The Order of the Snake Scale | Review

Η νοσταλγία είναι ένα συναίσθημα σύνθετο. Κρύβει μέσα της και γλύκα και θλίψη. Θλίψη από τη μελαγχολία του “τώρα” που έγινε “κάποτε” και γλύκα γιατί αυτό το “τώρα” που νοσταλγούμε μοιάζει τρυφερό, φωτεινό και ευχάριστο. Εξ’ ου και η βιομηχανοποίηση του συναισθήματος αυτού. Όσο οι ρυθμοί των ζωών μας συνεχίζουν την ξέφρενη επιτάχυνσή τους, τόσο περισσότερο ο φθαρτός και ανθρώπινος νους μας θα αναζητά καταφύγιο σε ζεστές φωλιές του παρελθόντος συνυφασμένες με εποχές πιο νεαρές και  ξέγνοιαστες για εμάς. Μέσα από ταινίες, μέσα από μουσικές και φυσικά μέσα από βιντεοπαιχνίδια.

Ακριβώς εκεί, στην κάλυψη της παραπάνω ανάγκης, βρίσκει τον απαραίτητο ζωτικό χώρο για τη γέννησή της και η αντίστοιχη βιομηχανία.

Ο γράφων οφείλει να αναφέρει ότι απέναντι στη βιομηχανία αυτή κρατά μια στάση κριτική έως δύσπιστη. Αφενός γιατί στηρίζει το κέρδος της σε ένα αγνό και ευγενές ανθρώπινο συναίσθημα. Αφετέρου, όμως, γιατί – πλην των άλλων – έχει και την τάση να εξιδανικεύει το παρελθόν, και το φως με το οποίο λούζει τις αναμνήσεις του μερικές φορές είναι τόσο δυνατό όπου τα σκιερά σημεία του τείνουν να παραγκωνίζονται. Το The Order of the Snake Scale είναι το ιδανικότερο παράδειγμα για να μας θυμίσει μερικά από τα σημεία αυτά.

Ας πάρουμε τα πράγματα όμως από την αρχή. Το The Order of the Snake Scale είναι ένας indie survival / adventure horror τίτλος σε top-down isometric προοπτική. Το setting μάς μεταφέρει σε ένα δυστοπικό μέλλον όπου οι εταιρείες είναι η άρχουσα διοικητική μορφή των κοινωνιών, έχοντας απαγορεύσει οποιαδήποτε μορφή άσκησης θρησκευτικής πίστης.

Εμείς θα αναλάβουμε τον ρόλο του ντετέκτιβ Seth Vidius και θα ταξιδέψουμε σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, ονόματι “Happy Rocks”, με σκοπό την επίλυση μια υπόθεσης δολοφονίας μιας νεαρής γυναίκας με πολύ βάναυσο τρόπο. Όμως σύντομα θα ανακαλύψει ότι η πόλη κρύβει αρκετά παραπάνω μυστικά.

Η ιστορία του The Order of the Snake Scale, όπως και η γενικότερη αισθητική του, παρουσιάζει βαθιές και ξεκάθαρες επιρροές λαβκραφτιανής μυθολογίας, αλλά καταβολές του θα βρούμε και σε κλασικά ντετεκτιβικά μοτίβα αφήγησης τύπου Twin Peaks. Το gameplay του είναι κατά βάση adventure φύσεως, με έμφαση στην επίλυση γρίφων αλλά και στην εξερεύνηση και συλλογή στοιχείων, ωστόσο σε μεγάλο βαθμό υπάρχει και action στοιχείο, το οποίο χαρακτηρίζεται έντονα από survival horror τόνους.

Πρακτικά, κάποιος που η δεκαετία της ηλικίας του τελειώνει σε “-άντα” και έχει μια στοιχειώδη επαφή με το gaming, με την πρώτη επαφή κιόλας με τον τίτλο θα καταλάβει ότι έχουμε να κάνουμε με έναν κλώνο των Resident Evil (1-2-3).

