Κάψτε θερμίδες σπάζοντας κόκαλα
Το The Fight παρουσιάστηκε και προωθήθηκε ως ένας από τους λίγους “hardcore” τίτλους του αρχικού line-up για το PlayStation Move, στην προσπάθειά του να προσελκύσει ένα πιο ενήλικο κοινό. Όταν μας δόθηκε η ευκαιρία να το δοκιμάσουμε στη φετινή gamescom, παρατηρήσαμε ορισμένα προβλήματα στην αντίληψη του βάθους, κάτι που θα μπορούσε να καταστρέψει την όλη εμπειρία. Δεν ανησυχήσαμε ιδιαίτερα όμως, μιας και επρόκειτο για έναν κώδικα που βρισκόταν ακόμα σε Pre-Alpha στάδιο. Αρκετούς μήνες αργότερα, το παιχνίδι βρίσκεται στα ράφια των καταστημάτων, με τη λογική να προστάζει ότι τα όποια προβλήματα έχουν επιλυθεί. Ισχύει όμως κάτι τέτοιο;
Πριν απαντήσουμε στο ερώτημα του προλόγου, ας κάνουμε μία αναφορά στο concept του The Fight. Ως άσημος παράνομος μαχητής, στόχος μας είναι να μετατραπούμε σε έναν ταχύτατα ανερχόμενο θρύλο της underground σκηνής πάλης. Βοηθός στην αιματηρή προσπάθεια μας, ο Danny Trejo -για όσους δεν τον γνωρίζετε, πρώτον ντροπή σας, και δεύτερον ορίστε η φιλμογραφία του, μορφωθείτε-, στο ρόλο του σκληρού και δοκιμασμένου από τη ζωή προπονητή. Κάτι που εν μέρει ισχύει, αφού και φυλακή έχει κάνει, αλλά και πρωταθλήματα boxing έχει κερδίσει. Εδώ να σημειώσουμε πως η εικόνα του γεμάτου μελάνι 66χρονου κυρίου Trejo με το βρώμικο στόμα και το ανελέητο βλέμμα, να κρατά δύο PlayStation Move χειριστήρια στα χέρια, είναι απλά ανεκτίμητη.
Μετά από ένα υποχρεωτικό install και ένα μακροσκελές tutorial, μας δίνεται επιτέλους η δυνατότητα να επιλέξουμε την εμφάνιση του μαχητή μας, αν και το 90% των αντικειμένων απαιτούν χρήματα για να ξεκλειδωθούν. Η Single Player καριέρα μας ξεκινά ταπεινά, με μάχες κάτω από μία γέφυρα, ενάντια σε σχετικά εύκολους αντιπάλους. Όσο σημειώνουμε όλο και περισσότερες νίκες, νέες τοποθεσίες και εχθροί ξεκλειδώνονται.
Για να αντεπεξέλθουμε στις αυξημένες ανάγκες του ring, θα χρειαστεί να ενισχύσουμε τις πολεμικές ικανότητες και του δικού μας παίκτη, μοιράζοντας τα skill points που αποκτούμε σε διάφορα abilites, όπως ταχύτητα, δύναμη, αντοχή, τεχνική και ούτω καθεξής. Τους πόντους αυτούς τους αποκτάμε όχι μόνο στις μάχες, αλλά και στο προπονητήριο, αφού κάθε επιτυχής άσκηση, μας ανταμείβει. Το θέμα είναι ότι υιοθετώντας ένα τέτοιο σύστημα βελτίωσης των ικανοτήτων του παίκτη, καταργείται η υποσχόμενη 1:1 απόκριση, αφού οι γροθιές μας, όσο ισχυρές ή ταχείς είναι, μεταφράζονται σε ανίσχυρα χτυπήματα, τουλάχιστον για το αρχικό κομμάτι της καριέρας μας, κάτι που είναι σε θέση να αποβεί μοιραίο για τη σχέση του The Fight με το drive του PlayStation 3.
