Escape Dead Island

Δυστυχώς, τα ζόμπι δεν είναι χορτοφάγα.


Ο μύθος των ζόμπι ξεκίνησε από την Αϊτή. Μετά από αρκετές δεκαετίες συνδυάστηκε με το Voodoo, μέχρι που αποθεώθηκε από το δυτικό σινεμά για να πάρει τη σημερινή του μορφή. Τα γεγονότα του franchise Dead Island, βέβαια, διαδραματίζονται στην άλλη άκρη του κόσμου, και πιο συγκεκριμένα στην Παπούα-Νέα Γουινέα σε ένα φανταστικό νησί, το Banoi. Οι Πολωνοί, λοιπόν, της Techland είχαν ιδιαίτερα ζωηρή φαντασία, μιας και η Παπούα-Νέα Γουινέα αποτελούσε ίσως το τελευταίο μέρος όπου κατοικούσαν κανίβαλοι. Και φτάσαμε στο σήμερα και το Escape Dead Island, ένα spin-off την ανάπτυξη του οποίου ήρθαν να καλύψουν οι Σουηδοί της Fatshark, ομάδας πιο γνωστής για τα Bionic Commando Rearmed 2 και War of the Roses, φυσικά κάτω από την σκέπη της Deep Silver. Ας δούμε αν είχαν την ίδια φαντασία με τους ανθρώπους της Techland.

To Escape Dead Island τοποθετείται κοντά στο Banoi, στο νησί Narapela. Ύστερα από μια εισαγωγή – tutorial, αναλαμβάνουμε το ρόλο ενός νεαρού δημοσιογράφου, του Cliff Calo. Με την παρέα του, τον Devan και την Linda, ο Cliff σκοπεύει να συλλέξει πληροφορίες για τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στο Banoi. Τόσο ο πρωταγωνιστής όσο και η παρέα του γνωρίζουν τις φήμες περί ζόμπι, γεγονός που καταστρέφει το μυστήριο, χωρίς όμως σε καμία των περιπτώσεων να αποφεύγονται τα κλισέ. Η αλήθεια είναι ότι δεν περιμέναμε από ένα παιχνίδι με ζόμπι να δώσει βάρος στο σενάριο, αλλά τουλάχιστον να προσπαθήσει να αποφύγει την πεπατημένη, κάτι που όχι μόνο δεν συμβαίνει εδώ, αλλά αντίθετα, καθ’ όλη τη διάρκειά του, ακούγονται ατάκες και συμβαίνουν καταστάσεις που σίγουρα έχετε ξαναδεί στο παρελθόν σε δεκάδες άλλα παιχνίδια.

Ήδη οι έμπειροι με την κατηγορία παίκτες θα κατάλαβαν ότι πίσω από τον ιό βρίσκεται μια μεγάλη εταιρία, πειράματα και ένα ενέσιμο εμβόλιο σε μέγεθος… πολυμίξερ. Κλασικά, τετριμμένα πράγματα, χωρίς ιχνός έμπνευσης ή προσπάθειας για κάτι πραγματικά διαφορετικό. Μοναδικό ίσως σημείο όπου αχνοφαίνεται μια ελπίδα για σωτηρία του σεναρίου, είναι στην πρώτη ώρα, όπου αντιμετωπίζουμε την ψυχική αστάθεια του ήρωα, μια ιδέα που όμως χρησιμοποιείται κατά κόρον και σύντομα κουράζει, χάνοντας έτσι την όποια αξία ίσως είχε αρχικά. Έτσι, έπειτα από λίγες ώρες, όταν ο ήρωας αρχίσει να γονατίζει και να χτυπάει το κεφάλι του, σχεδόν σας εγγυόμαστε ότι θα νιώσετε την ανάγκη να τον μιμηθείτε. Και προφανώς όχι επειδή θα συμπάσχετε…

