Wake me when you need me…
Με μια πρόχειρη και γρήγορη σκέψη, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το 2001 αποτέλεσε σταθμό για τη gaming βιομηχανία καθώς ήταν η χρόνια που κυκλοφόρησε το Halo Combat Evolved, το παιχνίδι που έθεσε τα θεμέλια στα όποια στηρίζεται σήμερα το online shooting gaming στις κονσόλες. Η επιτυχία που γνώρισε ο πρώτος τίτλος της Bungie ήταν τόσο μεγάλη, που δημιούργησε τις ιδανικές συνθήκες ώστε να το διαδεχθεί το δεύτερο μέρος της σειράς Halo, ξεκινώντας έτσι ένα ταξίδι σε έναν τεράστιο και παράλληλα μυστηριώδη κόσμο με απίστευτα πολλές δυνατότητες.
Η Microsoft, αντιλαμβανόμενη αυτές τις δυνατότητες, επιδίωξε την ταύτιση του Xbox με το Halo και κάπως έτσι δημιουργήθηκε ένας ισχυρός δεσμός μεταξύ της Bungie και του κολοσσού του Redmond, που διήρκεσε περίπου εννιά χρόνια. Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα το studio προσέφερε στο κοινό του μια τριλογία, ένα «expansion» και ένα prequel, όλα γύρω από τον κόσμο του Halo, με την υψηλή ποιότητα να αποτελεί σταθερό παράγοντα σε κάθε ένα από αυτά.
Το τέλος της σχέσης του studio με τη Microsoft ήρθε το 2010, με αποτέλεσμα η MS να ορίσει την 343 Industries υπεύθυνη για την διεκπεραίωση της νέας τριλογίας Halo καθώς και των remaster εκδόσεων των Halo: Combat Evolved Anniversary και Halo 2 Anniversary. Έτσι, λοιπόν, το 2011 κυκλοφόρησε το Halo CE Anniversary, εμπλουτισμένο με πολλές κρυμμένες πληροφορίες για το τέταρτο μέρος της σειράς, το οποίο με τη σειρά του κυκλοφόρησε μετά από ένα χρόνο.
Φτάνοντας στο παρόν, η 343 Industries (έχοντας το Halo 5 υπό ανάπτυξη), θέλησε να χρησιμοποιήσει ξανά την ίδια, πετυχημένη φόρμουλα, και έτσι το Halo 2 Anniversary έγινε πραγματικότητα. Παρόλο που η Microsoft αποφάσισε να μην είναι κατατοπιστική σχετικά με τον τίτλο «Master Chief Collection», πρέπει να διευκρινιστεί πως η 343 Industries δημιούργησε τη συλλογή κυρίως για την ενίσχυση του Halo 2 Anniversary και όχι για να δημιουργήσει remake εκδόσεις των παιχνιδιών. Εν ολίγοις, το πακέτο περιλαμβάνει το remaster Halo 2 και τις «γυαλισμένες» εκδόσεις των υπόλοιπων τριών παιχνιδιών (Halo CE Anniversary, Halo 3, Halo 4).
Χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις περνάμε στο μενού του παιχνιδιού, το οποίο είναι απλοποιημένο, ενοποιημένο και εργονομικό, σε βαθμό που κάνει εύκολη την αλλαγή μεταξύ των τίτλων της τετραλογίας. Το μοναδικό πρόβλημα που ταράζει ελαφρά τα ήρεμα και όμορφα «νερά» του μενού αυτού, είναι τα παγώματα οθόνης μερικών δευτερολέπτων, που συμβαίνουν με την εισαγωγή από το campaign των παιχνιδιών στο μενού. Επιπλέον, ένα από τα χαρακτηριστικά του Halo Master Chief Collection που μας άφησε ανάμεικτα συναισθήματα, είναι πως όλες οι πίστες και τα rally points είναι διαθέσιμα ώστε να επιλέξετε οποιοδήποτε θέλετε από τα τέσσερα Halo.
Αυτό το χαρακτηριστικό προσδίδει στον παίκτη την εντύπωση πως δεν παίζει ένα παιχνίδι, αλλά το ότι ο τίτλος αποτελεί μια βιβλιοθήκη αναμνήσεων που λειτουργεί ως μία διαδραστική εξιστόρηση των συμβάντων όπου συμμετείχε ο Master Chief και είναι ζωτικής σημασίας για το Halo 5. Λύση στο πρόβλημα αυτό ήρθαν να δώσουν τα πολλά αλλά ενδιαφέροντα playlists, που τοποθετούν τον παίκτη σε συγκεκριμένες πίστες και από τα τέσσερα Halo, ώστε να βιώσει το ίδιο campaign από διαφορετικές οπτικές γωνίες.
