Fire Emblem Three Houses: Cindered Shadows – Review

Όταν μια ιδέα δεν εξελίσσεται όπως θα έπρεπε.

Έφτασε, τελικά, η εποχή που θα μας φαινόταν αστεία πριν από κάποια χρόνια. Η Nintendo πέρασε στην εποχή των DLCs μετά κυμβάλων και τυμπανοκρουσιών, επιδιώκοντας και εκείνη να αποκτήσει ένα μερτικό στην πίτα του επιπλέον κέρδους που προσφέρουν τα DLCs, ο ρόλος των οποίων είναι πολυσύνθετος. Κάποια από αυτά συντελούν μια γρήγορη πηγή κέρδους για τις εταιρείες, με περιεχόμενο αμφιβόλου ποιότητας, ενώ κάποια άλλα, πιο υψηλά κοστολογημένα, έρχονται να αυξήσουν το μέγεθος αλλά και την ποιότητα του περιεχομένου του αρχικού προϊόντος, δίνοντας ένα επιπλέον κίνητρο στον παίκτη να ασχοληθεί ξανά με το αρχικό προϊόν.

Φαίνεται πως η Nintendo προσπαθεί να κρατήσει μια ισορροπία με τα Expansion Passes που προσφέρει για τους τίτλους της για το Switch. Τα περισσότερα πακέτα της έρχονται να προσθέσουν ορισμένα αντικείμενα, μερικά mini quests ενδεχομένως που θα μπορούσαν να υπάρχουν και στο κυρίως παιχνίδι, ενώ όλα ανεξαιρέτως προσφέρουν και μια νέα προσέγγιση στην ιστορία, δίνοντας μια άλλη προοπτική στην περιπέτεια που έζησαν οι παίκτες. Το είδαμε στο The Legend of Zelda: Breath of the Wild με τη Μπαλάντα των Ηρώων. Το είδαμε και στο Xenoblade Chronicles 2 με το κεφάλαιο της Torna. Και κάτι τέτοιο περιμέναμε να δούμε και στο Fire Emblem: Three Houses.

Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν ήμασταν σίγουροι για το τι μπορούσαμε να περιμένουμε από το νέο κεφάλαιο της ιστορίας του παιχνιδιού. Ο λόγος είναι ότι το Fire Emblem: Three Houses ήταν τόσο πλήρες ως προς την ιστορία, τη μυθολογία του κόσμου αλλά και την εξέλιξη των χαρακτήρων, που δύσκολα θα μπορούσαμε να φανταστούμε κάποιο εν δυνάμει sequel στον κόσμο του Fódlan.

Παίζοντας ανάμεσα στις τρεις ιστορίες του παιχνιδιού, που εκτυλίσσονται σε περισσότερες από 100 ώρες, όλοι οι χαρακτήρες ξεδιπλώνονται μπροστά μας, κατανοούμε περισσότερο τα κίνητρα των χαρακτήρων, αλλά και παράλληλα νιώθουμε πως έχουμε φτάσει στο κλείσιμο της ιστορίας, όποια και αν ήταν η επιλογή του αρχικού Οίκου μας. Επομένως, λογικό είναι να φανταζόμαστε πως ο Byleth, έχοντας πλέον αναλάβει το νέο του ρόλο στον κόσμο του Fódlan, είναι έτοιμος να μεταβεί σε κάποια από τις περιοχές του κόσμου, που αναφέρονται ονομαστικά, και να εμπλακεί σε κάποια νέα περιπέτεια, να αντιμετωπίσει μια νέα απειλή. Ίσως να μαθαίναμε περισσότερα για κάποια γεγονότα που αναφέρονται στην κεντρική ιστορία, ή να παίζαμε με άλλους χαρακτήρες και να ξαναζήσουμε γεγονότα, όπως η σφαγή του Duscur. Φευ!

Το Cindered Shadows μάς μεταφέρει ξανά στη Μονή Garreg Mach, σε μια χρονική στιγμή που υφίσταται κατά τη διάρκεια των γεγονότων της πρώτης χρονιάς ανάληψης καθηκόντων του Byleth ως καθηγητή, πριν από το time skip. Μια απροσεξία και ένας λάθος χειρισμός θα βοηθήσουν τον Byleth, τους επικεφαλής των Οίκων, αλλά και τους καλύτερους μαθητές των Οίκων να ανακαλύψουν μια κρυφή κοινωνία κάτω από το μοναστήρι, γνωστή και ως Άβυσσος.

