Μια απρόσμενα επιτυχημένη επιστροφή του Dante
Η Ninja Theory ανέλαβε ένα δύσκολο έργο: την αναβίωση μίας από τις σημαντικότερες σειρές της Capcom, η οποία αντιμετώπιζε έντονα σημάδια κάμψης. Ωστόσο, το αγγλικό studio κατάφερε να παραδώσει ένα πολύ καλό παιχνίδι, το οποίο -εκτός των άλλων- στήνει τις βάσεις για τα επόμενα παιχνίδια του franchise. Ο αέρας ανανέωσης διακατέχει όλο το project, που παρά τα όποια στραβοπατήματα έχει, αποτελεί ένα από τα καλύτερα παιχνίδια του είδους. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Ιστορία και αφήγηση
Το DmC εξελίσεται σε έναν εναλλακτικό κόσμο, που δεν έχει καμία σύνδεση με τα προηγούμενα παιχνίδια της σειράς. Ο Dante μάς συστήνεται εκ νέου και σύντομα μαθαίνουμε πληροφορίες για την ιστορία της οικογένειάς του και το βασικό κακό της ιστορίας, τον δαίμονα Mundus. Η υπόθεση είναι εξαιρετική και παρουσιάζεται μέσω καλοφτιαγμένων cut scenes, τα οποία ενίοτε γίνονται πολύ ατμοσφαιρικά. Η βασική ιδέα πίσω από την ιστορία του παιχνιδιού είναι απλή και σε σημεία είναι ακόμα και προβλέψιμη.
Όμως, ο τρόπος που ξεδιπλώνονται τα γεγονότα και η ανάδειξη αξιομνημόνευτων χαρακτήρων και καταστάσεων απογειώνουν το όλο εγχείρημα. Ατυχώς, δεν απουσιάζουν οι σκηνές με τον Dante να δρα σαν να αποτελεί ένα μονοδιάστατο χαρακτήρα, που έχει βγει μέσα από μία αμερικάνικη παραγωγή Β’ διαλογής και που απευθύνεται σε άτομα κάπως μικρότερης ηλικίας. Αν και υπάρχει λόγος που ο Dante λειτουργεί με αυτό τον τρόπο, η Ninja Theory το παράκανε και πολλοί ίσως παραβλέψουν τον τρόπο που εξελίσεται ο πρωταγωνιστής, ο οποίος τελικά κέρδισε τη συμπάθεια μας.
Η Ninja Theory, στους περισσότερους τομείς, έχει καταφέρει να κρατήσει λεπτές ισοροπίες, επιστρατεύει ορισμένους καταπληκτικούς δευτερεύοντες χαρακτήρες και καταφέρνει πολύ έξυπνα να δώσει ενδιαφέρουσες πτυχές στην ιστορία. Μπορούμε να πούμε ότι οι σχέσεις ανάμεσα στους χαρακτήρες -καλούς ή κακούς- είναι στο επίκεντρο, αλλά δε θέλουμε να αποκαλύψουμε τίποτα παραπάνω. Η αλήθεια είναι ότι, παρά τις όποιες ατέλειες, δυσκολεύομαστε πολύ να σκεφτούμε παιχνίδι δράσης με καλύτερη ανάπτυξη ιστορίας από το Devil May Cry.
Τεχνικός τομέας
Ο τεχνικός τομέας του Devil May Cry είναι πολύ καλός χωρίς να εντυπωσιάζει, εκτός ίσως από μερικά ιδιαίτερα καλοφτιαγμένα σημεία. Το frame rate είναι πάντοτε σταθερό ό,τι και αν συμβαίνει στην οθόνη και τα τεχνικής φύσεως προβλήματα απουσιάζουν. Το art direction του παιχνιδιού εμφανίζει δύο πρόσωπα, αλλά η ζυγαριά γενικά γέρνει προς τα θετικά. Θα επισκεφθούμε πολλές πανέμορφες τοποθεσίες γεμάτες προσωπικότητα και φαντασία, ωστόσο ο σχεδιασμός των περισσότερων εχθρών είναι κοινότυπος.
