στις πόσες μοίρες το αυτοκίνητο θα μπει σε αυτή, και ποια είναι η απόλυτη ισορροπία μεταξύ ροπής, πλαγιολίσθησης και φρένου. Αρχικά, η συμπεριφορά των οχημάτων και γενικώς της μηχανής φυσικής θα ξενίσει πολλούς -φέρνοντας όμως ταυτόχρονα μνήμες από Outrun.

Είναι ένα συναίσθημα που εξαϋλώνεται λεπτά αργότερα, όταν ολοκληρώνουμε ένα drift 235 μέτρων, γεμίζοντας την Power Play μπάρα μας, πυροδοτούμε τα εκρηκτικά στη γέφυρα που αχνοφαίνεται, κάνοντας κομμάτια τα οχήματα που προηγούνται, και διασχίζουμε με αστραπιαία ταχύτητα τη νέα διαδρομή που μόλις δημιουργήσαμε, προσπερνώντας τις άμορφες μάζες μετάλλου που κάποτε αποτελούσαν αμαξώματα, με ένα διαβολικό “MUHAHAHAH” από μέρους μας ως κερασάκι στην τούρτα.

Πάρε τσιμέντο να ‘χεις: Power Plays

Όπως αναφέραμε και παραπάνω, κάθε οδηγός είναι ικανός να πυροδοτήσει τα λεγόμενα Trigger Points, σημεία διασκορπισμένα σε όλη τη διαδρομή, που ανά πάσα στιγμή μπορούν να σκορπίσουν το χαμό. Προϋπόθεση για να γίνει κάτι τέτοιο όμως, είναι η Power Play μπάρα του οδηγού να είναι γεμάτη. Αυτή εντοπίζεται στο λιτό HUD του παιχνιδιού, που παρατηρούμε στο πίσω μέρος του οχήματος μας, και είναι σπασμένη σε τρία τμήματα. Πριν αναλύσουμε το ρόλο τους, οφείλουμε να αναφέρουμε τη μεγαλοφυΐα που κρύβεται πίσω από την επιλογή της θέσεως του HUD.

Τοποθετώντας τις απαραίτητες πληροφορίες πίσω ακριβώς από το αμάξωμα μας, μπορούμε να έχουμε την αμέριστη προσοχή μας στη δράση και το όχημα μας, ενώ ταυτόχρονα μπορούμε να γνωρίζουμε σε ποια θέση είμαστε ή πόσους πόντους έχουμε συγκεντρώσει -ανάλογα με το Mode παιχνιδιού-, το χρόνο μας και, φυσικά, την κατάσταση των Power Play μπαρών μας. Είναι μια απλή μα συνάμα σοφή και ιδιοφυής απόφαση, που ειλικρινά απορούμε πως κανείς άλλος μέχρι τώρα δεν είχε σκαρφιστεί.

Πίσω στο Power Play όμως. Το σύστημα είναι χωρισμένο σε τρία στάδια, με τις δύο πρώτες μπάρες να έχουν ανοιχτό γαλάζιο χρώμα, και την τρίτη, την πιο καταστροφική, έντονο κόκκινο. Γεμίζοντας έστω και μία από τις τρεις, είμαστε σε θέση να πυροδοτήσουμε ένα από τα πάμπολλα Power Play, είτε αυτό είναι ένα ύποπτα τοποθετημένο βυτιοφόρο στην άκρη του δρόμου, είτε ένα εξίσου ύποπτο ελικόπτερο που ίπταται πάνω από σημεία της πίστας, έτοιμο να απελευθερώσει ένα όμορφο βαρέλι φλεγόμενα καύσιμα. Η πραγματική διασκέδαση, όμως, έρχεται μετά το γέμισμα και της τρίτης μπάρας.

