No more tears…
Έχουν περάσει 7 ολόκληρα χρόνια από την κυκλοφορία του Metal Gear Solid 4: Guns of the Patriots και παρόλο που στο ενδιάμεσο μεσολάβησαν και άλλες προτάσεις της επιτυχημένης σειράς, για πολλούς αυτό ήταν το τελευταίο “μεγάλο” επεισόδιο της. Σωστά; Λάθος. Ένας τίτλος δεν κρίνεται με βάση τη δυναμική της κονσόλας που κυκλοφορεί, και έτσι, παρόλο που το PSP κρίθηκε από πολλούς σαν ακατάλληλο ώστε να φέρει στους ώμους του ένα τόσο βαρύ φορτίο, το Peace Walker δεν φάνηκε να “ενοχλείται”. Απεναντίας, μάλιστα, κατάφερε να συνεχίσει την υψηλή ποιότητα της σειράς, ακολουθώντας όμως μια διαφορετική πορεία.
Μια πορεία την οποία δείχνει να ασπάζεται και το Phantom Pain και με χαρακτηριστική άνεση να επιτυγχάνει να αποκτήσει τον τίτλο “The next big thing” της σειράς. Η φιλοσοφία του νέου –και παράλληλα τελευταίου- πονήματος της Kojima Productions περιστρέφεται από την αρχή μέχρι το τέλος γύρω από τον όρο “παιχνίδι”. Όπως συνέβαινε και με το Peace Walker, η νέα αυτή πρόταση δείχνει –τουλάχιστον σε όσους την δουν επιφανειακά- να αφήνει στο περιθώριο το συναίσθημα, το σήμα κατατεθέν της σειράς, και να επικεντρώνεται στο κυρίως gameplay. Αυτό και αν είναι αλλαγή. Το ερώτημα που γεννάται και που θα απασχολήσει τους παίκτες σε έντονο βαθμό, είναι αν τελικά θυσιάστηκε η κινηματογραφική αίσθηση και ο Kojima υπέκυψε στις επικρίσεις του Τύπου, αποφασίζοντας να ακολουθήσει την πεπατημένη. Η απάντηση είναι αρκετά απλή και αποτυπώνεται από δύο λέξεις: Ισορροπία και ωριμότητα.

Τα χρόνια έχουν περάσει και όπως όλα δείχνουν ο Kojima θέλησε να ακούσει τα παράπονα του κοινού, χωρίς όμως να βάλει καθόλου νερό στο ποτήρι του κρασιού του όσον αφορά την τρέλα του, την υπερβολή του, ακόμα και την “ανωμαλία” του. Στο βωμό της τέχνης οι καλλιτέχνες αρέσκονται να υπερβαίνουν συνεχώς τα όρια, αλλά ξεκαθαρίζοντας πως ο νέος τίτλος έχει κάνει πολλές υποχωρήσεις, σε βαθμό που να απαρνείται το ένδοξο παρελθόν του, ο Ιάπωνας δείχνει για ακόμα μια φορά πως βρίσκεται… αλλού. Παρόλα αυτά, όμως, η αίσθηση πως τα πάντα έχουν μια συνοχή δεν χάνεται ποτέ. Σαφέστατα η υπερβολή υπερισχύει του ρεαλισμού, αλλά το Phantom Pain καταφέρνει να παντρέψει για ακόμα μια φορά το πραγματικό με το φανταστικό. Mε έναν δικό του μοναδικό, ιδιαίτερο και πραγματικά αξιοζήλευτο τρόπο -και αναμφίβολα όχι αρεστό σε όλους. Ορισμένες σκηνές είναι παραπάνω από υπερβολικές, ορισμένοι χαρακτήρες φαντάζουν με μια πρώτη ματιά εκτός κλίματος. Και, όμως, όλα αποτελούν ένα ακόμα μικρό γρανάζι μιας καλοκουρδισμένης μηχανής, που όταν αρχίσει να δουλεύει, δουλεύει καλά. Πάρα πολύ καλά.
Πολλά έχουν γραφτεί για το σενάριο του Metal Gear Solid V: The Phantom Pain, πως δεν αγγίζει το βάθος των προηγούμενων τίτλων ή δεν εμβαθύνει όσο θα έπρεπε. Η αλήθεια, όμως, βρίσκεται πραγματικά στο άλλο άκρο. Δηλώσεις αυτού του τύπου ανήκουν σε άτομα που είτε δεν έφτασαν μέχρι τέλους είτε δεν έχουν βιώσει τη σειρά στο σύνολό της. Σεναριακά ο Kojima “δίνει ρέστα” και αποφεύγοντας τις υπερβολές και τους ανούσιους διαλόγους του παρελθόντος, εστιάζει εκεί που ακριβώς που πρέπει. Όσοι τον παρακολουθούν χρόνια, θα του βγάλουν πραγματικά το καπέλο.

