Καλό αλλά λίγο…
Με το Castlevania: Lords of Shadow η ισπανική MercurySteam κατάφερε το 2010 κάτι το -μέχρι πρότινος- αδιανόητο: να φτιάξει τον πρώτο, καλό τρισδιάστατο Castlevania τίτλο μετά τις προηγούμενες αποτυχημένες προσπάθειες της Konami. Το Lords of Shadow δεν ήταν, όμως, απλά “καλό”, ήταν ένα εξαιρετικό reboot, με action/ hack ‘n’ slash προσανατολισμό, που ξένισε μεν κάποιους, αλλά κέρδισε “με το μαστίγιό του” την αγάπη κοινού και κριτικών, για να γίνει το πιο πετυχημένο εμπορικά Castlevania στην ιστορία της σειράς. Μια ιστορία που έχει δύο όψεις, καθώς τα ναυάγια στη θάλλασα του 3D κι η ισχνή παρουσία στις οικιακές κονσόλες την τελευταία δεκαετία, ουδεμία σχέση έχουν με την πορεία της σειράς στις φορητές.
Κι αυτό γιατί μετά το 1997, το πνεύμα του Symphony of the Night βρήκε καταφύγιο στα φορητά συστήματα της Nintendo, με την οποία -όπως και να το κάνουμε- το Castlevania είναι συνυφασμένο από τη γέννησή του στο NES.
Ο Koji Igarashi, “mastermind” του απόλυτου 2D Castlevania, κι η ομάδα του, πρόσθεσαν νέες, χρυσές σελίδες στο κεφάλαιο “Metroidvania”, κυκλοφορώντας ποιοτικότατους τίτλους στο Gameboy Advance και το DS, που διατήρησαν ζωντανό το franchise και το παραδοσιακό gameplay του. Η κυκλοφορία, λοιπόν, ενός νέου Castlevania για το 3DS, εν έτει 2013, δεν απότελει έκπληξη. Αυτή τη φορά, όμως, η MercurySteam αποφασίζει να διαφοροποιήθει δραστικά από το παρελθόν, μεταφέροντας την εμπειρία του Lords of Shadow στις δύο διαστάσεις με το Castlevania: Lords of Shadow – Mirror Fate. Το τελικό προϊόν αυτού του πειράματος είναι ένα παιχνίδι καλό, αλλά τελικά “λίγο”.
Η τραγική μοίρα των Belmont
Το Mirror of Fate αποτελεί sequel του Lords of Shadow κι ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα σ’αυτό και το πολυαναμενόμενο 2ο μέρος, προετοιμάζει το έδαφος, συστήνωντας νέους χαρακτήρες και χτίζοντας περαιτέρω την ιστορία του Dracula, σύμφωνα πάντα με το νέο lore που έπλασε η MercurySteam. Έτσι, μετά από έναν σύντομο πρόλογο, όπου παίζουμε ως Gabriel Belmont πριν τα γεγονότα του LoS, ακολουθούμε τις ιστορίες των απογόνων του, Simon (αδιάφορος) και Trevor (επικός), αλλά και του -όχι και τόσο- αινιγματικού βαμπίρ Alucard.
Οι τρεις αυτοί ήρωες εξερευνούν το κάστρο του Dracula, στην προσπάθειά τους να εκδικηθούν και να εξοντώσουν μια για πάντα τον πρίγκηπα του σκότους, με το παιχνίδι χωρίζεται σε τρία Acts (ένα για κάθε playable character), διάρκειας περίπου 3 ωρών το καθένα. Φυσικά, οι ιστορίες συνδέονται άμεσα, ενώ αυτές των Simon και Alucard εκτυλίσσονται παράλληλα. Η υπόθεση του Mirror of Fate είναι μία κλασική, τραγική ιστορία εκδίκησης, που δεν έχει να δώσει παρά μόνο μια-δυο δυνατές στιγμές. Το μεγάλο πρόβλημα είναι στην αφήγηση κι αυτό επειδή η ιστορία είναι μικρή κι υπερβολικά προβλέψιμη.
Παρά το ενδιαφέρον concept των τριών διασταυρούμενων storylines, το σενάριο δεν έχει ούτε τον απαιτούμενο όγκο, ούτε το βάθος για να στηρίξει το παιχνίδι, αφού τα cutscenes είναι λίγα και σύντομα, κι οι περισσότεροι διάλογοι κακογραμμένοι. Μόνο στο τέλος των Acts παρακολουθούμε κάποια σημαντική εξέλιξη, την οποία όμως έχουμε ήδη προβλέψει ή υποπτευθεί.
