Aliens: Fireteam Elite | Review

Θα μπορούσαμε να γράψουμε μία εκτενή εισαγωγή για τη σημασία των Alien (1979), του Ridley Scott, και Aliens (1986), του James Cameron, αλλά θα ήταν μάλλον ανώφελο να θυμηθούμε με ενθουσιασμό δύο από τις πλέον κλασικές ταινίες του είδους μόνο για να σας προσγειώσουμε απότομα στη μετριότητα (στην καλύτερη περίπτωση) του Aliens: Fireteam Elite.

Εάν η Cold Iron Studios στόχευε να προσφέρει κάτι εφάμιλλο με την ταινία του Cameron, τότε θα λέγαμε ότι απέτυχε παταγωδώς, καθώς ακόμα και το ιδιαίτερα προβληματικό Aliens: Colonial Marines (2013) δείχνει σαφέστατα πιο φιλόδοξο ως προς αυτόν το στόχο. Αντιθέτως, θα λέγαμε ότι η αμερικάνικη ομάδα ανάπτυξης εστίασε περισσότερο σε μία νερωμένη εκδοχή ενός Left 4 Dead, μάλλον ξεχνώντας στην πορεία να ενσωματώσει στοιχεία των ταινιών που να του προσδίδουν με ουσιαστικό τρόπο χαρακτήρα.

Το Aliens: Fireteam Elite επιχειρεί απλά και μόνο να εκμεταλλευτεί το όνομα του franchise και τον εμβληματικό σχεδιασμό των aliens, ποντάροντας ότι αυτά είναι ικανά στοιχεία από μόνα τους για να πείσουν κάποιον να προβεί στην αγορά του (κάτι που σε πρώτη φάση φαίνεται να το πέτυχε).

Για το σενάριο δεν χρειάζεται να πούμε πολλά, καθώς είναι εμφανές ότι η ιστορία βρίσκεται εκεί απλά ως μία πρόφαση για να έρθουμε αντιμέτωποι με τα aliens καθώς και διάφορα ανδροειδή. Δεν θα σας κουράσουμε με λεπτομέρειες και θα αρκεστούμε να αναφέρουμε ότι παίρνουμε το ρόλο πεζοναυτών, που θα κληθούν να ερευνήσουν ένα SOS σήμα από τον διαστημικό σταθμό Katanga, όπου, προς μεγάλη έκπληξη, θα έρθουν αντιμέτωποι με aliens. Δεν γίνεται οποιαδήποτε προσπάθεια να αποφευχθούν προβλέψιμες και κλισέ καταστάσεις που απλά αναμασούν σεναριακές τροπές των ταινιών.

Έκπληξη προκαλεί η ανυπαρξία lip synching στους διάφορους NPCs, με τους οποίους μπορούμε να μιλήσουμε πίσω στη βάση μας, κάτι που μας μεταφέρει σε προ PS2 εποχές. Μέσω των συνομιλιών εντοπίζεται μία απέλπιδα προσπάθεια να δοθούν κάποιες πληροφορίες για το lore του σύμπαντος, αλλά όταν όλο το σκηνικό είναι τόσο α αποστειρωμένο, είναι δύσκολο κάποιος να επενδύσει χρόνο στο διάβασμα των κειμένων.

Η ανυπαρξία σεναρίου δεν θα αποτελούσε πρόβλημα, εάν το υπόλοιπο οικοδόμημα είχε κάτι να προσφέρει στο θέμα της δράσης, εντούτοις, εδώ είναι που θα βρει κανείς τα σημαντικότερα θέματα. Όχι επειδή υπάρχει κάτι που δεν λειτουργεί, αλλά επειδή πολύ απλά το παιχνίδι είναι αθεράπευτα τυπικό, ενσωματώνοντας παράλληλα μία σχεδιαστική φιλοσοφία που μας οδηγεί πολλά χρόνια πίσω.

Κάθε ένα από τα συνολικά 12 επίπεδα (διάρκειας έως 30 λεπτών το κάθε ένα) παρουσιάζει με μαθηματική ακρίβεια το ίδιο μοτίβο, δίχως καμία προσπάθεια να το εμπλουτίσει ή να το “κρύψει” πίσω από οποιαδήποτε παραμετροποίηση ή κάποιο gimmick. Εν ολίγοις, προχωράμε σε μία σωληνοειδή περιοχή, σκοτώνουμε μερικά αδέσποτα aliens, ερχόμαστε σε μία ανοιχτή αρένα, πατάμε το κουμπί που θα μας υποδείξει το παιχνίδι, σημείο όπου μας ζητάει να αμυνθούμε απέναντι από ορδές aliens για Χ χρονικό διάστημα, επαναλαμβάνουμε την προαναφερθείσα ρουτίνα άλλες μία ή δύο φορές και φτάνουμε στο τέλος του επιπέδου.

Σε όλα τα επίπεδα ανεξαιρέτως η παραπάνω αλληλουχία καταστάσεων επαναλαμβάνεται ασταμάτητα, διαφοροποιώντας μόνο (ελαφρώς) το εικαστικό. Ο σχεδιασμός των αρένων και των “σωλήνων” είναι με τη σειρά του ο πλέον τυπικός δίχως να κρύβει την οποιαδήποτε έκπληξη.

