Απολαυστική εξερεύνηση ενός μυθικού κόσμου. Αν έλειπαν και οι μάχες…
Σπανίζουν τα καλά, τρισδιάστατα metroidvania παιχνίδια, από αυτά όπου η συνιστώσα της σταδιακής ανακάλυψης είναι για τα καλά ενσωματωμένη στο DNA τους, καταφέρνοντας να ωθήσουν τον παίκτη στην εξερεύνηση για την ίδια τη χαρά της εξερεύνησης και όχι κατ’ ανάγκη επειδή θα βρουν πολύτιμο loot. Το Hob είναι ένα από αυτά τα παιχνίδια που επικεντρώνονται ξεκάθαρα στην αλληλεπίδραση με τη γεωγραφία ενός ενιαίου κόσμου και στη συστηματική πρόσβαση σε νέες περιοχές.
Αν και η Runic Games μπήκε επιτυχώς στο προσκήνιο με τα επιτυχημένα Torchlight, δυστυχώς φαίνεται ότι ακόμα δεν έχει την κατάλληλη δυναμική για να προξενεί ενδιαφέρον με νέες δημιουργίες της. Χρειάστηκε να κάνουμε ένα σχετικό ψάξιμο στις νέες κυκλοφορίες ώστε να “ξεθάψουμε” το Hob, αφού μας προξένησε ένα πρώτο ενδιαφέρον μέσα από τις ζωηρές εικόνες του. Η ολιγομελής ομάδας ανάπτυξης τα καταφέρνει πολύ καλά στην παρθενική της εξόρμηση στο είδος και σε ένα εντελώς διαφορετικό πόνημα, έπειτα από τα “diabloειδή” Torchlight.
Ένα από τα πρώτα στοιχεία που διαφήμισε η αμερικάνικη ομάδα ανάπτυξης για το Hob ήταν η αφήγηση μίας ιστορίας δίχως διαλόγους ή λέξεις γενικότερα. Αυτή η προσέγγιση λειτουργεί ιδανικά με το χτίσιμο ενός μυθικού και πλήρως φανταστικού κόσμου, ο οποίος μαστίζεται από μία μόλυνση που απειλεί τη φύση αλλά και τις μηχανές που δίνουν πνοή στο περιβάλλον. Η ιστορία είναι εντελώς αρχετυπική, σε βαθμό που ίσως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως τετριμμένη.
Άλλωστε είναι μάλλον αμέτρητες οι φορές που έχουμε κληθεί να εξαγνίσουμε κόσμους από κάθε λογής καταστροφές, τεχνητές ή φυσικές. Τουλάχιστον εδώ, όμως, η Runic δεν προσπαθεί να περάσει βαθυστόχαστα νοήματα αλλά αντίθετα, με αναζωογονητικό τρόπο θα λέγαμε, η αφήγηση είναι αρκούντως απλοϊκή και επικεντρωμένη στο στόχο μας. Καταφέρνει έτσι να διατηρήσει αμείωτο το ρυθμό, με τις σπαρτιατικές επαφές του χαρακτήρα μας με άλλα όντα να αποκαλύπτουν τις άκρως απαραίτητες πληροφορίες για τον επόμενο στόχο μας και τίποτα περισσότερο.
Αποφεύγοντας διαλόγους και κάθε λογής κείμενα, το Hob αποδίδει πετυχημένα ένα μυστήριο κόσμο, που δείχνει σαν να έχει βγει από ένα παραμύθι. Ο ήρωάς μας (ας τον πούμε Hob, καθώς εκεί μάλλον αναφέρεται και το όνομα του τίτλου), ως ένας άλλος Link, θα ξυπνήσει από το βαθύ του ύπνο έπειτα από το κάλεσμα ενός γιγαντόσωμου πέτρινου όντος. Σύντομα θα ανακαλύψουμε το λόγο για το κάλεσμα, παρακολουθώντας την εξάπλωση της απτής μόλυνσης, μωβ απόχρωσης, στο καταπράσινο περιβάλλον.
Το Hob εστιάζει σχεδόν αποκλειστικά στη γιατρειά του κόσμου. Αν και υπάρχει σύστημα μάχης, απουσιάζει η αναφορά κάποιου σατανικού όντος που βρίσκεται στην κεφαλή αυτής της μόλυνσης. Αυτό δεν είναι κάτι το αρνητικό, καθώς έτσι πετυχαίνεται ένα πιο ανάλαφρο ύφος, που τελικά δένει με την απλοϊκή αλλά επαρκή συνοδευτική πλοκή του παιχνιδιού. Ο ίδιος ο κόσμος του Hob καταφέρνει από μόνος του να προσφέρει ορισμένες πληροφορίες για τη φύση του πολιτισμού που υπήρχε ή υπάρχει σε αυτό το σύμπαν, διατηρώντας όμως παράλληλα ένα πέπλο μυστηρίου. Παρά το έντονο στοιχείο της φύσης, το περιβάλλον είναι περιτριγυρισμένο από απομεινάρια ενός πολιτισμού, μίξης sci-fi με steampunk, όπου τα γρανάζια και οι τροχαλίες κυριαρχούν.