Προστάτες αυτής της κοινωνίας είναι οι Σταχτιοί Λύκοι (Ashen Wolves), μια επίλεκτη ομάδα στρατιωτών, οι οποίοι διαφέρουν ουσιωδώς απ’ όλες τις μονάδες που έχουμε συναντήσει μέχρι στιγμής σε παιχνίδι της σειράς Fire Emblem. Η παρέα των Yuri, Balthus, Constance και Hapi φέρει τα προτερήματα αλλά και τα μειονεκτήματα των κλάσεων που αντιπροσωπεύουν οπτικά, όμως συνδυάζουν και ικανότητες που δεν έχουν αντίστοιχοι χαρακτήρες. Για παράδειγμα, η Constance είναι ανίσχυρη απέναντι σε τοξότες, όμως η χρήση της μαγείας τη φέρνει πολύ κοντά στο επίπεδο μάγων όπως η Lysithea, ενώ ο Balthus, αν και πολεμιστής πάλης, όπως ο Rafael, μπορεί παράλληλα να χρησιμοποιήσει μαγεία θεραπείας και να βοηθήσει τους συμπολεμιστές του που κινδυνεύουν.

Το ποιος ακριβώς είναι ο ρόλος τους στην κεντρική ιστορία, αν έχουν κάποια σχέση με την Εκκλησία της Seiros (και γενικά με όλα όσα έχουμε μάθει για την ιστορία και τη θρησκευτική παράδοση του παιχνιδιού στην βασική ιστορία) είναι κάτι που αναμένεται να ανακαλύψει ο παίκτης μόνος του. Άλλωστε, δεν τίθεται θέμα χρονικής διάρκειας για να συμβεί αυτό. Το εν λόγω κεφάλαιο είναι από τα πιο μικρά που έχουμε δει μέχρι στιγμής, με συνολική διάρκεια που αναμένεται να αγγίξει, αλλά δεν μπορεί να ξεπεράσει, τις πέντε ώρες. Μέσα σε αυτό το διάστημα ο παίκτης αναμένεται να βιώσει μια κλασική ιστορία Fire Emblem, με χαρακτήρες που μπορεί να είναι καλογραμμένοι αλλά και αδιάφοροι, με έξυπνες, σποραδικές ατάκες, στίγματα προδοσίας, ψήγματα προσωπικού οφέλους και, φυσικά, το υπέρτατο συναίσθημα αυταπάρνησης και αυτοθυσίας μπροστά σε μια μεγάλη απειλή που έρχεται να ανατρέψει τις ισορροπίες του κόσμου όπου εκτυλίσσεται το παιχνίδι.

Ακόμα και μετά την ολοκλήρωση της ιστορίας, όμως, δεν μπορούμε να αποφασίσουμε αν είμαστε ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα, ή όχι. Βλέπετε, το τελικό αποτέλεσμα όσον αφορά στην κεντρική ιστορία θυμίζει περισσότερο ένα τηλεοπτικό κεφάλαιο – ή, για να το θέσουμε καλύτερα, με ένα επεισόδιο OVA, το οποίο περιλαμβάνει τους χαρακτήρες που γνωρίζουμε, τον κόσμο που γνωρίζουμε, θα μπορούσε να αποτελεί κομμάτι της κανονικότητας της πλοκής του παιχνιδιού, αλλά δυστυχώς στο τέλος καταλήγει απλά να το παρασύρει ο άνεμος της ανυπαρξίας αν συγκριθεί με την πληρότητα της κεντρικής ιστορίας.

Το Cindered Shadows είναι ένα κεφάλαιο που μπήκε απλώς για να υπάρχει, σε μια τοποθεσία που το κεντρικό παιχνίδι έχει κυριολεκτικά εξαντλήσει, αποτυγχάνοντας να εκμεταλλευτεί το τεράστιο και ανεκμετάλλευτο υλικό που μπορεί να προσφέρει ο Fódlan. Το περιεχόμενο της ιστορίας εξυπηρετεί απλώς το συγκεκριμένο πακέτο επέκτασης και δεν έχει καμία, μα απολύτως καμία σύνδεση με το βασικό παιχνίδι.