Μιας και η ελπίδα σε ό,τι αφορά το σενάριο του Escape Dead Island μάς άφησε νωρίς, σειρά έχει το gameplay. Το Escape απεικονίζεται μέσω κάμερας τρίτου προσώπου, με αποτέλεσμα να υπάρχουν σημαντικές αλλαγές στο gameplay σε σχέση με το Dead Island. Κύριο όπλο του πρωταγωνιστή αποτελεί ένα τσεκούρι, με το light attack του οποίου μπορούμε να επιτεθούμε τρεις φορές συνεχόμενα μέχρι να υπάρξει μια μικρή παύση, ενώ αντίστοιχα με το heavy attack μία φορά. Οι melee επιθέσεις, όπως και το τρέξιμο, καταναλώνουν stamina (την αντοχή του ήρωα), ενώ για να μην περικυκλωθεί από τα ζόμπι υπάρχει κίνηση evade, που τον μεταφέρει μερικά βήματα προς την κατεύθυνση που εμείς επιλέγουμε. Σε συνδυασμό με το κλείδωμα του στόχου, αυτή η δυνατότητα προσφέρει μια αρκετά καλή κίνηση στο χώρο για τις μάχες.

Επίσης, στη διάθεσή μας υπάρχει ένα πιστόλι και ένα shotgun, για τα οποία όμως υπάρχουν περιορισμένα πυρομαχικά, με αποτέλεσμα αυτός ο οπλισμός να χρησιμοποιείται αποκλειστικά για ώρα ανάγκης. Εκτός αυτού, το παιχνίδι της Fatshark βασίζεται αρκετά στο stealth. Οι αντίπαλοι εντοπίζουν τον Cliff όταν κοκκινίσει μια μπάρα–θαυμαστικό πάνω από το κεφάλι τους. Αν τους πλησιάσουμε νωρίτερα από πίσω, θα μας δοθεί η ευκαιρία -με το πάτημα ενός κουμπιού- για ένα αιματηρό stealth kill, το animation του οποίου είναι το ίδιο, ξανά και ξανά και επί της ουσίας καταλήγουμε με ένα μηχανισμό παντελώς άχρηστο, που δεν προσφέρει καμία συγκίνηση και καμία πραγματική ουσία στο gameplay. Τέλος, όντας μάχιμος δημοσιογράφος, ο Cliff δεν θα μπορούσε να μην έχει στο inventory του μια φωτογραφική μηχανή, με την οποία συλλέγουμε στοιχεία. Ωστόσο, η χρήση της δεν είναι υποχρεωτική και μετά από τα πρώτα λεπτά στην περιπέτεια μάλλον θα ξεχάσετε την ύπαρξή της.

Αν σε όλη αυτή την “άχρωμη, άγευση και άοσμη” κατάσταση προσθέσουμε και τα σπάνια checkpoints, ειδικά προς το τέλος του παιχνιδιού, τα οποία τοποθετήθηκαν τεχνηέντως έτσι για να αυξηθεί η διάρκεια της ολοκλήρωσης, τα πράγματα για το παιχνίδι της Deep Silver παίρνουν μια εντελώς απογοητευτική τροπή. Φαίνεται ξεκάθαρα, ακόμα και μετά τα πρώτα λεπτά, ότι οι δυνατότητες του παίκτη είναι πολύ λίγες, η δράση είναι επαναλαμβανόμενη και το gameplay μένει στάσιμο σε όλη τη διάρκεια του τίτλου. Για να είμαστε ειλικρινείς, υπήρξαν στιγμές που νιώθαμε πεπεισμένοι πως είχαμε στα χέρια μας ένα παιχνίδι ψηφιακής διανομής ή έστω budget, μέχρι που αναζητήσαμε την προτεινόμενη τιμή διάθεσής του.

Στον αντίποδα των προαναφερθέντων βρίσκονται ορισμένα τεχνικά στοιχεία του παιχνιδιού, όπως η επιλογή για cel-shaded απεικόνιση, η οποία κρύβει με μαεστρία την ηλικία των PS3/ 360 και αποδίδει ένα όμορφο αποτέλεσμα. Βέβαια συναντήσαμε αρκετά glitches και bugs, ενώ η κονσόλα μας γονάτισε σε δύο loading screens, με μόνη λύση την επανεκκίνησή της. Ωστόσο, πρέπει να τονίσουμε ότι o χρόνος φόρτωσης από περιοχή σε περιοχή είναι αμελητέος. Η λεπτομέρεια της απεικόνισης μάς ικανοποίησε, ενώ οι ήχοι του περιβάλλοντος συχνά εμφανίζονται στην οθόνη με πολύχρωμη γραμματοσειρά, όπως συμβαίνει και στα κόμικ. Αντίστοιχα κάπως έτσι είναι και τα βίντεο, θυμίζοντας έντονα και αυτά με τη σειρά τους πολύχρωμες, κινούμενες εικόνες.