Κι αυτό, δυστυχώς, έχει σαν αποτέλεσμα διαστήματα όπου ο παίκτης νιώθει ότι προχωρά χωρίς κίνητρο, μειώνοντας την απόλαυση που θα μπορούσε να εισπράξει υπό άλλες συνθήκες. Δίχως να έχουν μεριμνήσει να συμπεριλάβουν κάποια απροσδόκητη ανατροπή και δίνοντας μας ξεκάθαρες ενδείξεις από την αρχή του παιχνιδιού για το που θα κινηθεί η πλοκή, οι σεναριογράφοι δεν καταφέρουν να συντηρήσουν το ενδιάφερον του παίκτη για την, κατά τα άλλα συμπαθητική -στον πυρήνα της-, ιστορία. Κι έτσι, η ιδέα να μοιραστεί σε τρία μέρη δεν μπορεί να αναπτύξει τη δυναμική της.
Αν και σε καμία περίπτωση δεν εξισσορροπούν την κατάσταση, οι πάπυροι των νεκρών ιπποτών, που βρίσκουμε διάσπαρτους στο κάστρο (όπως και στο LoS), περιέχουν εκτός από χρήσιμα στοιχεία/ πληροφορίες και μερικές μικρές ιστορίες. Αυτές τουλάχιστον δίνουν μία πιο “adventure” χροιά στην εξερεύνηση, ενώ κάποιες προσφέρουν το -συχνά απαραίτητο- comic relief.
{PAGE_BREAK}
Το 3DS βρυκολάκιασε και δεν φοβάται να δείξει τα δόντια του
Εκεί που το παιχνίδι παίρνει εύκολα άριστα είναι στον οπτικό τομέα, αφού η MercurySteam πήρε τη μηχανή γραφικών και τα assets του Lords of Shadow και με κάποιο μαγικό τρόπο τα στρίμωξε στο 3DS. Ενώ τα προηγούμενα φορητά Castlevania έκαναν χρήση υπέροχων (για να μην παρεξηγηθούμε) sprites, το Mirror of Fate κάνει στροφή προς το φωτορεαλισμό και το αποτέλεσμα είναι εκπληκτικό. Τα λεπτομερή περιβάλλοντα κι ο υψηλός αριθμός πολυγώνων, συχνά δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι δεν παίζουμε παιχνίδι του 3DS, αλλά του PS3. Αυτό που επίσης μεταφέρθηκε στο Mirror of Fate είναι η σκοτεινή, γότθικη αισθητική και το υπέροχο art direction του “μεγάλου αδελφού” του, που το καθιστούν ως μία ιδιαίτερα ατμοσφαιρική εμπειρία.
Αν ρωτήσετε όποιον έπαιξε το Lords of Shadow ποιό ήταν το πιο όμορφο επίπεδο του τίτλου, σίγουρα θα απαντήσει: “Το κάστρο των βαμπίρ”. Οπότε, δεν είναι διόλου τυχαίο που το κάστρο του Dracula στο Mirror of Fate είναι, απλά, μεγαλειώδες, επιβλητικό και πανέμορφο. Επιπλέον, παρά τη 2D προοπτική, η αίσθηση της κλίμακας και τα τοπία -ειδικά στα διάφορα platforming sections- εντυπωσιάζουν όπως και στο Lords of Shadow.
Ο εντυπωσιασμός ενισχύεται ακόμη περισσότερο από το 3D του φορητού, που χρησιμοποιείται ιδανικά, φτιάχνοντας ένα εφέ διοράματος το οποίο απορροφά ακόμη περισσότερο τον παίκτη. Εμείς δεν μπορέσαμε να παίξουμε ούτε ένα λεπτό δίχως το 3D στο full και το βρήκαμε εντελώς ξεκούραστο στο μάτι. Βέβαια, το ελαφρύ πιξέλιασμα κι οι ατέλειες που αποκαλύπτονται μερικές φορές όταν η κάμερα κάνει zoom, χαλάνε την “console-quality” ψευδαίσθηση, ενώ η αλήθεια είναι πως κάποια τμήματα του κάστρου έχουν σχεδιαστεί κάπως πρόχειρα.
