They Always Run | Review

Το They Always Run αποτελεί μία από αυτές τις χαρακτηριστικές περιπτώσεις παιχνιδιών, ανεξαρτήτως budget και μεγέθους ομάδας, όπου το τελικό αποτέλεσμα δείχνει έντονα το χάσμα μεταξύ οράματος και επιτυχούς υλοποίησης. Όχι ότι το πόνημα της Alawar Premium φαίνεται πως ήθελε να κάνει κάτι πραγματικά ρηξικέλευθο στο είδος των γραμμικών platform, αλλά από την άλλη είναι εμφανής η φιλοδοξία της για ένα πιο εντυπωσιακό και εκτενές σύμπαν που δεν κατάφερε να φέρει εις πέρας -όπως. για παράδειγμα, συνέβη στην περίπτωση του Lost in Random.

Οι ενδείξεις για τη δημιουργία αυτής της εντύπωσης είναι πολλές και σε κάθε τομέα του παιχνιδιού, από το εικαστικό ντύσιμο έως το gameplay. Το They Always Run επιχειρεί να μας μεταφέρει σε ένα sci-fi σύμπαν και δη σε κάτι παραπλήσιο με αυτό του αδικοχαμένου Firefly. Παίρνουμε τον έλεγχο του Aidan, ο οποίος είναι ένας μεταλλαγμένος κυνηγός επικηρυγμένων με τρία χέρια. Αν και αρχικά ο βασικός μας σκοπός είναι να εντοπίσουμε μεμονωμένους εγκληματίες προκειμένου να βγάλουμε τα προς το ζην, σύντομα θα έρθει στο προσκήνιο μία ευρύτερη ιστορία που αφορά, μεταξύ άλλων, τον ρατσισμό που επικρατεί απέναντι στους μεταλλαγμένους.

Σταδιακά θα έρθουν στο διαστημόπλοιό μας άλλοι δύο χαρακτήρες, ο καθένας με τους δικούς του στόχους, συμπληρώνοντας ένα πλήρωμα με φαινομενικά τεταμένες σχέσεις, που όμως δεν θα αργήσουν να αναπτύξουν αλληλεγγύη μεταξύ τους. Η γραφή επιχειρεί να χτίσει lore και να αποδώσει πινελιές χιούμορ μεταξύ ορισμένων πιο δραματικών καταστάσεων, αλλά οι διάλογοι αποτυγχάνουν στο μεγαλύτερο μέρος τους να είναι φυσικοί. Ορισμένα εμβόλιμα flashbacks επιδιώκουν να εμβαθύνουν στο παρελθόν του Aidan, αλλά η απότομη εμφάνισή τους και το μπερδεμένο περιεχόμενό τους δημιουργεί ερωτηματικά για τους λάθους λόγους.

Η συνολικά εξάωρη περιπέτεια τελικά καταλήγει σε ένα από τα πιο απότομα φινάλε που έχουμε δει, το οποίο ξεκάθαρα αφήνει το σενάριο μετέωρο. Αυτό δεν είναι αναγκαία κακό αν ένας δημιουργός επιθυμεί να συνεχίσει την ιστορία του σε μετέπειτα sequel(s). Εντούτοις, εδώ γίνεται με τόσο άκομψο τρόπο, που στην κυριολεξία μάς ώθησε να κάνουμε load στο τελευταίο checkpoint καθώς πιστέψαμε ότι οι τίτλοι τέλους εμφανίστηκαν λόγω κάποιου bug και όχι επειδή όντως φτάσαμε στο φινάλε.

Πέρα από το προβληματικό σενάριο, το They Always Run δυστυχώς έχει διάφορα σχεδιαστικά προβλήματα στο gameplay και στον οπτικό τομέα που το κρατάνε σε μέτρια επίπεδα, όσο κι αν φαίνεται η φιλοδοξία των δημιουργών για κάτι πιο εντυπωσιακό. Το σύστημα μάχης επιχειρεί να ακολουθήσει τη σχολή των Batman Arkham, επιτρέποντας στον Aidan να εκτελεί με σχετική ευκολία αντεπιθέσεις.

Θεωρητικά τα τρία άκρα του δίνουν το ελεύθερο να αποκρούσει τρεις ταυτόχρονες αντίπαλες επιθέσεις. Αυτό είναι ένα animation που μπορεί να “γράφει” εντυπωσιακά στα trailers, αλλά στην πράξη μόνο μία φορά δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για να το εκτελέσουμε, και αυτό γιατί εμείς οι ίδιοι προσπαθήσαμε να φέρουμε τους εχθρούς σε τέτοια θέση ώστε να μας επιτεθούν ταυτόχρονα. Αυτό δεν θα ήταν παρά ένα μικρό πταίσμα αν τελικά το σύστημα μάχης ήταν σε θέση να προσφέρει κάτι πραγματικά εντυπωσιακό.

