V-Rally 4

Μεταξύ σφύρας και άκμονος.

Η αλήθεια είναι πως η ανακοίνωση του V-Rally 4 δημιούργησε αρκετά ερωτηματικά. Πώς είναι δυνατόν να χωρέσει ακόμη ένας rally τίτλος στην τρέχουσα γενιά; Τι διαφορετικό έχει να προσφέρει σε σχέση με τον ανταγωνισμό και γιατί η Kylotonn αποφάσισε να “ξεθάψει” μετά από 16 χρόνια τη σειρά των Infogrames και Eden Studios; Βέβαια, αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που η παριζιάνικη ομάδα πήρε μία τέτοια απόφαση, καθώς παράλληλα με τις ετήσιες κυκλοφορίες των -όλο και πιο βελτιωμένων- τίτλων WRC και τους niche racing πειραματισμούς, όπως το TT: Isle of Man, πριν από περίπου ένα χρόνο το studio είχε επαναφέρει στο προσκήνιο και την σειρά FlatOut.

Από την πρώτη στιγμή που αντικρίσαμε το μενού του V-Rally 4, αυτό μαρτύρησε τον προσανατολισμό και τις ρίζες του στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας. Η εκνευριστικά επαναλαμβανόμενη “rap” -μέσα σε πάρα πολλά εισαγωγικά- μουσική ξεκινά και η Nancy, η manager της ομάδας μας, με μία ήρεμη φωνή άρχισε να μας περιγράφει πώς λειτουργούν τα -απλά σαν concept, αλλά χωρίς λόγο περίπλοκα- μενού του V-Rally mode, δηλαδή του κυρίως πιάτου του τίτλου. Η βασική οθόνη του mode αποτελείται από ένα χάρτη, επάνω στον οποίο θα αρχίσουν να εμφανίζονται διάφορα events, με ακανόνιστη συχνότητα και χωρίς καμία πληροφορία για το επίπεδο των οχημάτων που θα έχουν οι αντίπαλοί μας. Από αυτό το σημείο και έπειτα είναι εμφανές πως η Kylotonn δημιούργησε ένα από τα πιο δύσχρηστα και αφιλόξενα user interface που έχουμε συναντήσει, που σίγουρα θα εκνευρίσει ακόμη και τους πιο υπομονετικούς.

Πριν την έναρξη κάθε αγώνα υπάρχει η δυνατότητα για ρύθμιση των παραμέτρων του αυτοκινήτου μας, ευτυχώς με έτοιμα presets για χιόνι, άσφαλτο και χώμα, αλλά και η χρήσιμη ρύθμιση της δυσκολίας της αντίπαλης A.I., η οποία όμως λειτούργησε αλλοπρόσαλλα. Λίγα events αργότερα, ενώ είχαμε στήσει την αγωνιστική μας ομάδα με χορηγούς, μηχανικούς, ερευνητές και έναν νέο μουσάτο manager που μας έταξε περισσότερα rally events, ακόμη δεν υπήρχε κάποιος λόγος για να αγοράσουμε κάποιο άλλο, δυνατότερο και μεγαλύτερης κατηγορίας, όχημα. Ιδιαίτερα σημαντικά για τη μείωση του grinding που απαιτούνταν για την αγορά οχημάτων, ήταν τα online events, με τη μορφή time trial, στα οποία για να συμμετέχουμε ήταν απαραίτητη η πληρωμή ενός μικρού entry fee, από το οποίο θα συγκεντρώνονταν το prize pool που αργότερα θα μοιράζονταν στους συμμετέχοντες ανάλογα με τη θέση τους στο leaderboard.

Μετά από πολλές ώρες ενασχόλησης με τον τίτλο, φτάσαμε στο συμπέρασμα πως απλά δεν υπήρχε κάποιος ουσιαστικός λόγος -πέρα από την δική μας περιέργεια και όρεξη για πρόοδο- για αγορά άλλου δυνατότερου οχήματος, αφού τα events που εμφανιζόταν ήταν συνεχώς χωρισμένα σε τρία επίπεδα, που ποτέ δεν μάθαμε αν αυτά αφορούσαν μόνο τη διάρκεια ή και τη δυσκολία τους, ενώ με πολύ μικρότερη συχνότητα εμφανιζόταν championships. Τα championships -και η πρώτη θέση σε αυτά- ήταν ο ανώτερος στόχος που θα μπορούσε να έχει ο παίκτης στο παιχνίδι, όμως στην πραγματικότητα αυτά ήταν events με λίγο μεγαλύτερη διάρκεια και άδικα αυξημένη δυσκολία, κάτι που σύντομα έκανε το career mode τελείως αδιάφορο και βαρετό.

