Ίσως θα έπρεπε να υπάρχει μία διαφορετική κατηγοριοποίηση για παιχνίδια του τύπου που ανήκει το Neon Inferno, δηλαδή παιχνίδια που θα έδειχναν ιδανικά στις καμπίνες ενός “ουφάδικου”, όπου θα ρίχναμε 1-2 εικοσάρικα (ή πενηντάρικα) προτού πάμε στην επόμενη καμπίνα. Εάν έβγαινε εκείνη την εποχή, θεωρούμε ότι θα το αναπολούσαμε ως μία ευχάριστη εναλλακτική ανάμεσα από τα Sunset Riders, Metal Slug, Cyber-Lip και πολλά πολλά άλλα.
Μάλιστα, θα το θυμόμασταν ίσως ως ένα arcade που επιχειρούσε να προσθέσει μία φρέσκια ιδέα στο gameplay του. Το Neon Inferno μάς μεταφέρει σε μία φουτουριστική Νέα Υόρκη του 2055, όπου επιλέγοντας μεταξύ δύο κυνηγών επικηρυγμένων, θα χρειαστεί να εξοντώσουμε ή να προστατεύσουμε ορισμένους στόχους (και λέμε ορισμένους γιατί το παιχνίδι έχει έξι αποστολές όλες κι όλες, αρκετά μικρής διάρκειας).
Μάλλον προβλέψιμα, το σενάριο δεν είναι τίποτα παραπάνω από μία πρόφαση για τη δράση και βρίσκεται εδώ απλά για να απεικονίσει ορισμένες καλοσχεδιασμένες κινούμενες εικόνες, εν είδει cutscenes, που συνδέουν τα επίπεδα μεταξύ τους. Δεν νομίζουμε να ενδιαφέρουν οποιονδήποτε οι λιγοστοί διάλογοι που περιγράφουν τον κάθε στόχο μας, όπως δεν ενδιέφερε κανέναν να διαβάσει το lore ή τους διαλόγους πίσω από το Wonder Boy in Monster Land ή το Alex Kidd.
Η ουσία βρίσκεται εξολοκλήρου στη διάρκεια των επιπέδων, η αφετηρία των οποίων θα βρίσκει το δάχτυλό μας κρατημένο στη σκανδάλη. Θετική εντύπωση προκαλεί εξαρχής η λεπτομερής pixel art, προσεγγίζοντας κατάλληλα τη retro φύση του τίτλου.
Αν και τα επίπεδα είναι μόλις έξι, η ολιγομελής Zenovia Interactive προσφέρει μία αρκετά καλή ποικιλία από φουτουριστικά αστικά περιβάλλοντα, σε ρημαγμένες -σαν από πόλεμο- γειτονιές της πόλης αλλά και εσωτερικά κτηρίων. Αναμφίβολα, βέβαια δεν είναι κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί, αλλά σίγουρα περιβάλλοντα που δεν παύουν να είναι καλοσχεδιασμένα.
Εξαρχής το Neon Inferno μάς συστήνει και μία από τις ιδιαιτερότητές του, δηλαδή της στόχευσης τόσο στους άξονες Χ και Υ όσο και στο background. Κρατώντας πατημένο το RB στο gamepad, εμφανίζεται ένας στόχος στην οθόνη και ο χαρακτήρας μας αυτομάτως πυροβολεί προς το βάθος (ως ένα άλλο Blood Bros. ή Cabal).
Είναι ένας μηχανισμός που μεταφέρει ωραία την αίσθηση του βάθους, εμπλουτίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη δράση. Ευτυχώς, η ομάδα ανάπτυξης αποφεύγει να γεμίσει την εικόνα με εχθρούς, και έτσι οι κίνδυνοι από δεξιά και αριστερά αλλά και από αυτούς που εμφανίζονται στο background εμφανίζονται ισορροπημένα, δίνοντάς μας αρκετό χρόνο και χώρο ώστε να αποφεύγουμε τα πυρά και να εξοντώνουμε τους εχθρούς.
Να σημειώσουμε κάπου εδώ ότι ο βαθμός δυσκολίας του Neon Inferno είναι αρκετά βατός, ιδίως για τα δεδομένα των run ‘n gun παιχνιδιών, αν και θα λέγαμε ότι υπάρχουν κάποια προβληματάκια σε αυτόν τον τομέα. Στο normal επίπεδο, δεν θα χρειαστείτε πολλές ζωές για να ολοκληρώσετε κάθε επιμέρους αποστολή, παρόλα αυτά όμως υπάρχουν ορισμένα θέματα στην τοποθέτηση των checkpoints. Ορισμένα από αυτά είναι υπερβολικά απομακρυσμένα και σχεδόν δείχνουν ως σχεδιαστικό λάθος παρά μία ηθελημένη απόφαση, ανεβάζοντας σημαντικά τον βαθμό πρόκλησης σε ορισμένα τμήματα.
