RIDE 3

Είναι το RIDE 3 το νέο Tourist Trophy;

Είναι αλήθεια πως η Milestone κατέχει μία ιδιαίτερη θέση στην καρδιά των απανταχού “μηχανόβιων” gamers. Μπορεί κατά καιρούς να έχει δεχθεί εντονότατη κριτική, που σε μεγάλο βαθμό ήταν δικαιολογημένη, αλλά η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν το έβαλε κάτω. Στόχος της ιταλικής εταιρίας ήταν να προσφέρει πρωτίστως την απόλυτη εμπειρία οδήγησης στους δύο τροχούς, παραμελώντας όμως άλλους τομείς και αυτό μάλλον δυσαρέστησε μεγάλη μερίδα του κοινού. Εννοείται πως τις προσπάθειές της στους τέσσερις τροχούς τις έχουμε ήδη διαγράψει από τη μνήμη μας.

Αναμενόμενα, η σειρά RIDE ακολουθεί τη γενικότερη προσέγγιση της εταιρίας αν και αποστασιοποιείται αρκετά από τις επίσημες MotoGP προτάσεις. Ο πυρήνας της σειράς βασίζεται στις μοτοσυκλέτες δρόμου, αν και οι περισσότερο ικανοί και υπομονετικοί ας είναι προετοιμασμένοι για μερικές ευχάριστες “αγωνιστικές” εκπλήξεις από το παρελθόν. Φυσικά, το RIDE 3 -όπως ακριβώς και οι προκάτοχοί του- θέτει τον εαυτό του απέναντι στο κλασικό πλέον Tourist Trophy, που για κάποιον περίεργο λόγο όλα αυτά τα χρόνια παραμένει στο απυρόβλητο, άσχετα αν υπήρχαν σοβαρά προβλήματα από την πρώτη ημέρα κυκλοφορίας του. Αλλά με αυτή τη σύγκριση θα ασχοληθούμε αργότερα.

Το RIDE 3 ξεκινάει το ταξίδι του μεταφέροντας τον παίκτη στο κυρίως μενού. Εκεί απαιτείται η δημιουργία μίας ψηφιακής εκδοχής του αναβάτη, μέσα από μία αρκετά ξεπερασμένη και περιορισμένη καρτέλα επιλογών, αν και ευτυχώς η αντίστοιχη racing version είναι αυτή που έχει ενδιαφέρον. Όπως συμβαίνει συχνά στα παιχνίδια της, η Milestone έχει αποκτήσει τα δικαιώματα χρήσης γνωστών brands και έτσι η εικόνα είναι όσο αυθεντική πρέπει. Από εκεί και έπειτα θα ξεκινήσει η πρώτη δοκιμασία, η οποία απαιτεί έναν αγώνα επάνω στην ολοκαίνουργια και θηριώδη Panigale V4 στην πίστα της Laguna SECA. Αναμφίβολα τα πρώτα χιλιόμετρα είναι κάπως “χλιαρά”, ίσως και αδιάφορα, γιατί οι default ρυθμίσεις κάνουν την οδήγηση απελπιστικά εύκολη και αυτοματοποιημένη.

Όπως σε όλες τις προτάσεις της Milestone, ο παίκτης επιβάλλεται να πειραματιστεί για αρκετή ώρα, αν και οι οπαδοί της σειράς MotoGP καλό θα ήταν να απενεργοποιήσουν τα πάντα –πλην του ABS- για να απολαύσουν το ακριβέστατο αν και υπερβολικά απαιτητικό μοντέλο οδήγησης. Εδώ αξίζει να τονιστεί για ακόμα μία φορά πως σε μία πρόταση που προέρχεται από την Milestone, τα πάντα έχουν σχεδιαστεί με γνώμονα την –σχεδόν- απόλυτη εξομοίωση. Έτσι, αναμενόμενα, το επίπεδο δυσκολίας είναι υψηλό, ενώ και ο έλεγχος της κάθε μοτοσυκλέτας στο όριο είναι αρκετά δύσκολος.

Αν κάποιος προσπαθήσει και ενεργοποιήσει κάποιες από τις αμέτρητες assists στην οδήγηση, το αποτέλεσμα θα απέχει πάρα πολύ από αυτό που ο developer είχε στο μυαλό του. Η μετάβαση από το simulation στο arcade γίνεται αρκετά άγαρμπα, με τους κανόνες της φυσικής να καταργούνται εντελώς, ο ρεαλισμός να παύει να υφίσταται και, γενικότερα, ο έλεγχος να μην έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Επιστρέφοντας στο κεντρικό μενού, το RIDE 3 προσφέρει όλα όσα θα ανέμενε κανείς από μία ανάλογη πρόταση, με το career mode να είναι αυτό που κλέβει την παράσταση. Μία ματιά και μόνο στα διαθέσιμα events θα προκαλέσει δέος, μιας και ο αριθμός τους δείχνει να μην έχει τελειωμό. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο developer υπόσχεται πως θα συνεχίσει την υποστήριξη με εβδομαδιαία events.