Επίσης, εικαστικά, ο σχεδιασμός των περισσότερων bosses δεν μας άρεσε καθόλου, κάτι που βέβαια είναι εντελώς υποκειμενικό. Στον ηχητικό τομέα, τα voice overs είναι εξαιρετικά, όπως και τα ηχητικά έφε, που χρησιμοποιούνται. Η μουσική υπόκρουση που συνοδεύει τις μάχες ταιριάζει στη φιλοσοφία του παιχνιδιού χωρίς, όμως, να αποτελεί κάτι το ιδιαίτερο.
Το σύστημα μάχης
Το στοιχείο για το οποίο οι περισσότεροι –όπως ο υπογράφων- ήταν επιφυλακτικοί για το αν μπορούσε η Ninja Theory να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενός νέου DmC, δεν είναι άλλο από το σύστημα μάχης. Η έκπληξη έρχεται από το πόσο στιβαρός είναι ο χειρισμός και ειδικά από το εντυπωσιακό "βάρος" των δυνατών κινήσεων. Η αίσθηση της χρήσης ενός Fully charged uppercut επάνω σε έναν τεράστιο Tyrant, που πηδάει κάτα πάνω μας, είναι κάτι που δεν μπορεί να μεταφερθεί σε ένα κείμενο, αλλά η ουσία είναι πως ο νέος Dante, όταν χρειαστεί, μπορεί να αποδείξει πως δεν αστειεύεται.
Επιπλέον, ο τρόπος που οι σφαίρες των όπλων ή άλλες αδύναμες κινήσεις απλά εξοστρακίζονται από τις βαριές πανοπλίες ορισμένων εχθρών, είναι επίσης ένα από τα στοιχεία τα οποία δημιουργούν μία σωστή αίσθηση κλίμακας ανάμεσα στους δυνατότερους εχθρούς και τους κοινούς δαίμονες. Ο Dante μπορεί να χρησιμοποιήσει το σπαθί του, με το όνομα Rebellion, τα περίστροφα Ebony & Evory, ένα Angel Weapon και ένα Devil Weapon ταυτόχρονα. Συνολικά υπάρχουν δύο ακόμα όπλα που μπορούν να αντικαταστήσουν τα περίστροφα του Dante, δύο Angel Weapons και δύο Devil Weapons.
{PAGE_BREAK}
Τα όπλα θα μπορούσαν να είναι περισσότερα, αλλά το παράπονό μας έχει να κάνει με το ότι από τη στιγμή που ξεκλειδώσαμε τα δεύτερα Angel/ Devil Weapons δεν υπήρχε λόγος να επιστρέψουμε στα πρώτα όπλα των κατηγοριών. Οι βασικές μας επιθέσεις γίνονται με το σπαθί Rebellion, ενώ όταν κρατάμε πατημένα τα L2/ R2 το σπάθι μας μεταμορφώνεται σε Angel/ Devil weapon αντίστοιχα. Αρχικά ο ελαφρά πιο περίπλοκος μηχανισμός αυτός μας μπερδεύε αρκετά, αλλά όταν καταφέραμε να εξοικιωθούμε με το σύστημα μάχης, άνοιξαν μπροστά μας πολλές ενδιαφέρουσες δυνατότητες. Μπορούμε να αλλάξουμε όπλα κατά τη διάρκεια της μάχης και θεωρητικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και όλα τα όπλα στο ίδιο combo.
Το σύστημα μάχης δουλεύει εξαιρετικά, αν και απουσιάζει η ροή των προηγούμενων παιχνιδιών της σειράς. Εδώ να σημειώσουμε ότι οι επιθέσεις με το σπαθί θεωρούνται τα "κανονικά" χτυπήματα, οι επιθέσεις με τα Devil Weapons είναι οι πιο δυνατές επιθέσεις -που όμως έχουν μικρότερη εμβέλεια και κατά κανόνα χτυπάνε μόνο έναν αντίπαλο- και οι επιθέσεις με τα Angel Weapons είναι οι πιο αδύναμες, αλλά είναι πολύ χρήσιμες απέναντι σε πολλούς αδύναμους εχθρούς, ειδικά όταν είμαστε περικυκλωμένοι.