Συχνά πυκνά θα βρίσκετε μοχλούς που ενεργοποιούν κάθε λογής μηχανισμούς, οι οποίοι, με τη σειρά τους, μετακινούν πλατφόρμες διαφόρων μεγεθών. Στις πιο θεαματικές σκηνές του Hob (που έχουν χορταστικό αριθμό) το τράβηγμα ενός μοχλού ενδέχεται να αυξομειώνει σταδιακά τεράστιες εκτάσεις του περιβάλλοντος, που μέχρι πρότινος τις βλέπαμε εκατοντάδες μέτρα χαμηλότερα, φέρνοντάς τις μπροστά στα πόδια του Hob, ένα ομολογουμένως εντυπωσιακό θέαμα.
Η δυνατότητα να μεταλλάσσουμε το περιβάλλον και να αποκτούμε πρόσβαση σε νέες τοποθεσίες έρχεται σταδιακά και κατόπιν ενδελεχούς εξερεύνησης. Ο χάρτης βοηθάει σε σημαντικό βαθμό και το σύνηθες waypoint μάς καθοδηγεί μεν προς τη σωστή κατεύθυνση, χωρίς όμως να μας κρατάει και από το χέρι, καθώς ο δρόμος προς το κάθε objective περιπλέκεται από ποικίλους περιβαλλοντικούς γρίφους που εστιάζουν στην παρατηρητικότητα. Η συνεχής ανάγκη για εξερεύνηση είναι πραγματικά απολαυστική. Ένας σημαντικός αριθμός από μυστικά (power ups για μεγαλύτερη ενέργεια, δυνατότερο όπλο κ.λπ.) βρίσκονται καλά κρυμμένα και ωθούν στην εύρεσή τους κυρίως λόγω της έξυπνης τοποθέτησής τους, που τις περισσότερες φορές οδηγεί σε ξεχωριστές μίνι-περιοχές.
Φυσικά, στην απολαυστική εξερεύνηση συμβάλλει τα μέγιστα το υψηλής ποιότητας platforming. Σε αυτά τα σημεία το gameplay είναι ιδανικό, επιτρέποντάς μας να τρέχουμε με άνεση σε κάθε λογής στενή επιφάνεια και να εκτελούμε με ευχέρεια άλματα ακριβείας. Από την άλλη πλευρά, το σύστημα μάχης είναι, πολύ απλά, διεκπαιρεωτικό, με τις υπεραπλουστευμένες επιθέσεις και τους τετριμμένους εχθρούς να μην πετυχαίνουν τίποτα περισσότερο από εντελώς μηχανικές και εν τέλει κουραστικές μάχες. Το σύστημα μάχης, βέβαια, δεν ζημιώνει σημαντικά την εμπειρία, καθώς και πάλι το μεγαλύτερο βάρος του gameplay βρίσκεται στο platforming, όμως δεν παύει να είναι ένας τομέας που σαφέστατα επιδεχόταν βελτίωσης.
Επιπλέον, ο τομέας του ήχου θα μπορούσε να είναι καλύτερος, με τα μουσικά θέματα να απουσιάζουν σχεδόν ολοκληρωτικά. Αν και αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ως εκούσια επιλογή, για τη σχετικά γαλήνια ατμόσφαιρα του παιχνιδιού, η αλήθεια είναι πως σε πολλά σημεία πιστεύαμε ότι ένα κατάλληλο μουσικό θέμα θα ανέδιδε ακόμα περισσότερο το μυθικό στοιχείο αυτού του κόσμου.
Παρά τα κάποια ελαττώματά του, όμως, το Hob δεν παύει να κεντρίζει από την αρχή το ενδιαφέρον για την λεπτομερή εξερεύνηση του ελκυστικού κόσμου του. Στο θέμα της μάχης θα μπορούσε να τα πάει πολύ καλύτερα, όμως η ουσία του βρίσκεται στο platforming, όπου η Runic στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. Η οκτάωρη περιπέτεια του Hob (αρκετά μεγαλύτερη αν αποφασίσετε να εντοπίσετε όλα τα μυστικά) θεωρούμε ότι είναι μία ασφαλής επιλογή για τους λάτρεις των χαλαρών platform τίτλων με metroidvania πινελιές.
Το review βασίστηκε στην PC έκδοση του παιχνιδιού.