Grow Up

Ετήσιο sequel σε indie παιχνίδι, μόνο η Ubisoft.


Το Grow Up αποτελεί μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση τίτλου, και μάλιστα, για αρκετούς λόγους πέραν των βασικών που κάνουν ένα παιχνίδι να ξεχωρίζει. Αρχικά, γιατί σαν ταυτότητα στέκεται ανάμεσα σε δύο κόσμους. Με το ένα πόδι πατάει στην ξεκάθαρη indie φύση και δομή του, ενώ το άλλο στηρίζεται στη γερή οικονομικά πλάτη της μαμάς Ubisoft, υπό τη σκέπη της οποίας και κυκλοφόρησε, από το studio Reflections (Destruction Derby, Driver κ.α.). Πέραν αυτού, όμως, είναι και ένας πολύ ξεχωριστός τίτλος και ως προς το περιεχόμενό του, καθώς έχουμε να κάνουμε με ένα πολύ συγκεκριμένο τρόπο παιχνιδιού, που ή θα λατρέψει κάποιος ή θα μισήσει. Αυτό έχει να κάνει με το gameplay βέβαια, οπότε θα το δούμε στη συνέχεια.

Ένα άλλο κομμάτι που πρωτοτυπεί λοιπόν, είναι αυτό της ταχύτητας που κυκλοφόρησε σε σχέση με τον προκάτοχό του, το Grow Home του 2015. Γιατί, μπορεί να απέχει μίλια από τις βασικές και ακριβές παραγωγές του γαλλικού κολοσσού, αλλά δεν παύει να δανείζεται κάποιες από τις συνήθεις τακτικές της. Τα ετήσια sequels είναι κάτι στο οποίο η Ubisoft δείχνει να έχει αδυναμία, αλλά στο indie σύμπαν η αλήθεια είναι ότι δεν το βλέπουμε να συμβαίνει συχνά –για να μην πούμε καθόλου.

Εύλογα, λοιπόν, κάποιος θα αναρωτηθεί αν υπάρχει λόγος να κυκλοφορήσει τόσο γρήγορα sequel για ένα παιχνίδι που προέκυψε από κάτι ανάμεσα σε πειραματισμό και ενδο-εταιρικό project. Λίγο μετά, μπορεί να αναρωτηθεί γιατί να βγαίνει πάλι ένα τόσο μικρό σε διάρκεια και περιορισμένο σε ποικιλία παιχνίδι, και όχι αργότερα, κάτι πιο μεγάλο και συγκεντρωτικό. Σωστά και βάσιμα ερωτήματα και τα δύο, αλλά η απάντηση βρίσκεται, ως συνήθως, στην ουσία του πράγματος, δηλαδή το ίδιο το παιχνίδι. Και το Grow Up είναι ένα αρκετά πρωτότυπο και συμπαθές παιχνίδι που έχει πράγματα να δώσει, όπως και ο προκάτοχός του που αγαπήθηκε από αρκετούς.

Όσοι είχαν ασχοληθεί με το Grow Home, σίγουρα δεν θα βρουν πολλά παραπάνω πράγματα εδώ, καθώς ελάχιστα είναι τα νέα που στοιχεία έχουν προστεθεί. Ας δούμε όμως τι είναι το Grow Up και για τους νέους παίκτες. Εμείς αναλαμβάνουμε το ρόλο του B.U.D. (Botanical Utility Droid), ενός μικρού ρομπότ που ταξίδευε με το διαστημόπλοιό του πριν αυτό συγκρουστεί με το φεγγάρι και τα κομμάτια του διασκορπιστούν στον σχεδόν άδειο από ζωή, αλλά γεμάτο χρώματα και βλάστηση, πλανήτη του παιχνιδιού. Σκοπός μας, λοιπόν, είναι να συλλέξουμε τα κομμάτια του σκάφους μας για να μπορέσει ο B.U.D. να συνεχίσει την εξερεύνησή του. Αυτό βέβαια δεν είναι και το πιο απλό πράγμα του κόσμου, καθώς τα κομμάτια αυτά είναι διασκορπισμένα σε διάφορα πολύ ψηλά σημεία, που εμείς θα πρέπει να σκαρφαλώσουμε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο.

