Αλάτι και ξερό ψωμί.
Πόσες φορές έχετε ακούσει διάφορους δημιουργούς να προσπαθούν να προσεγγίσουν τους λάτρεις των εξαιρετικών πονημάτων της From Software, υποστηρίζοντας πως ο νέος τους τίτλος “έχει στοιχεία Souls”; Συχνά, η αναφορά στα Souls γίνεται, ουσιαστικά, για να υποστηριχθεί ο βαθμός δυσκολίας τους και ίσως κάποιες σκοτεινές πινελιές. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που ένας δημιουργός θέλει πραγματικά να ακολουθήσει κατά γράμμα τους κανόνες των Souls και έχει και το πάθος για να το κάνει σωστά; Το αποτέλεσμα είναι το Salt and Sanctuary, ένα παιχνίδι που θα μπορούσε πάρα πολύ άνετα να χαρακτηριστεί ως “spin-off” στο franchise της FromSoftware. Σχεδόν όλοι οι μηχανισμοί και το ύφος του παραπέμπουν στο gameplay και το γενικότερο σχεδιασμό των Souls, κάτι που φυσικά η Ska Studios δεν προσπάθησε ποτέ να κρύψει, ούτε σε δηλώσεις της αλλά ούτε και σε δεκάδες αναφορές εντός του παιχνιδιού. Ενώ όμως σε άλλες περιπτώσεις θα μιλούσαμε για “χυδαία” αντιγραφή, η διμελής ομάδα ανάπτυξης ξεφεύγει άνετα από αυτό το χαρακτηρισμό, παραδίδοντάς μας τελικά ένα εξαιρετικό πάντρεμα metroidvania με Souls μηχανισμούς και αισθητική.
H Ska Studios αποφεύγει με χάρη την υποτιμητική έννοια της αντιγραφής μέσω της αξιοπρεπέστατης μεταφοράς της φιλοσοφίας των Souls από το τρισδιάστατο περιβάλλον τους στο δισδιάστατο είδος των platformers, κάτι που αναμφίβολα δεν είναι μικρό επίτευγμα, πολύ περισσότερο μάλιστα αν λάβουμε υπόψη ότι αποτελεί τη δουλειά δύο και μόνο ατόμων. Η Ska Studios είχε γίνει γνωστή το 2007, όταν κέρδισε το διαγωνισμό “Dream Build Play” της Microsoft, με το action παιχνίδι της The Dishwasher: Dead Samurai. Ήταν ένα αρκετά συμπαθητικό παιχνίδι, που ξεχώριζε για την κόμικ αισθητική του και το μαύρο χιούμορ, όμως δεν έπαυε να έχει απλοϊκό και επαναλαμβανόμενο gameplay, κάτι που ίσχυε και για το sequel.
Είναι πραγματικά αξιέπαινη η εξέλιξη των δύο δημιουργών, ιδίως του ιδρυτή της εταιρίας, James Silva, που ξεπέρασε το στάδιο του -απλά- λειτουργικού platforming παιχνιδιού ώστε να φτάσει να αναπτύξει ένα παιχνίδι που μπορεί άνετα να χαρακτηριστεί απολύτως θετικά ως spin-off των Dark Souls. Ήδη από την εισαγωγή του τίτλου θα βρεθείτε σε μία γνώριμη κατάσταση. Αφού δημιουργήσετε το χαρακτήρα σας σε ένα déjà vu περιβάλλον, θα βρεθείτε στο εσωτερικό ενός πλοίου. Δε θα αργήσετε να συναντήσετε τον πρώτο σας εχθρό, ένα τεράστιο αμφίβιο τέρας, που θα σας εξοντώσει μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα. Ακούγεται γνώριμο έτσι; Ο λόγος, φυσικά, είναι μάλλον ξεκάθαρος, καθώς εξ αρχής το Salt and Sanctuary (S&S από δω και πέρα) δεν φοβάται σε καμία περίπτωση να αναδείξει το βασικό του εμπνευστή.
