Μια εγκαταλειμμένη εγκατάσταση εξόρυξης ουρανίου. Μια Τσεχοσλοβακία που υπάρχει μόνο στη φαντασία, γεμάτη σκουριά, σωλήνες και κρατικά φυλλάδια ασφαλείας. Αν το Half-Life είχε φτιαχτεί σε εργοστάσιο της Škoda τη δεκαετία του ’80, μάλλον θα έμοιαζε πολύ με το Kvark. Ένα σκόπιμα παλιομοδίτικο FPS που δεν κρατάει τον παίκτη από το χέρι, αντιθέτως τον πετάει μέσα σε μια αναλογική κόλαση με έναν σωλήνα και κάτι τρεμάμενα φώτα. Όχι, δεν έχει manual. Και ναι, αυτή είναι η χάρη του.
Ο τίτλος θυμίζει Tatra 613 του ’85: μια από εκείνες τις παλιές τσεχοσλοβακικές λιμουζίνες που προορίζονταν για υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη του καθεστώτος. Βαριές, κάπως άτσαλες, αλλά με κύρος και χαρακτήρα. Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, τα πολυτελή (λέμε τώρα) αυτά οχήματα ξεχάστηκαν σε σκοτεινά γκαράζ και κάπως μαγικά, βρέθηκαν να ανήκουν σε κάποιον σαν εσάς.

Το χρώμα έχει ξεθωριάσει, το σασί μπορεί να τρίζει λίγο και η πόρτα να είναι στραβή και να μη κλείνει καλά, αλλά είναι πλέον δικό σας. Δεν είναι το πιο λαμπερό ή άψογο αμάξι, όμως σας πάει στον προορισμό σας. Με κολλημένο κασετόφωνο, μπίρα στο τασάκι και synth rock να παίζει χαμηλόφωνα την ίδια κασέτα, ξανά και ξανά. Η ατέλεια αυτή γίνεται κομμάτι της γοητείας. Και καθώς το “οδηγείτε”, καταλαβαίνετε ότι αυτή ακριβώς η έλλειψη λειτουργικότητας είναι που το κάνει ξεχωριστό.
Πίσω από τη νοσταλγική αυτή δημιουργία βρίσκεται η Latest Past, μια μικρή ομάδα από την Τσεχία, αποτελούμενη από τους Radovan Šťastný και Petr Pavlík. Το Kvark ξεκίνησε ως project φοιτητών στο Perun Academy, μια πρωτοβουλία εκπαίδευσης για νέους developers. Με την πολύτιμη υποστήριξη του studio Perun Creative από το Όστραβα, το παιχνίδι πήρε σάρκα και οστά, διατηρώντας ένα σχετικά άκαμπτο ύφος που εντέλει τείνει να το κάνει ξεχωριστό.

Βυθιστείτε λοιπόν σε μια εναλλακτική Τσεχοσλοβακία των ’80s, σε μια υπόγεια εγκατάσταση που λειτουργούσε υπό τη βαριά χειραγώγηση της κρατικής προπαγάνδας. Ξυπνάτε ως ένας υπάλληλος, μόνος στη σιωπή μιας εγκατάστασης που έχει καταρρεύσει. Η αφήγηση δεν εστιάζει σε εσάς, αντιθέτως μέσα από “σημειώματα”, logs και ambient λεπτομέρειες, αναπτύσσεται, σταδιακά, ένα σκηνικό θεμάτων εξουσίας, μυστικότητας και αθέατου, κρατικού ελέγχου.
Δεν υπάρχουν cutscenes ούτε φανεροί στόχοι. Η ιστορία χτίζεται κομμάτι κομμάτι, με το βάρος να πέφτει περισσότερο στην ατμόσφαιρα παρά στη δράση. Το αποτέλεσμα είναι βουβό, παράξενο και μελαγχολικά πειστικό. Παρόλα αυτά, η κεντρική ιστορία δεν καταφέρνει ποτέ να αναπτυχθεί με ουσιαστικό τρόπο, με αποτέλεσμα να μένει στο παρασκήνιο και να μην προσφέρει το κάτι παραπάνω.

Στο Kvark, δεν θα βρείτε tutorials, markers ή “σύγχρονες” βοήθειες. Το παιχνίδι βασίζεται στην παρατήρηση, την πειραματική πρόοδο και τη φυσική. Όπλα με βάρος, εχθροί που τιμωρούν (ίσως σε σημεία παραπάνω από όσο θα έπρεπε ή θα θέλαμε) και puzzles που απαιτούν κατανόηση του περιβάλλοντος και όχι απλούς συνδυασμούς κουμπιών. Η δράση είναι απλή αλλά όχι εύκολη, αντιθέτως δύστροπη. Δεν υπάρχουν δεκάδες εχθροί, ωστόσο όταν εμφανίζονται, απειλούν πραγματικά. Οι αντίπαλοι, ωστόσο, συχνά εμφανίζουν προβλέψιμη ή και υποτυπώδη AI, γεγονός που μειώνει την πρόκληση και τη στρατηγική στη προσέγγιση του gameplay.
Το ίδιο το level design σάς ενθαρρύνει να ψάξετε, να γυρίσετε πίσω, να παρατηρήσετε λεπτομέρειες και να χρησιμοποιήσετε ακόμα και… καρέκλες για να φτάσετε κάπου. Ενδιαφέρον; Ναι. Επαναλαμβανόμενο; Σίγουρα. Δυστυχώς, πολλές περιοχές μοιάζουν οπτικά μεταξύ τους, χωρίς ποικιλία, κάτι που μπορεί να κουράσει στην πορεία της εξερεύνησης ή και σε σημεία να μπερδέψει.

