Πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να κάνουμε έναν πρόλογο για τα ποιοτικά στάνταρτ που έθεσαν οι δύο πρώτες ταινίες του franchise των Alien, τόσο στο κομμάτι των horror όσο και σε αυτό των ταινιών δράσης. Από την άλλη πλευρά θα πούμε δύο λόγια για τις μεταφορές αυτού του σύμπαντος στα βιντεοπαιχνίδια, όπου μπορεί να είχαμε μία καθόλα αξιόλογη μεταφορά της κλειστοφοβικής horror πρώτης ταινίας, μέσα από το παραγνωρισμένο Alien Isolation, αλλά το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για τις μεταφορές που εποφθαλμιούσαν το action στήσιμο του Aliens (1986).
Το Aliens: Colonial Marines δεν ήταν παρά μία ταλαιπωρημένη κυκλοφορία, που μόνο ως guilty pleasure θα μπορούσε να πει κανείς ότι είχε μία, κάποια αξία, ενώ καλύτερα να μη σχολιάσουμε την πρόσφατη περίπτωση του Aliens: Fireteam Elite. Ίσως τελικά οι third και first person προσεγγίσεις να μην ήταν και η καλύτερη δυνατή λύση για τη μεταφορά μίας εμπειρίας ανάλογης με αυτήν της ταινίας του 86. Προς αυτήν την κατεύθυνση η γαλλική και άσημη Tindalos Interactive φαίνεται να εντόπισε μία ιδανική συνταγή, παρότι εκ πρώτης όψεως μάλλον δεν προδιαθέτει θετικά.
Άλλωστε, είναι δύσκολο πειστεί κανείς ότι μία κλειστοφοβική, action εμπειρία, με έντονα στοιχεία horror, μπορεί να μεταφερθεί επαρκώς μέσα από την ισομετρική προοπτική. Αποτελεί μια προοπτική που δημιουργεί έντονα την αίσθηση ότι έχουμε τον ρόλο του παρατηρητή και λιγότερο ότι βρισκόμαστε οι ίδιοι στο πεδίο της μάχης, κάτι που “στα χαρτιά” φαίνεται να μη συνάδει με τη δημιουργία έντασης και άγχους.
Εντούτοις, είναι κάτι που τελικά λειτουργεί, δίνοντας έμπρακτα την αίσθηση ότι παίρνουμε μέρος σε συγκρούσεις, που παραπέμπουν με ευκολία σε αυτές της εμβληματικής σεκάνς του last stand των πεζοναυτών στην ταινία Aliens. Επιπλέον, σε μία gameplay προσέγγιση που φαντάζει ιδανική για πληκτρολόγιο και mouse είναι πραγματικά αξιέπαινο ότι η Tindalos Interactive το χειρίστηκε τόσο καλά ώστε, εκ του αποτελέσματος, να δίνεται η εντύπωση πως το gamepad τελικά είναι ο ιδανικός τρόπος για την ενασχόληση.
Με λίγα λόγια το Aliens: Dark Descent αποτελεί ένα παιχνίδι που φαίνεται ότι εξαρχής αναπτύχθηκε με γνώμονα τις κονσόλες, δίχως να δίνεται σε οποιοδήποτε σημείο η εντύπωση ότι έγιναν παραχωρήσεις. Μάλιστα αυτό είναι κάτι που επιτυγχάνεται σε ένα σύστημα μάχης που είναι πλήρως real time, επιτρέποντάς μας να λαμβάνουμε με ευκολία και σε δευτερόλεπτα καίριες αποφάσεις.
Αν και η ομάδα μας σε κάθε αποστολή αποτελείται από τέσσερις πεζοναύτες, ο έλεγχός τους γίνεται πάντοτε σαν να ελέγχουμε μία συμπαγή μονάδα. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι δεν δίνουμε εντολές σε κάθε πεζοναύτη ξεχωριστά, αντιθέτως, όταν δίνουμε εντολή να μετακινηθούν, προχωρούνε πάντα συντεταγμένα. Επιπλέον, όποτε θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε κάποιες ειδικές ικανότητες που μπορεί να έχει ο εκάστοτε πεζοναύτης (οβιδοβόλο, καραμπίνα, τοποθέτηση ναρκών κ.λπ.) αρκεί να επιλέξουμε την ειδική ικανότητα και ο πεζοναύτης που έχει τον κατάλληλο εξοπλισμό απλά θα την εκτελέσει.