Η δυνατότητα να αμυνθούμε λάμπει… δια της απουσίας της και κάνει τη φιλοσοφία του παιχνιδιού πιο επιθετική. Επιπλέον, οι τρεις διαφορετικοί τρόποι να αποφύγουμε τις εχθρικές επιθέσεις και η δυνατότητα να χρησιμοποιήσουμε μαστίγιο για πλησιάσουμε τους εχθρούς ή να τους τραβήξουμε μέσα στην εμβέλεια των όπλων μας, είναι στοιχεία που εμπλουτίζουν περαιτέρω το σύστημα μάχης. Το οπλοστάσιό μας συμπληρώνεται από το Devil Trigger, το οποίο μας επιτρέπει να κερδίζουμε λίγη ενέργεια (Health Regen) και την ευκαιρία να ξεκινήσουμε μερικά καταστροφικά combos.
Μία σημαντική σχεδιαστική απόφαση της Ninja Theory είναι πως ορισμένοι εχθροί μπορούν να χτυπηθούν μόνο με Angel ή Devil Weapons αντίστοιχα. Επίσης, η χρησιμότητα συγκεκριμένων τακτικών απέναντι σε ορισμένους πολύ δυνατούς αντιπάλους, οδηγεί τους παίκτες στο να αφήσουν τη δημιουργία πολύπλοκων combos στην άκρη και να επικεντρωθούν στο πώς θα απομονώσουν τον κάθε απειλητικό αντίπαλο, ώστε να εφαρμόσουν επάνω του τις κατάλληλες τακτικές.
Έτσι, παρά τις εντυπωσιακές δυνατότητες δημιουργίας combo, στην πράξη η ελευθερία των παικτών δεν είναι τόσο μεγάλη. Πιστεύουμε ότι αυτό δεν αποτελεί αναγκαστικά αρνητικό στοιχείο, αλλά όσοι -για κάποιο λόγο- ήλπιζαν να βρουν εδώ "ανοικτό" gameplay, συγκρίσιμο με το αντίστοιχο του Bayonetta, θα απογοητευτούν. Παρόλα αυτά, το gameplay του DmC είναι όντως… Devil May Cry. Εύλογα, οι πιο φανατικοί φίλοι του franchise θα βρουν το σύστημα μάχης κάπως κατώτερο σε σχέση με αυτό του DMC4, αλλά εμείς προτιμούμε τον αέρα ανανέωσης που διαπνέει το παιχνίδι της Ninja Theory, από το να βλέπαμε ξανά περίπου τους ίδιους gameplay μηχανισμούς βελτιωμένους στα σημεία.
Σε κάθε περίπτωση, το νέο Devil May Cry διαθέτει ένα από τα καλύτερα συστήματα μάχης σε αυτή τη γενιά και δεν είναι πολλά τα παιχνίδια που πλησιάζουν το επίπεδό του. Εδώ να πούμε ότι το Nephilim, ο μεγαλύτερος βαθμός δυσκολίας που είναι διαθέσιμος για το πρώτο playthrough, θα μπορούσε να είναι λίγο δυσκολότερος.
Ωστόσο, στη συνέχεια ξεκλειδώνονται πιο δύσκολα modes, τα οποία βάζουν σε μεγαλύτερη δοκιμασία τις ικανότητές μας, παρόλο που μετά τον τερματισμό είναι διαθέσιμα όλα τα όπλα και οι ικανότητες για οποιαδήποτε πίστα ή νέο playthrough. Στα πιο δύσκολα modes πληθαίνουν οι εχθροί που χρίζουν ειδικής αντιμετώπισης και τα όσα προαναφέραμε γίνονται πιο έντονα. Τέλος, να αναφέρουμε ότι η απουσία lock-on δεν δημιουργεί προβλήματα, μιας και είναι κάτι που συνηθίζεται εύκολα.
Ωστόσο, εξακολουθούμε να πιστεύουμε πως αν υπήρχε lock on, το παιχνίδι θα ήταν ακόμα καλύτερο, μιας και θα απουσίαζαν εντελώς οι στιγμές όπου, πρακτικά, απαιτείται ο έλεγχος της κάμερας με το δεξί μοχλό ώστε να δούμε καλύτερα τους εχθρούς ή τα ευαίσθητα σημεία των bosses.
