Phantom Doctrine

Ψυχροπολεμικό XCOM.

Όταν μπαίνει κανείς σε ένα αραιοκατοικημένο είδος τότε είναι ακόμα πιο “επίφοβο” να συγκριθεί άμεσα με τον καλύτερο εκπρόσωπό του. Κάπως έτσι τα action-RPG ισομετρικής προοπτικής σχεδόν πάντα συγκρίνονται άμεσα με το Diablo όπως και τα αμιγώς “soulsborne”, με τα πονήματα της From Software. Στην προκειμένη περίπτωση το Phantom Doctrine έρχεται απέναντι από τα XCOM, όντας turn-based RPG που μοιράζεται πολλές ιδέες και μηχανισμούς με αυτά (φέρνοντας βέβαια και δικές του στο τραπέζι). Η πολωνική CreativeForge Games, βέβαια, δεν είναι χθεσινή στο είδος, καθώς το 2015 μας έφερε το αξιόλογο Hard West, παρόλα τα ορισμένα στραβοπατήματά του, τα οποία έδειχναν ως προϊόν απειρίας.

Εξ αρχής το Phantom Doctrine δείχνει ως ένα περισσότερο φιλόδοξο εγχείρημα, επιδεικνύοντας ένα ογκωδέστερο περιβάλλον, που οδηγεί σε πολλαπλάσια διάρκεια, ενώ ταυτόχρονα οι gameplay μηχανισμοί του είναι πλέον σφιχτοδεμένοι. Εντούτοις, παρά τα σωστά βήματα εμπρός, υπάρχει και ένα σημαντικό βήμα προς τα πίσω, που αφορά την ελλιπή αίσθηση προσωπικότητας, σε αντίθεση με το Hard West. Καθαρά σε οπτικό επίπεδο, στο Hard West η cel-shaded τεχνοτροπία έδενε αρμονικά με τη σκοτεινή, κόμικ αισθητική, ενώ –σε μία πιο υποκειμενική άποψη μάλλον- η μίξη Άγριας Δύσης με μεταφυσικά στοιχεία, αν και σίγουρα όχι πρωτόγνωρη, ήταν δουλεμένη. Αυτές οι συνιστώσες προσέδιδαν πολλούς πόντους στη δημιουργία ενός παιχνιδιού με δική του ταυτότητα, καταφέρνοντας να ξεχωρίσει από τον ανταγωνισμό, τουλάχιστον σε αυτούς τους τομείς.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ψυχροπολεμική και κατασκοπική θεματολογία του Phantom Doctrine, παρουσιάζει περισσότερες συγγένειες με το XCOM, οδηγώντας σε ακόμα αμεσότερη σύγκριση που δεν λειτουργεί πάντα υπέρ του, τόσο σε οπτικό όσο και σε gameplay επίπεδο. Το Phantom Doctrine μάς φέρνει στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν ο Ψυχρός Πόλεμος βρισκόταν στα φόρτε του, με την ανάλογη έξαρση θεωριών συνομωσίας, ιστοριών κατασκοπίας και αλλεπάλληλες συγκαλύψεις γεγονότων,, που είχαν την πιθανότητα να φέρουν την παγκόσμια κοινότητα ένα βήμα πιο κοντά στο “πάτημα του κουμπιού” και το πυρηνικό ολοκαύτωμα. Εμείς θα πάρουμε το ρόλο ενός υψηλόβαθμου πράκτορα της διεθνούς μυστικής υπηρεσίας Cabal (Σέκτα), που έχει ως σκοπό την αντιμετώπιση και εξουδετέρωση συνομωσιών που απειλούν τις παγκόσμιες ισορροπίες.

