The Dark Pictures Anthology: Man of Medan | Review

Tales from the Curator.

Με το Until Dawn του 2015 η Supermassive Games κατάφερε να προσφέρει στο κοινό ένα παιχνίδι-έκπληξη, ένα φόρο τιμής στις teen-horror ταινίες και στην ανθολογία τρόμου γενικότερα, που ντρόπιασε σχεδόν κάθε άλλη προσπάθεια που είχε γίνει μέχρι τότε στο interactive storytelling από άλλα στούντιο κυρίως λόγω της καλής γραφής του, της υπέροχης ατμόσφαιρας και των πολλαπλών μονοπατιών στο σενάριο, που προέκυπταν από τις επιλογές που έκανε ο παίκτης. Παρά την επιτυχία του Until Dawn η Sony δεν έδωσε ποτέ το πράσινο φως στη Supermassive για κάποια συνέχεια (τα VR only Until Dawn: Rush of Blood και The Inpatient είναι άλλα “φρούτα”) και κάθε ελπίδα για συνέχεια σε αυτήν την ευχάριστη προσπάθεια χάθηκε.

Η Supermassive, ωστόσο, φάνηκε να ενδιαφέρεται για την ιδέα αυτή. Έτσι, προχώρησε σε συμφωνία με την Bandai Namco για μια σειρά τέτοιων παιχνιδιών με τον γενικότερο τίτλο “The Dark Pictures Anthology”, που θα αποτελείται από τουλάχιστον τρία αυτόνομα επεισόδια. Καρπός αυτής της συνεργασίας και έναρξη στην εν λόγω ανθολογία είναι το Man of Medan που θα εξετάσουμε εδώ, ένα παιχνίδι απολύτως πιστό στη λογική του Until Dawn, ως φόρος τιμής στην ανθολογία τρόμου και στα παιχνίδια με πολλαπλά μονοπάτια, όπου ο παίκτης καθορίζει την εξέλιξη της ιστορίας.

Στο Man of Medan η ιστορία ξεκινά κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με τον παίκτη να ελέγχει έναν φαντάρο που υπηρετεί σε ένα τεράστιο φορτηγό πλοίο κάπου στην Ασία. Μετά τις απαραίτητες πρώτες σκηνές, που έχουν το ρόλο του tutorial, η ιστορία “παίρνει μπρος”, με το ταξίδι του πλοίου στον Ειρηνικό Ωκεανό να διακόπτεται από ένα περίεργο φαινόμενο. Πολλές δεκαετίες μετά, μια ομάδα πέντε νεαρών ξεκινά για μια μίνι-κρουαζιέρα κατάδυσης στην ίδια περιοχή, έχοντας πληροφορίες για ένα αεροπλάνο που έχει βυθιστεί και με ένα σημείωμα που αναφέρεται σε “χρυσό”. Μέχρι που, μέσα από μια σειρά γεγονότων, οι θαλάσσιες οδοί θα τους φέρουν μπροστά στο προαναφερθέν πλοίο-φάντασμα.

Όλα αυτά στήνουν σταδιακά ένα σκηνικό που θυμίζει τηλεοπτικό επεισόδιο μιας σειράς τρόμου/ αγωνίας, με κάποιο μυστήριο να περιμένει υπομονετικά να αποκαλυφθεί και την υποψία ενός “κακού” που καραδοκεί, να βρίσκεται πάντα στην ατμόσφαιρα. Το δυσάρεστο, ωστόσο, είναι ότι η ιστορία του Man of Medan δεν είναι σε καμία περίπτωση κάτι αξιόλογο. Αντιθέτως, αν είχαμε να κάνουμε με ένα επεισόδιο μιας τηλεοπτικής σειράς ανθολογίας τρόμου, αυτό θα ήταν “εκείνο το μέτριο επεισόδιο που είχε προοπτικές”, που το είδαμε, το σχολιάσαμε αρνητικά και το ξεχάσαμε γρήγορα. Περισσότερα για το σενάριο και την ιστορία που ξεδιπλώνεται σταδιακά δεν θα πούμε, άλλωστε μιλάμε για ένα παιχνίδι μικρής διάρκειας, το οποίο βασίζεται κατά 90% στην ιστορία του, αλλά θα αναφέρουμε ότι νιώσαμε μεγάλη απογοήτευση και από τη γενικότερη γραφή των διαλόγων και από την ιδέα που κρύβεται πίσω από το Man of Medan.