Η εξέλιξη της πλοκής εκτυλίσσεται εντός της Αβύσσου, σε διαφορετικά σημεία, αλλά με σχεδόν τα ίδια χαρακτηριστικά. Με την υποχρεωτική χρήση μιας συγκεκριμένης τοποθεσίας, απουσιάζει η ποικιλομορφία στο σχεδιασμό των χαρτών, ενώ τα μοτίβο τείνουν να επαναλαμβάνονται άσχημα, πλην μιας αποστολής, η οποία στέλνει την ομάδα μας λίγο έξω από τη Μονή. Δεν μπορούμε να πούμε πως οι χάρτες κρύβουν κάποια ιδιαίτερη δυσκολία ή παγίδες/ μηχανισμούς που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε προς όφελός μας στη μάχη. Αντιθέτως, υπάρχουν οι φορές εκείνες που αναγκαζόμαστε να διεκπεραιώσουμε μια αποστολή όσο το δυνατόν ταχύτερα, μην επιτρέποντάς μια περισσότερο στρατηγική προσέγγιση, ή το να απολαύσουμε το map design και τη μουσική υπόκρουση που βρίσκεται σε αξιοπρεπέστατα επίπεδα. Έτσι, σε συνδυασμό με όλα όσα προαναφέραμε, μιλάμε για μια κάπως άγευστη, βαρετή ίσως εμπειρία, η μη ύπαρξη της οποίας δεν θα μείωνε καθόλου την αξία του κυρίως παιχνιδιού.

Δεν θέλουμε να στεκόμαστε, ωστόσο, μόνο στα αρνητικά. Μπορεί στην πλοκή το Cindered Shadows να μένει μάλλον…μετεξεταστέο, εν τούτοις στο κομμάτι του gameplay φαίνεται ότι τα πάει εξαιρετικά. Για αρχή, αρκούμαστε στο να αναφέρουμε πως από άποψη δυσκολίας, το Cindered Shadows μας έδωσε ακριβώς αυτό που περιμέναμε πολύ καιρό από ένα παιχνίδι της σειράς Fire Emblem: αρκετή δυσκολία, ακόμα και στα χαμηλότερα επίπεδα που προσφέρει το παιχνίδι. Κάθε χάρτης αποτέλεσε μια πραγματική πρόκληση ως προς το πώς θα κινηθούν οι διαθέσιμες μονάδες μας και στο πού θα πρέπει να πρέπει να εστιάσουμε όσον αφορά στον σωστό διαμοιρασμό των πόντων εμπειρίας και στην ανάπτυξη των διαθέσιμων μονάδων μας.

Άλλωστε, ο έλεγχος μόλις 11 μονάδων, χωρίς δυνατότητα προσθήκης μελών στην ομάδα μας από την πληθώρα των συνολικών διαθέσιμων που δίνει το παιχνίδι, μας κάνει να είμαστε περισσότερο προσεκτικοί στο πού αξίζει να επενδύσουμε τους πόντους εμπειρίας που παίρνουμε από τη μάχη. Και αυτό γιατί, εν αντιθέσει με το κεντρικό παιχνίδι, δεν μας δίνεται η δυνατότητα συμμετοχής σε δευτερεύουσες μάχες, πέρα από την κεντρική ιστορία, κάτι που δεν μας επιτρέπει να αποκτήσουμε ούτε την απαραίτητη εμπειρία, αλλά ούτε και αρκετούς πόρους για να αποκτήσουμε καλύτερο εξοπλισμό. Αυτομάτως αυτό μας ανάγει στην εποχή του Fire Emblem Fates: Conquest, όπου το βασίλειο του Nohr αντιμετώπιζε την ίδια έλλειψη χρημάτων και πόρων και η διαχείρισή τους έπρεπε να γίνει όσο το δυνατόν πιο σοφά.