Μυστικές αποστολές πέρα από τα φώτα της δημοσιότητας, προδοσίες, πειράματα πλύσης εγκεφάλου και διάφορα άλλα αγαπημένα θέματα της κατασκοπικής θεματικής θα παρελάσουν από μπροστά σας, σε ένα σενάριο που όχι μόνο δεν προσπαθεί να αποφύγει τα κλισέ, αλλά τα ασπάζεται ανερυθρίαστα. Η γραφή, σε συνδυασμό με τους αρκετά επίπεδους χαρακτήρες, δύσκολα θα κερδίσουν το ενδιαφέρον σας -όπως και το τετριμμένο σενάριο, περί μυστικών όπλων, αγνώστων αντίπαλων και αδυσώπητων οργανώσεων κ.λπ. Τουλάχιστον η επιλογή αυτής της θεματικής παίρνει περισσότερη αξία στους επιμέρους gameplay μηχανισμούς.

Ως είθισται στο είδος, η εμπειρία μας μοιράζεται σε δύο κομμάτια. Από τη μία πλευρά έχουμε τη διαχείριση των εγκαταστάσεών μας αλλά και την εποπτεία των διαφόρων συμβάντων που εμφανίζονται με το πέρασμα του χρόνου στις διάφορες πόλεις του παγκόσμιου χάρτη. Το έτερο κομμάτι αφορά στο τμήμα του άμεσου ελέγχου των κατασκόπων μας (από δύο μέχρι έξι) όπου θα χρειαστεί να φέρουμε εις πέρας διαφόρων ειδών αποστολές (απενεργοποίηση βομβών, εκτέλεση κάποιου στόχου, διάσωση ενός φίλιου χαρακτήρα κ.λπ.). Όσον αφορά στην περίπτωση του πρώτου σκέλους η CreativeForge φαίνεται πως δεν κατάφερε να βρει την κατάλληλη ισορροπία ώστε να υπάρχει έστω η παραμικρή αίσθηση για το κυνήγι ενάντια στον χρόνο.

Σε τακτά χρονικά διαστήματα εμφανίζονται, σε διάφορες περιοχές του χάρτη, μυστηριώδη συμβάντα όπου θα πρέπει να στείλουμε αεροπορικώς τους κατασκόπους μας προκειμένου να αντιληφθούμε τι συμβαίνει, με ανάλογο τρόπο που γινόταν στα XCOM. Αυτά τα συμβάντα, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, ανήκουν σε δύο είδη: αυτά όπου ανακαλύπτουμε έναν πληροφοριοδότη και αυτά όπου μία αντίπαλη κατασκοπική ομάδα ετοιμάζει κάποιο μεγάλο χτύπημα. Στην πρώτη περίπτωση δεν χρειάζεται κάποια περαιτέρω ενέργεια καθώς ο πληροφοριοδότης, με το πέρασμα του χρόνου, θα μας δώσει διάφορα στοιχεία που μας βοηθούν σε δευτερεύουσες έρευνες (περισσότερα για αυτές παρακάτω). Στη δεύτερη περίπτωση, εάν ερευνήσουμε εγκαίρως τα καταστροφικά σχέδια των αντιπάλων, έχουμε τη δυνατότητα να τα εμποδίσουμε αυτομάτως, ενώ αν είμαστε αργοί στην ανταπόκριση τότε έχουμε τη μόνη επιλογή της μεταφοράς μας στο turn-based σκέλος του παιχνιδιού όπου ελέγχουμε άμεσα την ομάδα μας.

Εάν χάσουμε την ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε το συμβάν ή αποτύχουμε στην αποστολή, τότε ο γενικός μετρητής επικινδυνότητας της μυστικής μας βάσης ανεβαίνει σημαντικά, ωθώντας μας τελικά στην αναγκαστική μεταφορά της βάσης σε άλλη πόλη της υδρογείου, μία αναγκαία κίνηση που θα συνοδευτεί από απώλεια χρημάτων, εξαφάνιση πρακτόρων μας και άλλα προβλήματα. Όμως, το παραπάνω δεν είναι ανάγκη να συμβεί, καθώς ανά πάσα στιγμή μπορούμε από μόνοι μας να μετακινηθούμε σε μία διαφορετική βάση, με ένα χρηματικό αντίτιμο που συχνά απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ως απαγορευτικό δίχως να έχουμε την παραμικρή απώλεια (πέραν μερικών χιλιάδων δολαρίων).

