Run.
Μπαίνοντας σιγά σιγά στο 2020, συνειδητοποιούμε ότι κάποια πράγματα στη βιομηχανία παιχνιδιών πρέπει πλέον να αντιμετωπίζονται ως «απολιθώματα». Απομεινάρια μιας ένδοξης ή μη, εποχής, που εμφανίζονται σπάνια εδώ κι εκεί και μας θυμίζουν το παρελθόν της βιομηχανίας. Πολλά σχεδιαστικά λάθη όπως τα αχανή map cleaners, τα τεράστια open-world τύπου Red Faction και άλλοι απαρχαιωμένοι μηχανισμοί που μένουν στο παρελθόν.
Μεταξύ τους, όπως έρχεται να μας θυμίσει το Jumanji, βρίσκονται και τα movie tie-ins. Υπήρχε λοιπόν μια εποχή, όχι και τόσο μακρινή, που με ένα σημαντικό ποσοστό ταινιών κυκλοφορούσε ταυτόχρονα και ένα αδιάφορο movie tie-in βιντεοπαιχνίδι, στην προσπάθεια των εταιρειών να εκμεταλλευτούν εμπορικά το όποιο momentum της ταινίας. Και πράγματι, η συντριπτική πλειοψηφία των παιχνιδιών αυτών αποτελούσε τον ορισμό της μετριότητας – στην καλύτερη – κάνοντας έτσι το πολύ σπάνιο διαμάντι ανάμεσά τους μια πολύ ευχάριστη έκπληξη (π.χ. Wolverine).
Αν πρέπει να πούμε ότι κάπου πετυχαίνει το Jumanji, είναι στην απεικόνιση των κεντρικών ηρώων ώστε να ξέρουμε ποιος είναι ποιος.
Θα θέλαμε να πούμε ότι το Jumanji αντλεί έμπνευση από την πιο πρόσφατη ταινία Jumanji, αλλά οποιαδήποτε χρήση της λέξης «έμπνευση» στο παρόν κείμενο αποτελεί ατόπημα. Έχουμε να κάνουμε με μια κλασική περίπτωση εντελώς ανούσιου “movie tie-in”, το οποίο δεν βγαίνει καν σε κοντινή ημερομηνία με την ταινία, αφού έχουν ήδη περάσει δύο χρόνια από την προβολή της, ενώ το sequel, το Jumanji: The Next Level, αναμένεται να προβληθεί τον Δεκέμβριο . Και δυστυχώς πρόκειται για μια κυκλοφορία που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένα free-to-play mobile παιχνίδι.
Εννοούμε φυσικά ότι ολόκληρο το παιχνίδι είναι τέσσερις περιορισμένες περιοχές/ αρένες με ανέμπνευστο σχεδιασμό, τις οποίες πρέπει να διασχίσουν οι παίκτες με την ομάδα τους για να το τοποθετήσουν το κόσμημα στο άγαλμα και να κερδίσουν στο Jumanji. Και εννοούμε περιοχές γραμμικές, χωρίς καμία απολύτως έκπληξη ή ενδιαφέροντα σχεδιασμό, συνδεδεμένες απλά με 4-5 αρένες τις οποίες θα διασχίσουν οι παίκτες, θα ανοίξουν δύο πόρτες, θα πυροβολήσουν εχθρούς σε άλλες δύο, θα φτάσουν στο τέλος και… that’s all folks.
Οι περιοχές αυτές έχουν μεταξύ τους μια διαφορετική αισθητική όπως Ζούγκλα ή Βουνά, η οποία όμως δεν είναι ούτε στο ελάχιστο αρκετή για να προσφέρει το παραμικρό ενδιαφέρον, και το ίδιο ισχύει και για το gameplay. Ουσιαστικά δεν υπάρχει καθόλου platforming, και κάποιος από τους σχεδιαστές γελάστηκε αν νομίζει ότι οι μικρές φωτιές και τα πριόνια που αποφεύγουμε δύο φορές σε κάθε περιοχή προσφέρουν έστω και την παραμικρή πρόκληση. Αυτό σημαίνει ότι το gameplay αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από την κίνηση των χαρακτήρων και το shooting κομμάτι, το οποίο, αναμενόμενα, είναι, στην καλύτερη περίπτωση, απλώς λειτουργικό.