Ειδικά όταν φτάνουμε στην εκάστοτε αρένα, το παιχνίδι πλέον μετατρέπεται ξεκάθαρα σε ένα shooting gallery, όπου η ομάδα μας αρκεί να παραμείνει σχεδόν στατική για τη μεγαλύτερη διάρκεια της μάχης και απλά να σημαδεύει προς τις ορδές των aliens που έρχονται από το έδαφος και τα ταβάνια. Εδώ έρχεται το έτερο σχεδιαστικό πρόβλημα και φορά τα ίδια τα aliens, ένα από τα πλέον τρομακτικά, αδυσώπητα και άκρως θανατηφόρα τέρατα του κινηματογράφου που στην προκειμένη περίπτωση καταλήγουν να είναι κατακαημένα cannon fodders, δηλαδή αναλώσιμα “μπαρμπαδέλια”, που είναι καταδικασμένα να κατακρεουργηθούν κάτω από τα πυρά των όπλων μας κατά δεκάδες.

Σε κανένα σημείο του παιχνιδιού, ούτε καν στα εισαγωγικά τμήματα, δεν επιχειρείται να μας δημιουργήσει άγχος η εμφάνιση αυτών των εμβληματικών τεράτων. Την κίνησή τους στον χώρο θα μπορούσε να την πει κάποιος ως και αργή, με αποτέλεσμα να τα βλέπουμε να έρχονται κατά πάνω μας σχεδόν νωχελικά, δίνοντάς μας άπλετο χρόνο για να σημαδέψουμε και να τα εξοντώσουμε με μερικές ριπές.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα έρθουν και σημεία όπου θα χάσουμε, όταν τελικά καταφέρουν να μας κυκλώσουν σε μεγάλους αριθμούς, αλλά αυτό συμβαίνει σπανίως και εν τέλει δεν είναι σε θέση να δημιουργήσει την οποιαδήποτε ένταση όταν στο μεγαλύτερο κομμάτι της εμπειρίας απλά πασχίζουν να μας πλησιάσουν.

Τουλάχιστον υπάρχει μία κάποια προσπάθεια να δοθεί μία σχετική ποικιλία, φέρνοντας στην εξίσωση ορισμένα διαφορετικά aliens (αρκετά καλοσχεδιασμένα είναι η αλήθεια), όπως αυτά που φτύνουν οξύ από απόσταση, ή ορισμένα κατάφρακτα aliens που μπορούν να ακινητοποιήσουν κάποιον παίκτη της ομάδας και γενικά θέλουν μεγάλο αριθμό πυρών για να πέσουν. Και πάλι όμως αυτή η κάποια ποικιλία που υπάρχει δεν είναι σε θέση να αμβλύνει το επαναλαμβανόμενο, κουραστικό και παρωχημένο gameplay. Κατά τα μέσα του παιχνιδιού η εμφάνιση ανδροειδών που φέρουν πυροβόλα όπλα χειροτερεύει την κατάσταση αντί να την εμπλουτίσει, μετατρέποντας σε ορισμένα τμήματα το Aliens: Fireteam Elite -με αχρείαστο τρόπο- σε ένα cover based shooter που είναι πολλά χρόνια πίσω από τον ανταγωνισμό.

Θα αναφέρουμε κάπου εδώ ότι υπάρχουν συνολικά πέντε κλάσεις, με ξεχωριστό εξοπλισμό και skills, όμως δεν θα λέγαμε ότι προσφέρουν ιδιαίτερη ποικιλία και δυνατότητα για synergies, αλλά ούτε και δείχνουν να είναι ιδιαίτερα balanced. Τουλάχιστον κατά την ενασχόλησή μας η κλάση του Gunner φαινόταν απλά υποδεέστερη και χωρίς κανέναν λόγο να επιλεχθεί έναντι του Demolisher, ο οποίος μπορεί να φέρει ταυτόχρονα στον εξοπλισμό του το κλασικό pulse rifle αλλά και το smart gun, το οποίο ουσιαστικά σημαδεύει αυτόματα τους εχθρούς.

Επιπλέον, το παιχνίδι είναι με τέτοιο τρόπο στημένο που να παροτρύνει για πολλαπλές επισκέψεις σε διάφορες πίστες (για να εντοπίσουμε τα διάφορα collectibles αλλά κυρίως για να ανέβουμε levels), κάτι που όμως φαντάζει ως γολγοθάς, καθώς ήδη στη μόλις εξάωρη διάρκειά του τα σημάδια επανάληψης είναι έντονα.

Εξυπακούεται ότι εάν κάποιος θελήσει να ασχοληθεί με το παιχνίδι τότε θα πρέπει να το προσεγγίσει ως αποκλειστικά co-op (υποστηρίζει έως τρεις παίκτες). Τα bots που τοποθετούνται στη θέση των παικτών, σε περίπτωση που δεν βρείτε άλλους online, κάνουν γενικά καλή δουλειά στην εξόντωση των aliens αλλά σίγουρα το παιχνίδι γίνεται σχετικά πιο υποφερτό με κανονικούς παίκτες.

Εν κατακλείδι, το Aliens: Fireteam Elite επαναφέρει μνήμες από τις παλιότερες εποχές των αχρείαστων movie tie-ins (παρόλο που η συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει movie για να κάνει tie-in) που κατάφερναν να περνούν στη λήθη ένα μήνα το πολύ μετά την κυκλοφορία τους (ή την πρεμιέρα της αντίστοιχης ταινίας), βασιζόμενα αποκλειστικά και μόνο στη δύναμη του ονόματος που έφεραν στον τίτλο τους.

To Aliens: Fireteam Elite κυκλοφορεί από τις 24/8/21 για PS5, PS4, PC, Xbox Series και Xbox One. Το review βασίστηκε στην έκδοσή του για το Xbox Series με review code που λάβαμε από την ave.

Exit mobile version