Επιτέλους ένα Goldeneye ή ακόμα ένα Quantum of Solace;
Όπως πολλοί θα γνωρίζετε, η περίοδος που διανύει ο Βρετανός υπερ-πράκτορας είναι δύσκολες, καθώς το μέλλον του στη μεγάλη οθόνη δείχνει ιδιαίτερα δυσοίωνο, απόρροια βέβαια των τεράστιων οικονομικών προβλημάτων της MGM. Το δύσκολο έργο της κάλυψης αυτού του κενού ανέλαβε η Bizarre Creations. Οι προσδοκίες για αυτή τη νέα περιπέτεια του James Bond στο χώρο των βιντεοπαιχνιδιών ήταν σαφώς καλύτερες σε σχέση με παλιότερες προσπάθειες, καθώς δεν είχε τη χρονική –καταστρεπτική- πίεση ενός movie tie-in. Επιπλέον, το γεγονός ότι το σενάριο δε βασίζεται σε κάποια κινηματογραφική παραγωγή ή λογοτεχνική περιπέτεια του αναντικατάστατου “όπλου” της MI6, έδινε την ελπίδα πως η βρετανική εταιρία θα είχε μία σαφώς ευπρόσδεκτη ελευθερία κινήσεων στη δημιουργία μίας ιδανικής υπόθεσης για το μέσο των βιντεοπαιχνιδιών.
Όσον αφορά στο ελληνικό κοινό σίγουρα δε θα μπορούσαμε να φανταστούμε καλύτερο εισαγωγικό επίπεδο για το Blood Stone. Η πρώτη cutscene που θα δούμε βρίσκει την M στην Ακρόπολη, όπου προσπαθεί να πείσει έναν στρατηγό πως, σύμφωνα με πληροφορίες, σύντομα θα δεχθούν τρομοκρατική επίθεση. Όπως είναι φυσικό, ο James Bond δεν αργεί να πραγματοποιήσει την εντυπωσιακή εμφάνισή του, προκειμένου να αποτρέψει αυτό το τρομοκρατικό χτύπημα.
Η πρώτη μας επαφή, λοιπόν ,με τον τίτλο μας τοποθετεί σε έντονες στιγμές στις μαρίνες της Αθήνας, καταλήγοντας σε ένα εντυπωσιακό κυνηγητό με αυτοκίνητα στους περιφερειακούς δρόμους της πρωτεύουσάς μας, προκειμένου να σταματήσουμε τα σχέδια του… Greco για την ανατίναξη του Παρθενώνα. Αυτό το πρώτο επίπεδο είναι εντυπωσιακά δομημένο ενώ ο πρωταγωνιστικός ρόλος της χώρας μας στην εικοσάλεπτη διάρκειά του σίγουρα βοηθάει σε μεγάλο βαθμό στη δημιουργία μίας πολύ καλής πρώτης θετικής εντύπωσης. Δυστυχώς, από αυτό το σημείο και έπειτα, δεν αργούν να φανούν τα πρώτα σημάδια μίας αναπάντεχα κοινότυπης και αρκετά ρηχής δομής, τόσο όσον αφορά στην υπόθεση όσο και στο gameplay.
Shaken, not stirred – Δομή
Η νέα περιπέτεια του James Bond θα τον οδηγήσει σε πλήθος από ξεχωριστές πόλεις και περιοχές, μεταξύ των οποίων την Μπανγκόκ, τη Σιβηρία και το Μονακό. Αν και ο σεναριογράφος του βιντεοπαιχνιδιού συμμετείχε στη συγγραφή διαφόρων περιπετειών του κινηματογραφικού βρετανού πράκτορα, σε αυτήν την τελευταία του δουλειά φαίνεται ότι μάλλον δεν προσπάθησε και πολύ. Η πλοκή είναι ιδιαίτερα αδιάφορη προσφέροντας τις απολύτως απαραίτητες και δίχως φαντασία εξηγήσεις για τα ταξίδια του James Bond, ενώ η απουσία ενός αξιομνημόνευτου "κακού" είναι παραπάνω από εμφανής. Επιπροσθέτως, το γεγονός ότι η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από την εύρεση βιοχημικών όπλων, κάθε άλλο παρά πρωτότυπη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.