Αν και τα animations των parry είναι ικανοποιητικά, γενικά η μάχη καταλήγει να είναι άνευρη. Κατά διαστήματα ενδέχεται να πετύχετε κάποια σχετικά εντυπωσιακή χορογραφία, αλλά στην πλειονότητα των περιπτώσεων ο ρυθμός της μάχης καταλήγει να είναι αρκετά στατικός. Είτε θα κυνηγάμε κάπως άκομψα όσους έχουν πυροβόλα όπλα, είτε απλά θα περιμένουμε την αντεπίθεση κάποιου εχθρού, καθώς το σπαμάρισμα των επιθέσεών μας συνήθως βρίσκει το απροσπέλαστο αντίπαλο block.

Το platforming με τη σειρά του προχωράει σε ιδιαίτερα απλοϊκά μονοπάτια, δίχως να υπάρχει η οποιαδήποτε έμπνευση για ποικιλομορφία στους περιβαλλοντικούς κινδύνους. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι μεταλλικές σίτες, όπου γίνεται να αναρριχηθούμε, έχουν 1-2 διαφορετικούς σχεδιασμούς είτε βρισκόμαστε σε αστικό περιβάλλον, είτε σε κάποιον εξωτικό πλανήτη, είτε σε κάποιον υπόγειο ναό. Εν ολίγοις, δεν υπάρχει κάποια προσπάθεια να δημιουργηθεί έστω και η ψευδαίσθηση ποικιλομορφίας στις μεθόδους περιήγησης στο περιβάλλον, κάτι που έχει αντίκτυπο και στη θεματική των ταξιδιών σε διάφορους διαστημικούς σταθμούς και πλανήτες.

Σε γενικές γραμμές το platforming είναι μεν λειτουργικό αλλά παραμένει απελπιστικά επίπεδο και άνευ εκπλήξεων. Ο εμπλουτισμός με νέες δυνάμεις έρχεται αρκετά αργά και χωρίς πραγματικά να είναι σε θέση να προσφέρει κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί, όπως ο γάντζος ή η δυνατότητα για διπλό άλμα. Από εκεί και ύστερα υπάρχουν διάφορες ενδείξεις για την έλλειψη πόρων προς τη δημιουργία ενός εκτενέστερου και πιο προσεγμένου σύμπαντος. Στην πρώτη αποστολή μαθαίνουμε ότι τους διάφορους επικηρυγμένους εγκληματίες μπορούμε να αποφασίσουμε αν θα τους σκοτώσουμε ή αν θα τους κρατήσουμε ζωντανούς, κάτι που αφήνει τις υπόνοιες όχι μόνο για αλλαγές στην ανταμοιβή αλλά και για πιθανές εναλλακτικές σεναριακές εξελίξεις.

Τελικά αυτός ο μηχανισμός καταλήγει σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητος δεδομένου ότι θα συναντήσουμε μόνο μία άλλη περίπτωση όπου θα κληθούμε να επιλέξουμε αν θα μεταφέρουμε τον στόχο μας νεκρό ή ζωντανό.

Ένας ακόμα τομέας όπου φαίνεται η έλλειψη πόρων αφορά στο ηχητικό ντύσιμο, που πραγματικά είναι από τα πιο φτωχά που έχουμε ακούσει. Οι ομιλίες απουσιάζουν πλήρως και οι περιβαλλοντικοί ήχοι είναι χαρακτηριστικά ελλιπείς, δίνοντας την εντύπωση ενός άκομψα βουβού κόσμου. Το κυριότερο πρόβλημα όμως εμφανίζεται στα διάφορα ηχητικά εφέ που δίνουν την εντύπωση placeholder, δηλαδή προσωρινών ακατέργαστων ή και άσχετων ήχων οι οποίοι δίνουν την εντύπωση πως θα έπρεπε να είχαν αντικατασταθεί από δουλεμένους και ταιριαστούς ήχους πριν την κυκλοφορία του παιχνιδιού.

Το βασικό προτέρημα του They Always Run έρχεται τελικά σχεδόν αποκλειστικά από το σχέδιο του κόσμου, που δείχνει να βγαίνει από τις εικόνες κάποιου ευρωπαϊκού κόμικ. Η δουλειά σε αυτό το σκέλος είναι πραγματικά αξιοπρόσεκτη, καταφέρνοντας να το κάνει να ξεχωρίσει και να έχει με ουσιαστικό τρόπο τη δική του ταυτότητα ανάμεσα στα εκατοντάδες platform indies.

Δυστυχώς όμως αυτό δεν αρκεί για να αντισταθμίσει την αίσθηση ενός παιχνιδιού που απλά δεν είχε τους πόρους, το δυναμικό ή τον χρόνο για να φτάσει στο επίπεδο που φαίνεται ότι οραματιζόταν η ομάδα ανάπτυξης. Όλοι οι επιμέρους τομείς δείχνουν ξεκάθαρα να έχουν μείνει σε ένα ακατέργαστο σημείο, δίνοντας την εντύπωση ενός εκτενούς proof of concept το οποίο όμως τελικά δεν κατάφερε να ξεδιπλωθεί.

To They Always Run κυκλοφορεί από τις 20/10/21 για PC. Το review μας βασίστηκε σε review code που λάβαμε από την Alaware Premium.

Exit mobile version