Unbound: Worlds Apart | Review

Η πλημμύρα των indie παιχνιδιών σημαίνει ότι η διαδικασία της διαλογής των καλών δειγμάτων πολλές φορές προσεγγίζει τη ρήση “βελόνα στα άχυρα”. Με τις δεκάδες παραγωγές να εμφανίζονται σχεδόν κάθε μέρα, γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο ένας άσημος δημιουργός να καταφέρει να ξεχωρίσει. Συχνά προσπαθούμε να εντοπίσουμε εκείνο το indie που θα προσφέρει κάτι πραγματικά φρέσκο σε κανόνες gameplay (πράγμα σχετικά σπάνιο είναι η αλήθεια), εκείνο που έχει να δείξει κάτι ενδιαφέρον στον οπτικό τομέα (ακόμα και αν πρόκειται για σκληροπυρηνική pixel art) ή ακόμα καλύτερα συνδυασμό αυτών των δύο. Μερικές φορές όμως τελικά αρκεί να πιάσουμε στα χέρια μας ένα παιχνίδι σαν το Unbound: Worlds Apart, το οποίο δεν έχει καμία επιθυμία να φέρει κάτι νέο στο τραπέζι.

Αντιθέτως, επιχειρεί απλά να μεταφέρει μία άκρως γνώριμη platform εμπειρία, που όμως είναι με τόσο αγνό τρόπο διασκεδαστική, δουλεμένη και γνήσιας indie ιδιοσυγκρασίας -από όλες τις πλευρές- που πραγματικά αρκεί και με το παραπάνω για μία πραγματικά ευχάριστη ενασχόληση 6-7 ωρών.

Εξαρχής η απλοϊκή υπόθεση περί του παραμυθένιου fantasy κόσμου που αρχίζει ξαφνικά να καταστρέφεται από μία μυστήρια δαιμονική δύναμη, δείχνει να αρκεί για το τυπικό σεναριακό ντύσιμο της περιπέτειας του νεαρού και μικροκαμωμένου μάγου Soli. Άλλωστε από τα πρώτα λεπτά είναι εμφανές ότι η εμπειρία βασίζεται στο 100% στο gameplay της, σε τόσο αρχετυπικούς platform όρους, που το σενάριο θα μπορούσε κάλλιστα να περιοριστεί και σε ένα εισαγωγικό βίντεο.

Η βασική gameplay ουσία του Unbound: Worlds Apart εντοπίζεται στις διαφορετικές μαγικές ιδιότητες που ενεργοποιεί ο Soli, κάθε μία εκ των οποίων ενεργοποιείται αυστηρά σε συγκεκριμένα σημεία του χάρτη. Επιπλέον, όλες οι μαγείες ενεργοποιούνται με τη μορφή ενός κύκλου που σχηματίζεται με μία ακτίνα μερικών μέτρων γύρω από τον πρωταγωνιστή. Μία μαγεία, για παράδειγμα, αλλάζει το τοπίο εντός του κύκλου από ένα απλό σπήλαιο σε μία ηφαιστειακή περιοχή, εμφανίζοντας παράλληλα πλατφόρμες, εξαφανίζοντας ή εμφανίζοντας τοίχους κ.λπ. Με την κατάλληλη χρήση της μαγείας θα πρέπει να μεταφερόμαστε συνεχώς και αυτοστιγμεί μεταξύ των δύο περιβαλλόντων όπου κάθε ένα έχει τις δικές του παγίδες και διεξόδους.

Άλλη μαγεία ενδέχεται να αλλάζει τη φορά της βαρύτητας, να προσφέρει φως σε πλήρως σκοτεινά περιβάλλοντα κ.λπ. Η ποικιλία από μαγείες είναι ικανοποιητική για τη διάρκεια του παιχνιδιού και παρόλο που δεν κρύβονται εκπλήξεις (πόσες φορές έχουμε δει να αλλάζει η βαρύτητα ως gameplay μηχανισμός…) η ρουμάνικη και μόλις τριμελής Alien Pixel Studios αξιοποιεί με περίσσιο μεράκι αυτούς τους μηχανισμούς.

