Αυτό το αίσθημα ενοχής ότι έχεις ξοδέψει (με τη θέλησή σου) ένα κάρο ώρες για ένα μέτριο παιχνίδι…
Δεν χρειάζεται τίποτε παραπάνω από την υπεραπλουστευμένη εισαγωγή και την πρώτη εικόνα που θα αντικρίσετε με την εκκίνηση της πρώτης προσπάθειάς σας στον κόσμο του Crowntakers (της πρώτης από πολλές… πάρα πολλές), για να διαπιστώσετε ότι το συγκεκριμένο παιχνίδι έπρεπε να έχει εκδοθεί για smartphones. Η δομή του Crowntakers δίνει την εντύπωση ενός PC port -που περιέργως κυκλοφορεί αποκλειστικά σε υπολογιστές (το ότι λέμε “αποκλειστικά σε υπολογιστές” για να τονίσουμε πως δεν κυκλοφορεί σε smartphones, μάλλον αποτελεί άλλη μία ένδειξη της αλλαγής των καιρών στο gaming). Αποτελεί αυτό κάτι αρνητικό για το ίδιο το παιχνίδι; Σίγουρα όχι, αν η δουλειά που έχει πέσει σε αυτό είναι αξιοπρεπής και το αντίτιμο που ζητάει είναι τίμιο. Σχετικά με το πρώτο θα το αναλύσουμε παρακάτω, όσον αφορά το δεύτερο, ας πούμε ότι σε smartphones η αγορά του δε θα κόστιζε πάνω από 3-4 ευρώ, ενώ στην προκειμένη έχει 15 ευρώ (14,99 αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς).
Με λίγα λόγια, το Crowntakers αποτελεί ένα turn-based roguelike, με δυνατότητα αναβάθμισης χαρακτήρων του party μας. Αν και η Bulwark Studios θέλει να προσθέσει την κατηγορία των RPG στα περιγραφικά είδη του τίτλους της, μάλλον κάτι τέτοιο είναι υπερβολή, δεδομένης της αρκετά χαμηλής δυνατότητας παραμετροποίησης των ηρώων. Αν μη τι άλλο, δε γίνεται κάθε παιχνίδι που έχει μερικά στατιστικά όπως strength, health κ.λπ. να αξιώνει αυτόν το χαρακτηρισμό. Τουλάχιστον η δυνατότητα αλλαγής μελών στο party μας, κάθε ένα εκ των οποίων έχει διαφορετικά skills (που όμως είναι αρκετά περιορισμένα) μπορούν να αλλάξουν σε ένα ελάχιστο βαθμό τη στρατηγική που θα ακολουθήσει κάποιος. Όχι κάτι φοβερό, αλλά τουλάχιστον προσδίδει ένα υποτυπώδες εύρος πειραματισμού.
Για την υπόθεση δε θα κάνουμε λόγο, καθώς δύο κείμενα θα δείτε όλα κι όλα, ένα στην εισαγωγή και ένα στον τερματισμό. Η ιστορία εκτυλίσσεται στο μεσαίωνα, με ορισμένα ελαφρά fantasy στοιχεία, και ακολουθεί ένα νεαρό ήρωα που θέλει να φέρει πίσω στην εξουσία τον απαχθέντα βασιλιά. Τίποτα λιγότερο (πώς θα μπορούσε άλλωστε), τίποτα περισσότερο. Ως ένα άλλο επιτραπέζιο παιχνίδι, το Crowntakers λαμβάνει χώρα σε μικρούς χάρτες, χωρισμένους σε εξαγωνικά κομμάτια, επιτρέποντας μία ελαφρά μορφή εξερεύνησης. Ο στόχος μας είναι να φτάσουμε στο κάστρο, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει σε κάθε χάρτη να φτάσουμε την πύλη που θα μας οδηγήσει στον επόμενο χάρτη από τους συνολικά οκτώ. Αν και έχουμε τη δυνατότητα να πάμε κατευθείαν προς την εκάστοτε πύλη, είναι προτιμότερο να εξερευνήσουμε τις διάφορες διακλαδώσεις του χάρτη, προκειμένου να ανακαλύψουμε χρυσό και κάθε λογής αντικείμενα που θα βοηθήσουν στο δύσκολο ταξίδι.
