Εν τω πολλώ το ευ!
Ας ξεκινήσουμε γράφοντας μερικές αλήθειες… Είναι αλήθεια ότι οι “μετοχές” της Ubisoft στις συνειδήσεις των παικτών δεν βρίσκονται σε ιδιαίτερα υψηλές αξίες τον τελευταίο καιρό. Λίγο οι δηλώσεις των στελεχών της περί αναλύσεων και προτερημάτων, κάτι με τις “ετήσιες κυκλοφορίες” που έχουν ρίξει την ποιότητα πάλαι ποτέ κραταιών franchises, για νη μην πιάσουμε και τη… διακριτική ενόχληση του U-play. Όλα τους αποτελούν αλήθειες που έχουν δαιμονοποιήσει την εταιρία στα μάτια του απαιτητικού παίκτη και τον καθιστούν δύσπιστο απέναντι σε νέες κυκλοφορίες.
Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για sequels κάποιων franchises με εγνωσμένη αξία στην αγορά. Υπάρχει όμως μια ύπουλη, υποβρύχια, νάρκη σε αυτό το σημείο και θα πρέπει να την αποφύγει ο gamer, που στόχος του είναι να διασκεδάσει με οποιοδήποτε παιχνίδι, ανεξαρτήτως ονομάτων κι εταιριών. Δεν πρέπει να θεωρεί ότι κάθε ενέργεια της εταιρίας έχει μόνο στόχο της το κέρδος κι ότι αγνοεί παντελώς τα οφέλη του αγοραστή/παίκτη. Πρωτεργάτης στην απόδειξη της παραπάνω υπόθεσης είναι η επιλογή των Ιμαλαΐων και συγκεκριμένα του κρατιδίου του Kyrat ως το καινούριο setting της σειράς Far Cry.
Τι το ιδιαίτερο έχει αυτό και πόσα περισσότερα μπορεί να προσφέρει από ένα τροπικό νησί ή ολόκληρη – στη ουσία – την αφρικανική ήπειρο; Μια προσεκτικότερη ανάλυση, ή έστω πιο καλοπροαίρετη εξέταση θα φέρει γρήγορα το συμπέρασμα ότι το τεράστιο υψόμετρο της νέας περιοχής μπορεί να επιφέρει μεγάλες διαφοροποιήσεις στην κατακόρυφη διαφοροποίηση της θέσης των περιοχών του παιχνιδιού με προεκτάσεις στο level design, την οπτική απεικόνιση και – πάνω απ’όλα – στις τακτικές επιλογές στη μάχη.
Το στοίχημα αυτό – αν θέλετε – ποντάρει να το κερδίσει αξιοποιώντας την τεχνολογία της νέας γενιάς κι αν το καταφέρει, θα είναι επ’ωφελεία του παίκτη. Πράγματι, είτε οφείλεται στη νέα γενιά, είτε σε προγραμματιστική δεινότητα, είτε και στα δύο, ο σκοπός επετεύχθη. Το αποτέλεσμα είναι ένας υπέρμετρα ρεαλιστικός, εκπληκτικά ανάγλυφος κι άκρως πειστικός κόσμος. Η “γερασμένη” Dunia Engine παράγει θαύματα – μικρά και μεγάλα, ορατά αλλά κι αδιάφορα, που όλα μαζί συνθέτουν μια από τις καλύτερες αποδόσεις της πραγματικότητάς μας που έχει αποτυπωθεί σε παιχνίδι.
Ύψη και βάθη λοιπόν! Απάτητες κορυφές και βαθειές χαράδρες, Τα χιόνια των Ιμαλαΐων στα 20.000 πόδια (όπου χρειάζεται μάσκα οξυγόνου) κι οι κρυμμένες λίμνες ανάμεσα σε θεόρατα, αρχαία, φυσικά τείχη. Ανάμεσά τους; Ναοί χωμένοι σε πλαγιές, απίστευτης τεχνοτροπίας βουδιστικά αγάλματα, χωριά, φρούρια, outposts και πύργοι τηλεπικοινωνιών. Δεκάδες χιλιόμετρα οδικού δικτύου να τα συνδέουν κι άλλα τόσα σε μονοπάτια, βατά και μη. Όλα τα παραπάνω – κι ακόμα περισσότερα – ντυμένα με πλούσια, πανέμορφη, ολοζώντανη, ρεαλιστικότατη φύση.