Παρόλα αυτά, το σύνολο είναι τόσο καλό που θέτει νέα standards για το 3DS. Πολύ απλά, αν ποτέ η Nintendo αποφασίσει να κυκλοφορήσει ένα 2D Metroid στο 3DS, θέλουμε να παραδειγματιστεί από την παρουσίαση του Mirror of Fate. Στα του ήχου τώρα, τα νέα ορχηστρικά θέματα του Oscar Araujo βρίσκονται στα επίπεδα του Lords of Shadow και προσθέτουν μία έντονη μελαγχολία στην όλη ατμόσφαιρα.
Το μόνο αρνητικό είναι ότι είναι λίγα κι επαναλαμβάνονται (χωρίς αυτό να ενοχλεί), ενώ όσοι είχαν πρόβλημα με την απουσία των κλασικών Castlevania themes στο LoS, σίγουρα θα έχουν το ίδιο στο Mirror of Fate. Σε εξίσου ικανοποιητικά επίπεδα κινείται και το voice acting, με τον Robert Carlyle να επιστρέφει δριμύτερος και τον Richard Madden (aka Robb Stark στο Game of Thrones) να δανείζει την επική, σκοτσέζικη χροιά του στον Alucard.
Lords of Shadow: Pocket Edition
Εξωτερικά το Mirror of Fate μοιάζει σαν ένας ακόμη κλασικός side-scrolling, Castlevania τίτλος, αλλά μετά από λίγη ώρα ενασχόλησης, αυτό που συνειδητοποιεί κανείς είναι πως τα κοινά του παιχνιδιού με το Metroidvania στυλ gameplay ξεκινούν και σταματούν στη 2D προοπτική της κάμερας. Όσοι, λοιπόν, περίμεναν μία τεράστια περιπέτεια με RPG στοιχεία, γρίφους-σπαζοκεφαλιές, εξερεύνηση και συλλογή ατελείωτων όπλων, items, spells και summons, δεν θα βρουν κάτι τέτοιο στο Mirror of Fate.
Όχι ότι αυτό είναι αναγκαστικά κακό, αφού το παιχνίδι θέλει να κάνει και να δώσει κάτι το τελείως διαφορετικό και θα ήταν άδικο κι άσκοπο να το συγκρίνουμε με τα προηγούμενα φορητά Castlevania. Ουσιαστικά, το gameplay του Mirror of Fate είναι αυτό του Lords of Shadow, μεταφρασμένο και προσαρμοσμένο στις δύο διαστάσεις κι έτσι αποτελεί μια μίξη platforming και hack ‘n’ slash, μαζί με μικρές δόσεις εξερεύνησης και puzzles. Σε κάθε act εξερευνούμε διαφορετικά -κατά βάση- κομμάτια του κάστρου και στην πορεία κάθε ήρωας αποκτά από δύο ξεχωριστά skills και δύο secondary weapons, που του δίνουν πρόσβαση σε νέα μέρη (που οι άλλοι δύο δεν μπορούν να φτάσουν) κι επηρρεάζουν το στυλ μάχης του.
Νικώντας εχθρούς συγκεντρώνουμε XP κι ανεβαίνουμε μέχρι το level 18, ξεκλειδώνοντας ένα νέο combo σε κάθε level. Προς το τέλος του κάθε act, το παιχνίδι μας δίνει τη δυνατότητα να κάνουμε fast travel σε προηγούμενα σημεία και να συλλέξουμε αναβαθμίσεις για τη ζωή και τη μαγική ενέργεια του ήρωά μας πριν το τελικό boss του Act.
{PAGE_BREAK}
Το σύστημα μάχης είναι πάνω-κάτω το ίδιο και για τους τρεις χαρακτήρες, αφού όλοι χρησιμοποιούν το combat cross και τις δύο (X για light – Υ για strong) επιθέσεις του. Το κακό είναι ότι οι μάχες εύκολα καταλήγουν σε button mashing, αφού πιο σημαντικό από τα combos είναι το να εκτελούμε σωστά τα dodge, block και counter-attack με το L. Τα skills και τα secondary weapons προσθέτουν ποικιλία και διαφοροποίηση ανάμεσα στους ήρωες, ωστόσο, θα θέλαμε να ήταν περισσότερα. Κι αυτό, γιατί όταν πια έχουμε ξεκλειδώσει όλες τις δυνάμεις του ήρωά μας, είναι η ώρα για το τέλος του Act κι έπειτα ξεκινάμε με τον επόμενο από το μηδέν. Όπως και να ΄χει, όμως, οι μάχες, παρά τις εκπτώσεις που έπρεπε να γίνουν (ελέω 2D), προσφέρουν μία αρκετά έντονη και διασκεδαστική, φορητή hack ‘n’ slash εμπειρία.