Και κάπου εδώ συναντάμε και το βασικό στοιχείο που διχάζει το κοινό, δηλαδή, το χειρισμό του ήρωά μας. Ο τρόπος με τον οποίο κινούμε τον B.U.D. είναι ο πλέον αέρινος, προσπαθώντας να αποδοθεί μια επιπλέον πρόκληση, καθώς και η ανασφαλής αίσθηση κλίμακας ενός μικροσκοπικού και αβοήθητου ρομπότ σε ένα τεράστιο στα μάτια του κόσμο. Εκτός από τον κορμό του BUD, όμως, που δεν σταθεροποιείται εύκολα, έχουμε και την κίνηση των χεριών του, όπου κάθε χέρι ξεχωριστά ελέγχεται από το αντίστοιχο shoulder button, και λειτουργούν σαν μαγνήτες πάνω σε κάθε, όμως, υλικό.

Για να επιτύχει κάποιος αναρρίχηση σε κάποιο τοίχο, θα πρέπει αργά και σταθερά να κινεί μια το ένα χέρι και μια το άλλο. Γίνεται αντιληπτό, επομένως, ότι μια τέτοια διεργασία είναι σχετικά χρονοβόρα και αρκετά ανιαρή. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να καταλογιστεί σαν πρόβλημα, καθώς αποτελεί ξεκάθαρα σχεδιαστική επιλογή του παιχνιδιού. Για αυτό αναφέραμε προηγουμένως ότι είναι και το σημείο του παιχνιδιού που διχάζει. Καθότι υπάρχουν αρκετές οπτικές και παράμετροι που μπορεί να το προσεγγίσει κάποιος. Η μία όψη λέει πως είναι κάτι που ταιριάζει στο κλίμα του παιχνιδιού και προσφέρει στην ατμόσφαιρα, καθώς αποδίδει τη διαρκή αίσθηση ανασφάλειας που νιώθει ο πρωταγωνιστής μας καθώς και τη δομή του ίδιου του χαρακτήρα. Η άλλη, είναι αυτή που ταλαιπωρεί τον παίκτη στο πιο βασικό τμήμα του παιχνιδιού, και το μέγεθος του τίτλου (περίπου 4 με 5 ώρες) δεν προσφέρεται για ένα μηχανισμό που απαιτεί τόσο μεγάλη εκπαίδευση και προσαρμογή. Μάλιστα, η συνολική κίνηση έχει γίνει ακόμα πιο αργή και δύσκολη στην ισορροπία, απ’ ότι στο Grow Home.

Και οι δύο προσεγγίσεις έχουν βάση, αλλά το αν θα καταλήξει απολαυστικό ή επίπονο επαφίεται εξ ολοκλήρου στη διάθεση και τις προτιμήσεις του εκάστοτε παίκτη. Αν έπρεπε οπωσδήποτε να επιλέξουμε κάποια πλευρά, θα λέγαμε ότι είμαστε υπέρ αυτού. Και για τους λόγους που προαναφέραμε και για την ιδιαιτερότητα που προσφέρει, αλλά κυρίως, γιατί όσο προχωράμε στην εξέλιξη του παιχνιδιού, συλλέγουμε λίγα αλλά χρήσιμα abilities για το χαρακτήρα μας. Αυτά έχουν ως αποτέλεσμα και να εμπλουτίζουν σε ένα βαθμό το gameplay, αλλά και να κάνουν αρκετά πιο άνετη τη γενικότερη κίνησή μας στον κόσμο του παιχνιδιού, εξομαλύνοντας τη δυσκολία της κίνησης.