Τα controls είναι “tank-y”, χαρακτηριστικό γνώρισμα της (χρυσής) εποχής των survival horror “παλιάς σχολής”. Για τους μη-γνωστές, αυτό σημαίνει ότι η κατεύθυνση της κίνησης του παίκτη ελέγχεται από διαφορετικό μοχλό από την κίνησή του. Συνεπώς, για να στρίψει ο χαρακτήρας μας σε έναν διάδρομο, πρέπει ο μοχλός που τον μετακινεί προς τα μπροστά να συνδυαστεί σε κίνηση και timing με τον μοχλό που στρίβει την κατεύθυνσή του.

Έτσι, σε πλήρη αναλογία, με τα εν λόγω παιχνίδια, το The Order of the Snake Scale διαθέτει σταθερές κάμερες με σκοπό να αποπροσανατολίσει τον παίκτη και να του δημιουργήσει το αίσθημα αδεξιότητας που θα συμβάλλει στο γενικότερο horror κλίμα. Αυτή, τουλάχιστον, είναι η πρόθεση του παιχνιδιού στα χαρτιά, γιατί επί της ουσίας τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά.

Όπως αναφέραμε και νωρίτερα, η νοσταλγία έχει την τάση να ξεχνάει τα μελανά σημεία των εμπειριών που θυμόμαστε, και αν στα τότε παιχνίδια υπήρχε ένα δεδομένα δύστροπο και ενοχλητικό χαρακτηριστικό, αυτό ήταν κατ’ εξοχήν το tank control system. Εκ των πραγμάτων, ένα σύστημα το οποίο έχει δημιουργηθεί για να δυσχεραίνει την κίνησή μας σε ένα χώρο, είναι ένα κακό σύστημα. Ενδεχομένως η αίσθηση αυτή στοχεύει στο να προσφέρει μεν ένταση σε μια πιεστική κατάσταση μάχης, όμως σε όλα τα υπόλοιπα τμήματα, όπου στόχος είναι η εξερεύνηση, η συλλογή εφοδίων ή clues γρίφων ή γενικότερα η περιήγηση στον χώρο, καταφέρνει να προξενεί μόνο παραπάνω εκνευρισμό και “ζαλούρα”.

Εξ ου και με τα χρόνια τα μετέπειτα παιχνίδια του είδους άφησαν πίσω τέτοιες τεχνικές και εξερεύνησαν άλλες διεξόδους και τεχνάσματα για το “χτίσιμο” του τρόμου. Άρα, από αυτή την επιλογή και μόνο το The Order of the Snake Scale βάζει την πρώτη τρικλοποδιά στον εαυτό του.

Οι δημιουργοί, βέβαια, στην προσπάθειά τους να εξομαλύνουν το αποτέλεσμα, δίνουν τη δυνατότητα – με τη χρήση ενός κουμπιού – ο detective μας να “τραβήξει” το όπλο του. Όταν το κάνουμε αυτό, ένα κομμάτι της οθόνης μεταβαίνει σε οπτική first person, η κάμερα “κολλάει” στα μάτια του χαρακτήρα και κινείσαι και στοχεύεις άμεσα εκεί που θες με ακρίβεια.

Το παραπάνω, αρχικά, είχε σαν σκοπό τη διευκόλυνση των action τμημάτων, όπου έπρεπε να εμπλακούμε σε μια μάχη. Ωστόσο, γρήγορα μέσα στο παιχνίδι ο παραπάνω μηχανισμός επιστρατεύεται σε γενικότερα πλαίσια και όχι μόνο για shooting, καθώς παρέχει μια γρήγορη και ανακουφιστική εναλλακτική σκοπιά σε διάφορες περιστάσεις όπου τα tank controls πονοκεφαλιάζουν – παραδείγματος χάρη, στην εξερεύνηση ενός δωματίου σε σημεία όπου η σταθερή κάμερα δεν δίνει οπτική πρόσβαση.