Το σενάριο είναι λιτό και οι λακωνικοί χαρακτήρες που βρίσκετε μοιράζουν σποραδικές πληροφορίες για τους κινδύνους που θα συναντήσετε. Αν και υπάρχει ένα κάποιο lore στο παιχνίδι, το S&S επικεντρώνεται στη δράση και την εξερεύνηση, όπως κάθε καλό metroidvania που σέβεται τον εαυτό του. Το σύστημα μάχης, όπως σωστά μαντέψατε, θυμίζει στον υπερθετικό βαθμό αυτό των Souls, ξεχωρίζοντας όμως ταυτόχρονα μέσω της δισδιάστατης προσέγγισης. Η γρήγορη και αργή -αλλά δυνατή- επίθεση βρίσκονται εδώ, όπως και η δυνατότητα να κουβαλάτε ασπίδα. Σε αντίθεση με τα Souls, όμως, εδώ η μάχη φαίνεται έντονα πως απαιτεί ένα περισσότερο επιθετικό στυλ, καθώς η χρήση της ασπίδας δεν δίνει σημαντικό προβάδισμα στους περισσότερους εχθρούς. Το roll θα αποδειχθεί ο μεγαλύτερος σύμμαχός σας, επιτρέποντάς σας να κάνετε γρήγορες αποφυγές που θα σας φέρνουν στα νώτα των εχθρών. Ως είθισται στα platform παιχνίδια η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση, αν και το parry έχει τη χρησιμότητά του σε ορισμένους εχθρούς (όχι πολλούς είναι η αλήθεια).
Το σύστημα μάχης είναι, γενικά, απολαυστικό, μεταφέροντας ωραία την αίσθηση των χτυπημάτων χάρη στα καλοσχεδιασμένα οπτικά εφέ. Στον ευχάριστο χαρακτήρα της μάχης συμβάλει και το τεράστιο bestiary του παιχνιδιού, που φτάνει τους 98 διαφορετικούς τύπους εχθρών (συμπεριλαμβανομένων των δεκάδων bosses). Το εύρος των αντιπάλων θα σας φέρνει συνεχώς μπροστά σε καινούριες προκλήσεις σε όλη τη διάρκεια των περίπου 20-30 ωρών που διαρκεί η περιπέτεια. Οι ομοιότητες με τα Souls εντοπίζονται και στο βαθμό δυσκολίας του παιχνιδιού. Αν και πιστεύουμε ότι δεν θα τα βρείτε τόσο σκούρα όσο στον εμπνευστή του τίτλου, το S&S δεν παύει να δημιουργεί ένα ιδιαίτερα αφιλόξενο περιβάλλον, γεμάτο κινδύνους που μπορούν να σας εξοντώσουν με μερικά χτυπήματα αν είστε έστω και λίγο απρόσεκτοι.
Τι γίνεται σε περίπτωση που εξοντωθείτε; Μα φυσικά επιστρέφετε στο κοντινότερο sanctuary (άσυλο ή… bonfire αν θέλουμε να γίνουμε πιο κατανοητοί) έχοντας χάσει όμως παράλληλα όλο το salt (αλάτι) που είχατε συλλέξει ως τότε. Το αλάτι αποτελεί το xp του παιχνιδιού και σας επιτρέπει να ανεβάζετε levels ή να φτιάχνετε όπλα στους ανάλογους εμπόρους. Όπως θα έχετε μαντέψει, προκειμένου να πάρετε πίσω το χαμένο salt σας, πρέπει να επιστρέψετε στο σημείο που το χάσατε και να εξοντώσετε τον εχθρό που σας έστειλε στο sanctuary. Ο χρυσός έρχεται ως μία προσθήκη για να εμπλουτίσει τον δοκιμασμένο μηχανισμό θανάτου. Κάθε φορά που χάνετε, εκτός από το αλάτι, αποχαιρετάτε για πάντα ένα σημαντικό ποσοστό του χρυσού σας, κάτι που εμφανώς προσδίδει περισσότερη βαρύτητα σε κάθε θάνατο.
Όσον αφορά τη λειτουργία των sanctuaries/ bonfires η Ska Studios κατάφερε να εισάγει μία αρκετά καλή ιδέα, εμπλουτίζοντας το μηχανισμό. Κατά τη διάρκεια της περιπέτειας θα βρίσκετε είδωλα, τα οποία αφορούν διαφορετικούς NPCs. Σε κάθε sanctuary μπορείτε να τοποθετήσετε έως και τέσσερα είδωλα, κάθε ένα εκ των οποίων εμφανίζει έναν NPC που επιτρέπει διαφορετικές συνδιαλλαγές ή ενέργειες. Ο κλασικός έμπορος όπλων και πανοπλιών δηλώνει το “παρών”, ο blacksmith επιτρέπει την αναβάθμιση των όπλων, ο Guide σάς επιτρέπει να κάνετε fast travel σε οποιοδήποτε sanctuary έχει ήδη Guide κ.λπ. Είναι ένας έξυπνος μηχανισμός που μας επιτρέπει να δίνουμε τη δική μας πινελιά στα sanctuaries.
Διαβάστε επίσης