Tο Man of Medan είναι ένα παιχνίδι απολύτως πιστό στη λογική του Until Dawn, ως φόρος τιμής στην ανθολογία τρόμου και στα παιχνίδια με πολλαπλά μονοπάτια, όπου ο παίκτης καθορίζει την εξέλιξη της ιστορίας.

Τουλάχιστον η Supermassive επανέλαβε την επιτυχία που είχε σημειώσει με το Until Dawn (αν και σε καμία περίπτωση στον ίδιο βαθμό) σε ό,τι έχει να κάνει με τη δημιουργία ατμόσφαιρας, τις σχέσεις μεταξύ των πέντε πρωταγωνιστών και τις επιλογές που πρέπει να κάνει ο παίκτης, επιλογές που θα χαράξουν την πορεία της ιστορίας και θα κρίνουν ποιοι και πόσοι από τους πρωταγωνιστές θα ζήσουν και θα φτάσουν μέχρι το τέλος της περιπέτειας. Κάπου εδώ κρύβεται η γοητεία αυτού του παιχνιδιού: Οι επιλογές, που οδηγούν κάθε φορά σε αλλαγή στις σχέσεις μεταξύ των προσώπων, στην εμπιστοσύνη που χτίζεται μεταξύ αδελφών, ζευγαριών ή απολύτως ξένων μεταξύ τους. Επιλογές και κινήσεις (μέσα από σχετικό prompt ή Quick Time Events) που γίνονται στην αρχή του παιχνιδιού ή λίγο πιο μετά, ίσως καθορίσουν τι θα συμβεί τρεις ώρες μετά, σε μια δύσκολη στιγμή. Και η έκβαση αυτής της στιγμής ίσως οδηγήσει σε μια αλυσιδωτή αντίδραση, που θα επιφέρει κάποια άλλα αποτελέσματα λίγο πιο μετά.

Όπως και στο Until Dawn, όπως στο πρόσφατο Erica, όπως σε εκατοντάδες Choose your own Adventure βιβλία, το “φαινόμενο της πεταλούδας”, δηλαδή η μη ελεγχόμενη και τυχαία αντίδραση σε κάθε δράση μας, είναι το καλύτερο στοιχείο σε αυτό το παιχνίδι, που άλλωστε του χαρίζει και ένα replayability στην προσπάθειά μας, παίζοντας ξανά, να σώσουμε περισσότερους χαρακτήρες ή να δούμε μια διαφορετική εξέλιξη στην ιστορία και στην ολοκλήρωσή της. Και αυτό είναι κάτι που το Man of Medan το χρειάζεται, αφού με διάρκεια περίπου τεσσάρων ωρών -μαζί με τα cinematics και τα διαλείμματα στα οποία ο Curator, μια επιβλητική φιγούρα που εκτελεί χρέη παρατηρητή/ αφηγητή, σχολιάζει την πορεία μας στο παιχνίδι- το Man of Medan είναι ένα μάλλον μικρό σε διάρκεια project, κάτι που ευτυχώς δικαιολογείται σε κάποιο βαθμό από το χαμηλό κόστος απόκτησής του.

Στις απογοητεύσεις μας θα προσθέσουμε κάτι ακόμα, που πραγματικά δεν ξέρουμε πώς η Supermassive Games επιτρέπει να υπάρχει στα παιχνίδια της εν έτει 2019. Μιλάμε για τα tank controls κατά τις στιγμές που το Man of Medan γίνεται πιο… παιχνίδι, αφήνει τα cinematics στην άκρη και μέσα από κάμερα τρίτου προσώπου, ζητά από τον παίκτη να εξερευνήσει τον χώρο. Ο χειρισμός είναι πολύ κακός, θυμίζει δεκαετία 1990, ήταν έτσι στο Until Dawn το 2015, και τέσσερα χρόνια μετά παραμένει το ίδιο αργός, δύστροπος και παρωχημένος εδώ. Γιατί; Μόνο η Supermassive μπορεί να μας απαντήσει. Και μιας και αναφερθήκαμε σε “εξερεύνηση”, να πούμε πως αυτή είναι η απολύτως βασική, μέσα σε γραμμικούς χάρτες και περιορίζεται σε πίνακες ζωγραφικής που ενεργοποιούν “προαισθήματα” (premonitions) και κάποια clues υπό μορφή φωτογραφιών και γραμμάτων, που δίνουν πληροφορία για το τι έχει συμβεί στο πλοίο.

