Earthfall

Earth is left for dead…

Σχεδόν δέκα χρόνια μετά, το Left 4 Dead 2 παραμένει ένας από τους καλύτερους και διασκεδαστικότερους εκπροσώπους της, σχετικά “αραιοκατοικημένης”, υποκατηγορίας που παγίωσε το συγκεκριμένο franchise. Ελάχιστοι είναι αυτοί που κατάφεραν να φτάσουν (και ορισμένοι να ξεπεράσουν) το άκρως διασκεδαστικό και φρενήρες gameplay των Left 4 Dead, με κυριότερους “σφετεριστές” του θρόνου να εμφανίζονται τα αξιολογότατα Payday και Vermintide , ενώ επιτυχία έχει συναντήσει φυσικά και το spin-off Zombies mode των Call of Duty.

Ο καθένας με τον δικό του τρόπο, βέβαια, έβαλε τη δική του πινελιά ώστε να ξεχωρίσει από το franchise της Valve. Τα Vermintide εισήγαγαν επικές melee μάχες με εξαιρετική αίσθηση των χτυπημάτων, τα Payday μάς έδωσαν τη δυνατότητα να πάρουμε μέρος σε μεγαλεπήβολες ληστείες α λα Heat, και το Call of Duty έφερε το… Call of Duty στην επιβίωση απέναντι από τα ζόμπι. Το Earthfall, από την άλλη πλευρά, ακολουθεί μία παντελώς ασφαλή διαδρομή καθώς θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί ως ένα copy-paste του Left 4 Dead όπου τα ζόμπι έχουν αντικατασταθεί από εξωγήινους (οι οποίοι βάσει σχεδιασμού είναι τόσο άμυαλοι όσο και τα ζόμπι). Αυτό αποτελεί και το βασικότερο ατόπημα του τίτλου της Holospark, καθώς δύσκολα μπορεί κανείς να ασχοληθεί χωρίς να σκέφτεται συνεχώς ότι δεν θα ήταν και πολύ δύσκολο να πλασαριστεί απλά ως ένα mod του Left 4 Dead.

Εξαρχής η πλήρης απουσία οποιασδήποτε πληροφορίας για την κατάσταση που επικρατεί στο συγκεκριμένο κόσμο, είτε με κάποιο εισαγωγικό βίντεο είτε έστω με κάποιο κείμενο, δημιουργεί μία εικόνα ερασιτεχνισμού. Απλά φορτώνει η πρώτη αποστολή και αρχίζουμε να σκοτώνουμε εξωγήινους δίχως καμία περαιτέρω πληροφορία. Σίγουρα δεν περιμένουμε να εκτυλιχθεί κάποιο βαθύ σενάριο ή να δούμε πλέξιμο χαρακτήρων και σχέσεων (μάλλον το αντίθετο θέλει κανείς από παιχνίδι του είδους), εντούτοις, εδώ πάμε στο απόλυτα αντίθετο άκρο. Παρόλα αυτά, αυτό είναι το τελευταίο στοιχείο που θα κρίνει την εμπειρία που θα εκλάβει κανείς από το Earthfall, επομένως ας περάσουμε στην ουσία.

Ήδη από την πρώτη αποστολή είναι εμφανές ότι η Holospark ακολουθεί κατά γράμμα τη συνταγή των Left 4 Dead σε σημείο που να φτάνει την… παρεξήγηση. Όλοι οι τύποι των εξωγήινων, πλην ενός, ακολουθούν κατά γράμμα τις ρουτίνες των διαφορετικών τύπων ζόμπι. Άμυαλοι εξωγήινοι, επικίνδυνοι σε μεγάλους αριθμούς, που απλά τρέχουν κατά επάνω μας, εχθροί που ακινητοποιούν ή απαγάγουν τους παίκτες της ομάδας μας και άμορφες μάζες που εκρήγνυνται όταν μας πλησιάζουν αποτελούν τους τύπους των απλών εχθρών που… κάπου έχουμε ξαναδεί.

Από τα δύο mini-bosses που εμφανίζονται 2-3 φορές σε κάθε επίπεδο, το beast ακολουθεί γνώριμα μονοπάτια, ως ογκώδης και ισχυρός εχθρός με υψηλότατη ενέργεια, ενώ ο blackout αποτελεί το μόνο εχθρό του παιχνιδιού που παρουσιάζει μια πρωτοτυπία ως μία μορφή χταποδιού που εκτοξεύει ενεργειακά βλήματα και έχει την ικανότητα να τηλεμεταφέρεται. Αν στην εξίσωση βάλουμε και τον προβλέψιμο εξοπλισμό (πολυβόλα, καραμπίνες και πιστόλια) γίνεται εμφανές πως η Holospark δεν στόχευε σε μία πραγματικά φρέσκια εμπειρία. Για να μην είμαστε και υπερβολικοί, βέβαια, θα ήταν παράβλεψη να μην αναφέραμε πως το Earthfall, πατώντας μεν σε σίγουρα μονοπάτια, καταφέρνει τουλάχιστον να προσφέρει μερικές ώρες διασκέδασης μέσα από την απλή και άμεση δράση του. Αν και δεν φτάνει σε καμία περίπτωση την απόδοση της ισχύος που είχαν τα όπλα στα Left 4 Dead δεν παύει να έχει κάνει αξιοπρεπή δουλειά σε αυτόν τον τομέα, καθιστώντας έτσι την αίσθηση της δράσης διασκεδαστική.