Η έλλειψη βάθους και στο gameplay δεν αργεί να φανεί ήδη από το δεύτερο επίπεδο, όπου θα βρεθούμε σε ένα εργοτάξιο της Κωνσταντινούπολης. Η φρενήρης δράση του επιπέδου της Αθήνας ξαφνικά σταματάει για να μας τοποθετήσει σε μία αργή και άνευ φαντασίας εύρεση στοιχείων με τη χρήση του κινητού τηλεφώνου του James Bond. Πατώντας το ανάλογο κουμπί, το περιβάλλον αποκτά μία πράσινη απόχρωση (ως ένα άλλο Arkham Asylum), και έτσι μπορούμε να δούμε το αντικείμενο που θα πρέπει να αναλύσουμε προκειμένου να προχωρήσουμε στο υπόλοιπο κομμάτι του επιπέδου.
Αυτό το gadget είναι και το μοναδικό που θα μπορούμε να χρησιμοποιούμε καθ’ όλη τη διάρκεια του τίτλου, προκαλώντας έτσι έντονη απογοήτευση δεδομένης της πλούσιας ποικιλίας από ευφάνταστα “εργαλεία” που έχουμε δει σε όλες ανεξαιρέτως τις κινηματογραφικές περιπέτειες του Βρετανού πράκτορα.
Ένα σημείο κατατεθέν, λοιπόν, του ήρωα αναλώνεται ουσιαστικά στη χρήση ενός απλού φίλτρου εικόνας, σπαταλώντας μία ευκαιρία για αναγκαία -και σύμφωνη με το ύφος του James Bond- ποικιλία στους gameplay μηχανισμούς. Ο πιο ευφάνταστος τρόπος που χρησιμοποιείται ακόμα και αυτό το gadget, είναι για να βρούμε υπολογιστές και διακόπτες προκειμένου να ξεκλειδώσουμε κάποια πόρτα, στοιχεία τα οποία -για κάποιον απροσδιόριστο λόγο- δεν μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε αν δεν έχουμε ενεργοποιημένο το κινητό τηλέφωνο.
{PAGE_BREAK}
For England James? No, for me… – Μηχανισμοί
Η δράση με τη χρήση όπλων με τη σειρά της, αν και κυμαίνεται σε καλύτερα επίπεδα, δεν καταφέρνει να προσφέρει τίποτε παραπάνω από την ξανά-ζεσταμένη συνταγή δεκάδων μέτριων third person shooters. Με το πάτημα του A (η βασική μας δοκιμή έγινε στο Xbox 360) έχουμε τη δυνατότητα να καλυφθούμε σε οποιαδήποτε επιφάνεια. Πολύ συχνά το σύστημα κάλυψης προκαλεί εκνευρισμό, δεδομένου ότι η “αποκόλληση” από την εκάστοτε επιφάνεια γίνεται τις περισσότερες φορές με δυσκολία και σχεδόν ποτέ άμεσα. Επίσης, η αίσθηση των όπλων που θα έχουμε στην κατοχή μας δεν είναι η καλύτερη δυνατή. Μπορεί τα ηχητικά εφέ να έχουν την απαραίτητη ένταση, ωστόσο, ο τρόπος απόδοσης των αντιδράσεων των εχθρών όποτε τους πετυχαίνουμε μας μεταφέρει αρκετά χρόνια πίσω.