Τεχνικού τομέα διθύραμβος, μέρος δεύτερον: Είτε πρόκειται για διάφορα, πανύψηλα δέντρα, είτε για φυτά και λουλούδια (χρήσιμα και μη), είτε για υποβρύχια βλάστηση, είτε για το ίδιο το απλό γρασίδι, είτε για πάμπολλα ζώα σε νερό θάλασσα κι αέρα, οι λέξεις που τα περιγράφουν είναι οι εξής: φυσικότητα κι αληθοφάνεια. Χιλιάδες χιλιάδων λεπτομερειών έχουν τοποθετηθεί στον κόσμο του παιχνιδιού ώστε – όλες μαζί, σε αρμονία – να συνθέτουν την πιστότερη αναπαράσταση οποιουδήποτε τμήματος φυσικού περιβάλλοντος έχει παρουσιαστεί ποτέ σε video game. Είναι σαν να προσπαθούσαν οι devs να δημιουργήσουν έναν κόσμο όσο το δυνατόν πιο αληθινό κι ανοιχτό γίνεται. Γεμάτο επιλογές, ώστε εκτός από “παιδική χαρά του παίκτη”, να αποτελέσει και τον αρτιότερο, δυνατόν, καμβά, όπου θα αποτυπωθεί και θα εξελιχθεί η ιστορία κι η πλοκή του 4ου τίτλου της σειράς Far Cry.
Αυτή έχει να κάνει με την επιστροφή του νεαρού Ajay Ghale στη πατρίδα του, την Kyrat, όπου θα πρέπει να αποθέσει τις στάχτες της νεκρής μητέρας του, σύμφωνα με την επιθανάτια παραγγελία της. Ένα φαινομενικά απλό – κι ομολογουμένως άχαρο – εγχείρημα καταλήγει να είναι περισσότερο περίπλοκο απ’όσο θα μπορούσε να έχει υπολογίσει εξ αρχής. Αυτό γιατί το μικρό κρατίδιο βρίσκεται σε καθεστώς εμφυλίου πολέμου, με τις επαναστατικές δυνάμεις του Golden Path να μάχονται ενάντια στο βασιλικό στρατό του παράφρωνα τυράννου Pagan Min.
Πριν καλά καλά πατήσει το πόδι του στη χώρα, ο νεαρός πρωταγωνιστής απάγεται από τις δυνάμεις του τυράννου και η δράση ξεκινά και στην πράξη. Αυτό που ακολουθεί είναι μια μεστή – και κάπως προβλέψιμη, σε σημεία της – πλοκή, με τον ήρωά μας να γίνεται μέλος της αντίστασης, να συναναστρέφεται με έναν ικανό αριθμό ενδιαφέροντων (αλλά όχι πρωτότυπων) χαρακτήρων και να καλείται να λάβει κρίσιμες αποφάσεις που θα επηρρεάσουν την έκβαση της ιστορίας και θα οδηγήσουν φιδογυριστά και μακρόσυρτα, σαν μεταφορικό μονοπάτι των Ιμαλαΐων, στην κορύφωση.
Αν δεν είχαμε να κάνουμε με παιχνίδι, αλλά το αντικείμενο της εξέτασης ήταν μια ταινία, με τα μέχρι τώρα δεδομένα θα είχαμε να κάνουμε με μια τυπική b-movie, με τυπικούς για την κατηγορία χαρακτήρες και με πανέμορφη όμως φωτογραφία. Ο ήρωάς μας, άχρωμος, άοσμος κι άγευστος, διεκδικεί τον τίτλο του πιο ουδέτερου πρωταγωνιστή έχει υπάρξει ποτέ. Ελάχιστες προσωπικές εκφράσεις, ακόμα λιγότερες συναισθηματικές ενέργειες και προσαρμογή σε οποιαδήποτε από τις δύο ακραίες επιταγές των συμβούλων του ακολουθήσει. Είτε ενστερνιστεί τις στρατηγικές του – υπέρ του δέοντος πουριτανού – Sabal, είτε υποκύψει στις πιέσεις και τα θέλγητρα της ακραία προοδευτικής Amita, η συμπεριφορά του μένει ίδια κι απαθής.
