You cannot wield it; None of us can
Η απόκτηση των δικαιωμάτων του Lord of the Rings franchise από τη Warner Bros., όταν η τελευταία μπήκε για τα καλά στο παιχνίδι της videogame industry, ουσιαστικά εκμεταλλευόμενη όλα αυτά τα franchises που μέχρι τότε άλλοι publishers διαχειρίζονταν για χάρη της, έφερε αρκετό σκεπτικισμό στο σύμπαν των LOTR fans. Από τη μία η ελπίδα για μια νέα αρχή, κάτι πραγματικά καλό, που θα έκανε όχι μόνο αξιόλογη χρήση του άψογου υλικού που το έργο του καθηγητή Tolkien έχει να προσφέρει, αλλά θα δούλευε σωστά και ως videogame. Από την άλλη, ο φόβος ότι η εταιρεία θα ακολουθούσε την τακτική του "αρμέγματος" της σειράς, στην προσπάθειά της όχι μόνο να βγάλει γρήγορο χρήμα, αλλά και να εισχωρήσει ακόμα περισσότερο στο χώρο.
Το αποτέλεσμα ήταν η μέση οδός, με έναν τίτλο να στοχεύει στο νεανικό κοινό (Aragorn’s Quest), κι έναν σαφώς πιο ώριμο και ρεαλιστικό (War in the North) να έχει ανατεθεί σε ίσως τον καταλληλότερο developer για τη δουλειά. Αλλά μιας και το Aragorn’s Quest είναι αυτό που εξετάζουμε σήμερα, ας εστιάσουμε σε αυτό.
Πριν ο,τιδήποτε άλλο, να αναφέρουμε πως το Aragorn’s Quest είναι ένα παιχνίδι που κατέφθασε στα ράφια με σχεδόν ένα χρόνο καθυστέρηση. Κάτι μας λέει πως κύριος υπεύθυνος για τη καθυστέρηση αυτή είναι η έκδοση που κρατάμε στα χέρια μας, αυτή του PlayStation 3. Τέτοιας κλίμακας καθυστερήσεις μπορούν να κάνουν ζημιά σε έναν τίτλο, όχι όμως αν η ποιότητα αυτού κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα. Δυστυχώς, σε αυτό το ξεκάθαρα port της Wii έκδοσης, δεν ισχύει κάτι τέτοιο.
Through the eyes of Samwise: Στήσιμο και σενάριο
Το Aragorn’s Quest τοποθετείται χρονολογικά μετά τα γεγονότα που οδήγησαν στην καταστροφή του Δαχτυλιδιού στις φλόγες της Mordor και την επαναφορά της ειρήνης στη Μέση-Γηh. Ο πιστός φίλος του Frodo, Samwise Gamgee, είναι πλέον δήμαρχος του Shire, μεγαλώνοντας την οικογένειά του, συμπεριλαμβανομένου του γιου του, Frodo Gamgee.
Στα πλαίσια της επίσκεψης του βασιλιά Elessar (ένα από τα πολλά ονόματα του Aragorn) στο χωριό των hobbits, προετοιμασίες έχουν ξεκινήσει, και μαζί τους η θέληση του μικρού Frodo να μάθει για τις περιπέτειες του πατέρα του στο πλευρό του Aragorn. Αυτό είναι και το concept του παιχνιδιού. Καθούμενος αναπαυτικά στο Bag End, ο Sam εξιστορείται τμήματα του ταξιδιού της Συντροφιάς, δίνοντας έτσι συνέχεια στην ιστορία. Κάτι που δεν γνωρίζαμε όταν το παιχνίδι ξεκίνησε και βρεθήκαμε ως Aragorn έξω από τις Black Gates της Mordor.
Στην προσπάθειά τους οι developers να δημιουργήσουν μία συναρπαστική εισαγωγική σκηνή, στην πραγματικότητα δημιούργησαν έναν πρόλογο όλων των αγκαθιών του τίτλου. Ας ξεκινήσουμε από τα προφανή. Οπτικός τομέας παρμένος απευθείας από την Wii έκδοση, upscaled σε HD ανάλυση, με ένα θολό φίλτρο να προσπαθεί να καλύψει τα ακάλυπτα.