Κάθε φορά που πετυχαίνουμε κάποιον εχθρό, φαίνεται έντονα ότι πρέπει να ολοκληρωθεί το προσχεδιασμένο animation του ώστε να ενεργοποιηθεί το επόμενο, προκαλώντας μία έντονη “παραφωνία” όταν μάλιστα είναι εμφανές ότι τον πετυχαίνουμε επανειλημμένως. Σε αυτήν την κακή αίσθηση της δύναμης των όπλων έρχονται να προστεθούν και τα απογοητευτικά ολιγάριθμα προσχεδιασμένα animations εξόντωσης των εχθρών, τα οποία βλέπουμε να επαναλαμβάνονται συνεχώς και ανεξαρτήτως του όπλου που μπορεί να χρησιμοποιούμε.
Η τεχνητή νοημοσύνη των εχθρών δεν βοηθάει την κατάσταση. Οι κινήσεις τους στο χώρο είναι υπερβολικά αργές και προβλέψιμες. Δεν υπήρχε σύγκρουση με τους εχθρούς που να μην βλέπαμε το λιγότερο έναν από τους αντιπάλους να πλησιάζει το σημείο κάλυψής μας με αργά βήματα και πάντα με τον ίδιο τρόπο, προκειμένου να μας αναγκάσει να τον χτυπήσουμε με κάποια λαβή. Ευτυχώς, τουλάχιστον αυτή η ικανότητα του James Bond για τη χρήση λαβών (Takedowns) έρχεται να λειτουργήσει ως σανίδα σωτηρίας.
Οι κινήσεις που μπορεί να πραγματοποιήσει με το πάτημα του Χ παρουσιάζουν εντυπωσιακή ποικιλία ενώ η χρήση τους είναι απολαυστική χάρη στην πολύ καλή και πειστική απόδοσή τους. Δεν ήταν λίγες οι φορές που προτιμούσαμε να τρέξουμε προς την πλευρά μεμονωμένων εχθρών για να τους εξοντώσουμε με κάποια λαβή προκειμένου να αποφύγουμε τη χλιαρή αίσθηση της χρήσης του όπλου.
Επιπλέον, κάθε φορά που χρησιμοποιούμε τη λαβή αποκτούμε τα λεγόμενα ως "Focus points". Εν ολίγοις, όταν ενεργοποιούμε τα focus points, έχοντας το πολύ τρία, εξουδετερώνουμε αυτόματα ανάλογο αριθμό εχθρών με το πάτημα ενός κουμπιού -σε συνδυασμό με τη σκανδάλη. Αυτός ο μηχανισμός μπορεί να συνάδει με το δεινό σκοπευτικό χάρισμα του James Bond, ωστόσο, φαίνεται τόσο έντονα ότι έχει μεταφερθεί αυτούσιος από το Splinter Cell: Conviction που τελικά μπορεί να χαρακτηριστεί πολύ εύκολα ως έλλειψη φαντασίας από πλευράς της Bizarre.
Ως ευχάριστα διαλείμματα έρχονται τα επίπεδα όπου θα κληθούμε να οδηγήσουμε ταχύτατα –και όχι μόνο- αυτοκίνητα. Με το ιστορικό της βρετανικής εταιρίας να περιλαμβάνει τίτλους όπως τα Project Gotham Racing και Blur, η ποιότητα σε αυτά τα επίπεδα δε θα μπορούσε παρά να είναι υψηλή. Οι διάφορες καταδιώξεις όπου θα πάρουμε μέρος -αν και είναι προσχεδιασμένες και τα περισσότερα γεγονότα που συμβαίνουν εντός τους δεν είναι "δυναμικά"- καταφέρνουν να προσφέρουν μία ιδιαίτερη κινηματογραφική αίσθηση.