Αυτό, θα μπορούσε να επισημάνει κανείς, πιθανόν να οφείλεται στα έντονα παράπονα για το dude-bro προφίλ του πρωταγωνιστή του Far Cry 3, αλλά και στο πλεονέκτημα που έχουν οι ουδέτεροι χαρακτήρες να διευκολύνουν την ταύτιση του παίκτη/ θεατή μαζί τους. Η έλλειψη αυτή συμπλήρωνεται από αρκετές άλλες πειστικές ερμηνείες, έξοχα υλοποιημένες οπτικά κι ηχητικά, αυτές των δευτεροκλασσάτων συμπρωταγωνιστών. Το πάθος του Sabal αντικατοπρίζεται άψογα στην απόγνωση κι επιθετικότητα της Amita. Η εκκεντρική συμπεριφορά του Pagan Min φέρνει στο νου τα ντελίρια του Handsome Jack, ενώ το δίδυμο Yogi και Reggie θα σας κάνει να ξύνετε το κεφάλι σας για να θυμηθείτε σε ποια ταινία είδατε κάτι παρόμοιο.
Όμως το αντικείμενο προς εξέταση δεν είναι ταινία κι ο τρόπος με τον οποίο η κατασκευασμένη (ή μήπως παρασκευασμένη;) εμπειρία επιχειρεί να περάσει στον παίκτη, δεν είναι η απλή θέαση, αλλά η ενεργός συμμετοχή του μέσω χειριστηρίου και gameplay. Η δράση – για όσους ίσως δε γνωρίζουν – απεικονίζεται σε πρώτο πρόσωπο και το μοντέλο το οποίο έχει ακολουθηθεί φωνάζει Far Cry 3 σε όλη του τη διάρκεια. Ακολουθώντας λοιπόν τις παραινέσεις και τις οδηγίες της πλοκής, μεταβαίνετε από σημείο σε σημείο εκτελώντας αποστολές κι ανοίγοντας – αργά και σταθερά – τον απέραντο χάρτη.
Αυτός, όπως και παλιότερα, ανοίγει με την απελευθέρωση bell towers που είναι στρατηγικά τοποθετημένα σε διάφορα σημεία του παιχνιδιού. Κάθε ένας που κατακτάτε εμφανίζει νέες περιοχές προς εξερεύνηση, ενεργοποιεί side quests και διευκολύνει την πρόσβαση στα outposts. Αυτά αποτελούν σημεία ελέγχουν, που πέραν της στρατηγικής σημασίας της απόκτησής τους, συνιστούν και σημεία για fast travel και trade, εξομαλύνοντας κατά πολύ την πρόοδό σας στο παιχνίδι. Το τρίτο χαρακτηριστικό σημείο του χάρτη είναι τα νεοφερμένα fortresses, περιοχές εξαιρετικά οχυρωμένες που θα δοκιμάσουν την τακτική του παίκτη στο έπακρο και θα τον κάνουν να αναζητήσει βοήθεια. Είτε online, είτε όχι.
Η βοήθεια αυτή είναι ένα από τα επίσης καινούρια χαρακτηριστικά του παιχνιδιού. Σε οποιαδήποτε στιγμή – πέραν των campaign missions – μπορείτε να καλέσετε κάποιον φίλο σας για βοήθεια και να αντιμετωπίσετε τις προκλήσεις με την μορφή co-op δράσης. Αν δεν υπάρχει κάποιος online ή αν έχει πρόβλημα η σύνδεση, το παιχνίδι αναλαμβάνει να σας συνδράμει, στέλνοντας τους guns for hire στο κατόπι σας, στους οποίους, μάλιστα, μπορείτε να απευθύνετε έναν μικρό αριθμό εντολών. Αυτοί όμως δεν μπορούν να καλούνται επ άπειρον. Η κλήση τους γίνεται με τη χρήση ενός συνώνυμου token, (με μέγιστο αριθμό στην κατοχή σας τα τρία) και τα οποία αποκτάτε μαζεύοντας… karma.
Νέων χαρακτηριστικών συνέχεια, λοιπόν, με το karma να αποτελεί μια δεύτερη XP-like μπάρα που συμπληρώνει όταν βοηθάτε συμμάχους απέναντι σε τυχαίες επιδρομές από εχθρούς ή άγρια θηρία, όταν εξουδετερώνετε την αντίπαλη προπαγάνδα αλλά και με διάφορες άλλες πράξεις. Τα karma levels παρέχουν – πέρα των tokens – και εκπτώσεις στην αγορά εξοπλισμού στα outposts, νέα όπλα και διάφορα άλλα. Αν προσθέσετε σε όλα αυτά και μια πλειάδα ποικίλων side missions που έχουν να κάνουν με απελευθέρωση ομήρων, ανάκτηση χαμένων προμηθειών, κυνήγι άγριων ζώων προς όφελος ντόπιων περιοδικών, μάχες σε μια ιδιαίτερη αρένα, αναζήτηση σπάνιων αντικειμένων και πολλά πολλά άλλα, θα αρχίσετε να σχηματίζετε μια εικόνα του πλούτου και της ποικιλίας της δράσης που προσφέρει ο τίτλος.