Η λογική του career mode είναι να τροφοδοτεί σταδιακά τον παίκτη με ολοένα και περισσότερες μοτοσυκλέτες, ξεκινώντας από τα “ταπεινά” δίχρονα των 250cc και φτάνοντας στα τεχνολογικά θηρία του σήμερα αλλά και του προσεχούς μέλλοντος. Έπειτα από κάθε αγώνα ολοένα και περισσότερα credits θα προστίθενται στο ψηφιακό πορτοφόλι του παίκτη, τα οποία με τη σειρά του θα είναι σε θέση να δαπανήσει σε νέες μηχανές, ρουχισμό, ακόμα και σε μηχανικές βελτιώσεις. Ειδικά το τελευταίο αποτελεί μία ευχάριστη έκπληξη, αν και -για καθαρά πρακτικούς λόγους- οι επίσημοι κατασκευαστές έχουν θέσει κάποια όρια ώστε να μην απομακρυνθεί ο τίτλος αρκετά από την πραγματικότητα. Οι βελτιώσεις αφορούν τομείς καθαρά μηχανολογικούς και όχι αισθητικούς, και παρόλο που δεν φτάνουν σε σημείο να κάνουν τις μοτοσυκλέτες αγνώριστες σε επίπεδο επιδόσεων, αποτελούν μία ευχάριστη προσθήκη.

Το περίεργο της υπόθεσης είναι πως οι αγώνες δείχνουν να έχουν σοβαρά σκαμπανεβάσματα στη ροή τους και υπεύθυνη για αυτό είναι για ακόμα μία φορά η αλλοπρόσαλλη και απρόβλεπτη ΑΙ. Οι αντίπαλοι οδηγοί για ακόμα μία φορά δείχνουν να αγνοούν τα πάντα, να μη δέχονται ποτέ ποινές, να εκτελούν επιταχύνσεις πέρα για πέρα μη ρεαλιστικές, με αποτέλεσμα οι φίλοι της Milestone να χρειαστεί να δείξουν τιτάνια υπομονή για να μην πετάξουν το χειριστήριο επάνω στην αστραφτερή τηλεόρασή τους. Έχουν περάσει τόσα χρόνια και έχουν κυκλοφορήσει τόσες και τόσες προτάσεις στην κατηγορία, αλλά μάλλον η ΑΙ είναι ένα αγκάθι για τους περισσότερους developers, που δεν μπορούν να εξαλείψουν -και μία καλή δικαιολογία για την Polyphony Digital, που δείχνει πλέον να στρέφεται προς νέες κατευθύνσεις.

Η πραγματική απόλαυση της οδήγησης έρχεται όταν ο παίκτης δοκιμάσει τη μηχανή του μακριά από τους αντιπάλους του ή ενάντια στο χρόνο. Όπως συνηθίζεται, η αίσθηση είναι αναμφίβολα ανεπανάληπτη και συγκρίνοντας την οδήγηση μίας πραγματικής μηχανής και έπειτα την αντίστοιχη ψηφιακή εκδοχή της, η γραμμή μεταξύ πραγματικότητας και videogame ίσα που αχνοφαίνεται. Και αυτό, κατά τη γνώμη μας, είναι κάτι το εντυπωσιακό. Βέβαια, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, το επίπεδο του παίκτη θα πρέπει να είναι ανεβασμένο και να υπάρχει μία σχετική εξοικείωση με τους τίτλους της Milestone, γιατί δεν είναι λίγες οι φορές που τα δύο χέρια δεν θα φαίνονται αρκετά. Δυστυχώς το gamepad, από τη φύση του, θέτει αρκετούς περιορισμούς και αν αναλογιστεί κανείς πως ακόμα και η στάση του αναβάτη γίνεται χειροκίνητα, αρκεί ένας και μόνο γύρος στο όριο ώστε να γεμίσει ιδρώτα το πρόσωπο του παίκτη.