Όμως, το πραγματικό αγκάθι του Escape Dead Island το αφήσαμε για το τέλος, για τους τολμηρούς που κατάφεραν να φτάσουν μέχρι αυτές τις γραμμές. Το νησί του παιχνιδιού χωρίζεται σε περίπου δέκα περιοχές, οι οποίες απέχουν μεταξύ τους περίπου τρία λεπτά, ανάλογα με το πόσο θα ασχοληθείτε με τους εχθρούς που βρίσκονται σε κάθε μια από αυτές. Εχθρούς που, φυσικά, κάνουν συνεχές re-spawn, όλο και περισσότεροι, όλο και πιο δυνατοί και αποφασισμένοι να σας καθυστερήσουν να φτάσετε στον προορισμό σας. Προορισμό, τον οποίο θα επισκεφθείτε ξανά και ξανά! Γιατί; Διότι το backtracking στο Escape Dead Island είναι σχεδόν απερίγραπτο. Τα υπόλοιπα αρνητικά του τίτλου, αν και ηχηρά, αποτελούν πταίσμα μπροστά στο “κακούργημα” του game design που λέγεται backtracking. Δεν μπορεί να περιγραφεί πόσο βάναυσο είναι για τον παίκτη, ο χαρακτήρας του να ξυπνάει πάντα στην άλλη άκρη του νησιού, από εκεί που πρέπει να καταλήξει. Και σα να μην έφθανε αυτό, θα κληθεί να επιστρέψει στις ίδιες περιοχές και μέσα στις αποστολές. Δηλαδή έχουμε κάτι σαν… backtracking στο τετράγωνο. Κατανοούμε ότι ο τίτλος αποτελεί μια προσπάθεια περιορισμένου budget, αλλά τέτοιες τεχνικές για να αυξηθεί η διάρκειά, μόνο επιζήμιες είναι για το τελικό αποτέλεσμα.

Η πληθώρα των όπλων και των δευτερευουσών αποστολών, τα μοναδικά skill trees του κάθε χαρακτήρα, ο ανοιχτός κόσμος, και όλα τα υπόλοιπα τα στοιχεία που αγαπήθηκαν στο Dead Island απουσιάζουν από το spin-off της Fatshark. Πόλη, χωριά, NPCs και λοιπά καλούδια καλύτερα να τα ξεχάσετε. Το μόνο που θα έχετε να κάνετε σε αυτό το παιχνίδι, θα είναι να αφανίζετε τα τέσσερα διαφορετικά είδη ζόμπι που υπάρχουν και να εκτελείτε κύκλους στο χάρτη. Τα μόνο αντικείμενα που υπάρχουν στον κόσμο-διάδρομο είναι κάποια κρυμένα πακέτα υγείας, τα οποία προσθέτουν στη συνολική ενέργεια του ήρωα -η οποία, σημειωτέον, αναπληρώνεται μόνη της μετά από λίγα δευτερόλεπτα… Όσο για τις κασέτες και τις σημειώσεις, καλύτερα να μην εκφράσουμε άποψη.

Εν κατακλείδι, το Escape Dead Island, με το ανελέητο και χωρίς λόγο ύπαρξης backtracking και τις φθηνές λύσεις που έχει για να αυξήσει τη διάρκειά του, χάνει την ευκαιρία να αποτελέσει ένα αξιοπρεπές spin-off. Προσθέστε το λιτό gameplay και τα “άδικα” σημεία που θα σας στείλουν αρκετά λεπτά πίσω, και η ολοκλήρωση του τίτλου φαντάζει ως ένας πραγματικός άθλος. Σκεφτείτε και ψάξτε καλά πριν αποφασίσετε να επενδύσετε.

To review βασίστηκε στην PS3 έκδοση του παιχνιδιού.

Exit mobile version