Έχοντας και τις τρεις μπάρες γεμάτες, μπορούμε πλέον να έχουμε πρόσβαση σε πιο δαιδαλώδεις μορφές καταστροφής και χάους, όπως ο εκτροχιασμός ενός τραίνου -που ακολουθείται από τη κατάρρευση μία γέφυρας λόγου χάρη- ή την κατεδάφιση ενός πύργου ελέγχου αεροδρομίου, που στον επόμενο γύρο θα έχει ως συνέπεια την “αναγκαστική προσγείωση” ενός αεροπορικού σκάφους… πάνω μας.

Άπαξ και συμφιλιωθούμε με το drifting και το drafting, με το δεύτερο να επιτυγχάνεται όταν εκμεταλλευόμαστε το κενό αέρος που δημιουργείται από τα προπορευόμενα οχήματα, το γέμισμα της μπάρας επιτυγχάνεται αρκετά εύκολα, με αποτέλεσμα τα επίπεδα καταστροφής όλο και να αυξάνονται. Δίχως αμφιβολία, η πρώτη, ακόμα και η δεύτερη, φορά που θα δείτε το κόσμο να καταρρέει μπροστά στα μάτια σας, είτε ο κόσμος συνεπάγεται ένα φράγμα που υποκύπτει στη πίεση των ορμητικών νερών, είτε ένα αεροπλανοφόρο υπό κατασκευή που ξεφεύγει από το δεσμά του και παρασύρει τη μισή πίστα μαζί του, θα σας αφήσει μουδιασμένους και με τα σαγόνια στα πατώματα. Αργότερα, κι όσο ο ενθουσιασμός θα υποχωρεί, τη θέση του θα πάρει το στοιχείο της εκδικητικής φύσεως τακτικής, αφού θα καταστρώνετε σχέδια στο πανούργο και σατανικό μυαλό σας, για το πως θα μπορούσατε να αξιοποιήσετε στο μέγιστο τα Power Play σας.

Βλέπετε, αυτή είναι και η μαγεία, το selling point για κάποιους, του όλου εγχειρήματος της Black Rock. Αγνή, δίχως ανασφάλειες δράση, με ισχυρές δόσεις χάους κι εκρηκτικών να ολοκληρώνουν το πακέτο. Τι γίνεται όμως με τα είδη παιχνιδιού και τη διάρκεια του τίτλου;

{PAGE_BREAK}

Χάνω τη γη κάτω από τα πόδια μου: Είδη παιχνιδιού

Πέρα από το βασικό τύπο παιχνιδιού με τον ιδιαίτερα πρωτότυπο τίτλο…"Race", ποικιλία έρχονται να προσφέρουν τα Elimination, Detonator, Air Strike, Air Revenge και Survival. Ας τα αναλύσουμε ένα ένα, με τη σειρά που αναφέρθηκαν. Στο Elimination σημασία δεν έχει ποιος θα τερματίσει πρώτος, αλλά ποιος θα καταφέρει να παραμείνει εν ζωή. Τι εννοούμε. Με το ρολόι να μετρά αντίστροφα, οι οδηγοί μάχονται για τις πρώτες θέσεις, αφού κάθε 20 δεύτερα, ο τελευταίος εγκαταλείπει με τα εκρηκτικά στο αυτοκίνητο του να προδίδουν. Γνωστή συνταγή, που έχουμε δει και σε άλλους τίτλους. Συνδυάζοντας την ένταση του αγώνα με την έγνοια της αντίστροφης μέτρησης και τις συνεχείς εκρήξεις που στόχο έχουν να σαμποτάρουν, το Elimination αποκτά τεράστιο ενδιαφέρον, ειδικά όταν έχουν απομείνει τρία οχήματα και παλεύουμε πόρτα με πόρτα με την ΑΙ ή κάποιον παίκτη για την πρώτη θέση.

Στο Detonator, αντίπαλοι δεν υπάρχουν. Τουλάχιστον όχι με τέσσερις ρόδες. Ένας χρόνος/στόχος μας δίνεται, κι εμείς, ελεύθεροι από ανταγωνιστικά οχήματα, καλούμαστε να ολοκληρώσουμε ένα γύρο στον απαιτούμενο χρόνο.