Εδώ μπαίνει ένας ενδιαφέρων, αν και απλοϊκός, μηχανισμός ανταλλαγής μεταξύ κινδύνου και ανταμοιβής, καθώς όσο περισσότερο περιφερόμαστε σε κάποιο χάρτη, τόσο πιο πολύ αυξάνεται η γενικότερη δυσκολία του παιχνιδιού, ενδυναμώνοντας με το πέρασμα των ημερών τους εχθρούς. Ως είθισται βέβαια σε roguelike, το permadeath είναι κάτι δεδομένο και ως εκ τούτου η random δομή των χαρτών έρχεται να προσφέρει την απαραίτητη εναλλαγή του τοπίου για τη νιοστή φορά που θα χρειαστεί να ξεκινήσετε και πάλι από την αρχή.
Οι μάχες δεν έρχονται να προσφέρουν κάποια έκπληξη, καθώς εφαρμόζουν ένα αρκετά συνηθισμένο turn-based σύστημα. Το πεδίο μάχης, χωρίζεται και πάλι σε εξαγωνικά κομμάτια, με τις συγκρούσεις να επιτρέπουν ένα ελαφρύ βάθος στρατηγικής χάρη στη δυνατότητα δημιουργίας ομάδας έως και πέντε ατόμων (μεταξύ συνολικά εννιά), κάθε ένα εκ των οποίων φέρει δύο skills. Η αποτελεσματικότητα αυτών των skills μάλλον θα μπορούσε να θεωρηθεί unbalanced, καθώς -για παράδειγμα- ένας χαρακτήρας ενδέχεται να έχει τη δυνατότητα να χτυπήσει δύο εχθρούς μόνο όταν ο ένας βρίσκεται πίσω από τον άλλο, ενώ ένας άλλος μπορεί να χτυπήσει έως και τρεις, αρκεί αυτοί να βρίσκονται σε μικρή απόστασή μεταξύ τους.
Εκτός των άλλων, η τοποθέτηση των χαρακτήρων στο πεδίο της μάχης και η πλευρά στην οποία κοιτάζουν, παίζει ρόλο τόσο στη δυνατότητα αντεπίθεσης όσο στη πιθανότητα αποφυγής κάποιου χτυπήματος. Γενικά, τίποτα φοβερό και απλά στο όριο του να απαιτεί έναν ελάχιστο βαθμό σκέψης. Σε γενικές γραμμές, το Crowntakers είναι ένα απλοϊκός τίτλος, ο οποίος όμως περιέχει αυτό το εθιστικό στοιχείο που μπορεί να ωθήσει κάποιον σε “ακόμα μία προσπάθεια, τώρα ξέρω ότι θα τα πάω καλύτερα…” κ.λπ., μόνο για να αντικρίσει και πάλι την οθόνη του “gameover” (πολύ πιθανό έχοντας σημειώσει πολύ μικρότερη πρόοδο σε σχέση με προηγούμενες προσπάθειες). Οι απλουστευμένοι μηχανισμοί του level-up και αγοραπωλησίας υλών για τα λιγοστά enhancements καθώς και ο γρήγορος ρυθμός των συγκρούσεων, που συνήθως δεν απαιτούν πάνω από δύο γύρους για να λήξουν, ωθούν σε προσπάθειες που δεν ξεπερνούν τη μία ώρα στην καλύτερη περίπτωση ενώ στη χειρότερη μπορεί να κρατήσουν 10 λεπτά.