Θα χρειαστεί να κυνηγήσουμε εχθρούς στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης και της Αθήνας με έντονη κίνηση στους δρόμους, να προλάβουμε ένα τραίνο οδηγώντας πάνω σε παγωμένες λίμνες της Σιβηρίας, αλλά και να σταματήσουμε με όποιο τρόπο μπορούμε ένα τεράστιο φορτηγό στους δρόμους της Μπανγκόκ -μεταξύ άλλων. Αυτές οι στιγμές προκαλούν την έντονη αίσθηση ότι η Bizarre θα έπρεπε να επικεντρωθεί στην αποκλειστική δημιουργία ποικιλίας επιπέδων που αφορούν στη χρήση οχημάτων και όχι να αναλωθεί σε μέτρια, "shooting gallery" levels.
Σίγουρα ο χειρισμός επιδέχεται βελτιώσεων, ιδίως όσον αφορά στη χρήση του χειρόφρενου, εντούτοις, η ποιότητά αυτών των σημείων ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη με αυτήν των επιπέδων όπου χειριζόμαστε άμεσα τον James Bond.
{PAGE_BREAK}
Grow Up 007! – Διάρκεια/ multiplayer/ συμπεράσματα
Τελειώνοντας με τα του gameplay, οφείλουμε να εκφράσουμε τον εκνευρισμό μας για το πρόβλημα της διάρκειας, ένα πρόβλημα που εμφανίζεται όλο και περισσότερο σε σύγχρονους τίτλους δράσης. Στο normal επίπεδο δύσκολα θα χρειαστείτε κάτι περισσότερο από τέσσερις ώρες για να φτάσετε στην παρακολούθηση της τελευταίας κινηματογραφικής σκηνές, η οποία δηλώνει με θράσος ότι θα δούμε τον James Bond να επιστρέφει στο αναπόφευκτο sequel (αναπόφευκτο τουλάχιστον όσον αφορά στον τρόπο που τελειώνει το Blood Stone).
Όπως είναι φυσικό, το multiplayer mode δεν απουσιάζει χωρίς ωστόσο να προσφέρει οτιδήποτε ξεχωριστό από αυτά που προσφέρει το πλήθος άλλων third person τίτλων, τα περισσότερα εκ των οποίων περιέχουν πιο πρωτότυπα modes. Έως και 16 παίκτες μπορούν να πάρουν μέρος χωρισμένοι σε δύο ομάδες, επιλέγοντας ανάμεσα από τα modes Deathmatch, Objective και Last Man Standing διαθέσιμα σε έξι συνολικά χάρτες.
Οπτικά το Blood Stone είναι μάλλον αδιάφορο όσον αφορά στα επίπεδα όπου χειριζόμαστε άμεσα τον James Bond. Καθαρά τεχνικά, σίγουρα έχουμε δει πολύ πιο εντυπωσιακά δείγματα το τελευταίο διάστημα ενώ και εικαστικά το περιβάλλον είναι κοινότυπα σχεδιασμένο και χωρίς ίχνος φαντασίας στη δομή του. Τουλάχιστον τα σημεία όπου βρισκόμαστε στο τιμόνι κάποιου αυτοκινήτου η κατάσταση βελτιώνεται, καθώς παρά το μεγάλο αριθμό οχημάτων και εκρήξεων που μπορεί να βλέπουμε στην οθόνη, ο ρυθμός ανανέωσης των καρέ παραμένει αναλλοίωτος.
{VIDEO_1}
Δυστυχώς λοιπόν, το τελικό αποτέλεσμα της Bizarre δείχνει ιδιαίτερα αναιμικό. Ο James Bond του Blood Stone δεν καταφέρνει να δικαιολογήσει τη φήμη του ως το υπερ-όπλο της MI6. Οι απολαυστικές λαβές που μπορεί να εκτελέσει αλλά και οι εντυπωσιακές ικανότητές του στο τιμόνι σίγουρα δεν αποτελούν αρκετά στοιχεία για να αντισταθμίσουν την απελπιστικά αδύναμη δράση του με τη χρήση όπλων αλλά και της απρόσμενης έλλειψης φαντασίας στην ενσωμάτωση των gadgets.
Νικόλας Μαρκόγλου