Εκτός από τα abilities, θα συλλέγουμε και σπόρους φυτών, και αυτά με τη σειρά τους θα βοηθούν ακόμα περισσότερο τα ταξίδια μας. Η ελεύθερη χρήση των φυτών αυτών είναι και η μοναδική ουσιαστική προσθήκη σε σχέση με το Grow Home. Κάθε φορά που θα συναντάμε κάποιο από τα προκαθορισμένα φυτά, μπορούμε να το σκανάρουμε, και μετά να το χρησιμοποιούμε όπου και όποτε πλέον θέλουμε. Ή, ακόμα καλύτερα, να συνδυάσουμε τη χρήση τους με τα abilities. Αν, για παράδειγμα, θέλουμε να πετάξουμε οριζόντια και λίγο χαμηλότερα σε ένα απομακρυσμένο βράχο, μπορούμε να φυτέψουμε ένα νούφαρο, που θα μας εκτοξεύσει στον αέρα, και από εκεί να χρησιμοποιήσουμε το ability του ανεμόπτερου που θα μας οδηγήσει σταδιακά στον προορισμό μας.

Δυστυχώς, όμως, παρότι υπάρχει ποικιλία στα φυτά, λίγα είναι αυτά που ξεχωρίζουν για τις ιδιότητές τους, αλλά και μεταξύ τους, καθώς πολλά από αυτά προσφέρουν περίπου το ίδιο αποτέλεσμα. Επομένως, είναι από αυτές τις περιπτώσεις που συλλέγουμε ιδιότητες και υλικά, αλλά καταλήγουμε να χρησιμοποιούμε πάντα λίγα και συγκεκριμένα εξ αυτών. Πέραν αυτού, όμως, το gameplay παραμένει αρκετά μονότονο και επαναλαμβανόμενο ακόμα και με τα time challenges που σπάνε λίγο τη ρουτίνα. Από την άλλη, ο τρόπος και η ροή με την οποία ξεδιπλώνονται και γίνονται διαθέσιμα όλα αυτά είναι εντυπωσιακά στρωτός για ένα παιχνίδι που σε ρίχνει -στην ουσία- σε ένα νέο περιβάλλον και μπορείς να πας όπου θέλεις. Η ψευδαίσθηση του ανοικτού κόσμου, που στην ουσία σε οδηγεί εκεί που θέλει με τον τρόπο του, είναι μαεστρικό level design και οφείλουμε να το αναγνωρίσουμε στη Ubisoft Reflections, έστω κι αν o κόσμος αυτός είναι μικρής κλίμακας.

Γιατί στην ουσία, αυτός είναι και ο βασικός σκοπός του παιχνιδιού, η εξερεύνηση. Το να κινούμαστε –έστω και αργά- σε έναν όμορφο μινιμαλιστικό περιβάλλον γεμάτο χρώμα και ιδιαίτερο σχεδιασμό. Με την ατμοσφαιρική ambient λούπα της μουσικής να προσθέτει τα μέγιστα  στην αίσθηση της μοναξιάς που νιώθει ο ήρωας. Το Grow Up καταφέρνει ξανά να αποδώσει αυτό το συναίσθημα κλίμακας που περνάει στον παίκτη την ταύτιση με τον χαρακτήρα. Την υπαρξιακή ανασφάλεια ενός τόσο μικρού πλάσματος σε έναν τόσο μεγάλο και άγνωστο για αυτόν κόσμο. Μπορεί να μην το κάνει με τον καλύτερο δυνατό, gaming, τρόπο και τα εντυπωσιακά περιβάλλοντα να μην εναλλάσσονται όσο θα έπρεπε, αλλά δεν παύει να είναι ένα ακόμα όμορφο συναισθηματικό ταξίδι αναζήτησης.

To review βασίστηκε στην PS4 έκδοση του παιχνιδιού.


Exit mobile version