Το παραπάνω, αναφέρεται όχι ως θετικό, αλλά ως ενδεικτικό του προβλήματος που δημιουργούν τα tank controls και του πόσο “εκτός πραγματικότητας” βρίσκονται σήμερα. Ο χάρτης του Order of the Snake Scale είναι μικρός σε γενικές γραμμές. Περιορίζεται στα πλαίσια της μικρής πόλης, ωστόσο στη σύντομη διάρκειά του (3 με 3,5 ώρες περίπου) θα περιηγηθούμε σε αρκετά διαφορετικά περιβάλλοντα, όπως νεκροταφεία, εργοστάσια, υπονόμους και δάση.

Ακόμα ένα σημείο που ο τίτλος δείχνει την ηλικία του (ούτε εδώ με την καλή έννοια), είναι στο πόσο αχρείαστο back & forth απαιτείται. Ένα δωμάτιο που θα ξεκλειδώσετε με την επίλυση κάποιου puzzle, θα σας δώσει κάποιο αντικείμενο (π.χ. ένα κλειδί, το οποίο θα χρειαστεί για να ξεκλειδώσετε μια πόρτα στο άλλο άκρο της πόλης, στο οποίο – εννοείται – θα πρέπει να πάτε χωρίς fast travel, και από εκεί ένα clue που θα βρείτε θα σας στείλει πάλι πίσω στο σημείο από το οποίο ξεκινήσατε).

Τέτοια “καψόνια” πλέον θεωρούνται “red flag” σε παιχνίδια που έχουν fast travel και ομαλή κίνηση, πόσο μάλλον σε έναν τίτλο όπως το The Order of the Snake Scale, όπου η ίδια η κίνηση από το ένα σημείο στο άλλο μπορεί να αποτελεί από μόνη της πονοκέφαλο.

Όσο για τα puzzles, είναι τυπικά και κατά βάση στηρίζονται στη μνήμη. Δηλαδή, η (όποια) δυσκολία έγκειται στην προσπάθεια να θυμηθούμε / ανακαλύψουμε σε ποιο σημείο που έχουμε περιηγηθεί μπορεί να ταιριάζει ή να χρειάζεται ένα νέο αντικείμενο που συλλέξαμε. Όσοι έχουν ασχοληθεί με ένα από τα πρώτα τρία Resident Evil, μπορούν εύκολα να αντιληφθούν τη φιλοσοφία. Βέβαια, εξαιρουμένων ορισμένων σημείων προς το τέλος του τίτλου, η νοητική σύνδεση που χρειαζόταν για να προχωρήσουμε ήταν παιδαριώδης.

Σε φοβερά ρηχά και τυπικά κομμάτια περιορίζεται και η μάχη. Ιδιαίτερο management στα πυρομαχικά, για το ένα και μοναδικό όπλο που έχουμε στη διάθεσή μας, δεν χρειάζεται, και ίσως καλύτερα, καθώς η ποικιλία των εχθρών είναι στην κυριολεξία ανύπαρκτη. Το shooting είναι τυπικό ενώ survival στοιχείο στη μάχη δεν μπορούμε να πούμε ότι εμφανίζεται όταν ούτε σε μια στιγμή στη διάρκεια του τίτλου δεν αντιμετωπίζουμε παράλληλα πάνω από έναν εχθρό ταυτόχρονα.

Αν σε ένα σημείο το The Order of the Snake Scale φαίνεται να προσπαθεί λίγο παραπάνω να χτίσει κάτι, αυτό είναι στην υπόθεση και στην πλοκή του. Η δομή, αν και τυπική και προβλέψιμη, ακολουθεί ορισμένα στεγανά μονοπάτια detective ιστοριών και διατηρεί ένα ενδιαφέρον καθ’ όλη τη διάρκειά της. Κενά σαφώς υπάρχουν, ενώ οι χαρακτήρες – πέραν του ήρωά μας – είναι εντελώς τυπικοί, ωστόσο η ροή είναι καλή και το ξετύλιγμα του κουβαριού του μυστηρίου γίνεται οργανικά και με σωστό pacing.