Οι τρύπες του παρελθόντος καλύπτονται και με το παραπάνω, οι όποιες απορίες παίρνουν όλες τις απαντήσεις τους, ενώ δεν είναι τυχαίο που ακόμα και μια απλή γραμμή σεναρίου είναι αφιερωμένη σε κάθε μια από τις προτάσεις της σειράς. Χαρακτήρες που δεν φαίνεται να έχουν λόγο ύπαρξης, με λίγη παρατηρητικότητα παραπέμπουν σε άλλες χαρακτηριστικές σκηνές από παλιότερα επεισόδια της σειράς, οπότε θυμηθείτε τον τρόπο με τον οποίο σημάδευε ο Ocelot στο Snake Eater και κάπου θα τον συναντήσετε…
Ονόματα που στο παρελθόν έμοιαζαν περίεργα, πλέον γίνονται απολύτως κατανοητά, ενώ ολοκληρώνεται και το μυστήριο με τον Big Boss, τις πράξεις του και φυσικά τους απογόνους του. Μια τραγική φιγούρα που ακροβατεί μεταξύ λογικού και παράλογου. Τη μια στιγμή δείχνει να καταβάλλεται από ανθρώπινα συναισθήματα, αδύναμος και ακρωτηριασμένος, και την αμέσως επόμενη να αποτινάσει από πάνω τη σάρκα του και να γίνεται ένας αιμοδιψής τιμωρός. Η γραμμή μεταξύ λογικού και παράλογου δείχνει κάποιες στιγμές να είναι ιδιαίτερα λεπτή, σχεδόν να χάνεται, με τον πρωταγωνιστή να παίρνει αποφάσεις που θα κρίνουν όχι μόνο το δικό του μέλλον αλλά και πολλών ανθρώπων τριγύρω του. Αποφάσεις που θα εκπλήξουν ακόμα και τους ίδιους τους παίκτες. Πραγματικά δεν υπάρχει λόγος να γίνουν πολλές αναφορές στο σενάριο, γιατί πρόκειται για μια εμπειρία που επιβάλλεται να τη ζήσει ο καθένας μόνος του. Σε πολύ γενικές γραμμές, οι παίκτες θα βρεθούν στο απόλυτο μηδέν και θα πρέπει σιγά σιγά να χτίσουν μια μικρή αυτοκρατορία. Η αρχή έγινε με το Snake Eater, κατόπιν ήρθε το Peace Walker και πλέον η ιστορία κλείνει με το Phantom Pain. Εννοείται πως η ενασχόληση με το Ground Zeroes κρίνεται ως απαραίτητη, γιατί όπως το συνηθίζει ο Kojima, όλοι οι τίτλοι συνθέτουν μια αλυσίδα, που ναι μεν αποτελείται από -κατά μία έννοια- αυτόνομα επεισόδια, αλλά αν θέλει κάποιος να ζήσει την απόλυτη εμπειρία, δεν πρέπει να τη σπάσει.

Για ακόμα μια φορά ο ταλαντούχος Kojima παίρνει θέση σε παγκόσμια θέματα με το δικό του, καυστικό, σχεδόν σατιρικό, τρόπο και παρόλο που σε μερικά σημεία φαίνεται απλά και μόνο να ξύνει την επιφάνεια, δεν αποφεύγει την έντονη κριτική. Ο Ιάπωνας δημιουργός πλάθει μια δική του πραγματικότητα, με πρωταγωνιστή έναν υπέρ-στρατιώτη της Δύσης, και φορώντας του ένα μανδύα υποκριτικής, άλλοτε τον αναγάγει σε ήρωα και άλλοτε σε μια άχαρη, ύπουλη και μισητή μαριονέτα, τσαλακώνοντας την εικόνα του, ρίχνοντάς τον στην λάσπη, γεμίζοντάς τον με αίματα και … (η συνέχεια δική σας).