Η παγίδα; Όλα, μα όλα, τα Trigger Points της διαδρομής πυροδοτούνται αυτόματα, με τη γη να καταρρέει μπροστά στις ρόδες μας, στην προσπάθειά της να μας κοστίσει πολύτιμο χρόνο. Διαθέσιμο λόγω αυτονόητων περιορισμών μόνο στο Single Player κομμάτι, υπάρχουν στιγμές που ο παίκτης θα νιώσει ερωτευμένος με το συγκεκριμένο mode λόγω της συνεχούς παροχής αδρεναλίνης που προσφέρει. Στο Air Strike έχουμε κάτι διαφορετικό, ιδιαίτερα πρωτότυπο θα λέγαμε. Είμαστε και πάλι μόνοι μας στην πίστα, με παρέα μονάχα ένα ελικόπτερο…Οπλισμένο με πυραύλους.

Στόχος εδώ είναι η συλλογή πόντων, οι οποίοι αποκτούνται μέσω των επιτυχών μανούβρων μας, ανάμεσα στις ρουκέτες που με αγάπη εκτοξεύει το πετούμενο. Επιτυχή combos ανταμείβονται με multipliers και αλυσιδωτά combos, ενώ η προσπάθεια μας έρχεται σε ένα τέλος όταν ξεπερνάμε το επιτρεπτό όριο Wrecks. Όταν πέφτουμε θύμα των πυραύλων, με απλά λόγια.

Στο Air Revenge έρχεται η ώρα να πληρώσουμε το ελικόπτερο με το ίδιο νόμισμα, αφού αυτή τη φορά η αποφυγή των πυραύλων οδηγεί στο γέμισμα της Power Play μπάρας, που αντί για καταστροφή, κατά την πυροδότησή της αντιστρέφει την πορεία των πυραύλων, στέλνοντά τους πίσω από εκεί που ήρθαν. Στόχος εδώ είναι η όσο το δυνατό πιο σβέλτη καταστροφή του ελικοπτέρου. Τέλος, έχουμε το Survival mode, το οποίο μάλιστα είναι ιδιαίτερα αγαπητό στην online κοινότητα του παιχνιδιού. Δίχως την ικανότητα για Power Play και καταστροφές, οι οδηγοί απελευθερώνονται στην πίστα με έναν ανεξάντλητο αριθμό νταλικών στο διάβα τους. Αλλά επειδή εδώ μιλάμε για το Split/Second, οι εκπλήξεις δεν σταματούν εκεί. Κάθε φορτηγό είναι φορτωμένο με εκρηκτικά βαρέλια δύο ειδών, μπλε και κόκκινα.

Αν έρθουμε σε επαφή με τα μπλε χάνουμε ταχύτητα και πρόσφυση, ενώ τα κόκκινα ισοδυναμούν με Wreck. Κάθε νταλίκα που προσπερνούμε μας δίνει πόντους, τη στιγμή που η αλυσιδωτή προσπέρασή τους δημιουργεί combos. Μετά τη λήξη του προκαθορισμένου χρόνου, μπαίνουμε στο Sudden Death mode, που μεταφράζεται σε "κίνδυνος-θάνατος". Ένα πιθανό ατύχημα κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο οδηγεί στο τέλος της προσπάθειας μας.

Τα Race, Elimination και Survival είναι διαθέσιμα και στο online τμήμα του παιχνιδιού, για το οποίο έχουμε ορισμένα παράπονα. Ουσιαστικά, είτε λόγω λάθος αντιμετώπισης του παιχνιδιού από την πλειοψηφία των παικτών, είτε λόγω φαινομένων teleporting και hit detection, η εμπειρία που τόσο επιτυχώς καταφέρνει να προσφέρει το Single Player κομμάτι, αλλοιώνεται. Στα Races λόγου χάρη, δεν υπάρχει περιορισμός στην επιλογή των οχημάτων, όσον αφορά τα classes τους. Ως συνέπεια, κοινό φαινόμενο είναι η επιλογή ενός από τα πιο γρήγορα οχήματα, που μετατρέπουν το παιχνίδι από φεστιβάλ καταστροφής, σε ένα άψυχο racer εξωφρενικών ταχυτήτων.