Το αποτέλεσμα αυτής της ευκολίας που παρέχει το παιχνίδι, συν της απουσίας οποιουδήποτε χρονικού περιορισμού για τις κεντρικές αποστολές, σημαίνει ότι ένας σχετικά υπομονετικός παίκτης δε θα έχει κανένα πρόβλημα να παραμείνει στον παγκόσμιο χάρτη, ώστε χωρίς το παραμικρό άγχος να συλλέγει αμείωτα λεφτά για όλες τις διαθέσιμες αναβαθμίσεις καθώς και τον καλύτερο δυνατό εξοπλισμό ή το μίσθωμα των πιο ικανών κατασκόπων. Με λίγα λόγια, απουσιάζει ο οποιοσδήποτε περιορισμός για την υλική ανάπτυξη της ομάδας μας, σε αντίθεση με ανάλογους τίτλους του είδους. Δίχως να υπάρχει κανένας λόγος να σκεφτούμε για περιττές θυσίες σε υλικό και δομές, το κομμάτι της διαχείρισης δεν αργεί να δώσει την εντύπωση πως είναι απλά διαδικαστικό. Όσο κι αν νοιώθουμε σε παιχνίδια του είδους ότι οι χρονικοί περιορισμοί ενδέχεται να μας δένουν τα χέρια, το Phantom Doctrine αποτελεί απτή απόδειξη πως αυτοί θα πρέπει να υπάρχουν ώστε να νοιώθουμε τελικά την ικανοποίηση όταν κάνουμε τις σωστές επιλογές, ανάλογα με τον τρόπο παιξίματός μας ή έστω να υπάρχει η εκμάθηση από τα λάθη μας όταν κάτι πάει στραβά.

Αξίζει να αναφερθεί το σκέλος της ανάλυσης των διαφόρων πληροφοριών που συλλέγουμε, το οποίο αποτελεί μία έξυπνη πινελιά, αν και μπορεί εύκολα να χαρακτηριστεί ως gimmick. Σταδιακά ανοίγουμε διαφόρους φακέλους προς έρευνα, κάθε ένας εκ των οποίων ενδέχεται να περιέχει περίπου 10 κομμάτια πληροφορίας (είτε φωτογραφίες είτε αποκόμματα από μυστικά έγγραφα). Αυτά τα στοιχεία μπορούμε να τα αραδιάζουμε σε έναν από εκείνους τους κλισέ πίνακες κατασκοπικών και αστυνομικών ταινιών, όπου ενώνουμε τα στοιχεία με κόκκινη κλωστή προκειμένου να εντοπίσουμε τον εκάστοτε στόχο. Αποτελεί μία αρκετά έξυπνη ιδέα, όπου στα διάφορα έγγραφα πρέπει να εντοπίσουμε λέξεις κλειδιά, προκειμένου να τις συνδυάσουμε για να εντοπίσουμε τον τελικό μας στόχο. Εντούτοις, δεν αργεί να φανεί ότι η λειτουργία του δεν είναι κάτι περισσότερο από ένα απλοϊκό παζλ, στο οποίο δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να ζημιωθούμε ακόμα και αν σπαμάρουμε το κουμπί του mouse προκειμένου να εντοπίσουμε τα στοιχεία.