Σωστά θα αναρωτηθεί κανείς τί σημαίνει αδική δυσκολία σε ένα racing, και αυτό που συναντήσαμε μετά το τέλος των διαδρομών μας ήταν αντιπάλους σε υψηλότερες θέσεις, με καλύτερους χρόνους από εμάς, χωρίς ποτέ να μάθουμε τι όχημα ή έστω τι κατηγορίας όχημα, οδηγούσαν έτσι ώστε να καταλάβουμε αν έπρεπε να λάβουμε μέρος με κάποιο όχημα πιο μεγάλης κατηγορίας ή αν απλά το πρόβλημα ήταν η οδήγησή μας. Στο V-Rally 4 η Kylotonn επέλεξε να εισάγει πέντε διαφορετικές μορφές motorsports. Φυσικά, οι αγώνες rally είναι ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει ο τίτλος, όμως ισάξιος χώρος -και όχι προσοχή- έχει δοθεί και στους αγώνες με buggy οχήματα, στους αγώνες ανάβασης, στο rallycross, ενώ δεν λείπει και η αμερικάνικη πινελιά των αγώνων “επιδειξης” ή, αλλιώς, extreme-khana, που στο v-rally μεταφράζονται ως time trial events, που λαμβάνουν χώρα σε πιο τεχνικές διαδρομές, τοποθετημένες άλλοτε σε λιμάνια και άλλοτε σε στρατιωτικές βάσεις.

Η επιλογή της Kylotonn να παίξει σε πέντε διαφορετικά γήπεδα ταυτόχρονα, χωρίς να δώσει περισσότερο χώρο και μεγαλύτερη φροντίδα στους αγώνες rally, ήταν τρομερά άστοχη, αφού εύκολα γίνεται αντιληπτό πως το μοντέλο οδήγησης του τίτλου δένει γάντι με αυτούς. Αντίθετα, αυτό δεν ανταποκρίνεται όπως θα περίμενε κανείς και δείχνει ξένο στους αγώνες ανάβασης, ενώ σε συνδυασμό με κάποιες περίεργες συμπεριφορές της A.I. και του collision system, θα εκνευρίσει τον παίκτη στους αγώνες με buggy και στο rallycross. Γενικότερα, το μοντέλο οδήγησης μοιάζει ακριβώς όπως αυτό που θα περίμενε κανείς από ένα arcade παιχνίδι, δηλαδή είναι διασκεδαστικό, προσβάσιμο και άμεσο ή νευρικό -με την καλή, πάντα, έννοια- επιτρέποντας στον παίκτη να κάνει γρήγορες εναλλαγές κατευθύνσεων, που του επιτρέπουν να εκτελέσει τις απαραίτητες μανούβρες για να περιηγηθεί στις πανέμορφες ειδικές διαδρομές του τίτλου.

Απαλλαγμένη από οποιαδήποτε μορφή licensing, η ομάδα είχε την ευκαιρία να σχεδιάσει διαδρομές σε τοποθεσίες που σπάνια επισκεπτόμαστε σε παιχνίδια του είδους, όπως οι πανέμορφες στενές ειδικές μέσα σε ιαπωνικά χωριά, οι χιονισμένες ειδικές στην παγωμένη Σιβηρία και η λασπωμένη ζούγκλα της Κένυας. Η Kylotonn υποστηρίζει πως έχει δημιουργήσει το δικό της stage generator, κάτι που είδαμε πρόσφατα στο DiRT 4 της Codemasters, και αυτός φαίνεται να λειτουργεί σωστά, παράγοντας συνεχώς “νέες” ενδιαφέρουσες διαδρομές. Εντυπωσιακή και πλούσια είναι και η λίστα των οχημάτων rally που θα βρει κανείς στο γκαράζ του V-Rally 4.