Το παιχνίδι αντλεί εμφανώς έμπνευση από κλασικά shooters των 90s όπως το Half-Life, το Doom και το System Shock 2, όπου η ατμόσφαιρα, η ένταση και η εξερεύνηση παίζουν κεντρικό ρόλο. Η νοσταλγία για εκείνη την εποχή είναι εμφανής στο design, τον ήχο και το pacing, ενώ η αυθεντική, ανατολικοευρωπαϊκή ατμόσφαιρα και το σκοτεινό, βιομηχανικό στυλ προσθέτουν μια φρέσκια αλλά και ταυτόχρονα νοσταλγική πινελιά που το κάνει να ξεχωρίζει.
Το campaign κρατά 5–6 ώρες – διάρκεια ιδανική για παιχνίδια αντίστοιχης κλίμακας – παρόλα αυτά είναι γεμάτο προσωπικότητα. Οι χώροι έχουν λογική, μικρές αφηγήσεις, γωνιές που μαρτυρούν ανθρώπινη παρουσία. Η επανάληψη αποφεύγεται έξυπνα, και οι εναλλαγές ρυθμού κρατούν το ενδιαφέρον. Υπάρχει κι ένα διακριτικό, μαύρο χιούμορ, συνήθως σε σημειώσεις εργαζομένων ή σε ειρωνικά μηνύματα ασφαλείας. Κάθε λεπτομέρεια, από ένα κολλημένο ντουλάπι μέχρι ένα ραδιόφωνο που ακόμα παίζει, προσθέτει στον κόσμο του παιχνιδιού.

Ανεπτυγμένος σε Unreal Engine 5, ο τίτλος δε στοχεύει στον ρεαλισμό αλλά στη νοσταλγία: επιτηδευμένα low-res υφές, pixelated και “βρώμικο” visual style που θυμίζει τις πρώτες εποχές του 3D gaming. Ο φωτισμός θυμίζει CRT monitor, με εσκεμμένη “βρωμιά” στο οπτικό περιβάλλον. Όλα αυτά υποστηρίζονται από σύγχρονες δυνατότητες: δυναμικά shadows, spatial audio κ.α. Παρόλα αυτά υπάρχουν -εμφανείς- αστάθειες στο frame rate και συχνά θα συναντήσετε διάσπαρτα διάφορα τεχνικά προβλήματα στην απόδοση του παιχνιδιού.
Ο ήχος είναι μισός οδηγός, μισός εφιάλτης. Ο πρωταγωνιστής σπάνια μιλά και όταν το κάνει, περισσότερο μουρμουρίζει στον εαυτό του. Ούτε HUD, ούτε prompts. Μόνο εσείς, μια αποθήκη και η ελπίδα πως πίσω από την επόμενη πόρτα δεν κρύβεται κάτι… χειρότερο.

Το Kvark δεν είναι απλώς ένα παιχνίδι που παίζεται, γιατί ειλικρινά αν μέναμε σε αυτό και μόνο το κομμάτι ίσως και να ήταν απλά ένα αποτέλεσμα μέτριο. Είναι μια εμπειρία που θα σας μεταφέρει σε έναν κόσμο που μοιάζει να έχει ξεμείνει στη μετάβαση, ανάμεσα σε μια περασμένη εποχή και την ακαθόριστη σύγχρονη πραγματικότητα. Είναι τρόπον τινά, σαν να κρατάτε μια παλιά, ξεχασμένη δισκέτα που βρήκατε πίσω από ένα αλμανάκ του ’89, όπου όταν τη βάζετε, δεν ξεκινάει απλά ένα πρόγραμμα αλλά μια ιστορία, μια αίσθηση, μια νοσταλγία που δεν είναι δική σας, αλλά τη νιώθετε, ανεξήγητα οικεία. Σας βάζει σε μια εποχή που δεν ζήσατε αλλά καταλαβαίνετε. Δεν θέλει να σας εντυπωσιάσει, θέλει να σας θυμίσει.
Ένα soviet‑core indie FPS που δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει. Αντίθετα, σας γνέφει από τη γωνία και σας λέει “πάμε να θυμηθείτε κάτι που δεν ζήσατε”. Και περιέργως… τα καταφέρνει.
Ραδιενεργό, σε όλα του τα επίπεδα, απλοϊκό σε σημεία -σκόπιμα θέλουμε να ελπίζουμε- στρεβλό. Νοσταλγικό αλλά ταυτόχρονα γοητευτικά αυθεντικό. Ένα μικρό indie που αφήνει αποτύπωμα, χωρίς ωστόσο να προτείνεται για όλους. Αν είστε φίλοι του retro, της σοβιετικής αισθητικής, των δεκαετιών των 80s και των early 90s, ίσως των παιχνιδιών βγαλμένων από μια άλλη εποχή, τότε κάντε τη στάση σας στον αφιλόξενο κόσμο του. Αν όχι, απλά προσπεράστε.
Το Kvark κυκλοφορεί από τις 15/5/25 για PS5, PS4, Switch, Xbox Series και Xbox One (για PC είναι διαθέσιμο από το 2024). Το review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για το PS5 με review code που λάβαμε από την PR Outreach.