Λόγω της ταχύτητας των οχημάτων, ένα wreck είναι ικανό να αφήσει τους παίκτες υπερβολικά πίσω, με αποτέλεσμα η πρώτη τριάδα να μάχεται μόνη της, πολλές φορές και 10 δευτερόλεπτα μπροστά από τους υπόλοιπους παίκτες. Και στην πρώτη τριάδα, όπου πληροφοριακά είναι αρκετά εύκολο να βρεθείτε εξ αιτίας της λάθος κατανόησης της πλειοψηφίας των παικτών των μηχανισμών οδήγησης, η δράση είναι περιορισμένη.

Φυσικό κι επόμενο είναι, λοιπόν, οι παίκτες να στραφούν στα Elimination και Survival, τα οποία προσφέρουν υψηλότερα επίπεδα αδρεναλίνης. Ορισμένα από τα προαναφερθέντα προβλήματα εντοπίζονται και στο Elimination, σε μικρότερο όμως βαθμό. Στο Survival, από την άλλη, οι ικανότητες των οδηγών αναλαμβάνουν κύριο ρόλο, αφού εδώ η τύχη παίζει ρόλο κομπάρσου. Η αποφυγή της πλημμύρας βαρελιών απαιτεί σοβαρά αντανακλαστικά και προνοητική σκέψη, κάτι που όπως αποδείχθηκε από την εκτενή ενασχόλησή μας, φαίνεται να λείπει από το μεγαλύτερο μέρος των Xbox Live χρηστών που απολάμβαναν το παιχνίδι.

{PAGE_BREAK}

Με τον Ήλιο να λούζει τις φλόγες: Οπτικοακουστικά

Μπορεί οι εκρήξεις να είναι ο άσσος στο μανίκι του Split/Second, αλλά το μοντέλο φωτισμού είναι αυτό που στην τελική κλέβει την παράσταση. Ο καυτός αμερικανικός ήλιος καταφέρνει να εντυπωσιάσει σε συνδυασμό με τις αντανακλάσεις και το δελεαστικό γαλάζιο του ουρανού, χωρίς όμως να τυφλώνει τον παίκτη. Το συγκεκριμένο οπτικό φίλτρο που επιλέχθηκε κάνει τα πάντα να δείχνουν πιο φωτεινά και ταυτόχρονα πιο χρωματιστά ή μουντά, ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν. Όσοι τυχαίνει να παρακολουθείτε Top Gear, ίσως καταλαβαίνετε τι εννοούμε. Στα αποπνικτικά στενά της πόλης θα δείτε τις ηλιαχτίδες να βρίσκουν δίοδο ανάμεσα στα κτήρια και τα εφέ του καπνού να διαλύονται καθώς περνάτε από μέσα τους. Το frame rate μένει ακλόνητο καθ’ όλη τη διάρκεια των καταστροφών, ακόμα κι αυτών τεράστιας κλίμακας, ενώ στα πρότυπα ενός τηλεοπτικού show μας δίνεται η δυνατότητα να παρακολουθήσουμε σε Instant Replay τη ζημιά που προκαλέσαμε τόσο στην πίστα, όσο και στους αντιπάλους μας.

Ένα εφέ αργής κίνησης κάνει επίσης την εμφάνιση του, με την κάμερα να εστιάζει στο όχημα που μόλις μετατρέψαμε σε συντρίμμια. Οι νυχτερινές εκδοχές ορισμένων διαδρομών είναι και η απόλυτη ευκαιρία για να αναδειχθούν τα εφέ των εκρήξεων, τα οποία μάλιστα διακρίνονται για το ρεαλισμό τους. Πόντους στο ρεαλισμό προσθέτει και το sound design.