Μέσα σε αυτή υπάρχουν περίπου 30 licenced οχήματα, που καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα της ιστορίας των αγώνων rally, όμως εντύπωση προκαλεί η πλήρης απουσία οχημάτων από τρεις κατασκευαστές που έχουν συνδέσει το όνομά τους με τους αγώνες εκτός δρόμου, της Peugeot, της Audi και της Subaru. Συνολικά, στον τίτλο υπάρχουν 51 οχήματα και έτσι γίνεται εύκολα κατανοητό πως οι λίστες των διαθέσιμων οχημάτων για τις άλλες τέσσερις κατηγορίες αγώνων, είναι σημαντικά φτωχότερες.

Τα παραπάνω, όπως και όλες τις διαθέσιμες διαδρομές, ο παίκτης έχει την ευκαιρία να τα δοκιμάσει και στο arcade mode, εκεί που όλα είναι διαθέσιμα από την αρχή. Εκτός από αυτά, ο τίτλος διαθέτει και multiplayer, η online πλευρά του οποίου είναι ιδιαίτερα φτωχή και γεμάτη προβλήματα στις συνδέσεις μεταξύ των παικτών. Μία μεγάλη έκπληξη μας περίμενε όταν ψάχνοντας στο μενού του τίτλου, βρήκαμε και την επιλογή για split screen αγώνες, κάτι που δεν θυμόμασταν πότε το συναντήσαμε τελευταία φορά σε racing τίτλο. Εκεί δύο παίκτες μπορούν να αναμετρηθούν πλάι-πλάι σε οποιαδήποτε από τις πέντε κατηγορίες αγώνων του τίτλου.

Για το τέλος αφήσαμε τον τεχνικό τομέα, αν και αυτός είναι αρκετά σημαντικός για έναν τίτλο του είδους. Εδώ τα πράγματα είναι αρκετά περίεργα αφού, αν και ο τίτλος έχει κάποια πανέμορφα σχεδιασμένα και πολύχρωμα περιβάλλοντα, μοιάζει σαν να έχει περάσει από πάνω του ένα “early 2000s” φίλτρο, κάτι που, σε σύγκριση με τον ανταγωνισμό, τον κάνει να δείχνει κολλημένος ανάμεσα στην τρέχουσα και την προηγούμενη γενιά. Εκπτώσεις έχουν γίνει και στα μοντέλα των οχημάτων, κάτι που θα παρατηρήσουν εύκολα όσοι έχουν συνηθίσει στα λεπτομερέστατα μοντέλα των Gran Turismo Sport και Forza Motorsport 7. Τα παραπάνω δεν δικαιολογούν σε καμία περίπτωση τα 30 fps που τρέχει ο τίτλος στις εκδόσεις των PlayStation 4 και Xbox One, πόσο μάλλον τις πτώσεις του framerate που συναντώνται στο online mode. Ταυτόχρονα, ο ήχος των κινητήρων δεν καταφέρνει να ενθουσιάσει, χωρίς όμως να απογοητεύει, ενώ ο συνοδηγός, ο οποίος μπορεί να μιλήσει εκτός από αγγλικά και άλλες γλώσσες, αποδείχθηκε πιστός και δεν έβαλε σχεδόν ποτέ την ψηφιακή ζωή μας σε κίνδυνο, διαβάζοντας σε σωστό χρόνο τις σημειώσεις του.

Ανακεφαλαιώνοντας, τελικά το κενό που προσπαθεί -και μέχρι ένα βαθμό καταφέρνει- να καλύψει το V-Rally 4 στην αγορά είναι αυτό του νοσταλγικού, oldschool rally παιχνιδιού, που θα ξυπνήσει μνήμες από τίτλους όπως το Sega Rally, το Pro Rally 2002, το Rallisport Challenge και τα πρώτα Collin McRae. Δυστυχώς, κάποιες επιλογές της Kylotonn, αλλά και το περιορισμένο της budget, δεν βοήθησαν στη δημιουργία ενός προσεγμένου πακέτου που θα μπορούσε να διεκδικήσει επάξια το δικό του χώρο δίπλα σε πιο ολοκληρωμένες προτάσεις, όπως η σειρά DiRT της Codemasters. Ωστόσο όσοι είστε νοσταλγοί εκείνης της εποχής, ψάχνετε κάποιες ώρες διασκέδασης και δεν φοβάστε τις όποιες σχεδιαστικές ατασθαλίες και τεχνικές παραχωρήσεις, ετοιμαστείτε για “Left 6 over crest, jump maybe”…

To review βασίστηκε στην έκδοση του παιχνιδιού για το PS4.


 

Exit mobile version