Πάλι τεράστιος πρόλογος ε; Τα σενάρια αυτά φυσικά και υπάρχουν στο παιχνίδι, πασπαλισμένα όμως με καρυκεύματα και σάλτσες, προιόντα ενός «παιχνιδιάρικου» νου, που ακόμα και σε αυτή την ηλικία ανασκαλεύει λειτουργίες, οι οποίες στους μη μυημένους στο gaming (και όχι μόνο) μοιάζουν να έχουν βγει από το μυαλό ενός πεντάχρονου που παίζει με τα φανταράκια του. Εκεί όμως είναι η μαγεία, στα παιχνίδια που προσφέρουν τα ελάχιστα απαραίτητα στο μάτι, να έχεις μπροστά σου την πρώτη ύλη και με τη δύναμη της φαντασίας να φτιάχνεις σκηνικά και καταστάσεις που εμπλουτίζουν την εμπειρία. Στο δια ταύτα, για όσους δε γνωρίζουν, το Blood Bowl 2 της Cyanide είναι το δεύτερο μέρος (με την παρένθεση του unofficial Chaos League του 2004) της σειράς, βασισμένο στο tabletop sport strategy της Warhammer με το ίδιο όνομα. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα αιματηρό σκάκι, άμεσα συσχετισμένο με το αμερικάνικο ποδόσφαιρο -στο οποίο όμως δεν επιτρέπονται τα «σουτ»- και ο σκοπός είναι να περάσει το «πιονι-παίκτης» τη γραμμή σκοραρίσματος.
Ένας τυπικός αγώνας BB έχει συνολικά 16 σειρές (8 το κάθε ημίχρονο), με το ρολόι να πιέζει για γρήγορες αποφάσεις και μέση διάρκεια τους φτάνει ή και ξεπερνάει τη μία ώρα. Το επιτραπέζιο «γνέφει» τα 30 χρόνια ύπαρξης και η συγκεκριμένη μεταφορά του στα ψηφιακά γήπεδα είναι αρκετά πιστή και πλησιάζει πετυχημένα το αυθεντικό προϊόν. Οι όποιες παρεκκλίσεις υπάρχουν από το τρέχον ruleset είναι ήσσονος σημασίας (όπως για παράδειγμα το aging σύστημα των παικτών, που μπορούν να φτάσουν μάξιμουμ τα 15 χρόνια καριέρας) ικανοποιώντας έτσι σε μεγάλο βαθμό τους hardcore fans του είδους, οι οποίοι δεν «σκίζουν και τα ιμάτια τους» για αλλαγές. Το Blood Bowl είναι ένα αρκετά δύσκολο στην εξημέρωσή του «αγρίμι», με πολλούς κανόνες, λεπτομέρειες και μαθηματικούς υπολογισμούς, την εκμάθησή των οποίων αναλαμβάνει η χορταστική campaign. Αν είστε νέος στο περιβάλλον και στους κανόνες του παιχνιδιού, είναι ένα tutorial που δεν πρέπει να παραλείψετε.
“Το Blood Bowl 2 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα αιματηρό σκάκι, άμεσα συσχετισμένο με το αμερικάνικο ποδόσφαιρο -στο οποίο όμως δεν επιτρέπονται τα «σουτ»- και ο σκοπός είναι να περάσει το «πιονι-παίκτης» τη γραμμή σκοραρίσματος.”
Μέσα από περίπου 15 αγώνες ξετυλίγονται σταδιακά μπροστά σας οι τακτικές επιλογές, αγωνιστικές και εξωαγωνιστικές, που θα σας προετοιμάσουν για το πραγματικό στόχο του παιχνιδιού, τους αγώνες εναντίον άλλων παικτών. Οι εκφωνητές Jim και Bob χρωματίζουν με πολύ χιούμορ (γενικά το όλο σύμπαν του παιχνιδιού δίνει την αίσθηση της παρωδίας) την όλη ιστορία, και παρόλο που η δικιά μας κόλλησε στο 40%, το τελευταίο patch διόρθωσε τα όποια προβλήματα και καταφέραμε να την ολοκληρώσουμε απροβλημάτιστα. Η πορεία σας για την παλινόρθωση των, πάλαι ποτέ, κραταιών Reekland Reavers, πέρα από διασκεδαστική είναι πάνω από όλα διδακτική. Στην ουσία του, το Blood Bowl είναι μια άσκηση στη διαχείριση του κινδύνου. Πότε και ποια κίνηση θα κάνουμε για να ελαχιστοποιήσουμε τις πιθανότητες αποτυχίας και να περιορίσουμε τον παράγοντα τύχη που, λόγω της Random Generated Numbers (RNG από εδώ και πέρα) φύσης του, έχει πάντα τον τελευταίο λόγο στο αποτέλεσμα μιας ενέργειας.