Σε επίπεδο αριθμών το RIDE 3 δεν απογοητεύει, ίσα ίσα που συμβαίνει το αντίθετο. Ο τίτλος προσφέρει περισσότερες από 230 μοτοσυκλέτες, χωρισμένες σε 7 κατηγορίες. Αυτές είναι οι naked, superbike, supermodel, maxienduro, vintage, sport και η πάντα αγαπητή café racer. Και αν με τα παραπάνω οι φίλοι των δύο τροχών δεν έχουν ακόμα ζαλιστεί, αξίζει να τονιστεί πως, πέρα από τις κλασικές διαδρομές, το RIDE 3 εξαπλώνεται και σε πανέμορφες τοποθεσίες ανά τον κόσμο, με το urban στοιχείο να είναι αυτό που πρωταγωνιστεί. Η προσθήκη της βροχής θα κάνει την οδήγηση ακόμα πιο απολαυστική ενώ για πρώτη φορά οι νυκτερινοί αγώνες έρχονται να κάνουν τη ζωή του αναβάτη ακόμα δυσκολότερη.

Πριν προχωρήσουμε σε ένα από τα μεγάλα αγκάθια του τίτλου και το πιο σημαντικό αρνητικό στοιχείο του, θα πρέπει να πούμε ότι το RIDE 3 περιλαμβάνει και multiplayer επιλογή, όμως μέχρι την ώρα που ολοκληρώθηκε αυτό το review ο τίτλος δεν είχε κυκλοφορήσει και έτσι δεν είχαμε τη δυνατότητα να το δοκιμάσουμε σωστά. Όποιες προσπάθειες κάναμε κατά το διάστημα των δοκιμών μας, οι δικτυακές αναμετρήσεις ήταν ανέφικτο να πραγματοποιηθούν λόγω αδυναμίας σύνδεσης σε οποιονδήποτε server.

Από εκεί και έπειτα, ο τομέας που ενοχλεί πραγματικά σε αυτό το παιχνίδι είναι ο τεχνικός, και κατά κύριο λόγο τα γραφικά. Μπορεί η απόδοση των υπαίθριων διαδρομών να είναι αρκετά συμπαθητική, αλλά απέχει πάρα πολύ από τα να χαρακτηριστεί εντυπωσιακή. Παράλληλα, η εικόνα των μηχανών δείχνει να είναι δύο… ταχυτήτων και έτσι ενώ στο showroom εμφανίζονται “μεθυστικές” και με εξαιρετικά επίπεδα λεπτομέρειας, σε real time δράση η απόδοση πέφτει κατακόρυφα. Εδώ αξίζει να τονιστεί πως η δοκιμή έγινε στο PlayStation 4 Pro, όπου τα 60 fps είναι αδιαπραγμάτευτα, αλλά από την άλλη η συνολική εικόνα δεν δικαιολογεί τις τόσες περικοπές. Βέβαια, εδώ υπάρχει η υπόσχεση πως η εικόνα θα διορθωθεί με ένα πλούσιο update στα μέσα Δεκεμβρίου. Ευτυχώς καλύτερης μεταχείρισης έχει τύχει ο ήχος, που πραγματικά κερδίζει με την αξία του το απόλυτο στη βαθμολογία. Οι εξατμίσεις αλλά και τα ελαστικά είναι όσο πειστικά πρέπει, ενώ ακόμα και η λάθος χρήση του συμπλέκτη θα έχει την ανάλογη ηχητική απόδοση.

Το RIDE 3 δεν καταφέρνει να κινηθεί σε υψηλά επίπεδα, κυρίως λόγω της αδυναμίας της ομάδας ανάπτυξης να εξελίξει/ βελτιώσει τα προβλήματα που ταλανίζουν τις δημιουργίες της όλα αυτά τα χρόνια. Μπορεί σε πράτω ανάγνωση η σύγκριση με το Tourist Trophy να μην φαντάζει λογική, μιας και ο τίτλος της Polyphony Digital είχε σαφέστατους περιορισμούς ακόμα και την εποχή που κυκλοφόρησε, αλλά από την άλλη, δεν είναι κακό η παρούσα πρόταση να χαρακτηριστεί σαν μία φυσική εξέλιξη της κατηγορίας στην οποία ανήκει το Tourist Trophy. Είναι εξάλλου προφανές πως η βασική δομή των τίτλων είναι η ίδια. Γνώμη μας είναι πως αν ποτέ η Milestone τολμήσει και ένα τέταρτο μέρος στη σειρά RIDE, θα πρέπει να αποφασίσει επιτέλους να προβεί σε ριζικές αλλαγές, σημαντικές προσθήκες και βελτιώσεις, γιατί μία ψηφιακή εγκυκλοπαίδεια των δύο τροχών θεωρούμε πως από μόνη της δεν είναι αρκετή.

Το review βασίστηκε στην έκδοση του παιχνιδιού για το PS4.


 

Exit mobile version