Εντύπωση προκαλεί επίσης ότι δεν υπάρχει πουθενά το οποιοδήποτε “γιατρικό”, κάτι που δείχνει ιδιαίτερα άδικο. Μπορεί το παιχνίδι να είναι βατό, όπως αναφέραμε και παραπάνω, αλλά και πάλι είναι δύσκολο να αποφεύγονται πλήρως τα εχθρικά πυρά. Ακόμα και οι πιο προσεκτικοί παίκτες σίγουρα θα πέσουν σε λάθη και -βέβαια- τα γιατρικά (ή οι ζωές που υπάρχουν σε άλλα 2D παιχνίδια) έχουν έναν εξτρά σκοπό να μας παρέχουν μία μορφή επιβράβευσης στο προσεκτικό παίξιμο και την “ελπίδα” ότι κάποιο λάθος θα μπορέσει να διορθωθεί.
Αυτή η έλλειψη πιστεύουμε ότι θα αποθαρρύνει την ενασχόληση με το arcade mode, όπου πλέον τα checkpoints απουσιάζουν πλήρως και το game over μάς οδηγεί στην αρχή του επιπέδου.
Επιστρέφοντας στο αμιγώς gameplay κομμάτι, εκτός από την ταιριαστή ικανότητα να πυροβολούμε στο background, υπάρχει και η έτερη εξτρά δυνατότητα (για τα δεδομένα του είδους) να πραγματοποιούμε parry σε συγκεκριμένες σφαίρες, στέλνοντάς τις σε αυτόν που τις πυροβόλησε.
Αποτελεί μία εύχρηστη ικανότητα που δεν απαιτεί ιδιαίτερα γρήγορα αντανακλαστικά, κάτι που μας επιτρέπει να τη χρησιμοποιούμε διαρκώς, τόσο για να κάνουμε εξτρά damage στους εχθρούς όσο και να έχουμε μία ακόμα χρήσιμη αμυντική κίνηση – πέρα από το κλασικό dodge. Εκεί που το παιχνίδι χάνει πόντους είναι στο level design, το οποίο δεν έχει να προσφέρει κάτι το ιδιαίτερο, πέραν του τρεξίματος προς τα δεξιά, με λιγοστά εμπόδια, άνευ εμπνεύσεως.
Αναμφίβολα, υπάρχουν πολλά άλλα run ‘n gun παιχνίδια (παλιότερα και νεότερα, όπως τα Huntdown και Blazing Chrome) που αξιοποιούν το platforming για τον εμπλουτισμό των επιπέδων, δίχως να πλήττουν τα απαραίτητα στοιχεία της απλότητας του gameplay και της ασταμάτητης δράσης. Κλείνοντας με μία θετική νότα, τα boss fights που συνοδεύουν το κλείσιμο κάθε επιπέδου είναι προσεγμένα, προσφέροντας ωραίες μάχες και με βαθμό δυσκολίας που -ευτυχώς- δεν ξεφεύγει.
Τα περισσότερα από αυτά τα boss fights συμπεριλαμβάνουν και δεύτερη ή και τρίτη φάση, με αρκετές διαφοροποιήσεις που μας κρατάνε σε εγρήγορση, εμπλουτίζοντας καλοδεχούμενα το σύνολο της σύγκρουσης. Παράλληλα, με έξυπνο τρόπο τα bosses παίζουν και στις τρεις διαστάσεις, αξιοποιώντας πλήρως την ιδιαιτερότητα του Neon Inferno.
Όπως αναφέραμε και στην εισαγωγή η συνολική εμπειρία δείχνει ξεκάθαρα την πρόθεση των δημιουργών να μας μεταφέρουν σε arcade εποχές. Είναι κάτι που το καταφέρνουν, προσφέροντας 1-2 ώρες ασταμάτητης δράσης. Η μίξη της μάχης στις δύο διαστάσεις με τη δράση στο background δένει ωραία, αλλά η αλήθεια είναι ότι θα θέλαμε ανάλογη δημιουργικότητα και στο θέμα του ελλιπούς platforming και μία μεγαλύτερη ποικιλία στα επίπεδα.
Πιστεύουμε ότι θα σας αφήσει την ίδια αίσθηση με αυτήν που θα σας άφηνε αν το πετυχαίνατε “τότε” στις αίθουσες των arcades. Μία ευχάριστη ενασχόληση μικρής διάρκειας, ικανή να σας πείσει να δώσετε 1-2 εικοσάρικα (ή πενηντάρικα), ωθώντας σε ένα ένα διάλειμμα προτού περάσετε στην επόμενη καμπίνα πιθανόν ενός πιο αγαπημένου παιχνιδιού.
Το Neon Inferno κυκλοφορεί από τις 20/11/25 για PS5, PS4, PC, Switch, Xbox Series και Xbox One. Το review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για PC με review code που λάβαμε από τη Zenovia Interactive.