Στο κομμάτι των διαλόγων (μόνο με κείμενο, το voice acting απουσιάζει) ο τίτλος προσπαθεί να φιλολογήσει και να δώσει κάτι, αλλά καταλήγει να φλυαρεί άσκοπα, και εν τέλει να μην αξιοποιεί σχεδόν καθόλου καμία από τις τρεις θεματικές από τις οποίες αντλεί έμπνευση ( Lovecraft, crime, dystopian / cyberpunk).

Tέλος, αν κάτι είναι το πιο ρετρό στοιχείο στο The Order of the Snake Scale, αυτό είναι δίχως αμφισβήτηση το οπτικό του στυλ. Εδώ έχουμε καθαρά low-fi τεχνικό τομέα, τραχιές υφές, bulky γραφικά και ωμή “90-ίλα”. Καμία λεπτομέρεια και ανάλυση σε αντικείμενα, σκηνικά ή χαρακτήρες. Και εδώ είναι προφανές ότι έχουμε να κάνουμε με επιλογή της ομάδας για το παραπάνω, πάλι με σκοπό το χτίσιμο ατμόσφαιρας.

Και εδώ, όμως, το πράγμα όταν πάει λίγο παρακάτω δεν λειτουργεί. Τα λίγο πιο κοινότυπα περιβάλλοντα, όπως ένα εργοστάσιο ή ένα δίκτυο υπονόμων, δεν έχουν καμία αξία όταν μετατρέπονται σε μια γκρίζα βαρετή μάζα, ούτε σε κανένα αίσθημα τρόμου ή μυστηρίου συνεισφέρουν.

Επιπλέον, όταν ένας τίτλος στοχεύει στο horror στοιχείο, καλό θα ήταν να παρουσιάζει εχθρούς που να έχουν έστω χαρακτηριστικά στο πρόσωπο τους και όχι γκρίζες πανομοιότυπες κούκλες. Το soundtrack κάνει λίγο καλύτερη δουλειά, ντύνοντας με ambient μουσικά θέματα και επενδύοντας λιτά το τοπίο με abstract μυστηριακούς ήχους της μικρής πόλης.

Εν κατακλείδι, αν θέλαμε να αποτυπώσουμε συνολικά την εμπειρία του The Order of the Snake Scale σε μια σύντομη περιγραφή, θα λέγαμε ότι μοιάζει με ένα παιχνίδι που ξεχάστηκε σε κάποιο χρονοντούλαπο της Ιστορίας – ένα απομεινάρι από τα 90s, που αντί να κυκλοφορήσει στο πρώτο PlayStation, βγήκε κατά λάθος στη δική μας εποχή.

Και αν έπρεπε να βρούμε την σημαντικότερη και χρησιμότερη συνεισφορά αυτής της απρόσμενης χρονικής παραδρομής που λέγεται The Order of the Snake Scale, αυτή θα είχε να κάνει με το ότι τίτλοι όπως αυτοί, μας θυμίζουν ότι όσο και αν οι παλιότερες εμπειρίες μας εξιδανικεύονται υπό το πρίσμα της νοσταλγίας, οι αδυναμίες, οι δυσκαμψίες και οι δυσκολίες υπήρχαν, όπως υπάρχουν πάντα σε κάθε εποχή. Και υπάρχει λόγος που αντιμετωπίστηκαν, ξεπεράστηκαν και έμειναν για πάντα πίσω.

Το The Order of the Snake Scale κυκλοφορεί από τις 25/9/25 για PS5, PS4, PC, Switch, Xbox Series και Xbox One. Το review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για το Xbox Series με review code που λάβαμε από την Ultimate Games.

Exit mobile version