Ωστόσο, το Conquest μάς επέτρεπε να συμμετάσχουμε σε Paralogue και Extra Quests, γεγονός που έκανε τις όποιες ελλείψεις περισσότερο υποφερτές. Το Cindered Shadows, από την άλλη, προσφέρει έναν μεγάλο αριθμό υλικών που χρησιμοποιούνται για την επισκευή των όπλων που έχουμε ήδη στη διάθεσή μας, ή τη σφυρηλάτησή τους σε πιο ισχυρές εκδοχές τους – δεδομένου, βέβαια, ότι έχουμε και το κατάλληλο χρηματικό ποσό που θα μας επιστρέψει να κάνουμε αυτές τις ενέργειες. Και πάλι, όμως, όσο προχωρούμε προς το φινάλε του πακέτου ιστορίας, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αίσθηση που έχουμε ότι πιθανότατα υστερούμε σε σχέση με τον αντίπαλο και ότι κάθε βήμα, κάθε επίθεση, ακόμα και η χρήση του Divine Pulse, θα πρέπει να πραγματοποιούνται με τη μεγαλύτερη προσοχή, προσέγγιση και σύνεση.

Το πρόβλημα όμως παραμένει. Όσο και αν είμαστε ικανοποιημένοι με το κομμάτι του gameplay, όσο χαρούμενοι και αν είμαστε για το επίπεδο της πρόκλησης, που τόσο ταιριάζει στο ύφος και τις απαιτήσεις της σειράς Fire Emblem, εν τούτοις δεν μπορούμε παρά να μην έχουμε στην άκρη του μυαλού μας πως η μικρή διάρκεια, αλλά και το περιορισμένο πλαίσιο εξέλιξης του Cindered Shadows, αποτελούν υποσχέσεις για κάτι που τελικά δεν παραδόθηκε. Μας λυπεί το γεγονός ότι οι Yuri, Balthus, Constance και Hapi μπαίνουν σαν σφήνα σε ένα τμήμα του παιχνιδιού, το οποίο εν τέλει ελάχιστα συνδέεται με την υπόθεση του κανονικού. Ωστόσο, ακόμα και αν η ιστορία του Cindered Shadows δεν έχει τη σύνδεση που θα θέλαμε, εν τούτοις δεχόμαστε με ικανοποίηση την προσθήκη της Abyss ως μια νέα τοποθεσία προς εξερεύνηση στο κανονικό παιχνίδι, και τη δυνατότητα στρατολόγησης και των τεσσάρων νέων πολεμιστών αφού ολοκληρωθεί η ιστορία του επιπλέον κεφαλαίου.

Ίσως και αυτή θα έπρεπε να ήταν η πορεία του εν λόγω πακέτου επέκτασης από την αρχή – μια νέα τοποθεσία προς εξερεύνηση (όσο μπορεί κανείς να αρκεστεί στην εξερεύνηση της Αβύσσου), οι πρόσθετες μονάδες και ένα σύντομο μήνυμα για την προέλευσή τους και την αποστολή τους. Δεν είναι όμως. Έτσι, έχουμε ένα Expansion Pass που διατίθεται σε τιμή ελαφρώς χαμηλότερη σε σχέση με αντίστοιχα άλλων τίτλων εκεί έξω. Το συγκεκριμένο pass έχει να προσφέρει επιπρόσθετες αποστολές και βελτιώσεις στο αρχικό παιχνίδι, επεκτείνοντας ακόμα περισσότερο την εμπειρία μας. Η προσφορά του Cindered Shadows, όμως, δεν είναι αυτό που περιμέναμε από την Intelligent Systems και τη Nintendo, καθώς οι υποσχέσεις για μια «ολοκαίνουρια ιστορία, με πολλά κεφάλαια, χαρακτήρες και τοποθεσίες» χαρακτηρίζονται, στην καλύτερη περίπτωση, επιφανειακά διεκπεραιωμένες.

Ίσως αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο το Cindered Shadows δεν προσφέρθηκε αυτόνομο, όπως συνέβη και στην περίπτωση του Torna: The Golden Country. Κατά συνέπεια, θα προτείναμε την επένδυση στο συγκεκριμένο pass, και αναπόφευκτα και στο Cindered Shadows, σε όσους ενδιαφέρονται να βιώσουν τη συνολική εμπειρία, η οποία αποκομίζεται κυρίως μέσω των προσθηκών στο βασικό παιχνίδι. Όσοι, πάλι, περίμεναν την κυκλοφορία του Cindered Shadows ως βασική αιτία απόκτησης του pass, καλύτερα να το σκεφτούν πιο ψύχραιμα και αβίαστα. Ένας ακόμα Οίκος δεν φαίνεται, εν τέλει, να κάνει την ουσιαστική διαφορά.


 

Exit mobile version