Highlight αποτελούν τα πολυάριθμα μικρά και μεγάλα boss fights, που δοκιμάζουν τον παίκτη και περιέχουν quick-time events αλλά και στοιχεία platforming. Αίσθηση προκαλεί, μάλιστα, το γεγονός πως από το Mirror of Fate δεν λείπουν και μερικά γιγαντιαία bosses, αλλά και set-pieces στο ύφος του Lords of Shadow, τα οποία έχουν εκτελεστεί αρκετά καλά κι είναι εντυπωσιακά από οπτικής άποψης.
Το μεγάλο αρνητικό, τώρα, του παιχνιδιού είναι η γραμμικότητα, αφού τα περιθώρια εξερεύνησης είναι λίγα και πραγματικά δεν υπάρχει λόγος να αναλωθεί κανείς στο backtracking και τη συλλογή όλων των power-ups, αφού και δεν είναι απαραίτητο, ούτε επεκτείνει σημαντικά τη διάρκεια, και το κυριότερο, δεν προσφέρει την ικανοποιήση του κλασικού Metroidvania backtracking. Επιπλέον, οι γρίφοι που θα συναντήσουμε είναι ελάχιστοι και σχετικά εύκολοι, κι έτσι δεν σπάνε την μονοτονία. Αν συνυπολογίσει κανείς πως το hack ‘n’ slash κομμάτι δεν έχει το βάθος ενός κανονικού τίτλου οικιακής κονσόλας, τα υπόλοιπα στοιχεία του παιχνιδιού έπρεπε να είναι περίσσοτερο προσεγμένα, έτσι ώστε να “χορταίνει” ο παίκτης.
Ωστόσο, παρά τη γραμμικότητα, ο ρυθμός του παιχνιδιού είναι υποδειγματικά δομημένος κι έτσι η συνεχής εναλλαγή ανάμεσα στις μάχες και το άψογο, “ρευστό” platforming, σε συνδυασμό με τις νέες περιοχές, την προοδευτική απόκτηση νέων ικανοτήτων και τα set-pieces, δεν αφήνουν τον παίκτη να βαρεθεί. Σ’ αυτό συνεισφέρει κι η σταδιακή κλιμάκωση του παιχνιδιού μέχρι το -απόλυτα επικό- 3ο Act και το εκρηκτικό φινάλε του, που αναδεικνύει το ταλέντο της MercurySteam και σίγουρα θα σας μείνει χαραγμένο στη μνήμη για καιρό.
Περιμένοντας την επιστροφή του Δράκου
Το Castlevania: Lords of Shadow – Mirror of Fate είναι ένα καλό παιχνίδι που θα μπορούσε να είχε βγει πολύ καλύτερο με λίγη παραπάνω φροντίδα. Το τολμηρό πείραμα της MercurySteam να σπάσει την παράδοση των φορητών Castlevania και να “συρρικνώσει” το Lords of Shadow στο 3DS, σημείωσε μεγάλο ποσοστό επιτυχίας, αλλά όπως συμβαίνει με όλα τα πειράματα, δεν γινόταν να αγγίξει την τελειότητα με την πρώτη προσπάθεια.
Ωστόσο, αυτά που καταφέρνει δεν είναι ασήμαντα, αφού η ατμόσφαιρα κι η εμπειρία του Lords of Shadow μεταφέρθηκαν με ελάχιστες -αναγκαίες- εκπτώσεις κι αναμφίβολα ικανοποιούν. Επίσης, το παιχνίδι, ως ορεκτικό για τον ερχομό του Lords of Shadow 2, λειτουργεί ιδανικά. Αν, λοιπόν, συμπαθήσατε το Lords of Shadow ή απλά ψάχνετε για ένα καλό hack ‘n’ slash / action παιχνίδι για το 3DS σας, μπορείτε άνετα να επενδύσετε στο Mirror of Fate. Αρκεί να έχετε, όμως, υπόψη, πως η τραγική ιστορία των Belmonts δεν θα είναι το μόνο πράγμα που θα σας αφήσει μία πικρή γεύση στο τέλος.
Μπορεί το Mirror of Fate να είναι “καλό αλλά λίγο”, αλλά μερικές φορές το τέλειο είναι ο εχθρός του “καλού”. Όπως και να ‘χει όμως, ένα είναι σίγουρο: Ο Δράκος θα επιστρέψει.
Νίκος Αδάμης