Όσον αφορά στην αναβάθμιση της βάσης, υπάρχουν όλοι οι συνήθεις ύποπτοι (περισσότερα δωμάτια για περισσότερους πράκτορες, εκτυπωτές πλαστών χρημάτων για τη χρηματοδότηση κ.λπ.) με την ενδιαφέρουσα πινελιά του σταθμού ανάκρισης ή πλύσης εγκεφάλου σε αντίπαλους κατασκόπους που έχουμε ως κρατούμενους. Η παραπάνω δυνατότητα οδηγεί σε ορισμένες ιδιαίτερα έξυπνες ιδέες, που συνάδουν πλήρως με τη θεματολογία του παιχνιδιού, επιτρέποντάς μας, για παράδειγμα, σε κάποια αποστολή να εκστομίσουμε μία κωδική λέξη ώστε ένας αντίπαλος πράκτορας που είχαμε συλλάβει προηγουμένως να έρθει με το μέρος μας.

Περνώντας στο κομμάτι της δράσης, η CreativeForge έδειξε το πείσμα της, καθώς επέμεινε στο πλέον αδύναμο κομμάτι του Hard West, βελτιώνοντάς και εξελίσσοντάς το σε αξιέπαινο βαθμό. Αναφερόμαστε στη δυνατότητα του stealth, μία προσέγγιση που σπανίως αξιοποιείται από τίτλους του είδους, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων όπως το (αδίκως ξεχασμένο) Invisible Inc. Το fog of war φυσικά δηλώνει το παρόν, ωθώντας μας σε ιδιαίτερα προσεκτικές κινήσεις, καθώς ένα βλέμμα από φρουρό ή μία στιγμιαία λήψη από κάμερα ασφαλείας είναι αρκετή για να σημάνει συναγερμός. Αν και μπορούμε να προβλέψουμε με ακρίβεια τις κινήσεις όλων των αντιπάλων και πάλι είναι αρκετά εύκολο να έρθει στην επιφάνεια και η παραμικρή απροσεξία οδηγώντας, έτσι σε καλοδεχούμενες στιγμές άγχους όποτε πατάμε το “end turn”.

Σημαντική βοήθεια προσφέρουν οι 1-3 undercover πράκτορες, που μπορούμε να εισάγουμε σε κάθε αποστολή, οι οποίοι έχουν το ελεύθερο να περιφέρονται σχετικά ανενόχλητοι εντός απαγορευμένων περιοχών. Σε προχωρημένα στάδια, βέβαια, με τις κατάλληλες αναβαθμίσεις του προσωπικού μας, οι αποστολές με stealth καθίστανται χαρακτηριστικά πιο εύκολες, ιδίως γιατί, όπως και στον παγκόσμιο χάρτη, έτσι κι εδώ στη συντριπτική πλειοψηφία δεν υπάρχει κανένας χρονικός περιορισμός για την ολοκλήρωση τους. Επιπλέον, ίσως λόγω τεχνικών περιορισμών, πολλές είναι οι περιπτώσεις όπου με τραγελαφικό τρόπο οι πράκτορές μας, στην προσπάθειά τους να ακολουθήσουν τη συντομότερη διαδρομή, ενδέχεται να περνάνε μέσα από τζαμαρίες ή να πηδάνε από μπαλκόνια μπροστά στα μάτια των ατάραχων φρουρών, με το παιχνίδι να αντιλαμβάνεται αυτές τις κινήσεις ως απόλυτα φυσικές, δίχως να είναι ικανές να προξενήσουν υποψίες. Φαίνεται πως σε αυτό το παράλληλο ψυχροπολεμικό περιβάλλον είναι απόλυτα φυσιολογικό για μία νοσοκόμα να πηδάει με χάρη πάνω από ένα γραφείο (ρίχνοντας τα πάντα τριγύρω), από την στιγμή που βρίσκεται στο χώρο εργασίας της.