Ευτυχώς, το Man of Medan δείχνει τη γοητεία του όταν παίζεται με τον “σωστό τρόπο”, δηλαδή με παρέα. Για πρώτη φορά (εξ όσων γνωρίζουμε) σε παιχνίδι τέτοιου είδους, έχουν εφαρμοστεί δύο multiplayer modes. Το πρώτο είναι το εντελώς παρεΐστικο Movie Night, όπου παίζουν μέχρι και πέντε παίκτες. Εδώ το παιχνίδι “λάμπει”, αφού κάθε παίκτης αναλαμβάνει από έναν πρωταγωνιστή. Με τη μέθοδο της… πάσας του χειριστηρίου, κάθε παίκτης παίρνει τον έλεγχο όταν έρθει η ώρα του και με τον τρόπο αυτό η παρέα “ζει” τρόπο τινά την περιπέτεια πιο έντονα, αφού κάθε παίκτης ταυτίζεται με τον χαρακτήρα που ελέγχει και κάνει τις δικές του επιλογές. Εγγυημένη διασκέδαση για παρέες.

Σταδιακά στήνεται ένα σκηνικό που θυμίζει τηλεοπτικό επεισόδιο μιας σειράς τρόμου/ αγωνίας, με κάποιο μυστήριο να περιμένει υπομονετικά να αποκαλυφθεί.

Το έτερο multiplayer mode είναι εξίσου ενδιαφέρον, παίζεται μόνο online και δίνει στον κάθε παίκτη (εδώ υποστηρίζονται μέχρι δύο) έναν χαρακτήρα. Το mode αυτό μπορεί σε φάσεις να γίνει εντυπωσιακό, αφού οι δύο χαρακτήρες μπορεί να βρίσκονται στον ίδιο χώρο και να συνεργάζονται, ή σε εντελώς διαφορετικά σημεία και να ενεργούν όπως κρίνει ο καθένας καλύτερα, επηρεάζοντας όμως την πορεία και τις σχέσεις του με τον άλλον ή συνολικά με την ομάδα των πρωταγωνιστών. Αυτά τα multiplayer modes είναι που ανεβάζουν το παιχνίδι και “κρύβουν” κάπως τους μέτριους διαλόγους και την δίχως ιδιαίτερο ενδιαφέρον ιστορία.

Στα θετικά θα καταγράψουμε τα όμορφα γραφικά του τίτλου, που εξυπηρετούν άριστα το γενικότερο thriller/ horror πλαίσιο του παιχνιδιού, με εξόχως ρεαλιστικά μοντέλα χαρακτήρων, εξαιρετικό σχεδιασμό στο πλοίο και άριστους φωτισμούς. Όμως τα αγκάθια δεν λείπουν ούτε εδώ. Φαινόμενο Uncanny Valley, με ανατριχιαστικά χαμόγελα, ξύλινο animation και κάποια κολλήματα και frame drops σπιλώνουν την όμορφη αυτή εικόνα που αναδύεται από τα γραφικά του Man of Medan.

Μετά την ολοκλήρωση του Man of Medan, στα μενού του παιχνιδιού ξεκλειδώνουν κάποια πολύ ενδιαφέροντα Special Features. Το πιο ενδιαφέρον εξ αυτών είναι ένα σύντομο αφιέρωμα-ντοκιμαντέρ στην ανθολογία τρόμου, από τη γέννησή της στη λογοτεχνία, πίσω στον 19 αιώνα, το πέρασμά της από τηλεόραση, κινηματογράφο και λογοτεχνία κατά τον 20ο αιώνα και την παρουσία της στις ημέρες μας, σε διαδίκτυο, παιχνίδια και 7η Τέχνη. Αυτό το ντοκιμαντέρ προδίδει την τεράστια αγάπη που έχουν τα στελέχη της Supermassive στο genre και τις καλές προθέσεις τους για το project The Dark Pictures.

Όμως, η αγάπη για κάτι τελικά δεν αρκεί. Αν οι Βρετανοί είχαν κατά νου τη δημιουργία ενός αντίστοιχου των Twilight Zone και Tales from the Crypt στα videogames, o “πιλότος” τους, το πρώτο επεισόδιο στο εγχείρημα αυτό, δεν μας ικανοποίησε. Δεν θα περάσετε άσχημα μαζί του, ειδικά παίζοντας με παρέα, με πίτσες, αναψυκτικά και ποπ κορν στο τραπεζάκι του σαλονιού, σαν να βλέπετε μια μεγάλη σε διάρκεια ταινία thriller. Αλλά μέχρι εκεί…

Το review βασίστηκε στην έκδοση του παιχνιδιού για το PS4.


 

Exit mobile version