Ήδη από τα πρώτα λεπτά ο χειρισμός γίνεται δεύτερη φύση, επιτρέποντάς μας να είμαστε επικεντρωμένοι στην κίνηση και ενεργοποίηση ικανοτήτων με γνώμονα την τακτική. Σε αυτό το απλό αλλά έξυπνο σύστημα χειρισμού βοηθάει σημαντικά και η A.I., με τους πεζοναύτες να εκτελούν άμεσα και κατάλληλα τις εντολές που τους δίνουμε.
Με έξυπνο τρόπο όταν χρειαστεί να δώσουμε εντολή για να ψάξουμε διάφορα κιβώτια για αναλώσιμα (πυρομαχικά, κυτία πρώτων βοηθειών κ.λπ.), να χακάρουμε υπολογιστές ή οποιαδήποτε άλλη ατομική ενέργεια θα δούμε έναν πεζοναύτη να εκτελεί άμεσα την εντολή, διατηρώντας παράλληλα τον έλεγχο της υπόλοιπης ομάδας. Άπαξ και ολοκληρωθεί η εκάστοτε ατομική ενέργεια ο πεζοναύτης θα επιστρέψει αυτομάτως στον σχηματισμό της ομάδας. Υπάρχουν γενικά διάφορες “πινελιές” στον χειρισμό που διατηρούν την απλότητα αλλά επιτρέπουν ταυτόχρονα να εκτελούμε διάφορες ενέργειες, με την A.Ι. να εκτελεί με λογική τις εντολές μας.
Η απολύτως λειτουργική A.I. εμπνέει πλήρη εμπιστοσύνη και στις μάχες, με τους πεζοναύτες να επιλέγουν από μόνοι τους πιο λογικούς στόχους, ανάμεσα από πολυάριθμους εχθρούς. Αν και υπάρχει η επιλογή να τους δώσουμε εντολή να σημαδέψουν κάποιον συγκεκριμένο εχθρό, στην πραγματικότητα ποτέ δεν νοιώσαμε την ανάγκη να χρησιμοποιήσουμε αυτήν τη λειτουργία.
Εν τέλει, αν και αρχικά ο χειρισμός δείχνει περιοριστικός, ο τρόπος με τον οποίο υλοποιείται ο έλεγχος της τετραμελούς ομάδας ως μία μονάδα λειτουργεί άψογα. Άλλωστε η κλειστοφοβική φύση της πλειοψηφίας των περιβαλλόντων αλλά και ο εξαιρετικά θανατηφόρος κίνδυνος των aliens δύσκολα θα μας οδηγούσαν στον διαχωρισμό της ομάδας.
Μιλώντας για τα aliens θα λέγαμε ότι είναι μάλλον το πρώτο παιχνίδι που βασίζεται στο εν λόγω franchise και επικεντρώνεται στη δράση, όπου αυτά τα εμβληματικά όντα δείχνουν το πόσο θανατηφόρα είναι, προκαλώντας ένταση ακόμα και εάν μόνο ένα από αυτά πλησιάσει την ομάδα μας. Από τη μία πλευρά οι πεζοναύτες δεν χρειάζεται και πολύ μέχρι να εξοντωθούν και από την άλλη η A.I. των aliens τους επιτρέπει να χυμάνε κατευθείαν πάνω μας, με μεγάλη ταχύτητα και απανωτά χτυπήματα. Αναμφίβολα το παιχνίδι δεν είναι διατεθειμένο να μας δώσει περιθώρια για ανάσες όταν τα aliens μας αντιληφθούν.
Θα πρέπει να τονίσουμε εδώ ότι το Aliens: Dark Descent μπορεί μεν να επικεντρώνεται στη δράση, αλλά αυτή δεν είναι πανταχού παρούσα. Οι πεζοναύτες δεν είναι άμεσα αντιληπτοί από τα aliens, καθώς πρέπει πρώτα να βρεθούμε στο πεδίο όρασής τους, ενώ συχνά η καλύτερη αντιμετώπιση των εχθρών είναι η αποφυγή τους. Σε έναν ταιριαστό εμπλουτισμό της δράσης αλλά και της επιφυλακτικότητας που πρέπει να έχουμε, εάν ένα alien μας αντιληφθεί και καταφέρουμε να το εξοντώσουμε, τότε όλα τα υπόλοιπα aliens θα αρχίσουν να έρχονται προς το σημείο που έπεσαν οι πυροβολισμοί.