Η 343 Industries φρόντισε να παραδώσει μια συλλογή όπου ο οπτικός τομέας -τουλάχιστον για την αρχική τριλογία- παραμένει σε γενικά πλαίσια ομοιόμορφος, χωρίς όμως να έχει αλλοιωθεί κάτι από τους in-game μηχανισμούς των παιχνιδιών. Βέβαια, το αποτέλεσμα είναι να υπάρχουν τέσσερις διαφορετικοί τίτλοι με τον καθένα να έχει το δικό του ξεχωριστό χειρισμό. Για την απλοποίηση του θέματος σχετικά με το χειρισμό των παιχνιδιών, το studio φρόντισε να κάνει διαθέσιμα παντού τα settings του χειρισμού για όλα τα παιχνίδια. Έτσι, λοιπόν, ενώ παίζετε το Halo 3 μπορείτε αλλάξετε το ρόλο των κουμπιών για το Halo 4 και να συνεχίσετε το παιχνίδι σας κανονικά.
Συνεχίζοντας να μιλάμε για τα τέσσερα διαφορετικά Halo, αξίζει να σημειωθεί πως για μια ακόμα φορά τα Skulls πριν την κάθε αποστολή έχουν την τιμητική τους, με τον κάθε τίτλο να έχει τα κλασσικά skulls αλλά και ορισμένα που είναι αποκλειστικά σε κάθε τίτλο ξεχωριστά. Τέλος, πριν περάσουμε σε μια πιο εκτενέστερη ανάλυση του κάθε παιχνιδιού χωριστά, πρέπει να αναφερθεί πως υπήρξε μια μικρή αλλά διακριτή αλλαγή στην ΑΙ, που ειδικά στα δύο πρώτα Halo παίζει καθοριστικό ρόλο σε ορισμένα σημεία.
Ξεκινώντας με το Halo CE Anniversary, οι δημιουργοί του παιχνιδιού δεν περιορίστηκαν στη μεταφορά του τίτλου με καλύτερη ανάλυση, κρατώντας απλά σταθερά τα fps, αλλά διόρθωσαν αρκετά προβλήματα που είχε η αρχική έκδοση, ενώ δεν έλειψαν και κάποιες μικρές προσθήκες. Πρώτη και πιο σημαντική προσθήκη -που περιλαμβάνεται τόσο στο Halo CE όσο και στο Halo 2- είναι η εκμηδένιση του χρόνου αναμονής για την εναλλαγή ανάμεσα στις δύο μηχανές γραφικών που τρέχουν καθ’ όλη την διάρκεια των παιχνιδιών. Παράλληλα, η σταθερότητα των 60 fps προσφέρει απολαυστικές, «smooth» και γρήγορες κινήσεις, που καθιστούν το gameplay ακόμα πιο απολαυστικό. Τέλος, διορθώθηκαν τα προβλήματα με τη μη αναδίπλωση των υποτίτλων κατά τη διάρκεια των cinematics
Φτάνοντας στο Halo 2 Anniversary, είναι εύκολο να διαπιστωθεί πως η δουλειά που κουβαλάει ο τίτλος ποικίλει πολύ περισσότερο από αυτή της προηγούμενης remaster έκδοσης που δημιούργησε η 343. Ξεκινώντας από τα cinematic cutscenes, πρέπει να σημειωθεί πως οπτικά συναγωνίζονται σύγχρονες υπερπαραγωγές του Hollywood, ενώ πρέπει να αναφερθεί πως έχουν προστεθεί αρκετές νέες σκηνές σε αυτά, κυρίως για να γεφυρωθεί οποιοδήποτε χάσμα μπορεί να δημιουργηθεί με την κυκλοφορία του Halo 5. Επίσης, ο συγκεκριμένος τίτλος έχει τη δυνατότητα εναλλαγής μεταξύ παλιών και νέων γραφικών, όπως ακριβώς και στην Anniversary έκδοση του Halo CE, με τη μόνη διαφορά πως αυτή η δυνατότητα είναι διαθέσιμη και στα Cinematics.
Μία από τις μεγαλύτερες αλλαγές που υπέστη ο τίτλος και δεν ήταν σε τόσο μεγάλο βαθμό αισθητή στο Halo CE, είναι η βελτίωση του ήχου σε HD μίξη και νέα εφέ, τα οποία γίνονται εύκολα αντιληπτά με την αλλαγή της μηχανής των γραφικών μέσα στο παιχνίδι. Το μοναδικό ψεγάδι που εντοπίστηκε στο gaming αριστούργημα αυτό, είναι η πολύ μικρή καθυστέρηση στους υπότιτλους κατά τη διάρκεια του campaign.
Οι δυο τελευταίοι τίτλοι της συλλογής, όπως ήταν φυσικό, είναι αυτοί που έχουν υποστεί τις λιγότερες αλλαγές και αυτό γίνεται πολύ εύκολα αντιληπτό από τα πρώτα κιόλας λεπτά. Τα 1080p με τα 60 fps δίνουν τα απαιτούμενα στοιχεία που χρειάζεται το Halo 3, καθώς το Halo 4 δεν τα είχε και τόσο ανάγκη, αλλά από εκεί και πέρα δεν υπάρχει κάποια κραυγαλέα διαφορά που αξίζει να αναφερθεί. Τέλος, δεν πρέπει φυσικά να παραβλέψουμε την ύπαρξη της τηλεοπτικής σειράς Halo Nightfall, την οποία λαμβάνουν δωρεάν μέσα από το Halo Channel όσοι αποκτήσουν το παιχνίδι. Η εν λόγω live action σειρά είναι μια αξιόλογη παραγωγή, που αποτελείται από επεισόδια που προετοιμάζουν το έδαφος για τα γεγονότα που θα λάβουν χώρα στο Halo 5.