{PAGE_BREAK}
Διάρκεια, ροή, platforming και εξερεύνηση
Το Devil May Cry διαθέτει 20 αποστολές, που από τους περισσότερους παίκτες θα απαιτήσουν περίπου 10 ώρες για να ολοκληρωθούν. Η ροή του παιχνιδιού είναι εξαιρετική και η αναλογία cut scenes, μαχών και platforming δείχνει να είναι ιδανική. Εξερεύνηση υπάρχει, αλλά είναι σχετικά περιορισμένη στο πρώτο playthrough, μιας και πάρα πολλές περιοχές απαιτούν τη χρήση ικανότητων οι οποίες δεν είναι διαθέσιμες την πρώτη φορά που επισκεπτόμαστε τα επίπεδα. Ωστόσο, από το δεύτερο playthrough και μετά δεν υπάρχουν περιθώρια για παράπονα, μιας και τα μυστικά είναι κάτι παραπάνω από αρκετά. Το platforming παρουσιάζεται ασύγκριτα καλύτερο σε σχέση με τα προηγούμενα παιχνίδια της σειράς και αυτή τη φορά αποτελεί ένα χαρακτηριστικό σωστά ενσωματωμένο στο gameplay, χωρίς να διακόπτει τη ροή του παιχνιδιού.
Μικροπροβλήματα με την κάμερα υπάρχουν σε αυτό τον τομέα, ειδικά αν προσπαθούμε να κινηθούμε γρήγορα, αλλά στο σύνολο του παιχνιδιού είναι μάλλον αμελητέα. Το level design είναι καλό και κατά την εξερεύνηση δεν χάνεται η αίσθηση του προσανατολισμού χάρη στην ανομοιογενή κατασκεύη των περιοχών.
Επιπλέον, κάποιες από τις πίστες είναι πολύ ατμοσφαιρικές, κάτι που σε συνδυασμό με τα καλοφτιαγμένα cut scenes και τα έξυπνα υλοποιημένα set pieces, καθιστά το νέο Devil May Cry το δεύτερο πιο ατμοσφαιρικό παιχνίδι της σειράς μετά φυσικά το -υπέρανω συγκρίσεων, ειδικά σε αυτό τον τομέα- πρώτο παιχνίδι της σειράς. Τέλος, οφείλουμε να αναφέρουμε ότι από πλευράς περιεχομένου το DmC διαθέτει αρκετά πράγματα που καθιστούν το δεύτερο playthgrough σχεδόν επιβεβλημένο.
Συμπεράσματα
Το "πείραμα" της Capcom με τη βρετανική Ninja Theory κρίνεται ως επιτυχημένο, με αποτέλεσμα το νέο μέλος της σειράς να στέκεται επάξια δίπλα στα καλύτερα παιχνίδια του δημοφιλούς franchise της Capcom. Και όπως είναι φυσικό, το νέο DmC σε άλλα σημεία είναι ελαφρώς κατώτερο από τους προκατόχους τους και σε άλλα αρκετά καλύτερο. Η υπόθεση, αλλά και η ατμόσφαιρα, του νέου DmC αφήνουν πίσω όλα τα υπόλοιπα παιχνίδια της σειράς, πλην του πρώτου, ενώ το pacing, το platforming και η εξερεύνηση είναι καλύτερα από ποτέ.
Στο σύστημα μάχης τα πράγματα είναι λίγο πιο περίπλοκα και κατά τη γνώμη μας το νέο παιχνίδι της σειράς είναι υποδεέστερο από τους καλύτερους εκπροσώπους της σειράς. Αλλά ακόμα και έτσι, το σύστημα μάχης παραμένει πολύ καλό. Τελικά, αν και υπάρχουν αδυναμίες, δε μπορούμε να πούμε πως έχουμε ουσιαστικά παράπονα από το πόνημα της Ninja Theory, μιας και οι ενστάσεις μας μας σχετικά με ένα κομμάτι του εικαστικού μέρους του παιχνιδιού και ορισμένων κακογραμμένων διαλόγων του Dante χάνονται μπροστά σε αυτά που γίνονται σωστά. Έτσι, μπορούμε να προτείνουμε εύκολα το νέο μέλος της σειράς σε όλους τους φίλους των παιχνιδιών δράσης.
Νίκος Καβακλής