Εντούτοις, παραβλέποντας αυτές τις παραφωνίες, το κομμάτι του stealth δεν παύει να αποτελεί μία αρκετά φρέσκια ιδέα, που προσδίδει πόντους στο κατασκοπικό ύφος του παιχνιδιού, προσφέροντας παράλληλα και τη δυνατότητα για μία πλήρως εναλλακτική προσέγγιση των αποστολών. Φυσικά, όταν σημάνει ο συναγερμός, οι κατάσκοποι σας αποδεικνύονται ικανοί και με τη χρήση πυροβόλων όπλων. Ακολουθώντας τη συνταγή του Hard West, το στοιχείο του RNG (ο παράγοντας της τύχης) απουσιάζει ολοκληρωτικά, καθώς πριν από κάθε ενέργειά μας γνωρίζουμε επακριβώς τα αποτελέσματα που θα φέρει. Προτού πατήσουμε τη σκανδάλη, το παιχνίδι μας πληροφορεί πάντα για την ακριβέστατη ζημιά που θα προκαλέσουμε στον αντίπαλο ανάλογα με το όπλο, την απόσταση, την εξάρτηση που μπορεί να φοράει καθώς και τα ποικίλα στατιστικά του χαρακτήρα μας. Αποτελεί μία καλοδεχούμενη επιλογή της CreativeForge, έναντι απανωτών εκνευριστικών αστοχιών σε απόσταση αναπνοής και με 95% πιθανότητα ακρίβειας, που συναντούσαμε στα XCOM.

Ενδιαφέρουσα είναι και η δυναμική που φέρνει η μπάρα του awareness, πάλι μία “δανεική” λειτουργία από το Hard West, η οποία αποτελεί ταυτόχρονα πηγή ενέργειας για τις ειδικές ικανότητες των κατασκόπων αλλά και μετρητή της τρωτότητάς τους. Με άλλα λόγια, κάθε φορά που ένας αντίπαλος μάς πυροβολεί, θα μειώσει πρώτα τη μπάρα του awareness και έπειτα τη μπάρα της ενέργειας, δημιουργώντας έτσι μεγαλύτερη βαρύτητα στο ζήλο που ενδέχεται να δείξουμε στην ενεργοποίηση ειδικών ικανοτήτων (όπως άδειασμα γεμιστήρα ή headshots).

Στις περισσότερες των περιπτώσεων βρισκόμαστε αντιμέτωποι με πολλαπλάσιες δυνάμεις, κάτι που σημαίνει πως πολλές φορές βασικό μας μέλημα θα πρέπει να είναι η εκπλήρωση του εκάστοτε, ζητουμένου ακολουθούμενου από την ταχύτατη διαφυγή με τις κατάλληλες αλληλοκαλύψεις. Η A.I. καταφέρνει να ανταπεξέλθει ικανοποιητικά, κάτι που οδηγεί συχνά σε σημεία με έντονη δράση, κάτω από αντίξοες συνθήκες, με την ανάλογη κινηματογραφική αίσθηση της διαφυγής στην κόψη του ξυραφιού.

Σε γενικές γραμμές, το Phantom Doctrine μάς άφησε ικανοποιημένους ως μία αξιοπρεπής επιλογή για τους λάτρεις του είδους αν και δεν αποφεύγει τις στραβοτιμονιές αλλά και τις άμεσες συγκρίσεις με τους καλύτερους του είδους. Στον τομέα της δράσης, παρόλο που είναι απαιτητική, υστερεί σε σχέση με το μεγαλύτερο βάθος στρατηγικής και ικανοτήτων που συναντώνται στα XCOM. Η δυνατότητα για stealth αναμφίβολα αποτελεί το δυνατότερο κομμάτι του, δίχως όμως να λείπουν τα προβληματάκια αλλά και η έλλειψη ισορροπίας σε προχωρημένα στάδια. Μία άνιση εμπειρία, λοιπόν, ικανή να σας κρατήσει απασχολημένους για μερικές δεκάδες ώρες ενασχόλησης, εάν μπορέσετε να ξεπεράσετε τις κάποιες αστοχίες της.

To review βασίστηκε στην έκδοση του παιχνιδιού για PC.


 

Exit mobile version