{PAGE_BREAK}
Ενώ λοιπόν το παιχνίδι δείχνει να διαβάζει άψογα τα δύο Move (γίνεται να αντικαταστήσετε το ένα με το DualShock 3 σας, αλλά δεν το συνιστούμε), με τις κινήσεις του καρπού και των χεριών να είναι ακριβέστατες, παρουσιάζει τα ίδια δραματικά προβλήματα αντίληψης του βάθους που είχαμε πρωτοσυναντήσει στον κώδικα της gamescom. Αυτοί που θα αντέξουν τον εκνευρισμό και σημειώσουν μία κάποια πρόοδο στην καριέρα, θα φτάσουν σε ένα σημείο, όπου οι ικανότητες του μαχητή τους θα έχουν βελτιωθεί αρκετά, σώζοντας κάπως την κατάσταση. Ακόμα και τότε όμως, ο χρόνος μας στο ring θα εξακολουθεί να αποτελεί ένα μαρτύριο, αφού κάθε προσπάθεια μας για ακριβή χτυπήματα ή χρήση στρατηγικής, θα κρίνονται άχρηστα. Η τραγική ειρωνεία εντοπίζεται στο ότι κατά την παραμονή μας στο γυμναστήριο, βγάζοντας το μίσος μας στους σάκους, όλα δουλεύουν καλά έως και άψογα, συνοδευόμενα μάλιστα από έναν μετρητή θερμίδων.
Το The Fight όμως δεν περιορίζεται στα Move αφού, τουλάχιστον στα χαρτιά, προσφέρει tracking του κεφαλιού του παίκτη. Προφανώς κάτι τέτοιο δεν ισχύει, αφού ακόμα και όταν το background είναι καθαρό και ο φωτισμός σωστός, δευτερόλεπτα μετά από το calibration, το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό παύει να ισχύει. Με το ρυθμό που η PS Eye κάμερα τείνει να χάνει την επαφή με το κεφάλι μας, καταργώντας το head motion tracking κάθε φορά που κινούμαστε απότομα ή τολμήσουμε να κινήσουμε τα κάτω άκρα μας, απορούσαμε γιατί το παιχνίδι δεν τα παρατάει επιτέλους, ώστε να μας γλυτώσει και από τα πολλαπλά calibrations κάθε τρεις και λίγο.
Το The Fight αναμφίβολα έχει σοβαρά προβλήματα στον χειρισμό. Και όταν ένα παιχνίδι που βασίζεται 100% στον τομέα αυτό για την επιτυχία του, είναι δύσκολο να παρακάμψει κανείς το γεγονός. Υπάρχουν οι στιγμές όμως, που έστω και για λίγο, όλα δουλεύουν ρολόι. Εκείνες οι στιγμές είναι που το παιχνίδι λάμπει και μας δείχνει τι θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει η σουηδική ColdWood, αν το optimization είχε γίνει σωστά. Κρίμα είναι ότι για τον ίδιο ακριβώς λόγο στο σκοτάδι θα χαθεί και το Multiplayer κομμάτι, που πέρα από splitscreen, υποστηρίζει ranked και unranked online μάχες, ή ακόμα και παρακολούθηση ως θεατής, με τη δυνατότητα να ποντάρουμε.
{VIDEO_1}
Με ένα ενδιαφέρον art style, λειτουργικά physics, πλήρη μετρητή καύσης θερμίδων, splitscreen, online modes και τις σπάνιες αναλαμπές που το The Fight θυμάται να δουλέψει, για μια ακόμα φορά προβληματιζόμαστε στη σκέψη όλων όσων θα μπορούσαν να είχαν επιτευχθεί. Μέχρι κάποιο μελλοντικό sequel όπου όλα θα δουλεύουν σωστά, το The Fight εγκρίνεται μόνο για αυτούς που είναι διατεθειμένοι να παραβλέψουν τα προβλήματα στον χειρισμό. Ίσως αν κοστολογούταν 50% χαμηλότερα από την τρέχουσα τιμή…
Δημήτρης Μπάνος