Messin’ with the kid
Το ερώτημα θα αιωρείται συνεχώς: πώς προσεγγίζεις κριτικά τέτοιους τίτλους; Ως ένα κομμάτι ιστορίας και μια νοσταλγική retro εμπειρία ή τους βάζεις “απέναντι” σου και τους “ζυγίζεις” με τα μέτρα και τα σταθμά του σύγχρονου game design; Από τη μία, δηλαδή, η άποψη πως το κάθε τι πρέπει να κρίνεται σε άμεση συνάρτηση με την εποχή κατά την οποία δημιουργήθηκε και από την άλλη, η πιο “αντικειμενική”, “αποστειρωμένη” και γενικευμένη άποψη, πως “όλα παιχνίδια είναι” και κανένα ελαφρυντικό δεν πρέπει να δίνεται λόγω της ηλικίας τους. Το καλό game design, εξάλλου, δεν “γερνάει” ποτέ. Όπως και να το πάρει κανείς, υπάρχουν ορισμένα γεγονότα που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν. Όπως η εξάρτηση του μέσου σε μεγάλο βαθμό από τις τεχνολογικές εξελίξεις, που κάνει παλαιότερους τίτλους να φαίνονται, το λιγότερο, παρωχημένοι. Θαυμαστά παραδείγματα αποδεδειγμένης σχεδιαστικής διαχρονικότητας υπάρχουν βέβαια, το συντριπτικό ποσοστό όμως μοιάζουν σαν εξελικτικά “σκαλοπάτια” που έχουν ξεπεραστεί προ πολλού.
Στην περίπτωση του Kid Icarus, που μιλάμε για 26 ολόκληρα χρόνια, αυτή η απόσταση που πρέπει να “καλύψει” είναι γιγάντια. Έχει όμως την σχεδιαστική κομψότητα να διατηρηθεί φρέσκο εν έτει 2012; Μα πάνω απ’ όλα οφείλει να την έχει; Καλώς ή κακώς, δεν πρόκειται να επεκταθούμε σε εκ βαθέων ανάλυση του σχεδιασμού του. Το παιχνίδι, έτσι όπως εμείς το αντιλαμβανόμαστε, είναι απλά ένα δωράκι της Nintendo προς το κοινό που του χάρισε με τα χρόνια αυτή την cult υστεροφημία και μια μικρή “εισαγωγή” για την αναγέννηση της σειράς που επιχειρείται με το Kid Icarus Uprising. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Αν η αγορά του από το eshop δεν κόστιζε και 6 ευρώ, ίσως να μπορούσε να προσεγγίσει και ένα καινούργιο κοινό που δεν είχε ποτέ επαφή με τη σειρά. Γέννημα θρέμμα της χρυσής εποχής των τελών της δεκαετίας του 80, της Nintendo, όπου ουσιαστικά γαλουχήθηκε η εικόνα της όπως την γνωρίζουμε σήμερα με βάση τα μεγάλα franchise της, το Kid Icarus μοιάζει σαν ένα ιδιαίτερο πάντρεμα όλων των μηχανισμών που χρησιμοποιούσε και εξέλισσε η Nintendo με την γνωστή “αγία τριάδα” της: Mario, Metroid, Zelda.