Ως εδώ όλα καλά, άλλωστε το παιχνίδι δε διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας ή αριστουργήματος, αλλά, αντίθετα, επιχειρεί να προσφέρει γρήγορο και ξεκούραστο gameplay, χωρίς να απαιτεί το ξόδεμα πολύτιμης φαιάς ουσίας. Περιέχει όμως ένα σημαντικό ελάττωμα στο συνολικό του οικοδόμημα, το οποίο δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε το βαθμό στον οποίο αποτελεί εκούσια επιλογή των δημιουργών, αλλά όπως και να έχει αποτελεί ένα αρκετά αρνητικό στοιχείο κατά την άποψή μας. Αυτό δεν είναι άλλο από τον παράγοντα της τύχης, ο οποίος μπορεί να υπάρχει στους περισσότερους τίτλους του είδους αλλά εδώ είναι υπέρ του δέοντος εμφανές, αποτελώντας μάλιστα τη σημαντικότερη συνιστώσα για την επιτυχία ή αποτυχία.
Όπως προείπαμε, μπορούμε να εξερευνήσουμε το χάρτη ώστε να βρούμε κάθε λογής σημεία ενδιαφέροντος. Σε κάθε ένα από αυτά μπορεί να έχουμε από μία έως και τέσσερις επιλογές, όπως το ψάξιμο ενός οικοδομήματος, τη σπορά ενός χωραφιού, τη βοήθεια ή μη ληστών κ.λπ. Αν και στην αρχή αυτές οι επιλογές έρχονται να προσδώσουν χαρακτήρα στο παιχνίδι, δε θα αργήσετε να διαπιστώσετε ότι το αποτέλεσμα της κάθε επιλογής εξαρτάται αποκλειστικά από τον παράγοντα της τύχης και όχι από κάποιο skill ή στοιχείο του κειμένου που συνοδεύει τις επιλογές. Για παράδειγμα, σε ίδιες ακριβώς περιστάσεις, με ίδιο ακριβώς κείμενο και party, η ίδια επιλογή μπορεί είτε να προσφέρει ανταμοιβή 100 experience points είτε να αφαιρέσει εντελώς άδικα 2 (πολύ σημαντικά) healing points από την ομάδα μας. Τα παραδείγματα είναι πολλά και το σίγουρο είναι ότι δε θα αργήσετε να φτάσετε στο σημείο όπου απλά θα πατάτε απευθείας κάποια επιλογή, καθώς δεν υπάρχει κανένας κανόνας πέραν της τύχης για να επιλέξετε μία ενέργεια έναντι κάποιας άλλης.
Παρόλα αυτά, είναι ίσως λίγο οξύμωρο αυτό που θα πούμε, αλλά το Crowntakers μάς ώθησε σε πολλαπλές επαναλήψεις, σε σημείο που ξεπέρασαν τις ανάγκες του παρόντος review. Λίγο η απλότητα του τίτλου, λίγο το πείσμα μας ότι έχουμε αποκτήσει μία άλφα εμπειρία που θα μας βοηθήσει να φτάσουμε στο τέλος, μας οδήγησε τελικά στην πολύωρη ενασχόληση. Δυστυχώς το επιτυχές τελείωμα αντί να μας δημιουργήσει ένα συναίσθημα θριάμβου, περισσότερο μας προξένησε ένα αίσθημα ενοχής, που σπαταλήσαμε τόσες ώρες αντί να ασχοληθούμε με κάτι ποιο ουσιαστικό.
Ήδη είπαμε πολλά για έναν τίτλο που… δεν έχει να πει πολλά. Το Crowntakers μπορεί πολύ απλά να χαρακτηριστεί ως ένα “guilty pleasure”, μία ιδιαίτερη εμπειρία δηλαδή, η οποία μπορεί να γνωρίζουμε πως δε θα μας προσφέρει κάτι ουσιαστικό αλλά παρόλα αυτά μας κρατάει εκεί, χάρη σε μία μαγνητική απλότητα και ταχύτητα του gameplay. Κάτι ανάλογο όπως με την περίπτωση του οποιουδήποτε Candy Crash Saga, στο οποίο μπορεί να αναλώσουμε ώρες ατέλειωτες, μόνο για να τις κλαίμε στη συνέχεια…