Σαν να μην έφτανε αυτό, όσο περισσότερο ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα aliens τόσο πιο γρήγορα θα φτάσουμε στο σημείο να μας επιτεθεί μία ορδή από αυτά, κάτι που με μαθηματική ακρίβεια θα καταλήξει σε μακελειό εάν δεν προετοιμαστούμε κατάλληλα. Ιδίως σε αυτά τα σημεία το παιχνίδι μεταφέρει ιδανικά την προαναφερθείσα εμβληματική σκηνή της ταινίας Aliens.
Σε διάστημα λιγότερο του ενός λεπτού, θα πρέπει να βρούμε το κατάλληλο μέρος για να αμυνθούμε, ίσως να οξυγονοκολλήσουμε τις πόρτες για καλύτερη οχύρωση, να τοποθετήσουμε τα διάφορα αυτόματα πολυβόλα σε κατάλληλες θέσεις αλλά και να ενεργοποιήσουμε σωστά τις ειδικές ικανότητες που θα αυξήσουν τις πιθανότητες επιβίωσής μας. Η αίσθηση της έντασης όταν βλέπουμε στο ραντάρ πολλαπλές κουκίδες να πλησιάζουν είναι μοναδική, κάτι που πετυχαίνεται στο έπακρο ακριβώς επειδή η γαλλική ομάδα ανάπτυξης σχεδίασε τα aliens με τη θανατηφόρα φύση που τους αρμόζει.
Όπως προείπαμε η δράση εξελίσσεται σε πραγματικό χρόνο, αλλά τουλάχιστον έχουμε το βοήθημα της απεριόριστης επιβράδυνσης του χρόνου, επιτρέποντάς μας να επιλέγουμε τις ειδικές ικανότητες που είναι ικανές να κάνουν τη διαφορά. Μία καλά τοποθετημένη οβίδα, το ιδανικό πάτημα της σκανδάλης της καραμπίνας, η κατάλληλη στόχευση για μαζικά πυρά που επιβραδύνουν τους εχθρούς και ορισμένες άλλες ειδικές ικανότητες βοηθάνε σημαντικά στο κομμάτι της τακτικής που χαρακτηρίζει το παιχνίδι.
Γενικά το Aliens: Dark Descent πετυχαίνει μία ιδανική ισορροπία μεταξύ της καλλιέργειας της έντασης και της οριακής επιβίωσης, ώστε διαρκώς να μας κρατάει σε μία αγχώδη εγρήγορση, δίνοντάς μας την εντύπωση ότι ακόμα και ένα ή δύο alien μπορεί να είναι ικανά να εξοντώσουν την ομάδα μας αν δεν κινηθούμε προσεκτικά. Σε αυτήν την κατάσταση βοηθάει και η δομή των περιβαλλόντων, τοποθετώντας μας συχνά μέσα σε κτήρια, στενούς διαδρόμους και ασφυκτικά δωμάτια, υπό το χαρακτηριστικό συχνό άκουσμα του ανιχνευτή κίνησης.
Παρά τις ιδιαίτερα θετικές εντυπώσεις που μας άφησε το Aliens: Dark Descent, υπάρχουν και ορισμένα μελανά σημεία. Αν και τα aliens έχουν μία ικανοποιητική ποικιλία, το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για τις αντίπαλες ανθρώπινες μονάδες. Όταν συγκρουόμαστε με στρατιώτες το παιχνίδι δείχνει σαν να αποτελεί τον φτωχό συγγενή των XCOM, καθώς το μόνο που απαιτείται είναι να τοποθετήσουμε την μονάδα μας σε ένα από τα πολλαπλά σημεία κάλυψης και απλά να περιμένουμε να τελειώσουν οι πυροβολισμοί.