Ενδιαφέρουσα είναι και η πινελιά που έχει δοθεί με τα διάσπαρτα μικρά καταφύγια, μικρές βάσεις δηλαδή, όπου μπορούμε να γιατρευτούμε αλλά και να χρησιμοποιήσουμε τρισδιάστατους εκτυπωτές για να εξοπλιστούμε με το όπλο της αρεσκείας μας, έχοντας παράλληλα την απλουστευμένη αλλά λειτουργική δυνατότητα να οχυρωνόμαστε με ισχυρά αυτόματα ή χειροκίνητα πολυβόλα και φράχτες. Ο βαθμός πρόκλησης είναι αρκετά υψηλός, ακόμα και στο normal επίπεδο, ώστε να υπάρχει μία καλοδεχούμενη ένταση στις αλλεπάλληλες πολιορκίες που συνοδεύουν την εύρεση κάθε νέου καταφυγίου.

Όπως είναι φυσικό, το παιχνίδι γίνεται διασκεδαστικό αποκλειστικά και μόνο αν η τετραμελής ομάδα αποτελείται από πραγματικούς παίκτες (έστω και αν δεν συμπληρώνονται όλοι οι χαρακτήρες). Σε αντίθετη περίπτωση, η A.I. που λαμβάνει τον έλεγχο των NPCs, αν και διακρίνεται για το καλό της σημάδι, το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για το pathfinding, ενώ αδυνατεί να κάνει οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, όπως την οχύρωση κάποιου καταφυγίου ή τη βοήθεια σε objectives όπου γίνονται γρηγορότερα με τη συνεργασία των παικτών. Αξίζει να σημειωθεί ότι στα 10, συνολικά, επίπεδα η Holospark έδωσε μία σχετική προσοχή ώστε να υπάρχουν διάφορα objectives που εμπλουτίζουν καλοδεχούμενα τη δράση, όπως η εύρεση laptop και τοποθέτησή τους σε κεραίες για να εκπέμψουμε σήματα και η τοποθέτηση τρυπανιών σε εξωγήινες εγκαταστάσεις. Αν και σαν ζητούμενα είναι σαφέστατα απλοϊκά, τουλάχιστον ωθούν συχνά στη συνεργασία των παικτών για την ευκολότερη διεκπεραίωσή τους.

Παρά την άμεση διασκέδαση που μπορεί να προσφέρει, το Earthfall (αναγνωρίζοντας τις copy-paste πρακτικές της συνταγής του βέβαια) σκοντάφτει σε ακόμα δύο σημεία, με αποτέλεσμα να μην μπορεί σε καμία περίπτωση έστω να φτάσει τα, κατά πολύ παλιότερα, πονήματα των Valve και Turtle Rock. Από τη μία πλευρά ο περίφημος A.I. Director δείχνει σαν να έχει δώσει τη θέση του στον νέο και άπειρο βοηθό του, που μόλις έχει ξεκινήσει την πρακτική του. Με λίγα λόγια, στα περισσότερα επίπεδα υπήρχε ελάχιστο ανακάτεμα της τράπουλας των εχθρών και των προγραμματισμένων ορδών, με αποτέλεσμα να μην προκύπτουν ιδιαίτερες εκπλήξεις στη ροή της δράσης.

Έτερο στοιχείο που βλάπτει σημαντικά το replayability είναι η πλήρης απουσία οποιασδήποτε εξέλιξης των τεσσάρων χαρακτήρων, είτε αφορά τα χαρακτηριστικά τους (κοσμητικά ή ουσιαστικά), είτε τον εξοπλισμό. Αν και αυτή η έλλειψη υπήρχε και στα Left 4 Dead, και πάλι μιλάμε για παιχνίδια που την αντιστάθμιζαν μέσα από τα εκτενέστερα επίπεδα καθώς και την πιο περίπλοκη αλλά και πετυχημένη τυχαία διαρρύθμιση εχθρών και εφοδίων εντός αυτών (για να μην επαναλάβουμε ότι συγκρίνουμε παιχνίδια που έχουν διαφορά δέκα ετών).

Εν κατακλείδι, το Earthfall αποτελεί έναν από τους πλέον προβλέψιμους τίτλους του είδους. Την όποια διασκέδαση καταφέρνει να προσφέρει τη χρωστάει εξ ολοκλήρου στην αντιγραφή πετυχημένων συνταγών, μην έχοντας σχεδόν καμία διάθεση να επιχειρήσει κάποιον ουσιαστικό εμπλουτισμό που θα μπορούσε να προσδώσει την αίσθηση πως ο τίτλος έχει τη δική του ταυτότητα. Ναι, μπορεί να προσφέρει άμυαλες και διασκεδαστικές επιδρομές απέναντι σε εξωγήινους-ζόμπι με την κατάλληλη παρέα (σημειωτέων ότι οι servers είναι αρκετά άδειοι) αλλά θα μπορούσαμε να το προτείνουμε αποκλειστικά και μόνο σε όσους έχουν εξαντλήσει τις καλύτερες επιλογές και παράλληλα ψάχνουν εναγωνίως κάποια “φρέσκια” co-op εμπειρία εντός του καλοκαιριού.

Το review βασίστηκε στην έκδοση του παιχνιδιού για PC.


 

Exit mobile version