Αφήνοντας πίσω μας το εξαιρετικό campaign του πακέτου, που αποτελεί κορωνίδα στο console FPS gaming, πηγαίνουμε στο μάλλον κακό multiplayer τμήμα του Halo Master Chief Collection, το οποίο προξένησε εκτεταμένη ζημιά στην όλη εμπειρία που αφήνει το παιχνίδι. Τα προβλήματα ατέρμονα, η υλοποίηση κακή και ο αποτυχημένος συνδυασμός των τεσσάρων multiplayer set-ups είναι στοιχεία αρκετά από μόνα τους για να μειώσουν τη βαθμολογία του πακέτου από το υψηλό σημείο που την άφησε το campaign του.
Αρχικά, σημαντικό στοιχείο αποτελεί πως το multiplayer του Master Chief Collection προσφέρει πάνω από 100 διαφορετικούς χάρτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν στα τέσσερα παιχνίδια, με τους remaster χάρτες του Halo 2 να έχουν την τιμητική τους στα περισσότερα modes του online κομματιού, ενώ οι χάρτες του Halo CE από το αρχικό Xbox μάς κάνουν να αναρωτιόμαστε για το λόγο ύπαρξή τους. Οι χάρτες, όμως, δεν αποτελούν απλά ένα πεδίο μάχης, αλλά κομμάτι του παιχνιδιού από το οποίο προκύπτουν. Δηλαδή, με λίγα λόγια, ο κάθε χάρτης ουσιαστικά περιλαμβάνει όλους τους in-game μηχανισμούς του τίτλου στον οποίο ανήκει. Αυτό όμως έχει το επακόλουθο τα modes που περιλαμβάνουν τους χάρτες των τεσσάρων Halo, να απαιτούν από τον παίκτη να προσαρμοστεί ταυτόχρονα σε τέσσερα διαφορετικά multiplayer set-ups καθώς δεν γνωρίζει ποιος θα είναι ο επόμενος χάρτης στον οποίο θα παίξει το επόμενο match.
Η επιλογή του χάρτη, άρα και του multiplayer set-up, γίνεται πριν από το κάθε match, όταν το παιχνίδι ζητά από τους παίκτες να ψηφίσουν ανάμεσα σε τρεις προτεινόμενους χάρτες με διαφορετικά game types που προσφέρονται. Τα game types παραμένουν σταθερή αξία, με τα Assalt, Slayer, Flags, Kill the hill, Territories και Regicide να προσφέρουν στους gamers αμέτρητες ώρες διασκέδασης -τουλάχιστον όταν το επιτρέπουν οι servers της Microsoft. Το γεμάτο προβλήματα λανσάρισμα της Master Chief Collection αναγκασε τους developers της 343 να διαθέσουν ένα update που υποθετικά θα έλυνε τα περισσότερα από τα προβλήματα, αλλά παρόλα αυτά ο στόχος τους δεν επιτεύχθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό.
Το αποτέλεσμα είναι το multiplayer του παιχνιδιού να υποφέρει από χρονοβόρες αναμονές εύρεσης παικτών, αδικαιολόγητες αποσυνδέσεις και τυχαίες δυσλειτουργίες του in-game chat, προβλήματα που απλά εξουθενώνουν χωρίς λόγο τους παίκτες, καταστρέφοντας την εμπειρία που θα μπορούσαν να ζήσουν. Τέλος, αν κάποιος gamer είναι τυχερός και δεν αντιμετωπίσει κάποιο από τα προβλήματα αυτά, θα πρέπει να ανησυχεί για το in-game lag, που είναι μεν μικρό αλλά σε τέτοιος είδους παιχνίδια παίζει καθοριστικό ρόλο.
Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε χαρακτηρίσουμε το πακέτο Halo: The Master Chief Collection ως πρότυπο remake συλλογής, που σε ό,τι αφορά τα single player campaigns και την κορυφαία ποιότητα που αυτά προσφέρουν, δεν μπορούν να ειπωθούν πολλά, εκτός του ότι έχουμε να κάνουμε με ορισμένα από τα αρτιότερα δείγματα FPS gaming όλων των εποχών. Ωστόσο, την όλη εικόνα έρχεται να αλλοιώσει το προβληματικό multiplayer τμήμα του πακέτου, που προφανώς χρειαζόταν περισσότερο χρόνο τελειοποίησης από τους developers πριν γίνει διαθέσιμο στο κοινό.
Εν κατακλείδι, παρόλο που η σειρά Halo καθιέρωσε το online multiplayer shooting στις κονσόλες, η 343 Industries κατάφερε και δημιούργησε έναν τίτλο όπου το μόνο αρνητικό του είναι το multiplayer του, το οποίο ελπίζουμε τελικά να ολοκληρωθεί με τα συνεχόμενα patches που γίνονται διαθέσιμα και το σύνολο να αποκτήσει την αξία που του αρμόζει.