Είτε επιλέξετε, πάντως, να αντιμετωπίσετε τις προκλήσεις μόνος, είτε με παρέα, θα συναντήσετε έναν ικανοποιητικό αριθμό από τακτικές επιλογές στη διάθεσή σας. Ακρογωνιαίος λίθος αυτής της ελευθερίας κινήσεων είναι η υψομετρική διαφορά που εισάγει η επιλογή της τοποθεσίας που αναφέρθηκε στην αρχή. Όταν, στην πράξη, δίνεται άλλη μια διάσταση προς εκμετάλλευση, οι διαθέσιμες τακτικές αναπτύξεις πληθαίνουν ευχάριστα. Η κατακόρυφη μετακίνηση – πέραν των zip lines και του glider – επιτυγχάνεται πλέον και με το grappling hook και το gyrocopter. Δύο νέες προσθήκες που σας μεταφέρουν από τα υψή στα βάθη σε λίγα δευτερόλεπτα. Το πρώτο, μάλιστα, συνοδεύεται από μερικές platform ιδιότητες, όπως ταλάντωση κι επαναδιαλογή στον αέρα. Το δε δεύτερο, πέραν του ότι εκμηδενίζει κάθε υψομετρική διαφορά, κάνει και τη μετακίνηση στον χάρτη παιχνιδάκι, καθιστώντας την περιπαικτική έκφραση “Far Drive”, παρελθόν.
Έγκειται λοιπόν στη φαντασία του παίκτη, πλέον, η εκμετάλλευση των παραπάνω για πλέον επιτυχημένες stealth προσεγγίσεις, ακόμα και για αιφνιδιαστικά onslaughts. Θα αρκούσε, αλλά το stealth στοιχείο, αυτό καθ’ αυτό, βελτιώθηκε κι εμπλουτίστηκε εξίσου. Η πολύ χρήσιμη πέτρα που τραβάει την προσοχή είναι άμεσα κι απρόσκοπτα διαθέσιμη στο D-Pad, δίνοντας την ευκαιρία για εύκολα takedowns, ενώ η δυνατότητα να μεταφέρετε τα πτώματα σε κάποιο ανήλιο σημείο α-λα Splinter Cell δίνει περισσότερους πόντους στην stealth προσέγγιση. Σιωπηλά όπλα, όπως μαχαίρια και τόξα συμπληρώνουν το “πακέτο”.
Βέβαια, αυτό δε σημαίνει ότι η κατά μέτωπο επίθεση έχει υποβαθμιστεί. Μεγάλος αριθμός και ποικιλία όπλων, παρέα με εξαιρετικό gunplay και σημεία-κλειδιά στις “πίστες” μπορούν να προκαλέσουν πραγματικό χάος, αν υπάρξει σωστή κι οργανωμένη επίθεση. Αυτό είναι άλλωστε και το πιο αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό της σειράς. Η εκ των πρωτέρων εξέταση της περιοχής ενδιαφέροντος κι η ανάπτυξη επιθετικής δράσης ανάλογα με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του παίκτη. Μπορεί να μη λειτουργούσε πάντοτε σωστά, όμως εδώ αποδίδει περίφημα.
Εξυπηρετώντας αυτόν τον σκοπό, εισήχθη ένα ακόμα νέο χαρακτηριστικό στο gameplay, που έχει να κάνει με την εκμετάλλευση της πανίδας. Ο ζωικός πλούτος που αναφέραμε στην αρχή μπορεί να λειτουργήσει αμφίδρομα, είτε ευνοώντας εσάς είτε τους αντιπάλους σας. Το ΑΙ των ζώων, χωρίς να είναι κάτι δύσκολο να υλοποιηθεί σωστά, κάνει αυτό που δε μπορεί να κάνει το ΑΙ ανθρώπων σε πολλά παιχνίδια του είδους. Χτυπήστε έναν ελέφαντα κι αυτός θα ορμήξει τυφλά και θα γκρεμίσει όλο το outpost χωρίς εσείς να φανείτε ποτέ. Ανάψτε μια φωτιά και τρομοκρατημένες αρκούδες θα τσακίσουν τους αντιπάλους σας που βρίσκονται στην υπήνεμη πλευρά. Κάντε loot σε κουφάρια ζώων και πέρα από τα δέρματα που χρησιμεύουν για crafting θα πάρετε κι ένα πολύ χρήσιμο κομμάτι κρέας, που αν το πετάξετε ανάμεσα σε μια ομάδα εχθρών, θα τους δείτε να κατασπαράζονται από πεινασμένους λύκους που μύρισαν το δόλωμα.