Εύκολα γίνεται αντιληπτό, από μία περιήγηση στα fora, πως όποιος νέος παίκτης μπήκε με τη λογική «όσο ξύλο δώσω και όσο ξύλο φάω» και βασίστηκε αποκλειστικά στα κέφια του ζαριού και στην ωμή δύναμη, έριξε την ευθύνη της καταστροφής της ομάδας του στην… κακή ρέντα. Φυσικά και υπάρχει και ακούγονται πολλά «ύποπτα» για τον αλγόριθμο που χρησιμοποιεί η Cyanide (κατά πόσο και αν είναι αυστηρά RNG το σύστημα), αλλά το BB είναι πολύ περισσότερο από κίνηση-επίθεση και προσευχή στο θεό Nuffle (λογοπαίγνιο από το “NFL”) για ευκταία αποτελέσματα. Η στρατηγική μετακίνηση των «πιονιών», οι βοήθειες και η προστασία των παικτών μας στο γήπεδο, η αντίληψη του πότε πρέπει να παίξουμε άμυνα, η κατανόηση των skills της κάθε «κλάσης», πότε πρέπει να κάνουμε reroll, πότε να χρησιμοποιήσουμε το φαρμακείο, πότε να κάνουμε stalling για να περάσουν οι σειρές, σε ποιον παίκτη να επιτεθούμε, πώς θα είναι το αρχικό μας στήσιμο και άπειρες άλλες αποφάσεις έχουν εν τέλει μεγαλύτερη σημασία από το αποτέλεσμα του ζαριού.
“Εύκολα γίνεται αντιληπτό, από μία περιήγηση στα fora, πως όποιος νέος παίκτης μπήκε με τη λογική «όσο ξύλο δώσω και όσο ξύλο φάω» και βασίστηκε αποκλειστικά στα κέφια του ζαριού και στην ωμή δύναμη, έριξε την ευθύνη της καταστροφής της ομάδας του στην …κακή ρέντα.”
Μπορεί όλα να μοιάζουν τυχαία και ακανόνιστα –επιθέσεις, ποιες ικανότητές θα πάρει ο παίκτης όταν κερδίσει level, αν θα κάνει dodge, αν θα μπορέσει να κάνει το εξτρα βηματάκι για ξεφύγει από τους αντιπάλους- αλλά πάνω από όλα, η όλη μας τακτική σκέψη πρέπει να βασίζεται σε ένα αξίωμα: Το κακό ζάρι θα έρθει και κανείς δε ξεφεύγει από αυτό. Η ουσία είναι στην πρόληψη, εφαρμόζοντας κάποιες βασικές έννοιες της Στατιστικής και των Πιθανοτήτων (ή διαβάζοντας τα πινακάκια από τους υπάρχοντες οδηγούς) και στην εφαρμογή του εναλλακτικού σχεδίου που θα περιορίσει τις συνέπειες της ατυχίας μας. Πίσω από την «tongue-in-cheek» ιδιοσυστασία του παιχνιδιού, κρύβεται ένα απαιτητικό, τακτικά σύστημα, του οποίου η πλήρης κατανόηση και αντίληψη, είναι μια διαδικασία χρονοβόρα και επίπονη.
Δε θα ήταν υπερβολή, και δεν φλερτάρουμε εδώ με τη βλασφημία, να πούμε πως, σε επίπεδο τακτικής και διαβάσματος των επόμενων κινήσεων, προσεγγίζει επίπεδα XCOM. Σε σχέση με το πρώτο Blood Bowl, η Cyanide τα καταφέρνει αρκετά καλύτερα στον τεχνικό τομέα, με τα καλοφτιαγμένα μοντέλα των παικτών, το βελτιωμένο UI, την πετυχημένη -με αρκετά situational σχόλια- μετάδοση, τα ελάχιστα bugs, τη σαφώς βελτιωμένη AI, τα εντυπωσιακά slow motion animation των επιθέσεών μας, αλλά κατά τη γνώμη μας χάνει μια μεγάλη ευκαιρία να δημιουργήσει κάτι πραγματικά σπουδαίο σε επίπεδο immersion στο πεδίο του Offline gaming. Μοιάζει κατά κάποιο τρόπο να βιάστηκε να βγάλει το παιχνίδι, αφού λάμπουν διά της απουσίας τους στοιχεία που θα ανέβαζαν το παιχνίδι ένα σκαλί πάνω. Λείπουν οι επιλογές customization των παικτών μας (λίγα μοντέλα), η ικανοποιητική παραμετροποίηση των offline leagues, η καταγραφή των ατομικών στατιστικών των παικτών, η αλλαγή στην εμφάνισή τους όταν πάρουν level, η ανταμοιβή του παίκτη (έστω με ένα cinematic) για την κατάκτηση ενός τροπαίου, δίνοντας την εντύπωση πως το offline mode, αποτελεί μια συνέχεια του tutorial, δίνοντας ελάχιστη επιβράβευση σε σχέση με τον πολύ χρόνο που έχει αφιερώσει ο παίκτης.
Είναι πράγματα, στοιχειώδη και εφαρμοσμένα σε αθλητικά παιχνίδια προηγούμενων δεκαετιών, και είναι κρίμα να μην υπάρχει η ίδια φροντίδα στο custom offline, όπως υπάρχει στο campaign. Η ένταξη της ομάδας σε μία λίγκα, είτε offline είτε online, απαιτεί καταρχάς τη δημιουργία της. Αφού διαλέξουμε φυλή (από τις 8 +2 του preorder), όνομα, motto, όνομα γηπέδου και χρώμα στολής, μας δίνεται ένα ποσό με το οποίο θα στρατολογήσουμε το ρόστερ της ομάδας. Είναι και η πρώτη σοβαρή απόφαση, αφού οι περιορισμοί στον αριθμό του κάθε τύπου παίκτη που μπορούμε να αγοράσουμε και η ευχέρεια να καθορίσουμε το αρχικό κόστος της ομάδας, επηρεάζει σε πρώτο βαθμό τα χρήματα που θα μείνουν διαθέσιμα για το «management» της ομάδας και τη συνολική αξία, το team value, της.