Αυτό που κάνει περισσότερη εντύπωση όμως, είναι οι πρώτες λέξεις που ξεστομίζει ο Aragorn, που ακολουθήθηκαν από την συνειδητοποίηση ότι ο Virgo Mortensen απουσιάζει από το φωνητικό cast του παιχνιδιού. Αυτό που έκαναν -πέρα από το να προσλάβουν κάποιον άλλο ηθοποιό- ήταν να πάρουν ηχητικά κομμάτια από την κινηματογραφική τριλογία, και να τα προσαρμόσουν στο παιχνίδι. Έτσι, οι πρώτες λέξεις που ακούσαμε ήταν παρμένες από το λόγο του Aragorn πριν τη μάχη έξω από τις πύλες της Mordor, μάλιστα παρουσιασμένες σε κάκιστη ηχητική ποιότητα. Όπως καταλαβαίνετε, το ίδιο συμβαίνει και στο υπόλοιπο του παιχνιδιού, συνοδευόμενο από αρκετές ανακρίβειες.
Αν και καταλαβαίνουμε πως στα πλαίσια αφήγησης γεγονότων που έχουν ήδη λάβει μέρος, κάποιες λεπτομέρειες μπορεί να διαφέρουν από εξιστόρηση σε εξιστόρηση, το γεγονός ότι σε κάποια φάση εντοπίζουμε το Paladir στη μέση του πουθενά και το χρησιμοποιούμε για να ξεκλειδώσουμε το χάρτη της περιοχής, τη στιγμή που η χρήση του απαγορεύεται δια ροπάλου, δεν βγάζει καν νόημα. Το ίδιο ισχύει και για τμήματα της ιστορίας, όπως το ότι πριν τη δημιουργία της Συντροφιάς στο Rivendell, το τελευταίο έπεσε θύμα επίθεσης από Goblins και Trolls.
{PAGE_BREAK}
Τι Wii Remote, τι Move: Gameplay
Παρά τις παρατυπίες στο σενάριο όμως, ήμασταν σε θέση να κάνουμε την καρδιά μας πέτρα, αν το gameplay αναπλήρωνε το χαμένο έδαφος. Προς μικρή μας έκπληξη κάτι τέτοιο δεν συνέβη, σε σημείο το Move να συμπεριφέρεται όπως το Wii Remote στα πρώτα χρόνια της καριέρας του. Δεδομένου του πόσο εύκολο είναι το παιχνίδι, μιας και κύριο target group είναι οι μικρότεροι σε ηλικία παίκτες, το waggle του Move από εδώ και από εκεί αρκεί για να βγάλουμε εις πέρας κάθε μάχη. Ακόμα και σε αυτές που μας παροτρύνουν να κάνουμε χρήση κάποιας στρατηγικής, η προβληματική ανάγνωση συγκεκριμένων κινήσεων το κάνει να μην αξίζει καν το κόπο. Αν οι ανάγκες της κριτικής αυτής δεν το πρόσταζαν, θα είχαμε κάνει την αλλαγή σε παραδοσιακό έλεγχο με το DualShock 3, λεπτά μετά το ξεκίνημα του παιχνιδιού.
Παρόλα αυτά, συνεχίσαμε το παιχνίδι παίζοντας με τον συνδυασμό DualShock 3 στο αριστερό χέρι και Move στο δεξί – αν είστε κάτοχοι Navigation controller, μπορείτε να το χρησιμοποιήσετε αντί του DualShock 3. Αρκετές ώρες αργότερα και με κράμπες στο αριστερό μας χέρι ελέω του βάρους του χειριστηρίου (δεν μας πέρασε από το μυαλό να χρησιμοποιήσουμε το παλιό Sixaxis μας, τη στιγμή που ούτως ή άλλως η δόνηση έρχεται από το Move), είχαμε κάνει άλλη μία διαπίστωση σε ό,τι αφορά το gameplay.