Τα περιβάλλοντα είναι γεμάτα από light περιβαλλοντικούς γρίφους και –κυρίως- απαιτητικά platforming σημεία όπου χρειάζεται να συνδυάζετε τα άλματα ακριβείας και τις μαγείες με γρήγορο ρυθμό. Ο βαθμός δυσκολίας είναι αναμφίβολα υψηλός, αλλά επιτυγχανεται με μία καλή ισορροπία ώστε να μην είναι αχρείαστα σαδιστικός. Τα checkpoints είναι πάντα κοντά στα πιο δύσκολα σημεία καθώς επίσης και ο χειρισμός του Soli είναι υποδειγματικός.

Η ποικιλία στις ικανότητες του Soli του περιορίζεται στο διπλό άλμα και το dash, δηλαδή δύο εντελώς κοινότυπες κινήσεις, που ακόμα και αυτές τις ξεκλειδώνετε σταδιακά. Αν και σε πρώτη ανάγνωση φαντάζει υπερβολικό να χρειάζεται η σταδιακή πρόσβαση σε αυτές τις ικανότητες, τελικά αυτό εξυπηρετεί τους περιβαλλοντικούς γρίφους αλλά και τα platforming σημεία, που αξιοποιούν πλήρως την αρχική έλλειψη αυτών των δυνατοτήτων. Με την απόκτηση των υπόλοιπων ικανοτήτων οι ρυθμοί ανεβαίνουν, και σταδιακά οι νέες καταστάσεις απαιτούν ακόμα περισσότερες συνδυαστικές κινήσεις, ανεβάζοντας με ομαλό τρόπο τον βαθμό δυσκολίας.

Θα πρέπει να αναφέρουμε εδώ ότι το gameplay του Unbound: Worlds Apart δεν περιέχει το παραμικρό σύστημα μάχης. Ο Soli θα πρέπει στο συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα της περιπέτειας να βρίσκει τρόπο αποφυγής των εχθρών ή ορισμένες φορές να τους εξοντώνει εκμεταλλευόμενος το περιβάλλον. Αυτή η έλλειψη δεν του στερεί οποιονδήποτε βαθμό, καθώς ο έξυπνος και ποικίλος σχεδιασμός του platforming αντισταθμίζει πλήρως την ανάγκη για οποιοδήποτε σύστημα μάχης.

Όσον αφορά τη δομή του χάρτη, η περιπέτεια είναι κατά κύριο λόγο γραμμική, διατηρώντας έτσι έναν αμείωτο ρυθμό. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι οι 6-7 ώρες διάρκειας καταλήγουν να είναι ικανοποιητικές για το ύφος του παιχνιδιού, κυρίως επειδή απουσιάζει το backtracking ή η επανάληψη περιοχών (πλην λιγοστών περιπτώσεων που δεν διαρκούν παρά μερικά λεπτά χάρη στον εύχρηστο fast travel μηχανισμό του).

Οπτικά το Unbound: Worlds Apart δεν έρχεται να ταράξει τα νερά αλλά και πάλι τα σχεδιασμένα στο χέρι περιβάλλοντά του δίνουν μία ευχάριστη αισθητική παιδικού animation, με απαλές γραμμές και ζεστά χρώματα. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει και στον “διπλό” σχεδιασμό που έχει γίνει στην πλειοψηφία των περιβαλλόντων, δεδομένου ότι τις περισσότερες φορές που ενεργοποιούμε τη μαγεία, το εικαστικό ντύσιμο αλλάζει σημαντικά, δίνοντας έτσι εύστοχα την εντύπωση ότι βρισκόμαστε σε δύο παράλληλα σύμπαντα.

Η απλότητα του Unbound σημαίνει ότι δεν έχουμε και πολλά περισσότερα να αναφέρουμε για το ίδιο το παιχνίδι, αν και αυτό σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να εκληφθεί ως μειονέκτημα. Το πόνημα της Alien Pixel Studios δεν έρχεται να θέσει νέες βάσεις στο είδος ή να διεκδικήσει βραβεία, αλλά καμία ανάγκη δεν έχει για κάτι τέτοιο. Αρκεί που προσφέρει γνώριμη, ανόθευτη και δουλεμένη 2D platform εμπειρία, την οποία θεωρούμε ότι οι λάτρεις του είδους θα ευχαριστηθούν δεόντως.

To Unbound: Worlds Apart κυκλοφορεί από τις 28/7/21 για PC και Switch. Το review βασίστηκε στην έκδοσή του για PC, με review code που λάβαμε από την Alien Pixel Studios.

Exit mobile version