Platform, shooting και εξερεύνηση με κάποια ψήγματα RPG δηλαδή, συν κάποιες ωραίες εναλλακτικές ιδέες. Όπως οι “καρδιές”, που αφήνουν πίσω τους οι σκοτωμένοι εχθροί και λειτουργούν ως “νόμισμα” στην εσωτερική οικονομία του παιχνιδιού. Δεν ανανεώνουν τη ζωή του μικρού αγγελικού πρωταγωνιστή, αλλά χρησιμοποιούνται για αγορά διαφόρων αντικειμένων. Των οποίων τη λειτουργία, βέβαια, δεν μπαίνει ποτέ στον κόπο να μας εξηγήσει, οπότε, θα πρέπει να πειραματιστούμε για να ανακαλύψουμε τη χρησιμότητά τους, χαραμίζοντας αδίκως τις πρώτες φορές, τις καρδιές μας. Το παιχνίδι είναι χωρισμένο σε πίστες και ευτυχώς υπάρχει η επιλογή της αποθήκευσης –το πρωτότυπο λειτουργούσε με κωδικούς. Και λέμε ευτυχώς, διότι η δυσκολία του είναι σχεδόν “απαγορευτική” για τα σημερινά δεδομένα. Το gameplay του συνδυάζει τη δυσκολία των πιο απαιτητικών Mario –στο platform κομμάτι- με αυτή ενός δύσκολου shooter και αν θέλετε να δείτε το τέλος, θα πρέπει να έχετε ακονισμένα τα αντανακλαστικά σας και να οπλιστείτε με μπόλικη υπομονή και επιμονή.
Οι προσθήκες, πέρα από το τρισδιάστατο εφέ που δεν εντυπωσιάζει μεν αλλά είναι ευχάριστο, δεν είναι πολλές. Τα αρχικά μαύρα background της έκδοσης του NES εδώ έχουν αντικατασταθεί με νέα φόντα, που σε γενικές γραμμές ταιριάζουν με τον υπόλοιπο οπτικό τομέα, αλλά και πάλι, δεν είναι κάτι συνταρακτικό. Πιο ουσιαστική προσθήκη είναι μια νέα επιλογή στο χειρισμό –πέρα από την κλασική που είναι πανομοιότυπη με την παλιά- που προσφέρει και διευκολύνει κάπως την περιήγηση μας στις δαιδαλώδεις πίστες, με μικρές αλλαγές όπως η δυνατότητα να κρατάμε πατημένο το κουμπί για να “πυροβολούμε” αδιάκοπα, μεγαλύτερη αμεσότητα στις κινήσεις και μικρές “πινελιές” όπως το να καθυστερούμε ελαφρώς την πτώση μας. Σενάριο υπάρχει… στα χαρτιά, αλλά δεν εξηγείται ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Όποιος έχει όρεξη πάντως, μπορεί να εμπλουτίσει την εμπειρία του, διαβάζοντας το ψηφιακό manual του παιχνιδιού.
Τελικά, επιφυλασσόμαστε να προτείνουμε τον τίτλο σε οποιονδήποτε νέο παίκτη έχει “γαλουχηθεί” στη σχεδιαστική φιλοσοφία του 21ου αιώνα με όλες τις διευκολύνσεις αλλά και τις προσδοκίες που κουβαλάει για το μέσο. Αν όμως αναζητείτε μια ευχάριστη retro εμπειρία, με μεγαλύτερο βάθος απ’ ότι αρχικά φαίνεται, τότε το Kid Icarus είναι ιδανικό. Και αν η τιμή δεν ήταν και τόσο αδικαιολόγητα υψηλή -6 ευρώ την εποχή του app store και της Steam- θα ήταν πολύ ευκολότερο να το προτείνουμε απλά και μόνο για μια πρώτη γνωριμία με το σύμπαν του. Το Kid Icarus είναι ένα από τα αδικοχαμένα μικρά διαμαντάκια της εποχής εκείνης, που δυστυχώς δεν είχε την ευκαιρία να εξελιχθεί και να ωριμάσει σχεδιαστικά όπως τα υπόλοιπα franchise της Nintendo. Είναι κρίμα, καθώς αν το συγκρίνουμε με τα αντίστοιχα παιχνίδια των μεγάλων σειρών της εταιρίας, που ξεκίνησαν και αυτά την πορεία τους σχεδόν ταυτόχρονα, δεν έχει και τόσα πολλά να ζηλέψει. Οι περιπέτειες του Pit αναμένεται να συνεχιστούν άμεσα με το Kid Icarus Uprising και αυτή η επανακυκλοφορία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα πολύ ωραίο “ορεκτικό” για τους fans της μικρής σειράς, πριν το κύριο γεύμα.
Γιώργος Πρίτσκας