Τα ζώα όμως μπορεί να αποτελέσουν κίνδυνο και για τον παίκτη, καθώς τις δικές σας πράξεις μπορούν να μιμηθούν οι hunters, η νέα μονάδα εχθρών που θα συναντήσετε στο παιχνίδι. Κίνδυνος υπάρχει και στην ελεύθερη περιπλάνηση, μιας που ανά πάσα στιγμή μπορεί να δαγκώσει τον παίκτη ένα φίδι, ή να του επιτεθεί μια αγέλη τσακάλια. Γι αυτό το λόγο, δίνεται βάρος στο προαναφερθέν crafting, syringes κι αντικείμενων που βοηθούν στη μάχη και την επιβίωση. Για να ενισχυθούν όλα τα αναφερόμενα στις τελευταίες παραγράφους, ένα σύστημα με perks ξεκλειδώνει ικανότητες κάθε φορά που ανεβάζετε level μέσω ΧΡ. Όλα τα παραπάνω, μαζί με την πρόοδο, τον οδηγό τακτικής και πολλά άλλα, βρίσκονται σε μια πλειάδα μενού και τα περισσότερα γίνονται εύκολα προσβάσιμα μέσω των δύο wheels που ανασύρονται με την εφαρμογή των shoulder buttons.
Κάπως έτσι, στημένη με προσπάθεια, προσοχή και τέχνη, παρασκευάσθηκε (τελικά) η εμπειρία του Far Cry 4. Σε ένα περιβάλλον, που με τη βοήθεια της νέας τεχνολογίας έγινε όσο το δυνατόν πιο αληθοφανές, με εικόνες και ήχους που θα σας κάνουν να ξεχαστείτε και να νομίσετε ότι βρίσκεστε στην οροφή του κόσμου, διαδραματίζεται μια ιστορία. Καλή ή κακή, ενδιαφέρουσα ή όχι, πρωτότυπη ή τετριμμένη, έχει αποδοθεί άρτια και προκαλεί τις αρκούντες για το είδος συγκινήσεις, οι οποίες προσφέρονται στον παίκτη με ένα καλοδουλεμένο, εμπλουτισμένο και περίπλοκο – αλλά συνάμα φιλικό – gameplay. Προβληματάκια υπάρχουν, ακόμα και στον παινεμένο τεχνικό τομέα (το ελικοπτεράκι “κάρφωσε” πισώπλατα το παιχνίδι, προδίδοντας αδυναμίες στο draw distance) ή το φτωχό online. Πέραν του ημιτελούς co-op (θα θέλαμε να εφαρμοζόταν παντού), υπάρχει η επιλογή για online 5×5 matches, τα οποία ελάχιστα προσφέρουν επιπλέον στον τίτλο.
Το σηκωμένο φρύδι κατέβηκε κι η σκεπτικιστική τάση που αντιμετωπίζεται εξ αρχής ένα παιχνίδι της Ubisoft, κόπασε. Είναι φανερό ότι η προσπάθεια που καταβληθηκε για το παιχνίδι είναι μεγάλη, τίμια κι αποτελεσματική. Ότι φοβούμενη τη λαίλαπα κατάκρισης, η εταιρία δεν τόλμησε να κάνει την επανάσταση, αλλά να βασιστεί στην πεπατημένη. Να τη διορθώσει, να την εμπλουτίσει, να τη ραφινάρει, να την τελειοποιήσει και να την πρσφέρει στον αγοραστή σεβόμενη κάθε λεπτό των χρημάτων που αυτός προσφέρει. Αποτέλεσμα: το Far Cry 4, ένα εξαίρετο παιχνίδι, εντυπωσιακό, πλήρες κι απολαυστικό που δε θα ‘πρεπε να λείπει από καμία συλλογή. Ειδικά από αυτές των κονσολών νέας γενιάς.
To review βασίστηκε στην PS4 έκδοση του παιχνιδιού.