Είτε ελέγχουμε τον Aragorn σε μία από τις ιστορίες του Sam, είτε το γιο του Frodo, σε μία από τις βόλτες μας στο Shire (κάθε είδος tutorial παρουσιάζεται ως εκπαίδευση του τελευταίου), τα ανούσια quests δεν έλεγαν να μας εγκαταλείψουν. Η δομή των αποστολών μαστίζεται από κύριες και -σχεδόν όλες τις- δευτερεύουσες αποστολές που χρησιμοποιούν τη λογική του “πήγαινε εκεί, κάνε/ ψάξε εκείνο, γύρνα πίσω, δώσε αναφορά, ξαναπήγαινε μέτρα μακριά από εκεί που ήσουν” και ούτω καθεξής. Υπήρξαν στιγμές που αναρωτηθήκαμε ποια θα ήταν η πραγματική διάρκεια του παιχνιδιού, αν δεν σπαταλούσε το χρόνο μας με ανούσια και παιδαριώδη objectives. Τουλάχιστον, μπορείτε να υποβάλετε και ένα φίλο σας στο μαρτύριο, αφού όλο το campaign μπορεί να παιχτεί από δύο άτομα, μέσω συνεργατικού co-op.
Τεχνολογία
Όπως προαναφέραμε, ουσιαστικά έχουμε να κάνουμε με ένα port της Wii έκδοσης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η TT Fusion, ομάδα ανάπτυξης που ανέλαβε να φέρει εις πέρας τη διαδικασία του porting, έκανε προσπάθειες με στόχο τη βελτίωση του οπτικού τομέα, αλλά πέρα από την παρουσίαση του τίτλου σε High Definition, ελάχιστες είναι οι διαφορές από την έκδοση του λευκού θαύματος. Κι ενώ ο οπτικοακουστικός τομέας μπορεί να θεωρηθεί αποδεκτός για τα δεδομένα του Wii, όταν έχουμε δει τι είναι σε θέση να κάνει το PlayStation 3, ακόμα και σε ένα φιλικό προς τα παιδιά, καρτουνιστικό περιβάλλον, καμία δικαιολογία δεν υπάρχει για τη κάκιστη εικόνα του τίτλου.
{VIDEO_1}
Στα παραπάνω μπορείτε να προσθέσετε τα παραμορφωμένα πρόσωπα αρκετών από τους χαρακτήρες (Gandalf), τα παραστρατήματα του voice-over που αναφέραμε παραπάνω, τα συνεχή loadings, την ανύπαρκτη αξιοποίηση των ικανοτήτων του PlayStation Move και μία διάρκεια που δύσκολα θα ξεπέρναγε τις 5 ώρες, αν δεν υπήρχαν τα δεκάδες ανούσια και βαρετά quests, κι έχετε ένα παιχνίδι που ακόμα κι αν κυκλοφορούσε πέρυσι τέτοιο καιρό αποκλειστικά για το Wii, δύσκολα θα κέρδιζε την αποδοχή του Τύπου και ως συνέπεια του κοινού.
Είναι πραγματικά κρίμα, και περισσότερο για την ομάδα ανάπτυξης, που αν της είχε δοθεί η απαιτούμενη σχεδιαστική ελευθερία, θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει έναν από τους ποιοτικότερους Lord of the Rings τίτλους, ακόμα και αν αυτός θα προορίζονταν κυρίως για παιδιά. Το Aragorn’s Quest, μέσα στη σωρεία προβλημάτων του, κρύβει κάποια καλά στοιχεία, που όμως δεν αρκούν στο ελάχιστο για την επιβίωσή του απέναντι στον ανταγωνισμό. Είθε το War in the North να φέρει τη λύτρωση. In Snowblind Studios we trust.
Δημήτρης Μπάνος