Ευτυχώς βέβαια αυτές οι μάχες δεν είναι πολλές και ούτε φτάνουν σε σημείο να επισκιάσουν τον πρωταρχικό κίνδυνο των aliens, αλλά είναι αρκετές ώστε να αποτελούν ουσιαστικό κομμάτι του παιχνιδιού και όχι απλά μία εξαίρεση. Επιπλέον, ένα κομμάτι όπου φαίνεται το σχετικά χαμηλό budget της παραγωγής (εικάζουμε βέβαια) αφορά στο θέμα των animations, τα οποία αφήνουν μία ελαφρώς μηχανική αίσθηση, ιδίως στην κίνηση των aliens. Αν μη τι άλλο μία πιο φυσική και ομαλή κίνηση θα προσέδιδε πολλούς πόντους στην – καλοφτιαγμένη- επικίνδυνη φύση αυτών των όντων.
Θα παρατηρήσατε επίσης ότι δεν έχουμε αναφερθεί στο σενάριο και αυτό γιατί γενικά δεν παρουσιάζει ουσιαστικό ενδιαφέρον, τουλάχιστον για την έκταση της διάρκειας, που μπορεί να ξεπεράσει τις 15 ώρες. Το σενάριο τοποθετείται μετά τα γεγονότα της τρίτης ταινίας, χωρίς ωστόσο αυτό να έχει κάποια σημασία, καθώς η ιστορία του είναι πλήρως αυτόνομη. Στα του παιχνιδιού, μία μυστηριώδης παραθρησκευτική οργάνωση αποφασίζει να αφήσει ελεύθερο ένα alien στο διαστημόπλοιο Otago, σπέρνοντας τον πανικό.
Από εκεί και ύστερα θα ξεκινήσει ένα κυνήγι χρόνου μεταξύ της προσπάθειας του πληρώματος του Otago να επισκευάσει το διαστημόπλοιο ώστε να αποφύγουν το αυτόματο σύστημα καταστροφής που έχει τεθεί σε λειτουργία και απειλεί τόσο το ίδιο το Otago όσο και τον διπλανό πλανήτη-ορυχείο. Οι σεναριακές τροπές δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ούτε προσθέτουν κάτι αξιομνημόνευτο στο lore. Σαν σενάριο θα μπορούσε ίσως να ήταν κατάλληλο για τη διάρκεια μιας ταινίας αλλά σε ένα παιχνίδι που εκτείνεται σε 15 ώρες δεν αργεί να κουράσει.
Όσον αφορά στο οπτικό επίπεδο το Aliens: Dark Descent δεν θα διεκδικήσει βραβεία, αλλά από την άλλη πετυχαίνει στο εικαστικό κομμάτι, πατώντας γερά στις βάσεις που έθεσαν οι πρώτες ταινίες, με τη lo-fi αισθητική στις διάφορες διαστημικές εγκαταστάσεις αλλά και το ιδιόμορφο εξωγήινο ντεκόρ που συνοδεύει τις περιοχές όπου επικρατούν τα aliens. Στον τομέα του ήχου δεν θα μπορούσαμε να περιμένουμε κάτι λιγότερο από τα αγαπητά ηχητικά εφέ των pulse rifles και τις ατάκες τύπου “game over man” κάτι στο οποίο δεν απογοητεύει το παιχνίδι.
Εν κατακλείδι το Aliens: Dark Descent έρχεται για να μεταφέρει το πρώτο πραγματικά αξιόλογο παιχνίδι που επιχειρεί και καταφέρνει να μεταφέρει μία εμπειρία δράσης ανάλογη με αυτήν που είδαμε στο Aliens του James Cameron. Η Tindalos Interactive μπορεί να μην έχει τα υπέρογκα ποσά άλλων μεγάλων παραγωγών αλλά το μεράκι και οι σωστές ιδέες επιτρέπουν να μεταφέρουν με αυθεντικό τρόπο μία από τις καλύτερες σκηνές δράσης που έχουμε δει, κάτι που από μόνο του αρκεί για να εξυψώσει το παιχνίδι σε μία από τις καλύτερες μεταφορές του franchise.
Το Aliens: Dark Descent κυκλοφορεί από τις 20/06/2023 για τα PlayStation 5, PlayStation 4, PC, Xbox Series X/S και Xbox One.