Οι άνθρωποι της Black Rock πήραν μία τολμηρή απόφαση όταν σχεδίαζαν το παιχνίδι. Βλέπετε, τo Velocity δεν προσφέρει το παραδοσιακό Soundtrack που τίτλοι του είδους μας έχουν συνηθίσει. Αντιθέτως, έχουμε να κάνουμε με μία κινηματογραφική μείξη ορχηστρικών, electronica και drum and bass ήχων, που θα ταίριαζαν σαν γάντι στην επόμενη ταινία του Michael Bay. Επιπρόσθετα, ακολουθώντας την instrumental οδό, η μουσική επένδυση δεν περιέχει στίχους. Πίσω από την επιλογή αυτή, όμως, υπάρχει ένας σημαντικός λόγος. Πρώτον, η τηλεοπτική αίσθηση που επιδιώκει να περάσει το παιχνίδι. Δεύτερον, και ίσως ο κύριος λόγος απουσίας τραγουδιών καλλιτεχνών, η σωστή απόδοση των ήχων που συμπληρώνουν το οπτικό τμήμα.

Οι εκρήξεις και ο ήχος του τσιμέντου που καταρρέει ποτέ δεν ακούστηκαν πιο καθαρά, ενώ η αίσθηση του ότι όντως βρισκόμαστε μέσα σε μια στοά είναι πραγματικά εντυπωσιακή. Το συνεχές fade in και fade out του ήχου λοιπόν, ανάλογα πάντα με την περίσταση, θα ήταν περιορισμένο αν, παραδείγματος χάρη, από πίσω έπαιζαν οι Pendulum ή κάποιο Punk Rock κομμάτι.

{VIDEO_1}

Αν τα μουσικά κομμάτια ήταν περισσότερα σε αριθμό και δεν επαναλαμβάνονταν από το μισό του παιχνιδιού κι έπειτα, θα δίναμε τα συγχαρητήρια μας στους developers δίχως δεύτερη σκέψη. Είναι πραγματικά κρίμα που η αψεγάδιαστη ποιότητα των εφέ καταστροφής και των περιβαλλοντικών ήχων "ατιμάζονται" από το επαναλαμβανόμενο instumental soundtrack.

Stay tuned for Season 2: Ανακεφαλαιώνοντας

Στην αρχή του κειμένου αναφέραμε πως η προσθήκη του υπότιτλου Velocity δεν ήταν τυχαία. Όσοι ολοκληρώσουν το παιχνίδι, θα αντιληφθούν ακαριαία πως η Black Rock πιθανότατα ήδη εργάζεται επάνω στο δεύτερο Split/Second. Θα τολμήσουμε μάλιστα να πούμε πως δεν θα εκπλησσόμασταν αν η δεύτερη season του Split/Second ξεκινούσε το ερχόμενο καλοκαίρι. Κι αυτό είναι που μας κάνει να είμαστε κάπως σκεπτικοί για τη βαθμολογία του τίτλου. Το παιχνίδι ό,τι κάνει, το κάνει σχεδόν αψεγάδιαστα, αλλά προβληματιζόμαστε στη σκέψη του τί παραπάνω θα μπορούσε να κάνει, αν οι developers είχαν ενσωματώσει όλες τις σκέψεις τους στο Velocity, κι όχι πιθανότατα κρατώντας κάποιες συναρπαστικές ιδέες για το sequel.

Ίσως πάλι είμαστε και υπερβολικά συνωμοσιολόγοι. Σημασία έχει ότι το Split/Second: Velocity σηματοδοτεί το ντεμπούτο ενός από τα πιο συναρπαστικά IPs των τελευταίων ετών, που μέσω της άπλετης arcade δράσης και διασκέδασης που προσφέρει, μας δίνει να καταλάβουμε πως, πολλές φορές, αυτό είναι που αρκεί για την επιτυχία ενός τίτλου. Πόσο μάλλον όταν αριστεύει και σε πολλούς από τους υπόλοιπους τομείς. Κλείνουμε με μία υπενθύμιση. Οι Memory Slots του Xbox 360 είναι για Memory Units, όχι κέρματα.

Δημήτρης Μπάνος

Exit mobile version