Δεν είναι αρκετό όμως ώστε να δίνει την αίσθηση ελέγχου στις αρένες, όπου οι ορδές εχθρών έρχονται επάνω στην ομάδα που προσπαθεί να κρατήσει ένα συγκεκριμένο σημείο. Και αυτό βασικά είναι όλο το παιχνίδι, οι δύο αρένες όπου οι παίκτες συγκεντρώνονται σε ένα σημείο για να φορτίσουν ένα τοτέμ, ενώ οι εχθροί προσπαθούν να τους σταματήσουν. Οι παίκτες μπορούν να διαλέξουν μεταξύ των τεσσάρων χαρακτήρων, οι οποίοι είναι και οι πρωταγωνιστές της ταινίας. Πρώτος και καλύτερος ο Dwayne “The Rock” Johnson στον ρόλο του Dr. Smolder Bravestone, ο Kevin Hart ως Franklin Finbar, ο Jack Black ως Professon Sheldon Oberon και η Karen Gillan ως η Ruby Roundhouse.
Και αυτό βασικά είναι όλο το παιχνίδι, οι δύο αρένες όπου οι παίκτες συγκεντρώνονται σε ένα σημείο για να φορτίσουν ένα τοτέμ, ενώ οι εχθροί προσπαθούν να τους σταματήσουν.
Αναγκαστικά, αν πρέπει να πούμε ότι κάπου πετυχαίνει το Jumanji, είναι στην απεικόνιση των κεντρικών ηρώων ώστε να ξέρουμε ποιος είναι ποιος. Κάθε Ήρωας έχει ένα διαφορετικό skillset και abilities, που βοηθούν διαφορετικά όταν έρχονται τα κύματα των εχθρών, το πρόβλημα όμως είναι ότι το gameplay είναι τόσο άχρωμο και ταυτόχρονα χαοτικό στις πιο έντονες μάχες, που η διάκριση μεταξύ των ηρώων και της ταυτότητάς τους στο πεδίο μάχης είναι ανύπαρκτη.
Η Α.Ι. δεν υπάρχει, κυριολεκτικά, αφού το κοντινότερο που μπορούμε να την παρομοιάσουμε είναι οι θρυλικοί ακέφαλοι καμικάζι που τρέχουν προς τον παίκτη από το Serious Sam. Και φυσικά, δεν υπάρχουν boss fights, ούτε διάλογοι, ούτε cutscenes ή οτιδήποτε που να φανερώνει έστω και την υποψία προσπάθειας από μεριάς των δημιουργών. Αυτό όμως που κάνει εντύπωση, είναι ότι δεν γίνεται καν προσπάθεια για έστω μια ευχάριστη ατμόσφαιρα, λίγο χιούμορ, ή οποιαδήποτε σύνδεση με τις ταινίες Jumanji πέρα από τα εντελώς τυπικά. Βέβαια, το παιχνίδι σαν όλον είναι κάπως αστείο, κάτι είναι κι αυτό…
Το Jumanji: The Video Game ό,τι έχει να δώσει -αυτά τα λίγα τέλοσπάντων- τα δίνει στο πρώτο μισάωρο. Από εκεί και πέρα είναι δύσκολο να φανταστούμε κυριολεκτικά οποιονδήποτε, ανεξαρτήτου ηλικίας, να επενδύει περισσότερες από δύο ώρες στο παρόν παιχνίδι. Βγείτε για ένα καφέ, πηγαίνετε για μια βόλτα, δείτε για 600η φορά το αγαπημένο σας Sitcom, ή, ακόμα καλύτερα, τις ταινίες που βασίζονται στο εν λόγω σύμπαν. Όλες (ακόμα και το Zathura) είναι καλύτερες από αυτό το παιχνίδι.
Το review για το Jumanji: The Video Game βασίστηκε στην έκδοσή του για το PS4.